in

Δύο χρόνια μετά την αλλαγή κυβέρνησης, η ΝΔ δεν είχε να ξηλώσει ένα καινούριο σύστημα

Της Ιωάννας Δρόσου

Χρήστος Λάσκος – Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος (επιμέλεια), Ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση 2015-2019. Η Αριστερά;, Τόπος, Αθήνα, σσ. 422

 

Το βιβλίο για το οποίο βρεθήκαμε σήμερα να συζητήσουμε έχει ένα κεντρικό ερώτημα «Ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Η Αριστερά;». Πρόκειται για την αρχή του νήματος σε ένα κουβάρι ερωτήσεων. «Τι συνέβη τα 4,5 χρόνια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ; Τι επιτεύχθηκε τι παραχωρήθηκε; Βοήθησε ή έβλαψε η συγκεκριμένη εμπειρία διακυβέρνησης το ελληνικό και διεθνές κίνημα; Τελικά είναι καλό να κυβερνάει η Αριστερά; Για ποιον; Είναι άραγε καταδικασμένα στις καπιταλιστικές κοινωνίες τα εγχειρήματα διακυβέρνησης από δυνάμεις αριστερής προέλευσης; Η αποτυχία αυτή έχει δομική ερμηνεία ή συγκυριακή;».

Αυτά είναι ορισμένα από τα ερωτήματα που έθεσαν οι επιμελητές Χρήστος Λάσκος και Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος για να αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά του βιβλίου. Τριαντατρείς συγγραφείς, αριστεροί και αριστερές, που στην πλειονότητά τους είχαν άμεση εμπειρία στο πώς φτάσαμε ως εδώ, επιχειρούν να κάνουν έναν απολογισμό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στον τομέα που ο καθένας και η καθεμία δραστηριοποιήθηκε και δραστηριοποιείται: εργασία, ασφάλιση, υγεία, παιδεία, οικονομία, τραπεζικό σύστημα, Ευρωζώνη, περιβάλλον, φορολογία, προσφυγικό/μεταναστευτικό, δικαιοσύνη, πρόνοια, δικαιώματα γυναικών, δημόσια διοίκηση, αστυνομία, εξωτερική πολιτική είναι οι τομείς που αναλύονται στο βιβλίο.

Και ύστερα, ανοίχτηκαν και άλλα ερωτήματα: Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ κόμμα εξουσίας; Πώς έφτασε στην κυβέρνηση; Ποιος ο ρόλος του κόμματος στο κυβερνητικό πρόγραμμα; Εντέλει, ποια η στρατηγική του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ; Αυτά και άλλα πολλά ιδωμένα σε τρεις χρονικές περιόδους: ο ΣΥΡΙΖΑ πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ της πρώτης διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ο ΣΥΡΙΖΑ της δεύτερης διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Ιστορική τομή, φυσικά, το δημοψήφισμα του 2015. Το «όχι» που έγινε «ναι». Ο εκβιασμός, ο συμβιβασμός, η διάσπαση, η απογοήτευση.

Η σημερινή συζήτηση στον τίτλο της φέρει δύο ακόμα ερωτήματα. «Έξι χρόνια μετά το δημοψήφισμα του 2015. Τι έγινε; Τι μπορεί να γίνει;». Αυτή η συζήτηση ανοίγει και άλλες χρονικές περιόδους. Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα των κινημάτων και της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβερνών κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ ξανά στην αντιπολίτευση. Η Αριστερά είναι τραυματισμένη; Ο κόσμος που απογοητεύτηκε πού χάθηκε; Γιατί δεν μπορεί ξανά να συγκροτηθεί ένας κοινός χώρος διαλόγου και δράσης, που να είναι και μαζικός; Και ύστερα, πέρα από το τι συνέβη στα 4,5 χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, τι συνέβη στα δύο χρόνια κυβέρνησης ΝΔ;  Τι έμεινε από τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ; Ποια η στρατηγική της ΝΔ; Υπάρχουν περιθώρια αντίδρασης;

Και όσο τα ερωτήματα αυξάνουν, αναρωτιέμαι: Έξι χρόνια μετά, ο αιφνιδιασμός, που έγινε απογοήτευση, που έγινε οργή, που έγινε πολιτική μοναξιά, τι συναισθήματα μπορεί να γεννήσει; Οι μάχες που έχουν να δοθούν για την υπεράσπιση των κεκτημένων προηγούμενων δεκαετιών μπορούν να χωρέσουν πολλούς και πολλές; Όλους και όλες; Χωρά σε αυτές τις μάχες το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ και ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ; Η υπόλοιπη Αριστερά μπορεί να συνυπάρξει με κοινοβουλευτικά κόμματα; Μπορεί να ορθωθεί ένα τείχος, όχι μόνο αντίστασης, αλλά και ελπίδας, καθώς μόνο αυτό το συναίσθημα είναι κινητοποιητικό, σε αντίθεση με τον φόβο που παραλύει και απομονώνει;

Ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της Αριστεράς είναι ότι συζητά, οργανώνεται και δρα. Προτού ξεκινήσουμε την αποψινή συζήτηση με τους ομιλητές και την ομιλήτρια, τηρώντας το μοτίβο του βιβλίου θα αναφερθώ συνοπτικά στο δικό μου «πεδίο», το σωφρονιστικό σύστημα και το σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης.

Στην πρώτη περίοδο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έγιναν τρία πολύ σημαντικά βήματα: κατάργηση φυλακών τύπου Γ, περιορισμός φυλακών ανηλίκων, αποσυμφόρηση (ο νόμος Παρασκευόπουλου). Μετά, σχεδόν τίποτα. Και εξηγούμαι. Ανοίχτηκαν κάποια «παράθυρα ελευθερίας», όπως τα χαρακτηρίζει και ο Βασίλης Παπαστεργίου στο κείμενό του στο βιβλίο, εννοώντας τα σχολεία στις φυλακές, τα ανοιχτά επισκεπτήρια, την αγροτική φυλακή για γυναίκες, που πράγματι έγιναν από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά «ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε στην αστική κανονικότητα», όπως λέει ο Νίκος Γιαννόπουλος αναφερόμενος με τη σειρά του στο πεδίο της καταστολής: «Δεν άνοιξε ούτε ένα μονοπάτι, ιδεολογικό, θεσμικό, κινηματικό που να επιχειρεί να την υπερβεί».

Πριν από τις εκλογές είχαμε ετοιμάσει ένα πολύ αναλυτικό πρόγραμμα με ορίζοντα τριών μηνών, ενός χρόνου, διετίας και τετραετίας. Σε αυτό δεν σχεδιάζαμε «μπαλώματα» για το υπάρχον σωφρονιστικό σύστημα, αλλά ένα άλλο σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Με λιγότερη φυλακή, με φυλακές αστικού τύπου μικρής χωρητικότητας, με φυλακές ανοιχτές στην κοινωνία και για αυτό επιμέναμε να είναι εντός ιστού πόλης, με σχολή σωφρονιστικών υπαλλήλων, με κοινωνικές υπηρεσίες, με μηχανισμούς ελέγχου, με πολιτικές επανένταξης. Ο σωφρονιστικός κώδικας δεν κατέβηκε ποτέ για διαβούλευση, δεν άλλαξαν οι διευθυντές των φυλακών. Δεν έγιναν έλεγχοι μέσα στις φυλακές, δεν χαράχθηκαν πολιτικές επανένταξης για να σπάσει ο κύκλος της υποτροπής. Ο ποινικός κώδικας, για να αναφερθώ και πάλι στο απόσπασμα του Παπαστεργίου «δημιούργησε σοβαρό προβληματισμό και μια αίσθηση ατιμωρησίας για εκπροσώπους της ελίτ».

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν άφησε το αποτύπωμά της σε ένα πεδίο που το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ έδωσε αγώνες για δεκαετίες.

Τι συνέβη δύο χρόνια μετά την αλλαγή κυβέρνησης; Η ΝΔ δεν είχε να ξηλώσει έναν καινούριο σύστημα. Είχε απλώς να μην εφαρμόσει διατάξεις ή και να αλλάξει ορισμένες. Το σωφρονιστικό σύστημα μετατράπηκε σε μια φυλακή τύπου Γ, με την γενική γραμματέα να αποφασίζει και να εκτελεί πειθαρχικές μεταγωγές, επιβλήθηκε φόβος και σιωπή μέσα στις φυλακές. Κοβόντουσαν άδειες, περιορίστηκαν οι δικαιούχοι σε αγροτική φυλακή μέχρις εξαφάνισης, έπεφταν τα πειθαρχικά βροχή, δυσκολεύονται τα επισκεπτήρια και η συμμετοχή σε προγράμματα. Ταυτόχρονα η γενική γραμματέας Αντεγκληματικής Πολιτικής. με υπογραφή της μοιράζει κονδύλια, ενώ φτάσαμε να γίνουμε μάρτυρες μιας ανάλγητης στάσης στην απεργία πείνας του Κουφοντίνα, ο οποίος αν δεν σταματούσε θα μπορούσε να ήταν σήμερα ο πρώτος νεκρός απεργός πείνας στην Ελλάδα.

 

***

Πέρασαν κιόλας έξι χρόνια από το δημοψήφισμα. Τα πρώτα τέσσερα χρόνια τα περάσαμε σοκαρισμένοι. Να βλέπουμε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –την κυβέρνηση που ονειρευόμασταν– να εφαρμόζει μνημόνιο –κατόπιν εκβιασμού, βεβαίως– και να μην εφαρμόζει κανένα πρόγραμμα της αριστεράς, ούτε αυτό το παράλληλο για το οποίο είχε δεσμευτεί. Δεν θωράκισε τα δημόσια αγαθά –λες και θα είχε πολλές ευκαιρίες να το κάνει–, δεν κατέβαζε νομοσχέδια το ένα μετά το άλλο να δεσμεύσει με όποιον τρόπο την επόμενη κυβέρνηση, δεν άφησε το δικό της αποτύπωμα. Δύο χρόνια μετά, με κυβέρνηση ΝΔ, βλέπουμε το κίνημα αμήχανο και σίγουρα διάσπαρτο, να επιλέγει με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει, χωρίς να έχει την πολυτέλεια αυτή. Την κυβέρνηση να ξηλώνει με ταχύτητα φωτός την υγεία, την παιδεία, την εργασία, ό,τι μπορεί και σίγουρα να φροντίζει οι νόμοι της να δεσμεύουν τις επόμενες κυβερνήσεις. Τον ΣΥΡΙΖΑ να ασκεί αντιπολίτευση δικομματισμού άλλων δεκαετιών –ποιος θα το έκανε καλύτερα–, αντί να ξαναφέρνει την Αριστερά στο προσκήνιο. Την υπόλοιπη Αριστερά να φέρει ακόμα το τραύμα του δημοψηφίσματος, του «όχι που έγινε ναι». Έξι χρόνια μετά το δημοψήφισμα που είμαστε;

Ανησυχούμε, συζητάμε, δρούμε. Οι κινητοποιήσεις για τον Κουφοντίνα, οι αντικατασταλτικές διαδηλώσεις, οι κινητοποιήσεις για την πανεπιστημιακή αστυνομία και κινητοποιήσεις για το εργασιακό δείχνουν ότι κάτι κινείται. Η σωρεία διαδικτυακών συζητήσεων στην πανδημία έδωσαν μία ώθηση, η οποία μπορεί να γίνει συλλογική δράση. Η Αριστερά είχε πάντα την ηγεμονία στο δρόμο. Είχε και δύο κανόνες: σεβόμαστε την ανεξαρτησία των κινημάτων και το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό. Κοινή δράση μπορεί και πρέπει να υπάρξει και μόνο έτσι θα αντιμετωπίσουμε την επέλαση της Δεξιάς, που κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια να ανακαταλάβει την πολιτική ηγεμονία.

 

*Η δημοσιογράφος της «Εποχής» Ιωάννα Δρόσου συντόνισε την εκδήλωση με τίτλο «Έξι χρόνια μετά το δημοψήφισμα: τι έγινε, τι μπορεί να γίνει», που διοργάνωσαν οι εκδόσεις Τόπος την Τετάρτη 7 Ιουλίου, στο κηπάκι της Τσαμαδού, για την παρουσίαση του βιβλίου. Το κείμενο είναι η παρέμβασή της στην εκδήλωση.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Επίσκεψη αλληλεγγύης από σωματεία εκπαιδευτικών στο camp του Βαγιοχωρίου

Αστυνομικός εξέδιδε 18χρονη, ο πατέρας την βίαζε από τα 11