in

Βήμα-βήμα, αλλά προς τα πού; Του Αλέξανδρου Ζαχιώτη και της Αναστασίας Ματσούκα

Βήμα-βήμα, αλλά προς τα πού; Του Αλέξανδρου Ζαχιώτη και της Αναστασίας Ματσούκα

Η πολιτική της κυβέρνησης Σαμαρά είχε εξαρχής δύο αφετηρίες. Η μία ήταν τα μνημόνια, ως κοινωνικό καθεστώς, πλέον, κι όχι απλώς «έκτακτη» πολιτική. Η δεύτερη ήταν το δόγμα «Νόμος και Τάξη», υπό τη σαφή ιδεολογική ηγεμονία της Χρυσής Αυγής. Οι δύο αυτές αφετηρίες υλοποιήθηκαν στο κυβερνητικό έργο ως συμπληρωματικές. Τις κοινωνικές συναινέσεις που διέλυε η πρώτη, επιχειρούσε να τις ξαναστήσει η δεύτερη.

Η δημοσκοπική έκρηξη της ΧΑ, την περίοδο ιδίως πριν τη δολοφονία Φύσσα, οδήγησε τη Νέα Δημοκρατία να πάρει μέτρα εναντίον της, μετρώντας βέβαια και τη μαζική παρουσία του αντιφασιστικού κινήματος στο δρόμο. Αυτό καθόλου δεν αναίρεσε, ωστόσο, τον πάγιο ακροδεξιό χαρακτήρα της κυβερνητικής πολιτικής. Απλώς τον μετατόπισε προς πιο θεσμικές οδούς, η κορωνίδα των οποίων ήταν η «διακυβέρνηση Φορτσάκη» στο ΕΚΠΑ.

Ο πρώην Πρύτανης του ΕΚΠΑ, νυν βουλευτής Επικρατείας της ΝΔ, μετετράπη σε «ναυαρχίδα» του συντηρητικού μπλοκ που είδε στο τεντωμένο χέρι του απέναντι στους φοιτητές, στα λοκ άουτ, στα ΜΑΤ έξω από τη Νομική τρεις μέρες πριν τον εορτασμό του Πολυτεχνείου, την ευκαιρία για μια τελευταία αντεπίθεση της μνημονιακής συγκυβέρνησης που θα κατάφερνε να συγκεντρώσει τους 180 βουλευτές που χρειάζονταν για να «σωθεί η χώρα από την καταστροφή», και ποιός ξέρει για μετά…

Τώρα, σχεδόν μισό χρόνο μετά, ξέρουμε ότι η ιστορία κύλησε διαφορετικά. Παρ’ όλη τη συντριβή των μνημονιακών δυνάμεων, ωστόσο, θα ήταν αρκετά επιπόλαιο να θεωρήσουμε ότι ηττήθηκε καθολικά και το πολιτικό πρόταγμα του συντηρητικού μπλοκ, όπως αποδεικνύει, με πολύ δυσάρεστο τρόπο, η σημερινή επέμβαση των ΜΑΤ στην Πρυτανεία του ΕΚΠΑ. Πρόκειται για μια απράδεκτη και καταδικαστέα ενέργεια, με βαρύτατο αρνητικό συμβολισμό για μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Το ότι γίνεται υπό τη συστηματική – αν και αναμφίβολα αφόρητη – τρομοϋστερία των τελευταίων ημερών, εκ μέρους των μνημονιακών δυνάμεων και των ΜΜΕ, δεν αποτελεί άλλοθι, αλλά δείχνει ακριβώς πως ακόμα κινούμαστε στον «αστερισμό» του Φορτσάκη, εξέλιξη καθόλου ενθαρρυντική.

Κάτι τέτοιο, βέβαια, δεν αποδεικνύει αυτόματα ότι «όλοι ίδιοι είναι», ούτε όμως αρκεί και η «συνέχεια του κράτους» ως ερμηνευτικό σχήμα, που εν τέλει αθωώνει τη συγκεκριμένη κίνηση. Κι αυτό γιατί η σημερινή επέμβαση έγινε στο μέσο της ψηφοφορίας στη Βουλή ενός νομοσχεδίου που αποτελεί μια προοδευτική τομή, σε πλήρη αντίθεση με την αυταρχική στροφή του κράτους ως απάντηση στο νεολαιίστικο ξεσηκωμό του Δεκέμβρη του ’08. Αυτή η αντίθεση ανάμεσα στα δύο ταυτόχρονα πολιτικά συμβάντα, αποτελεί το κατεξοχήν πολιτικό πρόβλημα τόσο για την κυβερνητική πολιτική, όσο και για τη μαζική, κινηματική δράση του επόμενου διαστήματος.

Κατανοούμε, σ’ ένα βαθμό, πως η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να πείθει και για τη δυνατότητά της να κυβερνά ηγούμενη των κρατικών μηχανισμών. Αυτό δε σημαίνει, όμως, και την αυτόματη προσχώρησή της στο δικό τους κανόνα. Απεναντίας, η σύγκρουση με το «βαθύ κράτος» αποτελεί όρο αξιοπιστίας της για το κοινωνικό μπλοκ που (οφείλει να) εκπροσωπεί. Με άλλα λόγια, η «συνέχεια του κράτους» δεν αποτελεί το όριο της κυβερνητικής πολιτικής, πέρα απ’ το οποίο δεν μπορεί να πάει, αλλά έναν ειδικό όρο της πολιτικής σύγκρουσης που διεξάγεται στην ελληνική κοινωνία.

Από την άλλη, το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε μεν τις εκλογές, δε διαθέτει, ωστόσο, την ηγεμονία στο επίπεδο των αξιών εντός της ελληνικής κοινωνίας, είναι επίσης κάτι επί της αρχής σωστό. Εντούτοις, η μάχη για τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα αποτέλεσε και αποτελεί σταθερό σημείο αναφοράς τόσο για τους αγώνες των προηγούμενων ετών, όσο και για τη φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ, άρα και για την ίδια τη νίκη του. Είναι και αυτή κομμάτι –και μάλιστα σημαντικό– της λαϊκής εντολής της 25ης Γενάρη.

Με αυτό, θέλουμε να τονίσουμε το γεγονός, ότι στοιχεία που δύνανται να συγκροτήσουν μια νέα αριστερή ηγεμονία και λογική, σαφώς και υπάρχουν. Κινδυνεύουν, όμως, να παραμείνουν αποσπασματικά, εφόσον οι προωθούμενες τομές στην κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού, θα πρέπει να «συμβιβάζονται» και με τις αντίστοιχες υποχωρήσεις. Εάν είναι κάθε καλό βήμα να έρχεται και μ’ ένα τέτοιο τίμημα, τότε θα πρέπει να δούμε στα σοβαρά το προς τα που βαδίζουμε.

Καθήκοντα, ωστόσο, υπάρχουν και από τη σκοπιά του κινήματος. Τα κοινωνικά κεκτημένα δεν περιμένουμε, άλλωστε, από το κράτος να τα υπερασπιστεί. Γι’ αυτό ακριβώς είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίο να υπάρξει άμεσα μια κινηματική ανάταση, με πρωτοβουλίες που θα υπερασπίζονται και θα διευρύνουν κεκτημένα, θα φτιάχνουν και θα διεκδικούν δικό τους χώρο, μεθοδολογία, και λογική απέναντι στο πακέτο των δελτίων των 8. Σ΄ αυτή την πλευρά είναι και η θέση των δυνάμεων της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ, μια θέση που οφείλει διαρκώς να κατοχυρώνεται και να ενισχύεται, τόσο από τη μαζική συμμετοχή όσο και από το προωθητικό πολιτικό πλαίσιο, μακριά από κάθε λογική κυβερνητικού απολογητή ή σχολιαστή.

Οι περισσοτεροι και οι περισσοτερες δεν μπήκαμε στην αριστερά -και μάλιστα σε αυτή την αριστερά- για να δρούμε ως εξωτερικοί παρατηρητές και σχολιαστές καμιάς κυβέρνησης και κανενός θεσμού, πόσω μάλλον του κράτους. Τόσα χρόνια έχουμε μάθει πως μέσα από τη δράση μας αλλάζουμε το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε. Δεν έχουμε παρά να συνεχίσουμε να το κάνουμε.

Πηγή: RedNotebook.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Οι νέες ταινίες της εβδομάδας

«Providence» από την Ταινιοθήκη της ΕΡΤ-3