Δέκα χρόνια από το θάνατο του φιλόσοφου – κοινωνικού επιστήμονα Πιερ Μπουρντιέ (1930-2002, πόσο σημαντική είναι η απουσία του από τους κοινωνικούς αγώνες, αλλά και η παρουσία του έργου του στις κοινωνικές επιστήμες;
Παίρνοντας θέση εναντίον της επιβολής των ελαστικών και προσωρινών μορφών εργασίας, κατά της διάλυσης των δημόσιων υπηρεσιών ή στο πλευρό των απεργών του 1995 στη Γαλλία, ο Μπουρντιέ ταυτόχρονα διεκδίκησε την αυτονομία των κοινωνικών επιστημών, την απεξάρτησή τους από την επιβολή κάθε εξουσίας και τον τίτλο του «κριτικού διανοούμενου».
Στην «Εποχή» έχουμε φιλοξενήσει πολλές φορές κείμενα του Μπουρντιέ ή αναφορές στο επιστημονικό και το κοινωνικό – πολιτικό έργο του. Σήμερα, που ο ρόλος των διανοουμένων είναι υποτονισμένος ή, πολύ χειρότερα, πλησιάζει συχνά το ρόλο του «συμβούλου του Ηγεμόνα», που στηρίζει την εξουσία, μια αναδρομή στις ιδέες και τη δράση του Μπουρντιέ μας φαίνεται πολύ χρήσιμη. Μ’ αυτές τις σκέψεις διαλέξαμε δύο συνεντεύξεις για τον Μπουρντιέ (στη γαλλική «Ουμανιτέ»), με το Κριστιάν Λαβάλ, κοινωνιολόγο και μέλος του Ινστιτούτου Ερευνών του γαλλικού συνδικάτου εκπαιδδευτικών, και τον Φρεντερίκ Λεμπαρόν, καθηγητή κοινωνιολογίας και διευθυντή έκδοσης της γαλλικής επιθεώρησης «Savoir / Agire».
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟ ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΛΑΒΑΛ
Ο «κριτικός διανοούμενος» στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού
Ο Μπουρντιέ ήθελε να είναι «κριτικός διανοούμενος», που παρεμβαίνει στη δημόσια συζήτηση και στην πολιτική διαμάχη, αλλά πάντοτε με αφετηρία την υπεράσπιση της αυτονομίας του έναντι της εξουσίας στο ερευνητικό του έργο. Δέκα χρόνια μετά την απώλειά του, μπορούμε να αποτιμήσουμε τι άφησε στους μεταγενέστερους αυτή η μορφή διανοούμενου; Ποιες συζητήσεις ή ποιες μάχες τη σηματοδοτούν;
Ο Μπουρντιέ πέτυχε με τον τρόπο του κάτι σπάνιο, που και ο Φουκό το κατάφερνε με άλλο στυλ: να συνδυάσει την πιο αυθεντική διανοητική εργασία με την αποτελεσματική δημόσια παρέμβαση, να παράγει γνωστικό έργο και τα όπλα της κριτικής. Κι αυτό σε μια περίοδο που ο μαρξισμός δεινοπαθούσε και οι οργανισμοί που αναφέρονταν σ’ αυτόν είχαν χάσει την ισχύ τους. Αυτό που συνεισέφερε ο Μπουρντιέ στις κοινωνικές επιστήμες, είναι ακριβώς μια ανανέωση των κριτικών προσεγγίσεων, τη στιγμή που ο νεοφιλελευθερισμός επέκτεινε την κυριαρχία του. Θα ήταν σφάλμα να πιστέψουμε ότι προσέφερε μια για πάντα τα κλειδιά της κατανόησης του μηχανισμού και της λογικής της εξουσίας σήμερα.
Ως προς την κοινωνιολογία, η αληθινή προσφορά του συνίσταται στην αναζήτηση και τη δημοσίευση εργασιών νέων ερευνητών, που κατορθώνουν να υπερβούν τους σεχταρισμούς και τις ορθοδοξίες χρησιμοιποιώντας με τον πιο ελεύθερο τρόπο τις έννοιες και τις αναλύσεις που ο ίδιος είχε παράξει. Ο Μπουρντιέ έγινε ένας κλασικός με την καλύτερη έννοια του όρου: ένας συγγραφέας που τον συμβουλεύονται και τον συζητούν. Ήταν το καλύτερο που μπορούσε να του συμβεί. Ωστόσο, κι αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, γίνεται αντικείμενο επανεξέτασης. Οι σύγχρονοί του στην κοινωνιολογία και στην πολιτική δεν έχουν πρόβλημα να επανέρχονται στις αναλύσεις του για τις σχολικές ανισότητες ή τα φαινόμενα της πολιτισμικής κυριαρχίας. Υπάρχουν, ωστόσο, στοιχεία στο έργο του που ακόμα και σήμερα διατηρούν την ιδιαιτερότητά τους. Από την «Αθλιότητα του κόσμου» (1993) ως τα λαμπρά κείμενά του για το νεοφιλελευθερισμό στα τέλη της δεκαετίας 1990, περνώντας ενδιαμέσως από τις αναλύσεις του για τη δημοσιογραφία, οι διαπιστώσεις που έκανε για την κατάσταση της κοινωνίας εκπλήσσουν ακόμη και σήμερα με την ορθότητά τους. Από τις εργασίες του για την οικονομία, τα μίντια και την ανάλυσή του για την εξέλιξη στου σχολείου γεννήθηκε ολόκληρη κριτική παράδοση.
Η κοινωνιολογία του Μπουρντιέ ασχολήθηκε με την αποκάλυψη της συμβολικής κυριαρχίας. Αλλά σαν «πολεμικό άθλημα» προσφέρει, άραγε, πεδία αποτελεσματικής δράσης στις ρίζες της κυριαρχίας, στο σύστημα που την παράγει;
Μια τέτοιου είδους κριτική κοινωνιολογία μπορεί να γίνει εφικτή μόνο όταν βγούμε από την ακαδημαϊκή σφαίρα. Το ζήτημα των σταθμών αναμετάδοσης και της διάδοσης ήταν ένα πραγματικό ζήτημα για τον Μπουρντιέ. Και δεν χρονολογείται από τις συλλογές και τις δημοσιεύσεις που πραγματοποίησε για να επιχειρήσει μια μαζική επικοινωνία. Ακόμη και σήμερα θαυμάζουμε τον τρόπο με τον οποίο ο Πασερόν και ο Μπουρντιέ μπορούσαν να διανέμουν κατά δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα τα αποτελέσματα των ερευνών τους. Όμως, αυτές οι ίδιες σκέψεις του τον οδήγησαν στην κριτική κάθε είδους παρεμπόδισης της κριτικής ανάλυσης των μηχανισμών κυριαρχίας στα κυρίαρχα μίντια και τον ώθησε στην υπόδειξη παραδειγμάτων δημιουργίας αυτόνομων οργάνων παραγωγής και διάδοσης της κοινωνικής κριτικής.
Ο Μπουρντιέ, αν και δεν το κατόρθωσε πλήρως, επιχείρησε να επινοήσει ένα νέο δεσμό ανάμεσα στη διανοητική εργασία και το κοινωνικό κίνημα. Κι αυτό πραγματοποιήθηκε με την εκκόλαψη των πολλαπλών μορφών οργάνωσης που συνδέουν τη σκέψη, τη δράση και τη δημιουργικότητα και αποτελούν σε όλα τα επίπεδα, παγκόσμιο, ευρωπαϊκό, εθνικό και τοπικό, ένα ευρύ δίκτυο συνεταιρισμών παραγωγής κριτικής: Ίδρυμα Κοπέρνικος, ATTAC και διάφορες άλλες ομάδες αντίστασης που κινητοποιούνται γύρω από προβλήματα – στόχους.
Δύο κινήματα βρίσκονται ήδη σε διαδικασία συνάντησης: η συλλογική οργάνωση των διανοουμένων, που μάχονται κατά της απομόνωσης που προκαλεί η ακαδημαϊκή εξειδίκευση και η άνοδος της πνευματικότητας των κοινωνικών κινημάτων. Πιστεύω ότι ο Μπουρντιέ όχι μόνο έλπιζε ότι θα συμβεί αυτό, αλλά το επιδίωξε και το ενθάρρυνε. Ένας από τους μεγάλους δρόμους που άνοιξε ο Μπουρντιέ είναι η αυτοανάλυση των πολιτικών, συνδικαλιστικών και πολιτισμικών οργανισμών. Δεν αρκεί να γνωρίζουμε πώς λειτουργεί η εξουσία που ασκεί πάνω μας την κυριαρχία της, αλλά πρέπει να καταλάβουμε και πώς εκείνοι που την αντιμάχονται αναπαράγουν στο εσωτερικό των οργανισμών τους ορισμένα σχήματα της κυριαρχίας με την οποία συγκρούονται. Ένα από τα διδάγματα που μπορούμε να βγάλουμε από την κοινωνιολογία του Μπουρντιέ, είναι ότι η δημοκρατία είναι μια μάχη πάντα συνολική και ημιτελής.
Από την «επανάσταση» που επιχείρησε ο Μπουρντιέ στην κοινωνιολογία, υπάρχει σήμερα κάτι απτό στον τρόπο με τον οποίο ασκείται αυτή η επιστήμη; Επηρέασε, άραγε, και κάποιες άλλες επιστήμες;
Μια από τις σημαντικές συμβολές του Μπουρντιέ είναι η επιμονή στο αίτημα της αποστασιοποίησης της κοινωνιολογίας από κάθε είδους εξουσίες. Η εργαλειοποίηση των κοινωνικών επιστημών από τις εξουσίες σε βάρος την νομιμότητας, ο τρόπος με τον οποίο ορίζουν τα «κοινωνικά προβλήματα» ως ζητήματα που επιλύονται με τεχνοκρατικό τρόπο, δηλαδή ως «διάφορα γεγονότα» προς πολιτική εκμετάλλευση, η αποκάλυψη των μηχανισμών και των διαδικασιών που αυτός ο τρόπος κρατά στη σκιά, όλα αυτά τα αντιλαμβανόμαστε σήμερα καλύτερα, παρότι δεν άλλαξαν και πολλά πράγματα στον τρόπο με τον οποίο κατασκευάζεται η «πληροφόρηση» από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που παράγουν και πωλούν το μιντιακό προϊόν.
Μετά τον Μπουρντιέ μπορούμε επίσης να ελπίζουμε ότι από την πλευρά των κοινωνιολόγων θα υπάρξει ισχυρή αντίσταση στην παρούσα υπαγωγή του σχολείου και του πανεπιστήμιου στην πολιτική και οικονομική εξουσία. Η κοινωνιολογία, όμως, δεν είναι ενιαία. Η λογική του εμπειρογνώμονα οδηγεί τους κοινωνιολόγους που δεν αγάπησαν ποτέ τον Μπουρντιέ, να επιλέγουν, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, τη θέση του συμβούλου του Ηγεμόνα, παρότι καμώνονται πως είναι οι καλύτεροι υπερασπιστές της ισότητας και της δημοκρατίας.
Αλλά αυτό που είναι το πιο απρόσμενο απ’ όλα, και το πιο σημαντικό, είναι ότι αναπτύσσεται μέσα στο ίδιο το οικονομικό πεδίο ένας λόγος που αντιπαρατίθεται μετωπικά με τα δόγματα και τις πρακτικές του νεοφιλελευθερισμού. Η ATTAC και, πιο πρόσφατα, το Μανιφέστο των Οικονομολόγων, μαρτυρούν την κινητοποίηση των διαφωνούντων οικονομικών επιστημόνων. Όλοι αυτοί αναφέρονται και στον Μπουρντιέ. Η επανεπικαιροποίηση του Πολάν, η προσφυγή στον Φουκό, η νέα ανάγνωση του Μαρξ συμβάλλουν στη νέα κριτική του κυρίαρχου οικονομικού λόγου.
Σήμερα που η συστημική κρίση του καπιταλισμού βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία που αντιμαχόταν ο Μπουρντιέ, αποτελεί άραγε το κύριο εμπόδιο της ανθρώπινης χειραφέτησης; Περισσότερο κι από την εποχή του Μπουρντιέ, δεν είναι σήμερα το ζήτημα της εναλλακτικής λύσης που αποτελεί πρόβλημα για όσους και όσες έχουν συμφέρον να επιδιώξουν μια άλλη κοινωνία;
Η κατανόηση του νεοφιλευθερισμού έχει θεμελιώδη σημασία για όλους τους σημερινούς κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες. Ο Μπουρντιέ, από τις αρχές της δεκαετίας 1990, αντιλαμβάνεται το διακύβευμα και επιχειρεί μια στροφή που μπορεί να διακρίνει κάποιος στα μαθήματά του για το κράτος στο Κολέζ ντε Φρανς και στην «Αθλιότητα του κόσμου». Τα εργαλεία που μας άφησε, δεν επαρκούν για να συλλάβουμε τη νεοφιλελεύθερη λογική στο σύνολό της, αλλά είναι απαραίτητα ακόμα και σήμερα, καθώς δείχνουν με ποιο τρόπο οι μάνατζερ του κράτους κατασκευάζουν μια νέα κοινωνική πραγματικότητα.
Το ζήτημα της εναλλακτικής λύσης μπορεί να το ανακαλύψει κάποιος μέσα στο λόγο του, ήδη από τη δεκαετία 1960, αλλά δεν θεωρούσε ότι ήταν σε θέση να διατυπώσει ένα σχετικό σχέδιο. Αυτή η υπόθεση ήταν κατ’ εξοχήν συλλογικό ζήτημα, στο οποίο θα μπορούσε κι εκείνος να συμβάλει. Η πολιτική λειτουργία του κοινωνιολόγου, όπως την όριζε ο Μπουρντιέ, ήταν μάλλον σαν του μετεωρολόγου που έχει καθήκον να προειδοποιεί για τους κινδύνους. Πιστεύω ότι θα αναγνώριζε σήμερα τον εαυτό του στην εργασία των κλιματολόγων που μας προειδοποιούν για την επικίνδυνη κλιματική αλλαγή. Οι κίνδυνοι που διατρέχουν οι κοινωνίες μας από τον καπιταλισμό, δεν είναι μικρότεροι από τον κίνδυνο της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
*Ο Κριστιάν Λαβάλ είναι διδάκτωρ κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Paris X (Ναντέρ).
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΛΕΜΠΑΡΟΝ
Επιστημονική γνώση και κοινωνική δράση
Πόσο ισχυρή είναι σήμερα η έννοια του «κριτικού διανοούμενου», όπως τη θεωρητικοποίησε και ενσάρκωσε ο Μπουρντιέ;
Αυτή η μορφή του κριτικού διανοούμενου είναι πάντα παρούσα και υποστασιοποιείται στη συνέχιση των συλλογικών εγχειρημάτων που ξεκίνησε ο Μπουρντιέ. Εννοώ, βέβαια, την ομάδα «Λόγος δράσης», που μεταβαπτίστηκε το 2010 σε «Γνώση / Δράση». Η ένωση αυτή εγγράφεται σαφώς στην προοπτική τής ανάπτυξης των αυτόνομων κοινωνικών επιστημών, που δεν αποκλείεται να παρεμβαίνουν κανονικά στο δημόσιο πεδίο, παίρνοντας θέση σε κρίσιμα ζητήματα, συγκεντρώνοντας υπογραφές, δημοσιεύοντας κείμενα, εκδίδοντας φυλλάδια και βιβλία. Αυτό το διάβημα, από την αρχή, ήταν, κατά την επιθυμία του Μπουρντιέ, συλλογικό. Ο κριτικός διανοούμενος είναι συλλογικός διανοούμενος, αυτόνομος απέναντι σε κάθε εξουσία και οργανώνεται σε δίκτυα σε διεθνές επίπεδο. Η στάση αυτή γνωρίζει σήμερα ενδιαφέρουσες προεκτάσεις στον τομέα των οικονομολόγων. Συσπειρώνονται γνωστοί οικονομολόγοι, διαφόρων σχολών (κεϊνσιανοί, νεομαρξιστές κ.λπ.), που εκτιμούν, στηριζόμενοι στις εργασίες τους, ότι η ευρωπαϊκή και διεθνής κατάσταση επιβάλλει τη ρήξη με έναν κοινότοπο τρόπο σκέψης και ορισμένες οικονομικές πολιτικές που έχουν καταστροφικές συνέπειες.
Μας θυμίσατε ότι για τον Μπουρντιέ ο κριτικός διανοούμενος είναι συλλογικός. Αυτό μοιάζει πολύ κοντινό με τον «οργανικό διανοούμενο» του Γκράμσι…
Αυτό που διαφοροποιεί σε σημαντικό βαθμό αυτές τις δύο προσεγγίσεις, είναι το ζήτημα της σύνδεσης με το οργανωμένο εργατικό κίνημα. Ο Γκράμσι, ιδρυτής του ιταλικού κομμουνιστικού κόμματος, θεωρούσε απαραίτητο αυτό το σύνδεσμο. Ο Μπουρντιέ, αντίθετα, κρατούσε κάποια απόσταση από τις οργανώσεις. Η ανεξαρτησία του ερευνητή, κατά την άποψή του, ήταν αποφασιστικής σημασίας ζήτημα. Πρέπει να πούμε ότι όλες οι κοινωνικές επιστήμες είναι, βέβαια, οι πιο εκτεθειμένες στις διάφορες μορφές παρείσδυσης των κατεστημένων εξουσιών. Ο «οργανικός διανοούμενος» είναι, ταυτόχρονα, η ωραία θεωρία του Γκράμσι, αλλά και μια λιγότερο ένδοξη πρακτική, που περιλαμβάνει συχνά την υπαγωγή στη γραμμή ενός κόμματος. Ο Μπουρντιέ είχε σαφή συνείδηση αυτού του προβλήματος. Από αυτή την άποψη, η σχέση του με την πολιτική έμοιαζε πιο πολύ με εκείνη του Φουκό. Εκείνο, όμως, που συνιστά την ιδιαιτερότητά του, είναι το ιδανικό της αυτονομίας του επιστημονικού πεδίου, δηλαδή η ιδέα σύμφωνα με την οποία το επιστημονικό πεδίο αναπτύσσεται και δομείται με βάση τις δικές του λογικές, και οι εξωτερικές παρεμβάσεις, που προέρχονται από κάθε είδους εξουσίες, αποτελούν εμπόδια στην πρόοδο της γνώσης.
Είχε διατυπώσει ο Μπουρντιέ συγκεκριμένες προτάσεις μετασχηματισμού της κοινωνίας;
Ο Μπουρντιέ απέφευγε να επεξεργαστεί προγράμματα, αν και μετείχε σε συλλογικά διαβήματα αυτού του είδους, όπως, για παράδειγμα, για την ανώτατη εκπαίδευση. Δεν έχουμε εξαντλήσει, όμως, το δυναμικό των αναλύσεών του. Αναφέρομαι κυρίως στις σκέψεις του, μετά το 1995, για τη σημασία του κοινωνικού κινήματος και των διανοουμένων ως φορέων αντίστασης στο ρίζωμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, κυρίως στην Ευρώπη. Αν συγκρίνουμε τη σημερινή κατάσταση της δημόσιας αντιπαράθεσης με εκείνη της εποχής του Μπουρντιέ, μπορούμε να πούμε ότι συνέβαλε τελικά σε πολύ σημαντικό βαθμό στην προώθηση της γραμμής σ΄ αυτό το μέτωπο.
Την εποχή των απεργιών του 1995 [στη Γαλλία], οι κριτικοί διανοούμενοι που εισέβαλαν στην πολιτική σκηνή γύρω από τον Μπουρντιέ, παρέμειναν στο περιθώριο της δημόσιας διαμάχης, ακόμα και του χώρου της αριστεράς. Τους αντιμετώπιζαν σαν ανεύθυνους. Σήμερα, μέσα στην πραγματικότητα της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, παρατηρούμε ότι οι σχετικά μετριοπαθείς οικονομολόγοι, όπως ο Ζαν Πολ Φιτουσί ή ο Φιλίπ Ασκενάζι, διαλέγονται με τους πιο ριζοσπάστες οικονομολόγους και συμφωνούν μαζί τους σε έναν αριθμό διαγνώσεων και προτάσεων. Η πίστη στα καπιταλιστικά δόγματα έχασε την ισχύ της, ο περιορισμός του πεδίου των δυνατοτήτων στο νεοφιλελεύθερο μονόδρομο, ο οποίος είναι φανερό ότι έχει αποτύχει, κάνει τώρα πιο δύσκολη τη νομιμοποίησή του από τις κυρίαρχες δυνάμεις.
*Ο Φρεντερίκ Λεμπαρόν είναι καθηγητής κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Picardie Jules Vernes (Αμιένη).
Απόδοση από τα γαλλικά: Χ. Γ.
Πηγή: Εποχή