Ανοίγουν επικίνδυνοι δρόμοι για τη θεσμοθέτηση του παιδαγωγικού ρατσισμού και σχολεία πολλών ταχυτήτων με την αλλαγή του τρόπου με τον οποίο κατανέμονται οι μαθητές στα τμήματα.
Του Γιώργου Καββαδία στην ιστοσελίδα alfavita.gr
Ενώ μέχρι σήμερα, μοναδικό κριτήριο ήταν η αλφαβητική σειρά και απαγορευόταν η μετακίνηση μαθητή σε άλλο τμήμα, τώρα, με το νομοσχέδιο Κεραμέως, που θα βρίσκεται στη δημόσια διαβούλευση έως τις 14 Ιουλίου, εισάγονται ποιοτικά κριτήρια, με την απόφαση της κατανομής να λαμβάνεται τελικά από τον Σύλλογο Διδασκόντων.
Ο Σύλλογος Διδασκόντων, λοιπόν, θα συνυπολογίζει τις ειδικές μαθησιακές ανάγκες των μαθητών και θα φροντίζει ούτως ώστε να διαμορφώνονται ομάδες με στόχο τη διευκόλυνση της κοινωνικής ένταξης και μαθησιακής προόδου των μαθητών. Βεβαίως, στο πλαίσιο των υπερεξουσιών των διευθυντών των σχολικών μονάδων, σε περίπτωση που ο Σύλλογος δεν λαμβάνει απόφαση, τον τελευταίο λόγο τον έχει ο διευθυντής.
Εάν ο Σύλλογος Διδασκόντων αρνηθεί να λάβει απόφαση, με βάση τα νέα κριτήρια, τότε το “βάρος” της απόφασης πέφτει αποκλειστικά στον Διευθυντή του Σχολείου.
Δύο από τα τρία κριτήρια που θέτει το πολυνομοσχέδιο “Κεραμέως”, για την κατανομή μαθητών σε τμήματα είναι:
Α. Οι ειδικότερες μαθησιακές ανάγκες των μαθητών/τριών και
Β. Η διαμόρφωση ομάδων με στόχο τη διευκόλυνση της κοινωνικής ένταξης και μαθησιακής προόδου των μαθητών/τριών.
Ειδικότερα το άρθρο 85 του πολυνομοσχεδίου το οποίο βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση, ορίζει τα εξής:
Με απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων δύνανται να καθορίζονται γενικά ή ειδικά κριτήρια, βάσει των οποίων κατανέμονται οι μαθητές σε τμήματα. Τα κριτήρια κατανομής των μαθητών/τριών περιλαμβάνουν ενδεικτικώς: (α) την ποσοτική αναλογία μαθητών/τριών, (β) τις ειδικότερες μαθησιακές ανάγκες των μαθητών/τριών και (γ) τη διαμόρφωση ομάδων με στόχο τη διευκόλυνση της κοινωνικής ένταξης και μαθησιακής προόδου των μαθητών/τριών. Με την ίδια απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων πραγματοποιείται η κατανομή των μαθητών/τριών σε τμήματα, η οποία πρέπει να είναι ισόρροπη.
Ο Σύλλογος Διδασκόντων δύναται να αποφασίζει για τη μεταβολή της σύνθεσης των τμημάτων καθ’ όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους, εφόσον συντρέχουν παιδαγωγικοί λόγοι.
Σε περίπτωση που ο Σύλλογος Διδασκόντων δεν λαμβάνει για οποιονδήποτε λόγο τις αποφάσεις των παρ. 1 και 2, αυτές λαμβάνονται από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας.
Η αιτιολογική έκθεση
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του πολυνομοσχεδίου σκοπός της συγκεκριμένης διάταξης είναι “η ορθή κατανομή των μαθητών σε τμήματα με τη δυνατότητα του Συλλόγου Διδασκόντων να καθορίζει γενικά ή ειδικά κριτήρια, βάσει των οποίων στη συνέχεια θα αποφασίζει την κατανομή των μαθητών μιας τάξης σε τμήματα με σκοπό την δημιουργία ισόρροπων, ομοιογενών και ισοδυνάμων τμημάτων”.
Από το 2006 ο αντιπαιδαγωγικός θεσμός των επιπέδων
Ο θεσμός των επιπέδων στη μέση εκπαίδευση, έστω και αν θεσπίστηκε το 2006 με στόχο να εφαρμοσθεί μόνο σε ό,τι αφορά τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας έχει κατακριθεί παιδαγωγικά και κοινωνικά.
Αξίζει να τονίσουμε ότι με τον τρόπο αυτό ενισχύεται ο ίδιος ο ταξικός διαχωρισμός της κοινωνίας. Έχει αποδειχθεί ήδη με τα αγγλικά -όπου το μέτρο ίσχυσε- ότι το τμήμα των «καλών» μαθητών ήταν σε θέση να προχωρήσει πολλά κεφάλαια και να είναι πιο μπροστά, ενώ το τμήμα των «μετρίων» να υστερεί της ύλης σε σημαντικό βαθμό. Έτσι, γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η πρόσβαση στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση των πρώτων θα είναι πιο εύκολη και πως οι δεύτεροι θα αποκλείονταν νωρίτερα.
Δεν επιτρέπεται, εξάλλου, να ξεχνάμε ότι ένας τέτοιος διαχωρισμός θα παίξει σημαντικό ρόλο στην ίδια την ψυχολογία του παιδιού που αυτομάτως θα αισθανθεί «μέτριο» και «ανάξιο» ή αναλόγως θα εντάξει τον εαυτό του στην ομάδα των «αρίστων» του σχολείου. Μία τέτοια διάκριση, επιπρόσθετα, ενισχύει τη βαθμοθηρία και τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Παράλληλα το κυνήγι του βαθμού και της «αριστείας» οδηγεί και ενισχύει τη φροντιστηριακή εκπαίδευση επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο τις οικογένειες των λαϊκών τάξεων και στρωμάτων.
Συμπερασματικά ο διαχωρισμός των τάξεων ενισχύει μόνο τους μαθητές υψηλότερης βαθμολογίας, η οποία εξαρτάται από παράγοντες εξωατομικούς και κυρίως οικογενειακούς και κοινωνικούς και καθόλου ή πολύ λίγο τους λεγόμενους αδύναμους μαθητές. Σε κάθε όμως περίπτωση ο χωρισμός των μαθητών μα βάση το επίπεδο αναπαράγει τις κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανισότητες θεσμοθετώντας τον παιδαγωγικό ρατσισμό και οικοδομώντας το σχολείο των πολλών ταχυτήτων.