in

Tρεις μήνες αυτοδιαχείριση στην Ε.Ρ.Τ.: Ένας απολογισμός. Της Μαριλένας Κατσίμη

Tρεις μήνες αυτοδιαχείριση στην Ε.Ρ.Τ.: Ένας απολογισμός. Της Μαριλένας Κατσίμη

Σε λίγες μέρες συμπληρώνονται τρεις μήνες από το βίαιο και παράνομο κλείσιμο της Ελληνικής Ραδιοτηλεόρασης. Αυτή η επέτειος είναι μια ευκαιρία για τους εργαζόμενους που παραμένουμε στην Ε.Ρ.Τ. να αναλογιστούμε τα λάθη που έχουμε κάνει και να αναπροσδιορίσουμε τους στόχους μας.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. 

Ως αντίδραση σε αυτή την άνευ προηγουμένου σε καιρούς δημοκρατίας ή ειρήνης επίθεση που μαύρισε τις οθόνες και προσέβαλε την αξιοπρέπεια πρωτίστως των Ελλήνων πολιτών και δευτερευόντως ημών των εργαζομένων, η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων στην Ε.Ρ.Τ. απαντήσαμε μένοντας στο Ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής και σε άλλες εγκαταστάσεις στην επαρχία εκπέμποντας ραδιοτηλεοπτικό σήμα.

Οι πρώτες μέρες ήταν πράγματι εντυπωσιακές, ιστορικές θα έλεγα. Μια άσκηση δημοκρατίας από τους εργαζόμενους και μια άνευ προηγουμένου ένδειξη αλληλεγγύης από τον κόσμο που έδειχνε πως «κάτι κινείται» σε μια χώρα που έχει διαλυθεί από τα απανωτά νοκ άουτ που έχουν υποστεί οι δυνάμεις της εργασίας τα τελευταία χρόνια.

Όμως ο ενθουσιασμός σιγά σιγά ατόνησε και από τον κόσμο που μας στήριζε έξω από την Ε.Ρ.Τ., αλλά κυρίως από τους εργαζόμενους μέσα στο Ραδιομέγαρο που θεώρησαν ότι οι διαπραγματεύσεις των εκπροσώπων μας με τον αρμόδιο υφυπουργό κύριο Καψή δεν οδηγούν πουθενά. Ίσως το πρώτο αίτημα των εκπροσώπων των εργαζομένων στην Ε.Ρ.Τ., να γυρίσει ο χρόνος πίσω δηλαδή στην 11η Ιουνίου, το οποίο βγήκε μέσα από τη γενική συνέλευση και στηρίχτηκε και από τα συνδικαλιστικά μας όργανα, να ήταν ουτοπικό.

Άραγε για όλα φταίνε οι συνδικαλιστές;

Παραδέχομαι ότι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, προσκολλημένες σε κοινοτοπίες, έβγαζαν διάφορες βερμπαλιστικές ανακοινώσεις, ενώ οι παλαιού τύπου γραμμές «τα θέλω όλα ή τίποτα» και «δεν συζητάω με κανέναν επειδή δεν αναγνωρίζω το κλείσιμο της Ε.Ρ.Τ.» δεν βοήθησαν τον αγώνα μας και δίχασαν τους συμμετέχοντες σε αυτόν. Πρέπει ωστόσο να ξεκαθαρίσω ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται από την πλειοψηφία των εργαζομένων που παίρνουν μέρος στις γενικές συνελεύσεις και όχι από την ηγεσία των συνδικαλιστών. Πολλοί από τους συναδέλφους που αποφάσισαν τελικά να κάνουν αίτηση στον ενδιάμεσο φορέα, καταλογίζουν στην εκπροσώπηση των εργαζόμενων δημοσιογράφων ότι ακραίες φωνές πήραν το κίνημα στον λαιμό τους κι έτσι δεν μπόρεσαν να ακουστούν οι μετριοπαθείς. Λυπάμαι αλλά δεν βρίσκω άλλη διέξοδο από τη δημοκρατική αρχή: ας έρχονταν όλοι όσοι θεώρησαν ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος του εξτρεμισμού ώστε να τον αναχαιτίσουν. Τρέφω περισσό σεβασμό σε όλες τις μειοψηφικές απόψεις που κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών ακούστηκαν στην Ε.Ρ.Τ. Αν όμως αυτοί οι 1.800 που έκαναν αίτηση πρόσληψης στη Δ.Τ., ήταν εκεί παρόντες και στο πρόγραμμα και στις συνελεύσεις, τα πράγματα θα είχαν πάρει σίγουρα άλλη τροπή. Διότι χωρίς αυτούς, Δ.Τ. δεν θα υπήρχε.

Πράγματι λοιπόν, οι περισσότεροι από τους «μπροστάρηδες» του αγώνα μας κινούνται στον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς. Ωστόσο λίγοι είναι γραμμένοι σε κάποιο συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα. Οι πολλοί, αυτοί που βρίσκονται στην Ε.Ρ.Τ. από το πρωί μέχρι το βράδυ παράγοντας πρόγραμμα και δεν έχουν λείψει ούτε μία μέρα, είναι οι άλλοι, αυτοί που δεν ανήκουν σε κανένα κόμμα και είναι αυτοί που πίστεψαν –με υπερβολικό ρομαντισμό ίσως– ότι κάτι μπορεί ν αλλάξει.

Είναι βέβαιο πως και οι συνδικαλιστές έχουν ευθύνες για το πώς έφτασε η Ε.Ρ.Τ. εκεί που έφτασε. Όμως αυτή τη φορά κανείς συνδικαλιστής και κανένα κόμμα δεν καπελώνουν τον αγώνα των δημοσιογράφων, τεχνικών και του υπόλοιπου προσωπικού που μέχρι σήμερα με τη βοήθεια των συνδικαλιστών βγάζουν πέρα με επιτυχία –τολμώ να πω– ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα. Για τον λόγο αυτό, το επιχείρημα της κυβέρνησης αλλά και συναδέλφων μας που υπέγραψαν δίμηνες συμβάσεις στη Δ.Τ., ότι δηλαδή στην Ε.Ρ.Τ. κάνουν κουμάντο παλαιού τύπου στιγματισμένοι συνδικαλιστές, οι οποίοι είναι επικοινωνιακά καμένοι στις συνειδήσεις των περισσότερων Ελλήνων, δεν λέγεται πλέον προς απόδοση της πραγματικότητας. Λέγεται προς ενίσχυση της προπαγάνδας κατά του αγώνα. Αποκορύφωμα η δήλωση του βουλευτή της Ν.Δ. Γεράσιμου Γιακουμάτου σε πρωινή τηλεοπτική εκπομπή ότι ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είχε το 95% της Ε.Ρ.Τ.(!) και αντιδρά τώρα που του δίνουν το 25%! Η δήλωση φυσικά άφησε άφωνο όλο το πάνελ και πρωτίστως τον αρμόδιο υφυπουργό.

Η μεταβατική (;) Δημόσια Τηλεόραση

Ο Αύγουστος βγήκε με δυσκολία στο Ραδιομέγαρο. Βέβαια σε σύγκριση και με τα ιδιωτικά κανάλια που μας βομβάρδισαν με σωρεία επαναλήψεων «αγαπημένων σίριαλ», λέμε «και πάλι καλά» που κρατήσαμε στον αέρα με δύο ενημερωτικές εκπομπές, τέσσερα δελτία ειδήσεων και ζωντανό μουσικό πρόγραμμα ακόμη και το τριήμερο του Δεκαπενταύγουστου! Οι διάδρομοι και το προαύλιο άδειασαν και οι περισσότεροι εργαζόμενοι πήγαν διακοπές. Κάποιοι δεν ξαναγύρισαν ποτέ, είτε γιατί αποφάσισαν να πάνε στη Δ.Τ. είτε γιατί απλώς κουράστηκαν καθώς δεν βλέπουν μέλλον σε αυτή την ιστορία.

Η αναμονή και τελικά η υποτυπώδης λειτουργία του μεταβατικού προγράμματος της λεγόμενης «Δημόσιας Τηλεόρασης» ήταν ένα ισχυρό χτύπημα στο αυτοδιαχειριστικό πείραμα της Αγίας Παρασκευής.

Όσο πρόχειρα σχεδιασμένο ήταν το μαύρο στην Ε.Ρ.Τ. από την κυβέρνηση, τόσο καλοσχεδιασμένος ήταν ο τρόπος διάσπασης των εργαζομένων της. Βροχή έπεσαν τα τηλέφωνα από πρώην διευθυντικά στελέχη αλλά και καλοθελητές δημοσιογράφους και τεχνικούς που ενημέρωναν τους ενδιαφερόμενους για τον ενδιάμεσο φορέα.

Ο πρώτος στόχος ήταν φυσικά οι παρουσιαστές, το «πρόσωπο» της τηλεόρασης. Από τη στιγμή που οι περισσότεροι παρουσιαστές πείστηκαν να συμμετέχουν, οι υπόλοιποι εργαζόμενοι είχαν λιγότερα συνειδησιακά προβλήματα. Το ντόμινο εφέκτ λειτούργησε περίφημα. Το κυρίαρχο συναίσθημά μου όταν διάβασα τις λίστες με τους 557 επιτυχόντες(!) που θα ξεκινούσαν το νέο πρόγραμμα της Δ.Τ. ήταν μάλλον στενοχώρια: όλη αυτή η κινητοποίηση είχε ως αποτέλεσμα τη νομιμοποίηση της πιο κραυγαλέας παρανομίας της κυβέρνησης, που με το έτσι θέλω έκλεισε τη δημόσια τηλεόραση μέσα σε μία μέρα. Πολλά από αυτά τα ονόματα δεν εκπλήσσουν κανέναν. Ήταν αυτοί που, από την πρώτη μέρα, δεν πάτησαν το πόδι τους στην Ε.Ρ.Τ. ούτε από περιέργεια. Ήταν κι άλλοι που έφυγαν νωρίς, πριν προλάβουν να ταυτιστούν με την κινητοποίηση. Είναι, τέλος, αυτοί που πάντα τα έβρισκαν με την κάθε διοίκηση, ό,τι χρώματος και να ήταν. Δικαίωμά τους.

Είναι όμως κι άλλοι. Εργαζόμενοι της Ε.Ρ.Τ. που σε πρώτη φάση προσωποποίησαν την αντίδραση κατά του παράνομου κλεισίματος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης και τώρα βγαίνουν στη Δ.Τ. σαν να μην τρέχει τίποτα. Ξέρω ότι ήταν μια απόφαση που πήραν με μεγάλη δυσκολία, όμως το έκαναν, ακυρώνοντας στην ουσία τον αγώνα μας στα μάτια του κόσμου που μας στήριξε με τόσο σθένος. 

«Γιατί δεν περιμένετε να κάνετε κατευθείαν αίτηση για τη Ν.Ε.Ρ.Ι.Τ.;» ρωτούσα τους φίλους και συναδέλφους μου στα πηγαδάκια στους διαδρόμους της Ε.Ρ.Τ. Γιατί να νομιμοποιήσουμε ένα παράνομο μόρφωμα όπως η Δ.Τ. και να μην περιμένουμε τη Ν.Ε.Ρ.Ι.Τ. που θα είναι –μας αρέσει δε μας αρέσει και παρά το άθλιο προηγούμενό της– η νέα νόμιμη δημόσια τηλεόραση καθώς ψηφίστηκε από τη Βουλή;

Τρία είναι τα επιχειρήματά τους. Πρώτον πιστεύουν, παρά τις περί του αντιθέτου δημόσιες δεσμεύσεις του κυρίου Καψή, ότι όσοι στηρίξουν τη Δ.Τ. θα έχουν μια σίγουρη θέση και στη Ν.Ε.Ρ.Ι.Τ. Αυτό είναι ενδεικτικό της αξιοπιστίας και του αισθήματος εμπιστοσύνης με την οποία περιβάλλουν το νέο εγχείρημα ακόμη και οι συνάδελφοι που συνομολόγησαν σε αυτό. Πιστεύουν ουσιαστικά –και αυτό είναι το δεύτερο που λένε– ότι «ουδέν μονιμότερο του προσωρινού στην Ελλάδα» και ότι μάλλον δεν πρόκειται να υπάρξει καν Ν.Ε.Ρ.Ι.Τ. Τελευταίο επιχείρημα και πολύ προσχηματικό κατά τη γνώμη μου, από τους πιο πολιτικοποιημένους ας πούμε, είναι ότι «πρέπει να είμαστε στον ενδιάμεσο φορέα για να πολεμήσουμε από τα μέσα».

Τα δύο επιχειρήματα είναι κατανοητά. Σε μια εποχή που η ανεργία μαστίζει τον κλάδο μας, δεν έχεις την πολυτέλεια να το παίζεις ήρωας. Δουλειές έξω δεν υπάρχουν ούτε για δείγμα, τα δάνεια τρέχουν, οι υποχρεώσεις συσσωρεύονται. Δεν είμαι καθόλου της άποψης να χαρίσουμε τη δημόσια τηλεόραση σε αυτή την κυβέρνηση με το να της δώσουμε τη δυνατότητα να στελεχώσει εξ ολοκλήρου κατά τις προθέσεις της το προσωπικό της. Ωστόσο εδώ συζητάμε για μεταβατική τηλεόραση. Εκτός αν φυσικά δικαιωθεί το πιο κυνικό σενάριο που λέει πως «ουδέν μονιμότερο του μεταβατικού»… Αυτό όμως δεν το νομίζω. Φυσικά, μου απαντούν οι συνάδελφοι: «Γιατί όχι; Εδώ έκλεισαν την Ε.Ρ.Τ., σ’ αυτό θα σταματήσουν;».

Πού πάμε;

Δεν στρουθοκαμηλίζουμε, ξέρουμε ότι για πολλούς η όλη υπόθεση της Ε.Ρ.Τ. βρίσκεται καταχωνιασμένη στις μνήμες των αρχών του καλοκαιριού που επιφύλαξε κι άλλες αντίστοιχες ειδήσεις ξαφνικού θανάτου με ακόμη περισσότερες να έπονται. Ξέρουμε επίσης ότι, παρά τα χιλιάδες χτυπήματα στη σελίδα μας (www.ertopen.com), πολύς κόσμος δεν ξέρει καν ότι εκπέμπουμε διαδικτυακά, ενώ φυσικά η παύση της μετάδοσης του σήματος από την E.B.U. ήταν ακόμη ένα καθοριστικό χτύπημα. 

Καθημερινά υπάρχει ο προβληματισμός για το τι κάνουμε και ποια πρέπει να είναι τα επόμενα βήματά μας. Καθημερινά όμως αλλάζουν και τα δεδομένα. 

Έχουμε αποφασίσει λοιπόν να μη βάζουμε μεγαλόπνοους στόχους αλλά να κάνουμε στοχευμένες προσεκτικές κινήσεις. Από τέλη Αυγούστου το ηθικό μας είναι αναπτερωμένο, βγάζουμε ανανεωμένο πρόγραμμα και όλο και περισσότερος κόσμος έρχεται να δουλέψει μαζί μας.

ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ΔΗΜ.ΑΡ., ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ και Κ.Κ.Ε. σε μια έμπρακτη απόδειξη στήριξης στην Ε.Ρ.Τ. δεν συμμετέχουν στα πάνελ της Δ.Τ., ενώ η παρουσία τους στις εκπομπές της Ε.Ρ.Τ. είναι καθημερινή. Επίσης οι δημοσιογράφοι της Ε.Ρ.Τ. θα έχουν προνομιακή θέση στις ομιλίες των αρχηγών τους στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.

Ο κύριος Καψής διατυμπανίζει ότι το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η ανεξαρτησία της δημόσιας τηλεόρασης. Ακόμη κι αν το ήθελε πραγματικά όμως, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να συμβεί καθώς τόσο οι δημοσιογράφοι όσο και οι καλεσμένοι γέρνουν μόνο από τη μία πλευρά, αυτήν της δικομματικής κυβέρνησης.Ίσως για τον λόγο αυτό αξιολογεί, ομολογουμένως έχοντας χάσει κάπως την ψυχραιμία του, ως «αντιδημοκρατική» την απόφαση της αντιπολίτευσης να μποϊκοτάρει τη Δ.Τ. του.

Τέλος, μας κατηγορούν ότι είμαστε «καταληψίες». Όμως, ας δούμε τις κραυγαλέες παρανομίες της κυβέρνησης: πρώτον, κλείνει την Ε.Ρ.Τ., δεύτερον, δεν συμμορφώνεται με την απόφαση του Σ.τ.Ε., και τρίτον, οδηγείται στη δημιουργία ενός ενδιάμεσου φορέα με διαδικασίες που θυμίζουν άνοιγμα σουβλατζίδικου. Η δημόσια τηλεόραση δεν τηλεφωνεί στους δημοσιογράφους και τους ανταποκριτές της να βγουν στον αέρα χωρίς συμβάσεις. Αυτά είναι ντροπή.

Η μια παρανομία γεννά την άλλη. Μπροστά σε αυτή την αλυσίδα, ας με συγχωρέσετε: η κατάληψη του χώρου είναι πταίσμακαι, σε τελευταία ανάλυση, ένας τρόπος αντίστασης των ανίσχυρων που αδικήθηκαν έναντι των ισχυρών που αυθαιρετούν.

Πηγή: chronosmag.eu

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Οι νέες ταινίες της εβδομάδας

ΜΠΑΝΤΑ-ρισμένοι: P.I.G.S. Revolution