in

Ερνέστο Λακλάου: ο στοχαστής της ηγεμονίας μετά τον Γκράμσι

Ερνέστο Λακλάου: ο στοχαστής της ηγεμονίας μετά τον Γκράμσι

Του Αλέξανδρου Κιουπκιολή

Όλοι και όλες εμείς που δεχθήκαμε τη δημιουργική επιρροή του στοχασμού του Λακλάου, δεν χάσαμε μόνον έναν θεωρητικό κρίσιμο και για τη δική μας σκέψη. Χάσαμε ένα δικό μας πρόσωπο με το οποίο μας έδεναν δεσμά θεωρητικού έρωτα, με όλες τις αμφιθυμίες που χαρακτηρίζουν τις ερωτικές σχέσεις.

Η εναρκτήρια προσωπική αναφορά δηλώνει όχι μόνο την αμηχανία και το πένθος, αλλά και την αναγνώριση της σημασίας μιας στενής προσωπικής σχέσης στα πλαίσια της πολιτικής θεωρίας και μόνον.

Αργά την Παρασκευή το βράδυ, έλαβα ένα μήνυμα από την υπεύθυνη εκδόσεων ξένου ακαδημαϊκού οίκου ότι ο συλλογικός τόμος για τη ριζοσπαστική δημοκρατία και τα κοινωνικά κινήματα σήμερα, τον οποίο είχα συνεπιμεληθεί, ήταν πια στο τυπογραφείο. Η είδηση του θανάτου του Ερνέστο Λακλάου, δυο μέρες αργότερα, δεν προκάλεσε απλώς συγκίνηση αλλά και μια βαθιά συνειδητοποίηση. Ο εν λόγω τόμος, ένας ανάμεσα στα χιλιάδες έργα που φέρουν την επιρροή του Λακλάου τα τελευταία τριάντα χρόνια, θα ήταν αδύνατος χωρίς την ύπαρξη και τη σκέψη του. Η επιρροή, μάλιστα, είναι τόσο βαθιά και διαμορφωτική, ώστε πια έχει γίνει μέρος της δικής σου σκέψης και δεν αισθάνεσαι την ετερότητά της. Η δική σου σκέψη είναι, εν πολλοίς, και δική του.

Η διαδρομή για κάποιους από εμάς ήταν μεγάλη και απρόβλεπτη. Όταν ξεκίνησα το μεταπτυχιακό στο πανεπιστήμιο του Essex όπου δίδασκε ακόμη τότε, πριν από δεκαπέντε χρόνια, ο στοχασμός του μου ήταν ανοίκειος και προκαλούσε ισχυρές αντιστάσεις και ενστάσεις, από τη σκοπιά κυρίως της σκέψης του Καστοριάδη, που είχε υπάρξει κύριο σημείο αναφοράς ως εκείνη τη στιγμή για τον υπογράφοντα. Από τότε μέχρι σήμερα, η συνεχής τριβή και αναμέτρηση με το έργο του Λακλάου και την περίεργη σαγήνη που ασκεί είχε ως αποτέλεσμα όχι απλώς τη δημιουργική και κριτική ενσωμάτωση της σκέψης, χωρίς αυτό καν να γίνεται σαφώς αντιληπτό, αλλά και μια προσωπική ωρίμαση στην πολιτική θεωρία, που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτή ακριβώς τη διαρκή συνομιλία με τον βαθιά πολιτικό στοχασμό του Λακλάου. Ο στοχαστής της ηγεμονίας είχε διαχύσει τη θεωρητική του ηγεμονία χωρίς βία, και χωρίς βεβαίως να το επιδιώκει, με τον ίδιο λεπταίσθητο και εν μέρει συναινετικό τρόπο με τον οποίο εγκαθιδρύεται μια πολιτισμική ηγεμονία. Και ο ίδιος ο όρος –«ηγεμονία»–είχε γίνει στη δική μου σκέψη ένα οιονεί κενό σημαίνον, ένας όρος που μπορεί να ανασημασιοδοτηθεί πολλαπλώς και να παραγάγει νέα ηγεμονικά και αντιηγεμονικά παιχνίδια, στη θεωρία και στην πολιτική πράξη.

Η ίδια η συγκρότηση και ανάπτυξη της σκέψης του ενσάρκωνε τη λογική της ηγεμονίας όπως την ανέλυσε: μια παρέμβαση του υποκειμένου σε ένα εν μέρει εξαρθρωμένο πεδίο –της πολιτικής θεωρίας με μαρξιστικές καταβολές στα μέσα του ’80–, η οποία κινητοποιεί κενά σημαίνοντα και αλυσίδες ισοδυναμίας (μεταξύ διαφορετικών δυνάμεων και εννοιών από τον μεταδομισμό, την ψυχανάλυση κ.α.) για να εγκαθιδρύσει ένα νέο ηγεμονικό σχηματισμό – τη θεωρία του για την ηγεμονία, τη ριζοσπαστική δημοκρατία, τον ανταγωνισμό και τον λαϊκισμό. Ο Λακλάου συνάρθρωσε ιδέες και θεωρητικά σχήματα από τον μαρξισμό, ιδίως του Γκράμσι, τη λακανική ψυχανάλυση και τον μεταδομισμό, κυρίως του Ντεριντά, σε μια προσπάθεια να σκεφτεί τους μηχανισμούς και της δυνατότητες κοινωνικής αλλαγής στην κατεύθυνση της ριζοσπαστικής δημοκρατίας, σε μια εποχή όπου είχε αρχίσει να εδραιώνεται το θατσερικό δόγμα της ΤΙΝΑ [‘There is no alternative’].

Η θεωρία του ανασύρει την έννοια της ηγεμονίας από το έργο του Γκράμσι για να συλλάβει την εξουσιαστική συγκρότηση των κοινωνικών μετασχηματισμών σε συνάρτηση με τις πρακτικές του λόγου που νοηματοδοτούν τις κοινωνικές σχέσεις και κερδίζουν τη συγκατάθεση των πολλών. Απομάκρυνε τα στοιχεία του ντετερμινισμού, του ταξικού αναγωγισμού και του οικονομισμού που έφερε ακόμη αυτή η έννοια στο σώμα της μαρξιστικής σκέψης, και τη συνέδεσε, αρχικά με μια μεταδομιστική και, εν συνεχεία, με μια κυρίως λακανική θεωρία για το υποκείμενο.

Μας έμαθε να σκεφτόμαστε τα νοήματα και τους λόγους που συγκροτούν κοινωνικές σχέσεις από κοινού με ζητήματα εξουσίας και σχέσεις κυριαρχίας. Και επέμεινε ότι σήμερα περισσότερο από ποτέ ο δρόμος για τον σοσιαλισμό είναι δημοκρατικός, αλλά η σύγχρονη δημοκρατία είναι πλουραλιστική, κινηματική και μπορεί να γίνει πιο ριζοσπαστική στον βαθμό που θα εδραιώσει και θα επεκτείνει τις δυνατότητες κοινωνικής αμφισβήτησης και πλουραλιστικής αυτονομίας. Σε αντίθεση με έναν ουτοπικό κομμουνισμό και αναρχισμό, πρόβαλε τη θέση ότι δεν είναι δυνατή η εξάλειψη των σχέσεων εξουσίας σε μια χειραφετημένη κοινωνία. Στη βάση αυτή ακριβώς θεμελίωνε την ανάγκη διηνεκούς νομιμοποίησης και εμβάθυνσης της κοινωνικής αμφισβήτησης και των ανταγωνισμών. Η εξάλειψή τους δεν θα σηματοδοτούσε την εγκαθίδρυση μιας οριστικά και πλήρως απελευθερωμένης κοινωνίας, αλλά μιας ανελεύθερης κοινωνίας που δεν διαθέτει θεσμικούς μηχανισμούς και πολιτικές διαδικασίες για να αναμετριέται με τις εναπομένουσες σχέσεις κυριαρχίας και για να αυτομετασχηματίζεται πολιτικά, προωθώντας περαιτέρω την πραγμάτωση των σχέσεων ισότητας και ελευθερίας σε ευρύτερα πεδία του κοινωνικού.

Η θεωρητική του σκέψη παρέμενε προσηλωμένη στην αυστηρή λογική της ανάπτυξη. Αλλά ενώ επιδιδόταν στην πιο συστηματική, πειθαρχημένη και συχνά αφαιρετική θεωρητικοποίηση, η οποία μπορεί να αξιοποιηθεί σε ποικίλα επίπεδα ανάλυσης και από διαφορετικές πολιτικές σκοπιές, η προσέγγισή του στην πολιτική θεωρία παρέμεινε πάντα μαχητικά προοδευτική-δημοκρατική, με ένα σπάνιο πάντρεμα αυστηρής, καθολικεύσιμης εννοιολόγησης και πολιτικής στράτευσης. Δίδαξε έτσι πολιτική θεωρία με τη σταθερή έμφαση που έδινε στο Πολιτικό ως διαδικασία θέσμισης μέσα από κοινωνικούς ανταγωνισμούς και μετασχηματισμούς των σχέσεων εξουσίας, με τις συγκεκριμένες εννοιολογήσεις της ηγεμονίας, του ανταγωνισμού, της συνάρθρωσης, των κενών σημαινόντων, των πολιτικών λογικών που διατύπωσε, αλλά και με αυτό το παράδειγμα της μεθοδολογικής του στάσης.

Ο πιο γόνιμος θεωρητικός στοχασμός δεν είναι εκείνος που δημιουργεί κλειστές, δογματικές σχολές, αλλά εκείνος που γονιμοποιεί και πυροδοτεί μια πολύμορφη ανάπτυξή του πέρα από τις αρχικές θέσεις, στοχεύσεις και διατυπώσεις του πρωτεργάτη του. Σήμερα η σκέψη του Λακλάου δεν έχει αξιοποιηθεί απλώς σε ένα ευρύτατο φάσμα πεδίων, από την πολιτική ανάλυση και τις πολιτισμικές σπουδές ως και την οικονομική θεωρία, αλλά ακόμη και από επικριτές της γκραμσιανής ηγεμονίας, όπως ο Richard Day και ο Saul Newman. Αυτό φανερώνει εύγλωττα την κριτική της αξία, την παραγωγική της δύναμη και την αναλυτική της ισχύ.

Γνωρίζουμε από τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη ότι θεωρία χωρίς έρωτα είναι αδύναμη και ανέμπνευστη. Όλοι και όλες εμείς που δεχθήκαμε τη δημιουργική επιρροή του στοχασμού του Λακλάου, δεν χάσαμε μόνον έναν θεωρητικό κρίσιμο και για τη δική μας σκέψη. Χάσαμε ένα δικό μας πρόσωπο με το οποίο μας έδεναν δεσμά θεωρητικού έρωτα, με όλες τις αμφιθυμίες που χαρακτηρίζουν τις ερωτικές σχέσεις. Ας ζει αιώνια στον νου μας, στην πολιτική θεωρία της εποχής μας και στις πολιτικές της λαϊκής ριζοσπαστικής δημοκρατίας στην οποία ήταν στρατευμένος.

Πηγή: Rednotebook

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Πρώτα τους δούλεψαν, τώρα τους φορολογούν. Του Πέτρου Κατσάκου

Συνάντηση Ουκρανίας, Ρωσίας, ΗΠΑ και ΕΕ στη Γενεύη