Η αγανάκτηση από φιλοσοφική σκοπιά

του Στέργιου Μήτα

Το κίνημα των αγανακτισμένων ψέγεται συχνά για τις συναισθηματικές του εξάρσεις και τις θυμικές του αφετηρίες. Είναι σπάνιο, θα υποστήριζαν  ίσως κάποιοι, ένα συναίσθημα (βλ. η αγανάκτηση) να προηγείται του υποκειμένου του και στην ουσία να το επιτελεί (βλ. οι αγανακτισμένοι). Η κινηματική ιστορία μας πορίζει μάλλον το αντίθετο: ένα υποκείμενο (οι εργάτες, οι μετανάστες, οι γυναίκες ή και όλοι αυτοί/αυτές) ενεργοποιούνται επιτελώντας, μεταξύ άλλων, συναισθήματα (ανάταση, αλληλεγγύη κ.ο.κ.). Θα ήταν χρήσιμη η διερώτηση κατά πόσον στην περίπτωσή μας η ίδια η αγανάκτηση δομεί το υποκείμενο της ή, αντίθετα, η ανάδυση της προϋποθέτει, έστω και αφανώς, μια κάποια υποκειμενικότητα. Η απόπειρα απάντησης δεν στοιχηματίζεται ως απλή διανοητική ακροβασία, σαν αυτές στις οποίες μας συνηθίζουν στοχαστές που ουδόλως έλκονται είτε από κινήματα είτε από συναισθήματα, αλλά στα ίδια τα κοινωνικά διακυβεύματα που το αναζητούμενο υποκείμενο θίγει.       

            Η φιλοσοφία του διαφωτισμού έχει αποσαφηνίσει ότι ένα συναίσθημα, οσοδήποτε θαυμάσιο ή και αξιομίμητο, δεν αξίζει από μόνο του να αναγορεύεται σε ηθικό ή πολιτικό. Ο συντεταγμένες της ηθικότητας και της πολιτικής χαράζονται βάσει αρχών –και οι αρχές από τη σύστασή τους χαρακτηρίζονται από αναγκαιότητα και καθολικότητα. Πολύ απλά, δεν είναι δυνατόν να αφήνονται έρμαια μεταστροφής της τυχαίας εμπειρίας ή των περιστασιακών συναισθημάτων. Δεν επιτρέπεται, αλλιώς ειπωμένο, να είναι κανείς ηθικά θερμός ή πολιτικά αλληλέγγυος απέναντι σε κάποιον που υφίσταται μια αναίτια αδικία μονάχα υπό περιστάσεις (εάν, λόγου χάρη, τον συμφέρει να εκφράσει την αλληλεγγύη του) ή βάσει συναισθηματικής προαίρεσης (εάν λόγου χάρη συμπαθεί τον αδικούμενο ή όχι). Εάν η ηθική δέσμευση έπεται μιας τέτοιας στάθμισης, τότε η ανθρώπινη πράξη, αίτιο κατεξοχήν του εαυτού της, έλκεται από την ετερονομία της περίστασης ή του συναισθήματος και, άρα, αυτοκαταργείται ως τέτοια, δηλαδή ελεύθερη ανθρώπινη πράξη.

            Ήδη η αναφορά σε μια αναίτια αδικία, ανακλά και τους κοινωνικούς προσδιορισμούς της τελευταίας, καθώς και της συναισθηματικής της απόρριψης. Αφουγκράζεται τον αναίτιο πόνο που δημιουργείται από άδικα κοινωνικοπολιτικά συστήματα και παραπέμπει σε ηθική-πολιτική δέσμευση ετούτα να αλλάξουν. Ας επιστρέψουμε, λοιπόν, στην αγανάκτηση. Ως συλλογικό συναίσθημα, αναδύεται όταν η κοινωνική «μοίρα» κρίνεται, στη βάση κάποιων αρχών (βλ. ίση ελευθερία, υλική-κοινωνική αξιοπρέπεια κ.ο.κ.) ως υπολειπόμενη από αυτές. Μια κοινωνική συνθήκη που καταστέλλει τις θεμιτές ανθρώπινες ανάγκες δεν θα αργήσει να εκθρέψει μια έλλογη οργή, της οποίας το κοινωνικό σύστοιχο είναι ακριβώς η άρνηση της γενεσιουργής συνθήκης. Και είναι έλλογη, διότι επενδύεται με ένα καθολικεύσιμο σχήμα που αντλείται από την κοίτη της (κοινής) ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Καθώς η τελευταία είναι καθολική, η εκρίζωση ενός ανθρώπου από την αξιοπρέπειά του σημαίνει και την εκρίζωση όλων από την ανθρωπινότητα.

            Ένα τέτοιο συναίσθημα είναι, σε τελευταία ανάλυση, συνάμα ηθικά υποστηρίξιμο και πολιτικά δεσμευτικό: Μεσολαβείται από μια κρίση αρχών, στη βάση της οποίας μπορούμε να κρίνουμε πότε η μεταχείριση των ανθρώπων είναι κοινωνικά αναίτια, πολιτικά άδικη, ηθικά ανυπόφορη (και πότε όχι). Φέρει στα γεννοφάσκια του το νοητό υποκείμενό της (τον κοινωνικό άνθρωπο) και τον υπονοούμενό του στόχο (την ανθρώπινη κοινωνία). Μολονότι συναισθηματικό, κεντρίζει την έλλογη γνώση (ανατομία της κοινωνικής συνθήκης) όσο και την έλλογη πράξη (οργανωμένη πάλη για την κοινωνική μεταβολή). Η έλλογη αγανάκτηση είναι, λοιπόν, όχι απλά ένα φιλοσοφικά υποστηρίξιμο συναίσθημα, ένα γνωστικά επωφελές αντανακλαστικό –αλλά κι ένα χρήσιμο πολιτικό όπλο.

 

Φωτογραφία από το real -democracy.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Παιχνίδια με τα σκουπίδια παίζει η μαφία στην Νάπολη

Το βλεπες; Το παιξες; Σ’έπιασαν!!