in , ,

Μαρία Φράγκου: Οι φεμινιστικοί αγώνες είναι αγώνες για το μέλλον και τη συνέχεια της ζωής

Συνέντευξη στη Σταυρούλα Πουλημένη

Με τη Μαρία Φράγκου, καθηγήτρια στο Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου της Χιλής, μιλήσαμε πρώτη φορά όταν η Χιλή «ξύπνησε», όταν με αφορμή μια μικρή αύξηση του εισιτηρίου στο Μετρό τον Οκτώβριο του 2019 χιλιάδες διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους διεκδικώντας την αξιοπρέπειά τους σε μια εξέγερση που συντάραξε όχι μόνο τη Χιλή και τη Λατινική Αμερική αλλά ολόκληρο τον κόσμο. Σε μια χώρα που τα σχεδόν 17 χρόνια δικτατορίας (1973-1990) την μετέτρεψαν για τα επόμενα 30 σε ένα εργαστήριο νεοφιλελεύθερης πολιτικής, η εξέγερση αυτή έφερε στο προσκήνιο όχι μόνο το ζήτημα των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων αλλά και της καταπίεσης των ιθαγενών, των γυναικών, της εκμετάλλευσης και καταστροφής της φύσης, της ιδιωτικοποίησης των δημόσιων αγαθών, της υγείας και της εκπαίδευσης. «Δεν είναι τα 30 πέσος, είναι τα 30 χρόνια» έγραφαν οι Χιλιανοί στα συνθήματά τους δηλώνοντας ότι «δεν θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα γιατί η κανονικότητα ήταν το πρόβλημα». Για πάνω από τέσσερις μήνες αμφισβητήθηκε συνολικά ολόκληρο το οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο της Χιλής, με κινητοποιήσεις και συνελεύσεις στις οποίες τα φεμινιστικά κινήματα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο να ξεκινήσει αλλά και να μείνει για μεγάλο διάστημα ζωντανή η εξέγερση. Τον Οκτώβριο του 2020 έγινε ένα ιστορικό δημοψήφισμα, στο οποίο ο λαός της Χιλής αποφάσισε την αλλαγή του Συντάγματος με ένα συντριπτικό ποσοστό της τάξης του 80%. Μέσα από «εδαφικές» συνελεύσεις που δημιούργησε η ίδια η εξέγερση, χιλιάδες άνθρωποι εισήλθαν σε μια πρωτόγνωρη για τα παγκόσμια δεδομένα διαδικασία συγγραφής του Συντάγματος, στην κυριολεξία από κάτω. Τον Δεκέμβριο στις εκλογές επικράτησε ο υποψήφιος της Αριστεράς Γκάμπριελ Μπόριτς, με ένα πρόγραμμα που εξήγγειλε την κοινωνική και φορολογική μεταμόρφωση της χώρας υποσχόμενος «περισσότερα κοινωνικά δικαιώματα». Ωστόσο στο δημοψήφισμα που ακολούθησε τον περασμένο Σεπτέμβριο, το νέο Σύνταγμα απορρίφθηκε με 62% προκαλώντας έκπληξη και απογοήτευση σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας.

Πριν μερικές μέρες είχαμε τη χαρά και την τύχη να συναντήσουμε τη Μαρία Φράγκου στη Θεσσαλονίκη, με αφορμή μια σπουδαία εκδήλωση στην κατάληψη Φάμπρικα Υφανέτ με θέμα «Χιλή/ Άγριος καπιταλισμός: Αγώνες και εμπειρίες από ένα δυστοπικό μέλλον» στην οποία συμμετείχε τόσο η ίδια, ως μέλος της υδροφεμινιστικής συλλογικότητας «La gota negra» όσο και ένα ακόμη μέλος της αναρχικής ομάδας «Novena Ola» από τη Χιλή. Στη συζήτηση που ακολουθεί μιλάμε με τη Μαρία Φράγκου για τα αποτυπώματα της εξέγερσης, τις αιτίες που οδήγησαν στην ήττα του δημοψηφίσματος και τη συμβολή του φεμινιστικού κινήματος ως καταλύτη της εξέγερσης και συνδετικού κρίκου των επιμέρους αγώνων που παραμένουν ζωντανοί κόντρα στις πολλαπλές καταπιέσεις. Τέλος, συζητάμε για το μεγαλύτερο ίσως περιβαλλοντικό πρόβλημα στη Χιλή που αφορά την πρόσβαση στο νερό και τους αγώνες των γυναικών για τη διατήρησή του έξω από τα συμφέροντα των εταιρειών.

Η εξέγερση στη Χιλή κράτησε πάνω από 4 μήνες, ενώ η χώρα ήταν σε μια συνεχιζόμενη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Πώς βίωσες την κατάσταση αυτή;

Η εξέγερση διήρκεσε από τον Οκτώβριο του 2019 μέχρι τον Ιανουάριο του 2020. Τον Φεβρουάριο, που μοιάζει με τον Αύγουστο της Ελλάδας, οι κινητοποιήσεις κόπασαν γιατί είχε λιγότερο κόσμο στις πόλεις, αν και οι συγκεντρώσεις κάθε Παρασκευή στην Plaza de la Dignidad (πρώην Plaza Italia που μετονομάστηκε Πλατεία Αξιοπρέπειας στη διάρκεια της εξέγερσης) συνεχίστηκαν. Στις 8 Μαρτίου έγινε η μεγαλύτερη διαδήλωση τα τελευταία χρόνια για την Ημέρα της Γυναίκας. Ήταν μια συγκέντρωση μόνο γυναικών καθώς στις φεμινιστικές διαμαρτυρίες δεν πηγαίνουν άνδρες. Αυτή ήταν και η τελευταία μεγάλη κινητοποίηση καθώς το λόκνταουν οδήγησε στο να καταλαγιάσει η εξέγερση. Εκεί όμως άνοιξε ο νέος κύκλος του δημοψηφίσματος.

Πρέπει να πούμε ότι στη Χιλή τα μέτρα ήταν πολύ αυστηρά και βρισκόμασταν ήδη σε μια συνεχιζόμενη κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Αυτή ξεκίνησε με περιορισμό της κυκλοφορίας από τον Οκτώβρη του 2019 μέχρι τον Ιανουάριο του 2020 λόγω των διαδηλώσεων και συνεχίστηκε τον Μάρτιο λόγω των υγειονομικών συνθηκών μέχρι και τα μισά του 2021. Ήμασταν σχεδόν δύο χρόνια με περιορισμό κυκλοφορίας το βράδυ και με μάσκες στους δημόσιους χώρους. Τα περιοριστικά μέτρα ήταν πολύ αυστηρά, πράγμα που αποδίδεται αρχικά στην πρόθεση της κυβέρνησης να περιορίσει την εξέγερση αλλά στη συνέχεια στην κακή κατάσταση που βρίσκεται το σύστημα υγείας, το οποίο δεν μπορούσε να περιθάλψει πολύ κόσμο. Όπως έγινε και στον υπόλοιπο κόσμο, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι αυτό θα κρατούσε τόσο πολύ. Οι περιορισμοί προκάλεσαν σοκ, καθώς ερχόμασταν από μια συνθήκη που βρισκόμασταν για μήνες στο δρόμο και στη συνέχεια ο δρόμος άδειασε.

Σήμερα βρισκόμαστε μερικούς μήνες μετά την απόρριψη με 62% του νέου Συντάγματος της χώρας που θα αντικαθιστούσε το Σύνταγμα του δικτάτορα Πινοσέτ. Ποια ήταν η στάση της κυβέρνησης Μπόριτς σε εκείνο το δημοψήφισμα και ποια στάση κρατάει σήμερα στην έναρξη μιας νέας συντακτικής διαδικασίας;

Η κυβέρνηση του Μπόριτς υποστήριζε το νέο Σύνταγμα, αν και ως κυβέρνηση δεν μπορούσε ανοιχτά να πει «υποστηρίξτε το». Ωστόσο προσπάθησε να κάνει ενημερωτική καμπάνια ως προς τα ζητήματα που έθετε. Όταν μας ρώτησαν στο δημοψήφισμα του Οκτωβρίου 2020 «θέλετε νέο Σύνταγμα ή όχι», η ψήφος ήταν προαιρετική. Όταν μας ρώτησαν «θέλετε αυτό το Σύνταγμα» τον Σεπτέμβριο του 2022, η ψήφος ήταν υποχρεωτική. Με το που απορρίφθηκε το Σύνταγμα το πολιτικό σκηνικό έγινε ακόμη πιο θολό. Η Δεξιά δέχτηκε να γίνει ένα νέο Σύνταγμα, πράγμα που προτείνει και η κυβέρνηση, ωστόσο θέτει πολύ περιοριστικούς όρους και εξαιρέσεις. Ένα από τα θέματα που δεν τίθεται προς αναθεώρηση είναι αυτό του νερού. Από εκεί που είχαμε επίσης ένα Σύνταγμα γραμμένο από μια συνέλευση 100% εκλεγμένη από τα κάτω (ανεξάρτητοι, ακτιβιστές κ.ά.) καταλήγουμε σήμερα σε ένα Σύνταγμα που θα γραφτεί από μια επιτροπή, δηλαδή σε μια τεχνοκρατική λύση των «ειδικών». Για την Αριστερά γενικότερα, και για τον Μπόριτς ειδικότερα, η απόρριψη του Συντάγματος είναι μεγάλη πληγή καθώς ακόμη έχουμε ένα Σύνταγμα που κατασκευάστηκε και εγκρίθηκε επί δικτατορίας. Για τα κόμματα της Αριστεράς, ακόμη και η νέα τεχνοκρατική λύση συγγραφής του νέου Συντάγματος, που δεν είναι η ιδανική, αποτελεί ίσως μια κάποια λύση. Πιστεύω ότι θα ταχθούν υπέρ της διαδικασίας αυτής και δεν θα λάβουν μια πιο ριζοσπαστική θέση λέγοντας ξανά «πάμε πάλι με 100% εκλεγμένη συνέλευση από τα κάτω». Θα συμβιβαστούν. Πρόκειται επίσης για μια κυβέρνηση που δέχεται πιέσεις και από τα δεξιά και από τα αριστερά, σε μια χώρα που φυσικά συνεχίζουν να παίζουν ισχυρό ρόλο οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα που δεν φαίνονται: για παράδειγμα στο θέμα των εξορύξεων στο οποίο έχουν ήδη γίνει από την κυβέρνηση αρκετοί συμβιβασμοί. Οπότε είναι μια κυβέρνηση που προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες αλλά ποτέ δεν κρατάει κανέναν πολύ ευχαριστημένο.

Τι οδήγησε κατά τη γνώμη σου στην ήττα του δημοψηφίσματος;

Είναι δύσκολο να σκεφτείς μία απάντηση για τα αίτια. Το πιο σημαντικό είναι ο φόβος. Ένας φόβος που διαχύθηκε κοινωνικά μέσα από τα κυρίαρχα ΜΜΕ που διέδιδαν ψευδείς ειδήσεις. Έλεγαν στον κόσμο ότι θα χάσει τα σπίτια του, το νερό του, ότι θα μπορείς να κάνεις έκτρωση μέχρι και στους 9 μήνες, ότι θα δώσουν όλη τη γη στους ιθαγενείς. Έτσι λόγω του φόβου που έφερνε η παραπληροφόρηση ο κόσμος προτίμησε να μείνει με κάτι που ξέρει παρά με κάτι για το οποίο ακούει τόσο αντιφατικά στοιχεία. Δεύτερον, και για μένα πολύ σημαντικό, η Χιλή έχει ένα πρόβλημα ταυτότητας. Η πολυπολιτισμικότητα και η πολυεθνικότητα είναι ένα θέμα τριβής εδώ και πολλά χρόνια. Η ιδέα που αποτυπωνόταν και στο νέο Σύνταγμα που απορρίφθηκε, δηλαδή να αναγνωρίσουμε τις μειονότητες, τους άλλους πολιτισμούς και κυρίως τους ιθαγενείς, αντιμετωπίστηκε με φόβο αντί με κατανόηση. Πολλές φορές όταν ακούς για δικαιώματα κάποιου άλλου, νομίζεις ότι θα σου πάρουν τα δικά σου. Αυτό συνέβη και με τη φύση. Το νέο Σύνταγμα προέβλεπε τη δημιουργία ενός οργανισμού υπεράσπισης της φύσης («la defensoría de la naturaleza») απέναντι στη ρύπανση και τη μόλυνση του περιβάλλοντος. Κάποιος κόσμος πίστεψε ότι δεν θα μπορούμε να κάνουμε τίποτα, ότι θα έχει δικαιώματα η φύση και όχι εμείς, μιλάμε για πολύ απλοϊκές ερμηνείες των όσων προσπαθούσαν να πουν αυτοί και αυτές που συμμετείχαν στη συγγραφή του: ότι δηλαδή το «να προστατεύουμε τη φύση σημαίνει να προστατεύουμε την ανθρωπότητα, την κοινωνία». Προφανώς αυτό δεν άρεσε και στους ιδιοκτήτες των μεγάλων φυτειών ή στις εξορυκτικές εταιρείες.

«Μας λεηλάτησαν το νερό, θα κάψουμε τις φυτείες»

Μια άλλη αιτία που οδήγησε κατά τη γνώμη μου στην ήττα ήταν η έλλειψη ενημέρωσης για το νόημα ενός Συντάγματος, τις βάσεις που θέτει, τον ρόλο του στο κράτος. Ιδιαίτερα σε μια χώρα όπως η Χιλή με πολύ μεγάλα ποσοστά αναλφαβητισμού, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές, αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο. Επίσης, έτσι ίσως οδηγούμαστε και στο συμπέρασμα ότι το Σύνταγμα ήταν κάπως προχωρημένο για την κατάσταση που επικρατούσε μέχρι σήμερα στη χώρα και επειδή με κάποιο τρόπο ήταν αποτέλεσμα της μεγάλης εξέγερσης. Υπάρχει ένα συνεχές μεταξύ εξέγερσης και Συντακτικής Συνέλευσης για τη συγγραφή του, καθώς τα 2/3 αυτής της Συνέλευσης ήταν άτομα από τη βάση, αριστεροί και ανεξάρτητοι. Αυτό ίσως να μην αντιπροσώπευε τα πιστεύω της χιλιανής κοινωνίας. Και αυτό το λέω γιατί θεωρώ ότι η δικτατορία στη Χιλή δεν άφησε μόνο ένα συγκεκριμένο οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης αλλά και μια κοινωνία βαθιά εξατομικευμένη. Είναι χαρακτηριστικό ότι κανένα από αυτά που θεωρούνται στην Ευρώπη δημόσια αγαθά και κοινωνικά δικαιώματα δεν είναι δημόσιο ή κοινό. Π.χ. εδώ δεν έχουμε κοινό ταμείο συντάξεων, ο καθένας παίρνει σύνταξη ανάλογα με τα χρήματα που έχει βάλει στο ιδιωτικό σύστημα. Ο καπιταλισμός έχει εισέλθει στα έγκατα του ψυχισμού του κόσμου.

Έτσι, ακόμη και η πρόταση του Συντάγματος, που δεν ήταν κάτι τρομερά ριζοσπαστικό αλλά έδινε στο κράτος περισσότερο κοινωνικό ρόλο και σε αυτό επίσης αυξανόταν η κοινωνική συμμετοχή, απορρίφθηκε. Ίσως σημαντικό ρόλο έπαιξε και η βαθύτερη δυσπιστία κομματιών της κοινωνίας στους θεσμούς, στον τρόπο που θα εφαρμοζόταν δηλαδή το Σύνταγμα.

Τι αντίκτυπο είχε το αποτέλεσμα της απόρριψης στον κόσμο της εξέγερσης; Τι πιστεύεις ότι χάθηκε μέσα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος; Μαζί με το νέο Σύνταγμα φαίνεται ότι απορρίπτονται ιδέες όπως η πολυεθνικότητα, το πλαίσιο προστασίας δημόσιων αγαθών, αλλά και μια σειρά φεμινιστικών διεκδικήσεων και αιτημάτων των κοινωνικών κινημάτων.

Οι περισσότεροι/ες περιμέναμε φυσικά ότι θα κερδίσουμε. Η πρώτη νίκη έγκρισης της διαδικασίας εισόδου στο πρώτο δημοψήφισμα δημιούργησε προσδοκίες. Ήμασταν αισιόδοξοι/ες ακόμη γιατί η εξέγερση ήταν μαζική. Από την άλλη, σε κάποιους ανθρώπους υπήρχε πεσιμισμός καθώς έλεγαν -και ίσως έχουν δίκιο- ότι είναι ουτοπικό να πιστεύεις ότι θα απελευθερωθεί το νερό, θα αναγνωριστούν τα δικαιώματα των ιθαγενών κ.ά. μέσα από το Σύνταγμα. Είναι μια πιο αναρχική στάση, που μου φαίνεται σωστή.

Ωστόσο στο Σύνταγμα αποτυπωνόταν η αντίσταση σε ό,τι συνέβαινε τα τελευταία χρόνια στη Χιλή, αιτήματα από τις μαθητικές και φοιτητικές κινητοποιήσεις, τη φεμινιστική εξέγερση του 2018, αλλά και αυτά που εκφράστηκαν στην εξέγερση του 2019: οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η καταστροφή της φύσης, το μοντέλο ανάπτυξης της χώρας που βασίζεται στις εξορύξεις. Αποτυπωνόταν το δικαίωμα στην πόλη, σε ένα περιβάλλον ελεύθερο από βία, το δικαίωμα στην έκτρωση, αιτήματα για τα αναπαραγωγικά δικαιώματα και για την υγεία και την παιδεία. Το σημαντικό επίσης ήταν ότι στη Συντακτική Συνέλευση είχε εκλεγεί κόσμος από την εξέγερση που μπήκε μέσα να το παλέψει.

Πώς επηρέασε η Συμφωνία για την Κοινωνική Ειρήνη, που εφαρμόστηκε μετά την εξέγερση του 2019, τη δυνατότητα μαζικών κινητοποιήσεων;

Ήμασταν εν μέσω εξέγερσης, αρχές Νοέμβρη, είχαν δολοφονηθεί πολλά άτομα, άνθρωποι έχαναν κάθε μέρα τα μάτια τους από την αστυνομική βία, ήταν βία που έμοιαζε να μην έχει τελειωμό. Η Συμφωνία έγινε μέσα σε ένα βράδυ με τη δέσμευση να προχωρήσουμε σε ένα νέο Σύνταγμα. Υποτίθεται ότι η Συμφωνία απέβλεπε στο να καταλαγιάσει η βία «και από τις δυο μεριές». Ο πραγματικός στόχος όμως ήταν να καταστείλει την εξέγερση. Εξαιτίας και της Συμφωνίας σταμάτησαν πολλές διεργασίες από τη βάση. Μέσα στην εξέγερση είχαν δημιουργηθεί πολλές συνελεύσεις γειτονιών που συναντιόντουσαν μια-δυο φορές την εβδομάδα και ήταν ανεξάρτητες ακόμη και από το πιο χαμηλό επίπεδο αυτοδιοίκησης, γιατί ο κόσμος της εξέγερσης δεν ήθελε να συνεργαστεί με τους θεσμούς, ήθελε όλα να αποφασίζονται από τα κάτω. Όταν έγινε η Συμφωνία, οι διαδικασίες αυτές σταμάτησαν κατά κάποιον τρόπο.

Προσωπικά, είδα τη Συμφωνία ως αρνητική εξέλιξη καθώς θεωρούσα ότι η εφαρμογή της χρησιμοποιούσε ως πρόσχημα το νέο Σύνταγμα. Παρ’ όλα αυτά, τότε η πρόθεση να γίνει ένα νέο Σύνταγμα που θα αντικαθιστούσε αυτό της δικτατορίας θεωρήθηκε νίκη από κομμάτια της Αριστεράς που το περίμεναν 30 χρόνια να συμβεί. Η βία συνεχίστηκε αλλά καταλάγιασε η εξέγερση. Πρέπει να σημειωθεί ότι μπορεί η Συμφωνία για την Κοινωνική Ειρήνη να συμφωνήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά σε αυτούς που την στήριξαν ήταν και ο Μπόριτς αντιπροσωπεύοντας την Αριστερά. Για κάποιους η στήριξη αυτή θεωρήθηκε προδοσία, γιατί η εξέγερση γινόταν από τα κάτω και η Συμφωνία αποφασίστηκε μεταξύ των κομμάτων και των βουλευτών.

Το φεμινιστικό κίνημα φαίνεται ότι έπαιξε έναν πολύ σημαντικό ρόλο στις εδαφικές συνελεύσεις. Παράλληλα, όπως δήλωναν φεμινίστριες που συμμετείχαν σε αυτές, η σύνταξη ενός Συντάγματος δημιούργησε τα εργαλεία για να αλλάξει και θεσμικά η πραγματικότητα. Ήταν μια χρήσιμη εμπειρία;

Ήταν, φυσικά, και με διάφορους τρόπους. Τόσο η φεμινιστική εξέγερση του 2018 όσο και οι φοιτητικές και οι μαθητικές που προηγήθηκαν ήταν προάγγελοι της εξέγερσης του 2019. Αυτό αποτυπωνόταν και στον τρόπο που φτιάχτηκε το Σύνταγμα που απορρίφθηκε, μέσα από αιτήματα των «εδαφικών» συνελεύσεων. Δηλαδή μέλη φεμινιστικών συλλογικοτήτων, οργανώσεις, ακαδημαϊκοί, επιτροπές αγροτών μπορούσαν να παρουσιάσουν τις προτάσεις τους για το νερό, την εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη, τα δικαιώματα των παιδιών, θέματα αναγνώρισης της φροντίδας ως  άμισθης εργασίας κ.ά. Για μένα αυτό από μόνο του ήταν ένας φεμινιστικός τρόπος να παίρνεις αποφάσεις και να καταλήγεις σε ένα κείμενο κοινό για όλους, συμπεριληπτικό και αρκετά διαφανές. Ο φεμινιστικός τρόπος δεν σημαίνει να είμαστε μόνο γυναίκες που λέμε κάτι, αλλά να μπορούμε να δρούμε συμπεριληπτικά και να συνδέουμε τους αγώνες. Ήταν πολύ πρωτοποριακός τρόπος από αυτήν την άποψη. Όσον αφορά τις φεμινιστικές διεκδικήσεις, μέσα μου κρατάω ως συγκλονιστική την τελευταία διαμαρτυρία στις 8 Μαρτίου του 2020, όπου ένα εκατομμύριο γυναίκες βγήκαν στους δρόμους παραφράζοντας το «Υστερικές» σε «Ιστορικές».

Η λειψυδρία συνεχίζει να είναι από τα σημαντικότερα προβλήματα στη χώρα. Πώς απαντούν τα κινήματα;

Η Χιλή εκτός από ένα εργαστήριο νεοφιλελεύθερης ανάπτυξης αποτελεί και το εργαστήριο της κλιματικής αλλαγής. Οι εξορυκτικές εταιρείες και γενικότερα το εξορυκτικό μοντέλο, από κοινού με τις φυτείες ευκάλυπτου και πεύκου, είναι υπεύθυνα για την περιβαλλοντική καταστροφή στη χώρα. Ο «Κώδικας του Νερού» που εφαρμόστηκε εν μέσω της δικτατορίας είναι αυτός που ορίζει ότι όχι μόνο η διαχείριση του νερού αλλά και το ίδιο το νερό είναι ιδιωτικοποιημένα. Ο Κώδικας αυτός μετατρέπει τα πάντα στη φύση σε εμπόρευμα και έχει προκαλέσει τεράστιες περιβαλλοντικές αδικίες και συγκρούσεις. Έλεγαν στον κόσμο ότι με μια καλή διαχείριση θα μπορεί να βγάζει νερό εκεί που δεν υπήρχε, ωστόσο το αποτέλεσμα είναι παρατεταμένες κρίσεις λειψυδρίας. Η απάντηση στις κρίσεις αυτές ήταν η πολιτική αύξησης της προσφοράς μέσω της αφαλάτωσης που παρουσιάστηκε ως βιώσιμη και πράσινη ανάπτυξη, χωρίς να τίθενται ερωτήματα και προβληματισμοί γύρω από το εξορυκτικό μοντέλο που καταστρέφει τις πηγές νερού. Οι εξορύξεις και η εκτεταμένη γεωργία δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα με το νερό γιατί είναι αυτές που το εκμεταλλεύονται, ωστόσο οι ανθρώπινες ανάγκες σε νερό αντιμετωπίζονται ως δευτερεύουσες και η ευθύνη ρίχνεται στους πολίτες. Στις αγροτικές περιοχές για να πιουν νερό φέρνουν βυτία, ενώ στις Άνδεις το νερό δεσμεύεται για τις εξορύξεις και πίνουν αφαλατωμένο που το πληρώνουν ακριβά. Ο κόσμος προτιμάει στις πόλεις να πίνει εμφιαλωμένο αν και το θεωρεί επισφαλές, ενώ στις αγροτικές περιοχές είχε μπει όριο στη διάρκεια της πανδημίας στα πενήντα λίτρα ανά άτομο την ημέρα. Οι περισσότεροι αγώνες εκεί αφορούν την αύξηση αυτής της ποσότητας για κατανάλωση. Ενδεικτικό είναι ότι σε εφτά πόλεις, 650.000 κάτοικοι, τροφοδοτούνται μόνο με αφαλατωμένο νερό. Πριν από έναν χρόνο υπήρξε η απειλή ότι θα κοπεί το νερό και στο Σαντιάγο. Η λειψυδρία είναι ένα πολιτικό και όχι «φυσικό» πρόβλημα, και για τον λόγο αυτό στην εξέγερση καταγράφηκαν αιτήματα με σχετικά συνθήματα σε δρόμους και τοίχους, γιατί ζούμε σε μια χώρα που μας στερεί ένα θεμελιώδες δικαίωμα. Είχαμε έτσι συνθήματα με αίτημα να «ανακτηθεί το κλεμμένο νερό» και «ελεύθερα ποτάμια», άλλα που έλεγαν ότι «το νερό τελειώνει επειδή το κλέβουν», «δεν είναι ξηρασία, είναι λεηλασία» και πολλά που αφορούσαν την κρατικοποίηση της διαχείρισής του.

«Ζούμε σε μια χώρα που μας στερεί ένα θεμελιώδες δικαίωμα, το νερό»

Ποιοι είναι οι λόγοι που το φεμινιστικό κίνημα συνδέθηκε ιδιαίτερα με την προστασία του περιβάλλοντος;

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να συνδέσεις το φύλο και το περιβάλλον. Ο ένας είναι πιο ουσιοκρατικός, δηλαδή ότι οι άνδρες είναι πιο τεχνοκράτες και οι γυναίκες πιο ευαίσθητες στα περιβαλλοντικά ζητήματα, γιατί είναι πιο συνδεδεμένες με τη φύση. Εγώ δεν συμφωνώ πολύ με αυτό. Αυτό θα απέκλειε εξάλλου και γυναίκες ως προς το κοινωνικό φύλο τους, π.χ. μια γυναίκα τρανς που γεννήθηκε άνδρας. Κατά τη γνώμη μου έχει πιο πολύ να κάνει με την πατριαρχία που συνδέει το φύλο με το περιβάλλον, τις γυναίκες με το περιβάλλον. Με τον ίδιο τρόπο που εκμεταλλεύεται ο καπιταλισμός και η πατριαρχία τη φύση και τη γη, εκμεταλλεύεται και το γυναικείο σώμα, λειτουργεί ως κατακτητής στη γη και ασκεί βία στο σώμα των γυναικών. Οι γυναίκες λόγω της θέσης τους είναι αυτές που στην καθημερινότητα, ιστορικά αλλά και σήμερα, αναλαμβάνουν τη φροντίδα του ιδιωτικού χώρου, της οικογένειας, των παιδιών. Σε ένα μολυσμένο περιβάλλον η γυναίκα θα αντιληφθεί πρώτα τις επιπτώσεις στην καθημερινότητά της και στη δημόσια υγεία. Ιδιαίτερα στη Χιλή, στις ιθαγενικές κοινότητες οι γυναίκες ήταν αυτές που έπρεπε να ψάξουν για νερό, να αντισταθούν στην απαλλοτρίωση του νερού τους, να αγωνιστούν για να συνεχίσει να υπάρχει το περιβάλλον. Είναι αυτές που είναι υπεύθυνες για τη φροντίδα, πράγμα που σημαίνει αυξημένες δουλειές και χρονική δέσμευση με εργασία για την εύρεση νερού ακόμη και τη νύχτα. Οι πρώτοι αγώνες περιβαλλοντικής δικαιοσύνης αφορούσαν κοινότητες στις οποίες εγκαθίστανται οι βαριές βιομηχανίες και εκεί ζουν άφρο και λατίνοι. Οι γυναίκες ήταν οι πρώτες που κινητοποιούνταν και εκεί.

«Κρατικοποίηση του νερού»

Έχει ενδιαφέρον ότι ακόμη και σε διεθνείς περιβαλλοντικές ΜΚΟ συχνά η πλειοψηφία αυτών που συμμετείχαν ήταν λευκοί άνδρες που προστατεύουν το περιβάλλον σαν κάτι ξεχωριστό από εμάς. Γενικότερα όλες οι τεχνοκρατικές λύσεις που αφορούν το περιβάλλον έρχονται από άλλα πλαίσια ομογενοποιώντας εδάφη, λειτουργούν συγκεντρωτικά χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες του κάθε πληθυσμού. Για τις ιθαγενικές κοινότητες, και ιδιαίτερα τις γυναίκες, η αντίληψη αυτή είναι διαφορετική: είμαστε μέρος της φύσης, το να υπάρχει ένα υγιές περιβάλλον σημαίνει υγεία και για μας. Ο φεμινισμός εκεί αντιλαμβάνεται το σώμα ως κομβικό κομμάτι της ανάλυσης του αντίκτυπου των πολιτικών για το περιβάλλον και φυσικά ενδιαφέρεται για τις πρακτικές και την πολιτική της καθημερινής ζωής. Ο φεμινιστικός τρόπος, δηλαδή, δεν έχει να κάνει μόνο με το ποιες αφορά αλλά με το ότι βλέπει δομές, ανισότητες και επιπτώσεις. Προτείνει τη συμμετοχική λήψη αποφάσεων για την επίλυση των συγκρούσεων και συνδέει αγώνες: τους αγώνες για περιβαλλοντική δικαιοσύνη με τους αγώνες για κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά και τις φεμινιστικές, queer, lbgtqi συλλογικότητες με τις αντιρατσιστικές και αυτές που ασχολούνται με το περιβάλλον και τις μειονότητες.

«Το κλεμμένο νερό θα ανακτηθεί»

Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια έχουν δημιουργηθεί φεμινιστικά και αντιπατριαρχικά κινήματα που συνδέονται ιδιαίτερα με τους αγώνες για το νερό. Εσύ συμμετέχεις επιπλέον στην υδροφεμινιστική ομάδα «La Gota Negra». Πες μας λίγα λόγια για τη δράση των συλλογικοτήτων αυτών.

Μία από τις οικοφεμινιστικές, αντικαπιταλιστικές και αντιπατριαρχικές συλλογικότητες που έχουν μεγάλη επίδραση στη Χιλή είναι το «Movimiento por el Agua y los Territorios» (Κίνημα για το Νερό και τα Εδάφη). Επιπλέον, οι Mujeres Modatima (Κίνημα υπεράσπισης της πρόσβασης στο Νερό, τη Γη και την Προστασία του Περιβάλλοντος που δραστηριοποιείται στην επαρχία Πετόρκα, στην περιοχή του Βαλπαραΐσο) επίσης αγωνίζονται για τη δημιουργία ενός αντιπατριαρχικού κινήματος για το νερό ως ανθρώπινο δικαίωμα ενώ αντιτάσσονται στον εξορυκτισμό που στέγνωσε ολόκληρες κοινότητες στερώντας τους ένα τόσο ζωτικό στοιχείο. Ο οικοφεμινισμός βλέπει τις ανάγκες των κοινοτήτων στον τόπο που ζούνε. Για παράδειγμα, η ξηρασία στα χωριά προκαλεί προβλήματα στη διατήρηση μποστανιών ακόμη και στη δυνατότητα οι άνθρωποι να κάνουν ένα μπάνιο. Στην πόλη τα αιτήματα περισσότερο αφορούν φυσικά το νερό αλλά και τους δημόσιους χώρους, το πράσινο κ.ά., ωστόσο οι φεμινιστικές συλλογικότητες συνδέονται μεταξύ τους με αλληλεγγύη έχοντας στραμμένα τα βλέμματά τους σε κάθε τοπικό αγώνα, σε κάθε μικρή ή μεγάλη νίκη, όχι μόνο στη Χιλή αλλά σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.

«Πινιέρα, επίστρεψε το νερό»

Εμείς με την ομάδα γυναικών για το φύλο «La gota negra» (H μαύρη σταγόνα) αρχίσαμε συλλογικά να διαβάζουμε κείμενα, αρχικά σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Τον Οκτώβρη του 2019 αποφασίσαμε να βγούμε με δράσεις προς τα έξω. Δηλαδή ξεκινήσαμε ενημερώσεις για τον Κώδικα του Νερού και άλλες για θέματα περιβαλλοντικής δικαιοσύνης μέσα από έρευνες που συνδέουν την πατριαρχία με τον καπιταλισμό. Στο πλαίσιο αυτό δημιουργήσαμε ένα εγχειρίδιο αυτοδιαχείρισης του νερού με νομικές συμβουλές και γνώσεις γύρω από τη ρύπανση, για το ποιος κλέβει το νερό, για την ποιότητά του, αλλά και πρακτικές για τη διαχείρισή του στο σπίτι. Είναι ένα εγχειρίδιο «επιβίωσης στην ξηρασία», το οποίο μοιράσαμε στην Πετόρκα, μια περιοχή πολύ φτωχή, γνωστή για τις εξαγωγές που κάνει σε αβοκάντο, μια καλλιέργεια που έχει προκαλέσει ξηρασία και πολλά προβλήματα στην καθημερινή ζωή.

«Το νερό τελειώνει, επειδή το κλέβουν»

Πρέπει να σημειώσουμε ότι κυρίως στις φτωχές ιθαγενικές κοινότητες οι αγώνες για το νερό στους οποίους πρωτοστατούν ακτιβίστριες ενάντια στα έργα «πράσινης ανάπτυξης», αντιμετωπίστηκαν όχι μόνο με την καταστολή αλλά και τον θάνατο. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δολοφονίες γυναικών ακτιβιστριών, όπως η Macarena Valdes από την κοινότητα των Μαπούτσε που αγωνιζόταν ενάντια στα υδροηλεκτρικά έργα στην περιοχή της. Λιγότερο από τρεις εβδομάδες αφότου είχε συλληφθεί επειδή συμμετείχε σε ένα οδόφραγμα για να αποτρέψει την πολυεθνική RP Global να συνδέσει καλώδια υψηλής τάσης στην κοινότητά της, βρέθηκε τον Αύγουστο του 2018 κρεμασμένη στα δοκάρια του σπιτιού της. Τον θάνατό της τον απέδωσαν σε αυτοκτονία. Το ίδιο συνέβη και το 2013 με την Nikolasa Quintremán από την κοινότητα των Μαπούτσε που αγωνιζόταν επίσης ενάντια στην κατασκευή υδροηλεκτρικού εργοστασίου. Στις 24 Δεκεμβρίου 2013, το σώμα της βρέθηκε νεκρό στα νερά της τεχνητής δεξαμενής του φράγματος Ralco, θάνατος που αποδόθηκε από τις αρχές σε ατύχημα.

Οι γυναίκες αυτές αντικατοπτρίζουν τη σημασία της δύναμης των γυναικών και των φεμινιστικών κινημάτων σε περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα στη Χιλή. Αποτελούν παράδειγμα για ολόκληρο τον κόσμο και προστίθενται στον μακρύ κατάλογο των γυναικών που αγωνίζονται καθημερινά για τη δικαιοσύνη και την ισότητα.

«Δεν είναι ξηρασία, είναι λεηλασία»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Στο ΑΠΘ οι οροφές πέφτουν, τα ΜΑΤ παραμένουν, και η ζωή συνεχίζεται…

Μεξικό: Δεύτερη Εθνική Συνέλευση των Ιθαγενών Λαών και Κοινοτήτων για το Νερό και τη Ζωή