Κέρδος και ευημερία. Του Χρήστου Λάσκου

 

Αφορμή για όσα ακολουθούν στάθηκε μια φράση του Νίκου Μαραντζίδη από την επιφυλλίδα του στην Καθημερινή της Κυριακής της 13 Ιανουαρίου. Έγραψε, λοιπόν, ο Μαραντζίδης, μεταξύ άλλων, πως «[π]ουθενά, βέβαια, δεν υπάρχει ευημερία αν δεν υπάρχουν πλούσιοι…». Και μου έκανε μια συνήχηση με την άλλη εδραία του άποψη, πως, δηλαδή, στην Ελλάδα δεν θα είχαμε ελευθερία αν δεν υπήρχαν οι ταγματασφαλίτες. Αυτό περίπου δεν υποστηρίζει η «αναθεωρητική» ιστοριογραφία, την οποία πρωτοπόρα διακονεί μαζί με τον Στάθη Καλύβα εδώ και κάποια χρόνια;

Ας μείνουμε, όμως, στην τωρινή του παραγωγή, στο στοχασμό πάνω στην αναγκαία σχέση μεταξύ της ύπαρξης πλουσίων και της γενικής ευημερίας. Στην πραγματικότητα, η συγκεκριμένη πεποίθηση είναι βασικό στοιχείο της αντιδραστικής συναίνεσης των υστεροκαπιταλιστικών κοινωνιών συνολικά. Η ιδέα, δηλαδή, πως χωρίς πλούσιους, χωρίς αφεντικά δουλειά δε γίνεται έχει σε μεγάλο βαθμό κυριαρχήσει.

Έπαιξε, προφανώς, το ρόλο της σε αυτό και η δεδομένη παταγώδης αποτυχία έως την κατάρρευση των ανατολικών κρατικοκαπιταλιστικών καθεστώτων, τα οποία μέσα από μια απίθανη στρέβλωση της ιστορικής πορείας φάνηκε να αντιπροσωπεύουν την αναγκαία δυστυχή κατάληξη της κομμουνιστικής ιδέας. Η ειρωνεία της ιστορίας έβαλε και πάλι τους καταπιεσμένους στην θέση τους. «Αυτά» δεν γίνονται, αποφάνθηκε.

Να, όμως, που μέσα στη μεγάλη καπιταλιστική κρίση διαμορφώνονται οι όροι για να ξανατεθεί η καπιταλιστική ιδεολογική βουλγκάτα σε αμφισβήτηση. Και ξαναδίνεται η ευκαιρία να θυμηθούμε πως τα αποφθέγματα της πυρκαγιάς, σαν αυτό του Μαραντζίδη υπήρξαν ελάχιστα υπερασπίσιμα ακόμη και από τους οπαδούς του καπιταλισμού, στο μέτρο που αυτοί είχαν κάποια σοβαρότητα. Δεν είναι τυχαίο πως ο Άνταμ Σμιθ και ο Ντέιβιντ Ρικάρντο, οι κορυφαίοι της πολιτικής οικονομίας είχαν ως δεδομένο πως μόνο η εργασία παράγει πλούτο με αποτέλεσμα να απαιτείται να εξηγηθεί η προέλευση του εισοδήματος από κέρδη. Λιώσανε πολλά φιλοκαπιταλιστικά παντελόνια σε γραφεία για να δικαιολογήσουν την αμοιβή, που προέρχεται από κεφάλαιο. Και παράχθηκαν πολλές ιδέες. Μην είναι η απόλαυση που στερήθηκαν οι καπιταλιστές (!) τοποθετώντας τα χρήματά τους στην παραγωγή, που εξηγεί το κέρδος; Ή, μήπως, η θέση τους στην οργάνωση της παραγωγής; Οι καινοτόμες ιδέες, ίσως; Ας μην συνεχίσω. Δεκάδες οι προτάσεις και πολλαπλάσιες οι απορρίψεις τους.

Δεν θα μπω εδώ στην αναλυτική παρουσίαση αυτών των διαξιφισμών. Οποιοδήποτε σοβαρό εγχειρίδιο Ιστορίας των Οικονομικών Θεωριών επιτρέπει στον καθένα να αντιληφθεί τη δυσκολία που είχαν -και έχουν ακόμη- οι ιδεολόγοι του καπιταλισμού να εξηγήσουν το λόγο όχι για το γεγονός πως οι καπιταλιστές έχουν κολοσσιαία εισοδήματα, αλλά ακόμη και για το ό,τι, απλώς, έχουν το οποιοδήποτε εισόδημα. Το κέρδος στην πολιτική οικονομία είναι, εν πολλοίς, ανεξήγητη κατηγορία. Και δεν έχει βρεθεί καμιά προσέγγιση που να ανταγωνίζεται στοιχειωδώς τη μαρξική, που αποδεικνύει πως η πηγή του κέρδους δεν είναι παρά η εκμετάλλευση της εργασίας, της μόνης, δηλαδή, πηγής του «πλούτου των εθνών».

Αντίθετα από ό,τι θέλει ο Μαραντζίδης, η ευημερία και η ανισότητα κινούνται σε αντίθετη κατεύθυνση. Δεν χρειάζεται να προσφύγει σε μαρξιστικές αναλύσεις, αρκεί να διαβάσει τόσο δα Κρούγκμαν, για να το καταλάβει.

Η κρίση, δε, έρχεται να ισοπεδώσει συνολικά τις νεοφιλελεύθερες φασίζουσες-ολοκληρωτικές αντιλήψεις. Και να αποδείξει πως καπιταλισμός σημαίνει, όλο και περισσότερο, την αγωνιώδη κάθε τόσο αναμέτρηση της ανθρωπότητας με την καταστροφή. Πράγμα που ανοίγει τη δυνατότητα να ξαναρχίσουμε ρεαλιστικά να αναλαμβάνουμε εκ νέου την υπόθεση του κομμουνισμού και να προβάλλουμε τα καλά του εξισωτικού ρυθμιστικού ιδεώδους.

Γιατί η Αριστερά χρειάζεται για τον κομμουνισμό. Αν δεν είναι γι’ αυτό, τότε υπάρχουν άλλοι, δεν είναι απαραίτητη η ύπαρξή της ως διακριτής δύναμης. Και, βέβαια, η επιδίωξη του κομμουνισμού δεν συνιστά εσχατολογία, όπως συχνά οι αντιδραστικοί ισχυρίζονται. Κι αυτό με δύο ξεχωριστές έννοιες: και δεν θυσιάζουμε το τώρα για το μετά και δεν δημιουργούμε ψευδαισθήσεις για την κατάκτηση φαντασιακών παραδείσων. Ο κομμουνισμός δεν είναι η κοινωνία της «απόλυτης και απολύτως διασφαλισμένης ευτυχίας», δεν συνιστά Βασιλεία των Ουρανών. Είναι η κοινωνία, ωστόσο, που θα καταστρέψει κάποια από τα σημαντικότερα εμπόδια για την αναζήτηση της ευτυχίας –αιτήματος, για να μην ξεχνιόμαστε, του κλασσικού φιλελευθερισμού καταχωρημένου ήδη στο επαναστατικό αμερικανικό Σύνταγμα. Όπως γράφει ο Γκόραν Θέρμπορν, «[κ]ανένα πολιτικό σχέδιο δεν μπορεί να εγγυηθεί ευτυχία, υπάρχει μια υπαρξιακή διάσταση στην ανθρώπινη ζωή που δεν ανάγεται σε κοινωνική ρύθμιση. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι θα πρέπει να διατηρήσουμε τις κακές κοινωνίες μέσα στις οποίες διαβιούμε, επειδή δεν έχουμε ένα εσχατολογικό αίτημα μπροστά, προκειμένου να έλθει η απόλυτη ευτυχία. Το γεγονός ότι δεν στοχεύουμε στη Βασιλεία των Ουρανών, δηλαδή, δεν σημαίνει καθόλου ότι γίνεται αποδεκτή η σημερινή συνθήκη με όλες της τις βελτιώσεις. Υπάρχει μια σειρά πράγματα εξαιρετικά σημαντικά, η αναφορά ας πούμε στην επίλυση έξι επτά αντιθέσεων που έχουν να κάνουν με την οικονομική εκμετάλλευση, με την καταπίεση, με τους πολέμους, με τη μαζική πείνα, με τη συστηματική διάκριση σε βάρος γυναικών, φυλών, εθνοτήτων, με την οικολογική κρίση που είναι μπροστά, τα οποία είναι ήδη επαρκείς λόγοι για να ισχυριζόμαστε την ανάγκη επαναστατικής, ριζικής αλλαγής του υπάρχοντος».

Ό,τι και να λένε οι αντιδραστικοί, ο καπιταλισμός συνιστά, όλο και περισσότερο, κακή κοινωνία για τη μεγάλη πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού. Και όλο και λιγότεροι, εκτός των ορθόδοξων οικονομολόγων και κάποιων ανορθόδοξων αρθρογράφων, θεωρούν πως τα κέρδος είναι «κάτι το ωραίον».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Α. Τσίπρας: Σαμαράς και Βενιζέλος συγκαλύπτουν το σκάνδαλο

To Ημερολόγιο 2013 του Alterthess σήμερα στην Ετεροτοπία