in

Βαθμοί στα σχολεία και η θεωρία του τρύπιου τοίχου. Του Νίκου Νικήσιανη

Σε όλη την περίοδο της επιδημίας, άκουγες χοντρικά δυο απόψεις για τα σχολεία. Η πρώτη έλεγε ότι η κυβέρνηση θέλει να ανοίξει τα σχολεία για να μην πληρώνουν άδειες στους γονείς και για αυτό βάζουν εκπαιδευτικούς και παιδιά σε κίνδυνο. Η δεύτερη επέμενε ότι είναι τραγικό να μένουν κλειστά τα σχολεία και να κανονικοποιείται η τηλεκπαίδευση. Και οι δυο απόψεις ήταν λογικές και καλοπροαίρετες.

Φυσικά, υπήρχε πάντα κάπου και η ολοκληρωμένη τοποθέτηση, ότι τα σχολεία πρέπει να είναι ανοιχτά, αλλά με τα κατάλληλα μέτρα: 15 μαθητές ανά τάξη, μαζικά τεστ κοκ. Σε αυτή τη θέση συναινούσαν και οι δύο αντίθετες προσεγγίσεις. Καθώς όμως αυτό δεν γινόταν στην πράξη, από κάθε τοποθέτηση έμενε μόνο αυτό στο οποίο έδιναν έμφαση: στη δημόσια υγεία η πρώτη, στα ανοιχτά σχολεία η δεύτερη. Άδικο και για τις δυο πλευρές, αλλά στην πολιτική δεν έχει σημασία τι λες εσύ, αλλά τί ακούει ο άλλος από αυτό που λες.

Το τρύπιο ντουβάρι

Κάτι αντίστοιχο συνέβη συνολικά στην κουβέντα για την καραντίνα. Όλες οι αριστερές κριτικές, συντείναν σε ένα κοινό πλαίσιο αντιμετώπισης της πανδημίας: ενίσχυση του δημόσιου συστήματος, γρήγορος εμβολιασμός, μαζικοί έλεγχοι ειδικά στους χώρους εργασίας, αύξηση των μέσων μεταφοράς, μαζί με ένα πακέτο λογικών (αυτό)περιορισμών. Αν μάλιστα τους δίναμε περισσότερο χρόνο, θα έλεγαν και για άλλες, λιγότερες φανερές αιτίες, που υποβαθμίζουν τη δημόσια υγεία και ειδικά την υγεία της εργατικής τάξης, για την ρύπανση, την επισφάλεια, την κακή διατροφή. Θα μιλούσαν για το δολοφονικό ιδιωτικό κέρδος στον κλάδο της υγείας, θα αποδείκνυαν ότι η δημόσια υγεία προστατεύεται μόνο μέσα από την πάλη ενάντια στις ανισότητες, από τον αγώνα ενάντια στη φτώχεια και άρα ενάντια στους πλούσιους.

Όλα αυτά συνιστούν αναπόσπαστα στοιχεία μιας ριζοσπαστικής, ανταγωνιστικής τοποθέτησης για τα ζητήματα δημόσιας υγείας. Αν υπήρχε μια κοινωνικά ορατή, αποτελεσματική αριστερά, μια αριστερά που θα μπορούσε να επηρεάσει την ατζέντα, αυτά θα έλεγε. Αλλά δεν υπάρχει. Υπάρχουν μόνο θραύσματα. Τα θραύσματα αυτά, ακόμα και όταν προσπαθούν, όταν θέλουν να πουν τα παραπάνω, δεν έχουν τα υλικά μέσα να το κάνουν. Έτσι, από όσα λένε, στην κοινωνία φτάνουν μόνο απόηχοι αποσπασμάτων, παραμορφωμένων μάλιστα από τις πολλαπλές αντηχήσεις.

Είναι σαν να προσπαθείς να μιλήσεις μέσα από μια τρύπα σε ένα ντουβάρι και από τα λόγια σου περνάνε από την τρύπα μόνο λίγες σκόρπιες λέξεις. Πιθανά, αυτό που τελικά θα ακουστεί είναι αυτό που θα δώσεις έμφαση, αυτό που θα φωνάξεις πιο πολύ. Ακόμα και αυτό όμως, αν ακουστεί αποπλαισιωμένο μπορεί να είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που ήθελες αρχικά να πεις. Μπορεί πχ να μιλάς για την αυτονόητη ανάγκη προστασίας από την πανδημία με ελεγχόμενο κλείσιμο τομέων της παραγωγής και να ακούγεσαι σαν να βάζεις πλάτη στο κυβερνητικό λοκ ντάουν, να ακούγεσαι δηλαδή σαν «αριστερά της καραντίνας». Ή μπορεί να καταγγέλλεις την πασιφανή προσπάθεια του κράτους να εκμεταλλευτεί την καραντίνα για να περάσει αστυνομικά μέτρα και να φαίνεσαι στην κοινωνική πλειοψηφία σαν μια αντικοινωνική μειοψηφία που την νοιάζει μόνο να διαδηλώνει.

Είναι δύσκολη η τέχνη του να υπολογίζεις τί χωρά να περάσει από την τρύπα. Αν χωρά μια μόνο λέξη, ένα μόνο αίτημα, ένα μικρό σύνθημα, δεν σημαίνει ότι θα επαναλαμβάνεις μόνο αυτό – αν και ακόμα και αυτή η τακτική κάποιες φορές μπορεί να φανεί χρήσιμη. Θα πρέπει να ξεχωρίσεις τί είναι το σημαντικό, το κρουστικό, αυτό που μπορεί να κάνει τη μέγιστη ζημιά αν περάσει μέσα από την τρύπα με την ταχύτητα μιας σφαίρας. Και ταυτόχρονα, αυτό το κάτι να το στηρίξεις με ένα συνεκτικό, λογικό πλαίσιο, να το εντάξεις σε μια οπτική χειραφέτησης, να το δεις μέσα στο περίπλοκο πλέγμα της ταξικής πάλης και του κοινωνικού ανταγωνισμού. Αν το δέσεις σωστά με όλα αυτά, μπορεί να τα συμπαρασύρει μαζί του μέσα από την τρύπα. Από την άλλη, μπορεί όλα αυτά να το βαρύνουν και τελικά να μην περάσει τίποτα. Όλα έχουν ρίσκο.

Να μην δώσουμε και να μην πάρουμε βαθμούς

Για να ξανάρθουμε στην εκπαίδευση, τον Σεπτέμβρη αυτό το κάτι ήταν το αίτημα των 15 μαθητών ανά τάξη: αίτημα απλό, λογικό, δύσκολο να απορριφθεί με επιχειρήματα (θυμάστε τις γελοιότητες με τις αποστάσεις) αλλά ακόμα πιο δύσκολο να ικανοποιηθεί, αφού θα άνοιγε το δρόμο σε χιλιάδες προσλήψεις και θα δημιουργούσε εκ των πραγμάτων ένα ρήγμα στο κυρίαρχο παράδειγμα της συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους. Λόγω έλλειψης δυνάμεων, μαθητές κι εκπαιδευτικοί ηττηθήκαν και η κυβέρνηση κέρδισε, όχι βέβαια χωρίς κάποιες απώλειες.

Σήμερα, αυτή την εβδομάδα, αυτό το μικρό που περνά μέσα από την τρύπα και κάνει ζημιά, είναι να μην δώσουμε βαθμολογίες. Είναι ένα αίτημα απλό και λογικό: η τηλεκπαίδευση των περασμένων μηνών έγινε ανεκτή από εκπαιδευτικούς και μαθητές/τριες, ως ένας τρόπος να κρατάμε μια επαφή μεταξύ μας, μια επαφή με το «σχολείο», μια επαφή με το γνωστικό αντικείμενο. Δεν εξασφάλιζε πρόσβαση σε όλους τους μαθητές και όλες τις μαθήτριες, δεν έδινε κίνητρο, δεν είχε ενδιαφέρον. Ακόμα και εντός του κυρίαρχου πλαισίου της σχολικής αξιολόγησης, δεν πρόσφερε κάποια αδιάβλητη διαδικασία αξιολόγησης, παρά τις προσπάθειες του Υπουργείου να επιβάλλει την πρακτική των «τηλεδιαγωνισμάτων».

Είναι ένα αίτημα που συνάδει με μια οπτική χειραφέτησης. Δεν χωρά να το συζητήσουμε εδώ, αλλά ξέρουμε ότι η αξιολόγηση των μαθητών/τριών είναι το βασικό εργαλείο στον ιδεολογικό μηχανισμό που λέγεται εκπαίδευση: αποκλείει, επιβάλει ιεραρχίες, δεσμεύει στην αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας, καθιστά το σχολείο αυτόν τον απεχθή εξουσιαστικό μηχανισμό που είναι σήμερα για εκπαιδευόμενους και εκπαιδευτές. Κάθε πλήγμα στην αξιολόγηση, κάθε μπλοκάρισμα, έστω και με αυτή την αφορμή, είναι μια έμπρακτη αμφισβήτηση αυτού του μηχανισμού. Για αυτό και η αξιολόγηση είναι η πρώτη προτεραιότητα σε κάθε συντηρητική, φιλελεύθερη, δεξιά αντίληψη για την εκπαίδευση.

Είναι ένα αίτημα κρουστικό: ξέρουμε ότι η κανονικοποίηση της τηλεκπαίδευσης είναι μέσα στις προθέσεις του Υπουργείου και ολόκληρη του αστισμού. Για λόγους κατασταλτικούς (να έχουν ένα μόνιμα διαθέσιμο απεργοσπαστικό μηχανισμό απέναντι στις μαθητικές καταλήψεις πχ), για λόγους οικονομικούς (να μην προσλαμβάνουν καθηγητές για μικρά σχολεία πχ), για λόγους εκπαίδευσης σε ένα νέο μοντέλο τηλεργασίας. Αν η αξιολόγηση γίνει μέρος της τηλεκπαίδευσης, θα είναι το μεγάλο βήμα στην κανονικοποίησή της. Αν καταφέρναμε να την κρατήσουμε έξω από αυτή, θα δημιουργούσαμε μια σοβαρή αντίφαση στην κυρίαρχη πλευρά, αυτή που έχει ως προτεραιότητα την αξιολόγηση και ως πρόγραμμα την τηλεκπαίδευση.

Αυτή η αντίφαση είναι υπαρκτή, είναι αποδεκτή ακόμα και από την ηγεσία του Υπουργείου η οποία προσπαθεί να τη χειριστεί με διάφορες μεσοβέζικες οδηγίες. Πρέπει πάση θυσία να τη διευρύνουμε. Πρέπει πάση θυσία να μην δοθούν βαθμοί στα παιδιά τις επόμενες εβδομάδες. Αυτό το άμεσο καθήκον ευτυχώς το έχει αντιληφθεί με κάποιο τρόπο ο εκπαιδευτικός κόσμος, το προτάσσει η εκπαιδευτική αριστερά, το έχει δεχθεί ακόμα και η ΟΛΜΕ. Είναι ευθύνη μας τώρα να το κάνουμε πράξη σε όσο το δυνατό μεγαλύτερη κλίμακα: οι εκπαιδευτικοί να μην δώσουν, οι μαθητές/τριες κι οι γονείς να μην παραλάβουν ελέγχους. Νομίζω ότι θα τσατιστεί πολύ η Κεραμέως με κάτι τέτοιο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Έντονες διαμαρτυρίες από τις Δικαστικές Ενώσεις προς τον υπουργό Δικαιοσύνης

Η Δημοκρατία σε αναστολή: Απαγόρευση των συγκεντρώσεων άνω των 100 ατόμων ως την ερχόμενη Πέμπτη