in

Αυτοί που δεν τα παρατήσαν… Του Χρήστου Λάσκου

Αυτοί που δεν τα παρατήσαν… Του Χρήστου Λάσκου

Τέτοιες μέρες, δυο χρόνια πριν, βρισκόμαστε στο μεσοδιάστημα μεταξύ της προκήρυξης του δημοψηφίσματος και της διεξαγωγής του, στις 5 Ιουλίου του 2015. Όλοι, κι εμείς κι αυτοί, ξέρουμε καλά τι έγινε τότε. Και οι «παραμένοντες» το ξέρουν καλά. 

Αρκετοί δε από τους εξέχοντες παραμένοντες έχουν μια παράξενη –παράξενα βιωματική- σχέση με το γεγονός, στο μέτρο που πολύ κρύφτηκαν εκείνη τη βδομάδα. Οι λαλιστότατοι των μέσων είχαν καταστεί πραγματικά αόρατοι. Πολλοί, μάλιστα, λειτουργούσαν από, κι εγώ δεν ξέρω ποια παρασκήνια, προκειμένου να ακυρώσουν τη δυναμική του όχι. Έμοιασε να τρόμαξαν περισσότερο και από τους ρητά μενουμευρωπαίους. 

Αυτοί, λοιπόν, ξέρουν καλύτερα από όλους.  

Η πραξικοπηματική συνθηκολόγηση, η κοροϊδία του «όχι που έγινε ναι» χωρίς κανείς, βάσει έστω στοιχειωδώς δημοκρατικών συλλογικών διαδικασιών, να το αποφασίσει, η διάλυση ενός πολιτικού οργανισμού που χρειάστηκε χρόνια για να δημιουργηθεί –μ’ όλα του τα προβλήματα-, η καταστροφή ενός πολύ σημαντικού πολιτικού κεφαλαίου, πολύτιμη περιουσία των κατώτερων τάξεων στην Ελλάδα είναι όσα έγιναν. Και γι’ αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Ιούλιος του 2015 αποτελεί μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην παγκόσμια ιστορία της αριστεράς.  
Δεν θα συνεχίσω στην αποτίμηση. Έχουν ήδη γραφεί σημαντικά πράγματα. 

Αυτό που με ενδιαφέρει εδώ είναι να σχολιάσω σύντομα την αυτοαντίληψη πολλών εκ των παραμενόντων σχετικά με αυτό που έκαναν. 

Η οποία, σε μεγάλο βαθμό, συγκεφαλαιώνεται στο συμπέρασμα (sic) πως αυτοί δεν τα παράτησαν. Σε αντίθεση, προφανώς, με «εμάς» που τα παρατήσαμε! 

Δεν τα παράτησαν. Έδωσαν και συνεχίζουν να δίδουν τη μάχη για το καλό του λαού και του τόπου. Ενώ όσοι διαφώνησαν με την επιλογή της κοινωνικής και πολιτικής καταστροφής που σήμανε εκείνο το πραξικόπημα προφανώς εννοούσαν να πάμε διακοπές και να αφήσουμε τη δεξιά και την επιτροπεία να αλωνίζει. Το δίλημμα, σα να λέμε, ήταν σκληρό και καθαρό. Ή θα δίναμε τη μάχη, όπως κάνουν έκτοτε οι κυβερνώντες ή θα πηγαίναμε για ρακέτες. Όσοι ήταν υπέρ της μη αποδοχής του 3ου Μνημονίου –της «ρήξης»- προτιμούσαν τις ρακέτες ή άλλες παραθαλάσσιες αθλοπαιδιές σε αντίθεση με τους ηρωικούς αγωνιστές, που συνέχισαν την μάχη, όταν τα αριστερίστικα φουσάτα, με τον γνωστό ανεύθυνο τρόπο, αποσύρονταν από το πεδίο της μάχης. 
Ισχυρίζομαι, χωρίς παρεξήγηση από καλούς συντρόφους και συντρόφισσες, λίγους πάντως, που το πιστεύουν, πως πρόκειται για κορυφαία ασυναρτησία. Ο Γιάννης Αλμπάνης το έθεσε πολύ καλά ήδη από τότε. Δεν γίνεται να εφαρμόζεις τη πολιτική του Πινοσέτ όντας ο Αλιέντε. Πολύ απλά δεν είσαι ο Αλιέντε, αλλά ένας πραγματιστής «ηγέτης» έτοιμος από καιρό για όλα. Από καιρό. 
Όσο κι αν βαυκαλίζεσαι τίποτε δεν σώζεις, ούτε το ένα χιλιοστό. Γιατί είναι απολύτως καθαρό πως η κωλοτούμπα έχει σε τέτοιο βαθμό νομιμοποιήσει τη νεοφιλελεύθερη πολιτική ως μοναδική κι έχει τόσο παθητικοποιήσει τον κόσμο, που έφτιαξε τις κατάλληλες συνθήκες για την ολοκλήρωση της ταξικά κανιβαλικής πολιτικής, που ξεκίνησε να υλοποιείται τον Μάρτιο του 2010.  Αυτό ακριβώς έκανε το πραξικόπημα του Ιουλίου του 2015. Άνοιξε το διάδρομο –για να χρησιμοποιήσω μια αγαπημένη στο Μαξίμου λέξη- για την ολοκλήρωση της κανιβαλικής εξόντωσης των φτωχών. 

Από την απόσταση των δύο χρόνων και με όσα μεσολάβησαν είμαι πεπεισμένος πως, αντίθετα με το αφήγημα (sic) των κυβερνώντων, μια δεξιά κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να περάσει ούτε το ένα τέταρτο από όσα πέρασε η κυβέρνηση Τσίπρα και Καμένου. 

Άρα τα παράτησαν και τα παραπαράτησαν όσοι όχι μόνο δεν αντέδρασαν στο Ιουλιανό πραξικόπημα, αλλά ακολούθησαν, από πρωταγωνιστικές θέσεις, τους πραξικοπηματίες. Και, είναι αυταπόδεικτο, νομίζω, πια, πως πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες σε όσους το οργάνωσαν και το διεκπεραίωσαν. 

Και δεν χρειάζεται πολλή οικονομική ανάλυση ή κριτική στη «διαπραγμάτευση» και στις «αξιολογήσεις», στην άμεση βιοπολιτική συνθήκη, δηλαδή, που μας επιβλήθηκε και μας έχει με μια μόνιμη κι αφόρητη πίεση από το λαιμό και μέχρι την κορυφή του κεφαλιού- που μας βεβαιώνει και μας ψυχαναγκάζει να αποδεχτούμε πως η ζωή μας στα βασικά θα χειροτερεύει διαρκώς. 
Όχι, δεν χρειάζεται αυτό. Έχει γίνει πολλές φορές και όλοι ξέρουν, όπως είπα από την αρχή. 

Αυτό που χρειάζεται είναι να υπενθυμίζουμε διαρκώς πως κι όσα λίγα θετικά έγιναν και αφορούν τα δικαιώματα πέρασαν κόντρα στη βούληση του αγαπημένου εταίρου, των Ανεξάρτητων (θου, Κύριε, φυλακή τω στόματί  μου) Ελλήνων.

Κυρίως, όμως, να θυμίζουμε τις διαρκείς ξεφτίλες στα μεγάλα και τα αξιακά, όπως πολύ καλά το είπε ο Δημήτρης Χριστόπουλος –δύσκολα τον λες ανεύθυνο αριστεριστή- πριν από λίγες μέρες (http://rednotebook.gr/2017/06/exoteriki-politiki-cosco-tou-dimitri-christopoulou/). Μεταφέρω κατά λέξη ένα μεγάλο κομμάτι: 

«Η Ελλάδα επιδεικνύει μια παράξενη «γενναιοδωρία» απέναντι σε κράτη που παραβιάζουν τα δικαιώματα. Στο πρόσφατο παρελθόν πρωτοστάτησε στην υπεράσπιση και άλλων καταπατητών ανθρωπίνων δικαιωμάτων… 

Αλήθεια, πόσοι έλληνες πολίτες γνωρίζουν ότι η Ελλάδα, άλλοτε «αδελφή χώρα» με τους Παλαιστίνιους, κατατάσσεται πλέον εκ του αποτελέσματος στις χώρες με την πιο φιλοϊσραηλινή πολιτική, φτάνοντας σε σημείο να υπερβαίνει ακόμα και την παραδοσιακά φιλοϊσραηλινή γερμανική θέση, η οποία εντάσσεται σε άλλο πλαίσιο, της «έμπρακτης μεταμέλειας» μετά το 1945, ζητώντας από την ΕΕ να μην καταδικάσει σθεναρά ούτε καν την ισραηλινή εποικιστική δραστηριότητα;

Γνωρίζουν οι έλληνες πολίτες ότι αυτού του τύπου τις επιλογές στην Ευρώπη τις στηρίζει η χώρα μας μαζί με τις υπόλοιπες δυνάμεις της «φαιάς συμμαχίας» του Βίζεγκραντ (Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία), γνωστές για την αλλεργία τους στους φτωχούς ξένους, οι οποίες πρωτοστάτησαν στο να αιχμαλωτιστούν στην Ελλάδα χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, μόνο και μόνο για να μη διέλθουν από το δικό τους έδαφος;

Την Παγκόσμια Ημέρα του Πρόσφυγα λοιπόν μαθαίνουμε πως η κυβέρνηση ενός λαού που το 2015 έδειξε ένα μοναδικό απόθεμα αλληλεγγύης προς τους ξεριζωμένους συνανθρώπους του, κάνοντας τη δημοκρατική ανθρωπότητα να υποκλιθεί σε ένα μεγαλείο που ξεπέρασε τα μύρια προβλήματά του, αποφασίζει να βάλει τις διμερείς εμπορικές σχέσεις με την Κίνα πάνω από τις ελευθερίες του κινεζικού λαού. Χρειάστηκαν λίγοι μήνες ώστε από τη ρητορική «το λιμάνι δεν πουλιέται», όχι απλώς να αποδεχθούμε την πώλησή του, αλλά και να βάζουμε διεθνώς πλάτη στις αμαρτίες του αγοραστή του. Αν αυτό δεν λέγεται κυνισμός, τι είναι;

Μας αρκεί το μισό του λιμανιού του Πειραιά για να σιωπούμε ως χώρα απέναντι σε κράτη-δυνάστες των δικαιωμάτων, όπως η Κίνα; Μας φτάνουν υποσχέσεις για μελλοντικές συμφωνίες προς εκμετάλλευση ενεργειακών πόρων για να υπερασπιζόμαστε χώρες που παράνομα κατέχουν τα εδάφη ενός άλλου λαού αρνούμενες το δικαίωμα στην αυτοδιάθεσή του, όπως το Ισραήλ; Αν ναι, τότε ας πάψουμε να παριστάνουμε πως θυμώνουμε με την υποκριτική συμμαχία ΗΠΑ – Σαουδικής Αραβίας: εκεί είναι κάτι δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου. Α, ναι! Και να πάψουμε να παριστάνουμε και τα πονεμένα αδέλφια των Παλαιστινίων, αφού όπου βρεθούμε, είτε στην ΕΕ είτε στην UNESCO είτε σε άλλο διεθνές φόρουμ, θυσιάζουμε την ιστορική σχέση φιλίας και τα δίκαιά τους στη σκοπιμότητα του άξονα σταθερότητας με το Ισραήλ. Για να μην πούμε για τις στενές σχέσεις με τον πραξικοπηματία Σίσι στην Αίγυπτο…
Ο ρεαλισμός στην εξωτερική πολιτική μιας χώρας είναι αρετή. Ο κυνισμός όμως όχι. Το να καταφέρει κανείς να συνδυάζει τον ρεαλισμό με τον σεβασμό ενός ελάχιστου παρονομαστή κάποιων αρχών, όπως η προστασία στοιχειωδών δικαιωμάτων, δεν είναι αφέλεια. Αντιθέτως, αφέλεια είναι να περιφέρεις αυτάρεσκα το δίκαιό σου, με την ελπίδα ότι κάποτε κάτι θα κερδίσεις, όταν ο ίδιος υπονομεύεις τα δίκαια των άλλων στην υφήλιο. Ετσι όμως, αντί για αλληλεγγύη, κάποια δύσκολη στιγμή στο εγγύς μέλλον θα εισπράξεις κάτι χειρότερο και από την ίδια την απαξίωση: την απομόνωση και τη χλεύη.»

Να το ξαναπώ, λοιπόν. Όχι μόνο τα παράτησαν, αλλά τα παράτησαν με πραγματικά αδιανόητα αποτελέσματα. Και κανείς δεν μπορεί να κρύβεται πια. Κανείς απολύτως. Όλοι ξέρουν.   

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

20ό Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ένα αξέχαστο τριήμερο!

ΒΙΟΜΕ: Ξεκίνησε η παραγωγή οικοδομικής κόλλας στο εργοστάσιο