in

Ο Φάρος

Ο Φάρος

Μια από τις πιο πολυσυζητημένες ταινίες της χρονιάς, “o Φάρος” του Ρόμπερτ Έγκερς (“The Witch”) έκανε πρεμιέρα στις σκοτεινές αίθουσες κι έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον των σινεφίλ σε ολόκληρη την Ελλάδα. Αφετηρία το Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών στις Κάννες, ειδική προβολή στο 60ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης και μία Οσκαρική υποψηφιότητα (καλύτερη φωτογραφία) για ένα έργο του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά που αρνείται να συμβιβαστεί με το ρεύμα της εποχής κι αναζητεί βαθιά και ταυτόχρονα μακριά στο παρελθόν τη ρίζα του προβλήματος.

Γράφει ο Μίλτος Τόσκας

Δύο άνθρωποι βρίσκονται σε ένα έρημο, άγονο νησί. Ο Τόμι κι ο Εφραίμ. Ο παλιός κι ο νέος, αν μπορούσαμε να μιλήσουμε με στρατιωτική ορολογία. Καλούνται να συμφιλιωθούν και να επιβιώσουν σε ένα μέρος που οι συνθήκες είναι ικανές να σε οδηγήσουν στην απόλυτη τρέλα. Βάλσαμο τους η μέθη, να χαλαρώσουν, να ξεχάσουν, να κάνουν σχέδια. Τα όνειρα όμως αποδεικνύονται απατηλά κι όσο περνάει ο καιρός οδηγούμαστε μαθηματικά στη σύγκρουση, καθώς το παιχνίδι της ΕΞΟΥΣΙΑΣ παίρνει άσχημη τροπή. Το γυναικείο σώμα απουσιάζει, τείνει να γίνει εμμονή. Υποχρέωσή τους να μη σβήσει ο φάρος. Τι μπορεί να συμβολίζει όμως αυτός πέρα από τα προφανή;

Μία αλληγορία διάρκειας δύο ωρών και μία συνεχής προσπάθεια αποκρυπτογράφησης πίσω από τα “φαινόμενα”. Η αρχέγονη πάλη μεταξύ των ανδρών που ελάχιστα τους κάνει να διαφέρουν από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο. Αυτή είναι η φύση του αρσενικού. Στοιχεία αρχαίας τραγωδίας (ύβρις-νέμεσις-τίσις), η ιστορία του Προμηθέα που δώρισε τη φωτιά στους ανθρώπους, πλήρωσε με τη χειρότερη μορφή τιμωρίας κι ο επακόλουθος κατακλυσμός, ο μύθος του Σίσυφου που είναι αναγκασμένος να κουβαλάει βάρη τόνων καθημερινά. Κι από εκεί στον Φρόιντ, στη σύγχρονη ψυχανάλυση και φόρος τιμής σε κινηματογραφιστές που σημάδεψαν την ιστορία της έβδομης τέχνης. Η επιτυχία έγκειται στο άρτιο δέσιμο, τόσων πολυδιάστατων ιδεών κι αρωγοί της προσπάθειας είναι οι πρωταγωνιστές Γουίλεμ Νταφόε και Ρόμπερτ Πάτινσον. Το γεγονός ότι απουσιάζουν, ειδικά ο δεύτερος από την πεντάδα για το Oscar β’ ανδρικού ρόλου είναι απορίας άξιον.

Από την μία η άτυπη-άνιση μάχη ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση κι από την άλλη η αίσθηση της κυριαρχίας επί του αδυνάτου που δίνει ένα φιλί ζωής λίγο πριν την οριστική καταδίκη σε αυτόν που έχει χάσει ανεπιστρεπτί την ισορροπία με τον ίδιο του τον εαυτό. Η μοναξιά διαβρώνει τις σχέσεις, η καθημερινή τριβή φέρνει στην επιφάνεια ένοχα μυστικά κι ώρα της “αποκάλυψης” δεν αργεί. “Είμαι όμως Θεοφοβούμενος”. Κάθε απλή νεύρωση, μετατρέπεται σε ψύχωση δίχως επιστροφή. Αυτή η ρήση μαρτυρά την ενοχή και τις τύψεις. Όσο το πλοίο αργεί να έρθει μοιάζει να μην υπάρχει διαφυγή, καμία σωτηρία. Οι σελίδες του ημερολογίου θα μείνουν στο τραπέζι ως η μόνη ανάμνηση. Στόχος να αργήσει να επέλθει το δυνατόν περισσότερο το μοιραίο. “Μη με αφήσεις τώρα”.

Σε ασπρόμαυρο φόντο δυσκολεύεσαι πια να ξεχωρίσεις την ημέρα από τη νύχτα. Χάνεται κάθε έννοια του χρόνου και μαζί της η ελπίδα. Έλλειψη χρωμάτων, έλλειψη συναισθημάτων. Ο διευθυντής φωτογραφίας Γιάριν Μπλάσκε ζωγραφίζει. Η επαφή είναι τόσο στενή που ο Τόμας μετατρέπεται σε Εφραίμ κι ο Εφραίμ σε Τόμ. Δε διαφέρουν σε τίποτα πια. Έχουν αποκτηνωθεί. Η λογική τους έχει νικηθεί από το θυμικό. Τους οδηγούν τα ένστικτα. Εμείς κοινωνοί του δράματος καθηλωμένη σε μία καρέκλα. Αναζητούμε διαφυγή για εμάς και γι’ αυτούς. Οι προμήθειες τελειώνουν, η υπομονή εξαντλείται, η κλεψύδρα αδειάζει. Θα επιβιώσει μονάχα ο πραγματικά δυνατός.

Ίσως εδώ πρέπει να γίνει ένα σαφές σχόλιο για κάτι που δε φαίνεται καθαρά. Για την αξία της συλλογικότητας, για την έμφυτη ανάγκη για επικοινωνία (ο άνθρωπος είναι ον κοινωνικό), για τις οργανωμένες κοινωνίες και παράλληλα τη θεμελιώδη αξία της μόρφωσης και της ανάπτυξης κριτικής σκέψης πέρα από το λάθος δομημένο σύστημα του σχολείου. Ακόμα και στις πιο δύσκολες συγκυρίες αυτά αποτελούν εφόδια ικανά να μας σώσουν. Σε διαφορετική περίπτωση είμαστε καταδικασμένοι σε τεχνητά αδιέξοδα που μας φέρνουν νομοτελειακά μία ανάσα από την καταστροφή.

Με ποίηση, λυρισμό, γλαφυρές εικόνες ο σκηνοθέτης πετυχαίνει τον σκοπό του. Συμφωνώ ότι δεν είναι μία ταινία εύπεπτη για την πλατιά μάζα του κόσμου, είναι όμως ένα δημιούργημα που απογειώνει στα δικά μου μάτια πέρα των δύο πρωταγωνιστών, τον Έγκερς. Έχει συλλάβει και πλέξει μεταξύ τους εξαιρετικά τόσες ιδέες που πραγματικά προκαλεί ντελίριο στο κοινό και σύγχυση σε κάθε ανυποψίαστο θεατή. Δεν πρέπει όμως να “χάσεις την μάχη”. Εκεί μέχρι το φινάλε πιστός. Ως επιμύθιο μένει ένα ρητορικό ερώτημα: “Υπάρχει δικαιοσύνη σε αυτόν τον κόσμο”;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Κάλεσμα για συγκέντρωση ενάντια στη «φιέστα του σκοταδισμού» στο Caravel

Ο Χ. Φοίνιξ στα βραβεία Όσκαρ: Είμαστε στα καλύτερά μας όταν στηρίζουμε ο ένας τον άλλον