in

Real virtuality: Από τις θεωρίες συνωμοσίας στις ιστορίες επιτυχίας. Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου

Real virtuality: Από τις θεωρίες συνωμοσίας στις ιστορίες επιτυχίας. Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου

Πολιτικοί και τεχνοκράτες που συνωμοτούν· δημοσιογράφοι με πρόσβαση στα παρασκήνια, που αποκαλύπτουν (αν είναι με το Καλό) ή εκβιάζουν (αν έχουν συμμαχήσει με το Διάβολο)· σκάνδαλα και σκοτεινά συμφέροντα, υπόγειες διαδρομές χρήματος και εξουσίας. Αυτό, πολύ συνοπτικά, είναι το σκηνικό της δημοφιλούς σειράς House of Cards. Και η δημοσιοποίηση των συνομιλιών Τόμσεν-Βεκουλέσκου, των λεγόμενων «σκληρών» του ΔΝΤ, ήρθε να μας θυμίσει ότι κι εδώ με όρους House of Cards παίζεται το παιχνίδι – ή τουλάχιστον, αυτό ισχυρίζεται η «πραγματική εικονικότητα»1.

«Το ΔΝΤ πιάστηκε, με τα αιματοβαμμένα χέρια, να συνωμοτεί για να οργανώσει ‘πιστωτικό γεγονός’ στην Ελλάδα», γράφει ο Πολ Μέισον λίγες ώρες μετά την αποκάλυψη των συνομιλιών· «μιλάμε για αποκάλυψη μιας συνωμοσίας για το πώς θα μπορέσει αυτός ο λαός να ακολουθήσει τις διαταγές των ανωτέρων, και πώς ο κυρίαρχος δεν είναι τα κράτη και τα εθνικά κοινοβούλια, αλλά κάποια άλλα κέντρα που κρίνουν τις τύχες των λαών», συμπληρώνει λίγο αργότερα ο βουλευτής Κώστας Δουζίνας. Και σε ανάλογους τόνους κινείται για μέρες μεγάλο μέρος του Διαδικτύου – από την πλέον φιλοκυβερνητική ως την πιο «πατριωτική» πτέρυγά του.

Όχι, δεν ήταν μικρό πράγμα να πιάνονται «με τη γίδα στην πλάτη» οι μεγαλόσχημοι του ΔΝΤ· και το αίτημα της ΝΔ να διευκρινιστούν τα της υποκλοπής θυμίζει το γνωστό, με εκείνον που του δείχνουν το φεγγάρι και το βασικό θέμα του είναι το δάχτυλο. Όμως, ένα πράγμα είναι το δάχτυλο να δείχνει το φεγγάρι – ένα άλλο, πολύ διαφορετικό, να ανακαλύπτει κανείς «σοκαρισμένος» το φεγγάρι χάρη στο φοβερά «αποκαλυπτικό» δάχτυλο. Μέχρι τον Οκτώβριο, κυβερνητικά στελέχη όπως ο Πάνος Σκουρλέτης βεβαίωναν πως το ΔΝΤ είναι σύμμαχος της Ελλάδας στο ζήτημα του χρέους – σύμμαχος, εννοείται, απέναντι σε Κομισιόν και ΕΚΤ, που ως «θεσμικοί πιστωτές» θέλουν το χρέος να ξεπληρωθεί στο ακέραιο. Σχολιάζοντας την περασμένη εβδομάδα στον «Ενικό» τις υποκλαπείσες συνομιλίες, ο ίδιος μιλούσε για «οικονομικό πραξικόπημα» του ΔΝΤ και «σχεδιασμό να οδηγηθεί η χώρα μας σε ακραίες καταστάσεις».

Τόση ελαφρότητα στις εκτιμήσεις της κυβέρνησης (ελαφρότητα: το ΔΝΤ δεν είναι το διεθνές ισοδύναμο του προσκοπισμού) δεν εξηγείται παρά από μια ηχηρή διάψευση: ό,τι διαψεύδεται, είναι μια διαπραγματευτική τακτική που, μπερδεύοντας την επιθυμία με την πραγματικότητα, απολυτοποίησε ξανά και ξανά τις αντιθέσεις μεταξύ των «θεσμών», ώστε αντί η κυβέρνηση να τις εκμεταλλευτεί, τελικά να προσδεθεί σε αυτές – στον εκάστοτε, δηλαδή, «καλό μπάτσο» της υπόθεσης, ανάλογα το διακύβευμα κάθε φάσης της διαπραγμάτευσης. Η ίδια η ρητορική περί «θεσμών», που μεταμφίεσε μηχανισμούς στυγνής ταξικής εξουσίας σε ορθολογικούς συνομιλητές και ουδέτερους εταίρους, είναι μέρος αυτής ακριβώς της τακτικής. Και παρά τις αλλεπάλληλες διαψεύσεις της, η ίδια αποτυχημένη τακτική καθοδηγεί ακόμα την πολιτική και την επικοινωνία των κυβερνώντων.

«Και τι θέλετε δηλαδή; Να κάνουμε πολιτική αποκαλύπτοντας απλώς την …καπιταλιστικότητα του ΔΝΤ ή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας» – θα μπορούσε να πει ένα φιλοκυβερνητικό επιχείρημα. Αλλά δεν θα ήταν πειστικό.

Εξηγώντας σ’ ένα περσινό άρθρο τις ενδοευρωπαϊκές διαιρέσεις (Γερμανία και «πρόθυμοι» εναντίον Γαλλίας, Ιταλίας και Αυστρίας· Eurogroup εναντίον Κομισιόν· Χριστιανοδημοκράτες εναντίον Σοσιαλιστών κλπ), ο Θόδωρος Παρασκευόπουλος έγραφε κάτι που δυστυχώς δεν εισακούστηκε, ούτε στην ώρα του, ούτε και τώρα:

«Αυτές οι αντιθέσεις μεταξύ κρατών, κομμάτων και ευρωπαϊκών θεσμών, είναι πάντα σχετικές. Δηλαδή: μπορεί η γαλλική και η ιταλική κυβέρνηση να επιδιώκουν μεγαλύτερη ευχέρεια χειρισμών για τον εαυτό τους και αναπτυξιακή πολιτική της Ένωσης πέρα από το –αστείο– «πακέτο Γιούνκερ», όμως, ούτε ευτυχείς είναι με την άνοδο της Αριστεράς στην Ελλάδα ούτε με το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ συμφωνούν ούτε πρόκειται για χάρη της ελληνικής κυβέρνησης να τα σπάσουν με το Βερολίνο· η αυστριακή σοσιαλδημοκρατία αντιτίθεται σε προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων και περικοπής κοινωνικών δαπανών, αλλά ο καγκελάριος Φάιμαν δεν θα τσακωθεί με τον συντηρητικό υπουργό Οικονομικών της χώρας του για χάρη του Τσίπρα, κι ακόμα λιγότερο βέβαια η γερμανική σοσιαλδημοκρατία που συγκυβερνά με τους Χριστιανοδημοκράτες· είναι αλήθεια ότι η Μέρκελ άδειασε τον Σόιμπλε πριν από το τελευταίο Γιούρογκρουπ, κι αυτό διευκόλυνε τις διαπραγματεύσεις, τις οποίες ο γερμανός υπουργός Οικονομικών οδηγούσε σε αδιέξοδο – όμως η πολιτική του Βερολίνου είναι προσηλωμένη στην τήρηση από ελληνικής πλευράς του Μνημονίου που είχε υπογράψει η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση»2.

***

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο η απολυτοποίηση αντιθέσεων που είναι «σχετικές», ούτε η συνακόλουθη πρόσδεση σε αυτές – το να θεωρείς, ας πούμε, ότι απάντηση στη «γερμανοκρατία» είναι το τρίτο ελληνικό Μνημόνιο που φέρει τη σφραγίδα της Γαλλίας. Το ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα είναι να βαφτίζεις το κρέας ψάρι, και τους αντίπαλους «εταίρους», ακριβώς τη στιγμή που προσαρμόζεσαι στα κριτήρια επιτυχίας που αυτοί θέτουν.

Στον απόηχο της αποκάλυψης για το πόσο καθάρματα είναι τα καθάρματα του ΔΝΤ (αλλά και στα πρότυπα της μιντιακής πολιτικής τύπου House of Cards, που έχει συνεπάρει καθώς φαίνεται τους κυβερνώντες), ο Νίκος Παππάς τουιτάρισε προχτές το δεκάλογο του συριζικού σαξές στόρι, ως απάντηση στην καταστροφολογία της ΝΔ – και αναφέροντας, μεταξύ των επιτυχιών της κυβέρνησης, την επίτευξη πλεονάσματος (που δεν σημαίνει παρά μεταφορά πόρων από την οικονομία στους δανειστές) και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (που σήμανε μια ασύλληπτη μεταφορά πόρων και εξουσίας απ’ το ελληνικό Δημόσιο προς το ιδιωτικό κεφάλαιο, «ξένο» και ελληνικό).

Όταν αλλάζει το παράδειγμα στην πολιτική, ό,τι μένει να θυμίζει πολιτική σύγκρουση είναι το νοσηρό παράδειγμα πολιτικής επικοινωνίας: αποκαλύψεις, υποκλοπές, σκάνδαλα – μια πραγματική εικονικότητα made in Greece, ο θόρυβος της οποίας τραβά για λίγο την προσοχή – μεσοπρόθεσμα, ωστόσο, αποδεικνύεται άνθρακες. Δεν ξέρω γιατί είναι πιο σκανδαλώδες ό,τι είπε η Βελκουλέσκου στον Τόμσεν, από το να ακούς τον υπουργό Ανάπτυξης Γιώργο Σταθάκη να θεωρεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος ως το 2022 – στον αντίποδα όσων έλεγε (και λέγαμε) χρόνια, όλο και πιο κοντά στις απόψεις Σαμαρά και Σόιμπλε.

1 Βλ. σχετικά: Παναγιώτης Δήμας-Γιώργος Νικολιάς, «House of Cards και ‘πραγματική εικονικότητα’», RedNotebook, 12.12.2014

2 «Σε τι αποσκοπεί η πολιτική που ακολουθούν;», Η εποχή, 8.3.2015

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

«Εθνική Ενότητα» και με σήμα τον πυρσό, το νέο κόμμα Καρατζαφέρη – Μπαλτάκου

Ειδομένη: Χημικά και κρότου λάμψης προς τους πρόσφυγες από την αστυνομία της ΠΓΔΜ