Τους τελευταίους μήνες κάτι γίνεται στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Φοιτήτριες και φοιτητές πραγματοποιούν καταλήψεις, καθημερινά μαθήματα δια ζώσης, κατεβαίνουν κατά χιλιάδες στο δρόμο και διαδηλώνουν, βρίσκονται μαζί, συζητάνε, δρουν και το κυριότερο, ονειρεύονται.
Όλα αυτά, δεν θα μπορούσαν να είχαν γίνει χωρίς την ευγενική συμβολή της κυβέρνησης και του πρύτανη των ΜΑΤ, Παπαϊωάννου, των οποίων η εμμονή για την ευθυγράμμιση του Πανεπιστημίου με τις επιταγές της ελεύθερης αγοράς έχει καταφέρει να συσπειρώσει την φοιτητική κοινότητα.
Οι εξαγγελίες για Μ.Α.Τ., κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης, κατάργηση του Ασύλου και όσα γενικώς περιγράφονται γλαφυρά στο νομοσχέδιο της Κεραμέως δεν αποτελούν απλώς ένα ιδεολογικό βίτσιο της κυβέρνησης ή άλλη μια προσπάθεια καταστολής του φοιτητικού κινήματος. Είναι κάτι περισσότερο από αυτό. Είναι μια προσπάθεια εφαρμογής του κυρίαρχου δόγματος του νεοφιλελευθερισμού στον κατεξοχήν χώρο όπου η νεολαία μαζεύεται, συζητά, μαθαίνει και εκπαιδεύεται.
Το κυρίαρχο δόγμα του νεοφιλελευθερισμού, είναι πως όλη η κοινωνία οφείλει να οργανωθεί σαν μια επιχείρηση, γύρω από την Αγία Ελεύθερη Αγορά, το λίκνο της δημοκρατίας. Τα ελληνικά πανεπιστήμια αν και προσπαθούν ολοένα και πιο εντατικά τα τελευταία χρόνια να αποκτήσουν τα χαρακτηριστικά των δυτικών ξαδερφών τους, δεν έχουν ακόμα ολοκληρώσει την μεταμόρφωση. Η πλήρης ευθυγράμμιση του πανεπιστημίου με τον Νόμο της Αγοράς, αργεί να έρθει και το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι μια προσπάθεια άκομψης και άτσαλης επιτάχυνσης. Μέχρι εδώ τα πράγματα είναι απλά και κατανοητά. Για να γίνει λίγο πιο κατανοητό αυτό το νεοφιλελεύθερο σχήμα ας δούμε και τα βασικά του στοιχεία.
Το πρώτο είναι η μεταμόρφωση του φοιτητή και της φοιτήτριας σε ένα υβριδικό υποκείμενο, σε κάποιον που είναι ταυτόχρονα πελάτης και εμπόρευμα. Η μεταμόρφωση αυτή έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη συμμετοχή του ατόμου, σε όλα τα ατομικά και κοινωνικά επίπεδα, στην αγορά εργασίας και στους βασικούς τομείς του καπιταλισμού. Την παραγωγή και την κατανάλωση. Δεν αρκεί πλέον να καταναλώνεις ή να παράγεις. Πρέπει να τα κάνεις και τα 2 γιατί η συσσώρευση έχει φτάσει σε ένα επίπεδο όπου προϋποθέτει την άνευ όρων συμμετοχή του ατόμου σε όλες τις πτυχές της αγοράς και της παραγωγής προκειμένου να επιβιώσει.
Το δεύτερο είναι η συγκρότηση του αγοραίου πανεπιστημίου, εκείνου του θεσμού που αποτελεί το αναγκαίο βήμα προς την καταναλωτική και εμπορική ενηλικίωση του ατόμου. Από σχολικά θρανεία, στην εκπαίδευση για την αγορά εργασίας και την γραμμή παραγωγής. Πτυχία με δίδακτρα, μεταπτυχιακά με δίδακτρα, διδακτορικά με δίδακτρα, ενδεχομένως και φοιτητικά δάνεια, τα οποία θα καλούμαστε να ξεπληρώνουμε για την υπόλοιπη ζωή μας, όπως ακριβώς γίνεται και στα “κυριλέ” πανεπιστήμια της Δύσης. Σε αυτό το “νέο” αγοραίο Πανεπιστήμιο, προβάδισμα έχουν οι σπουδές για οικονομικά, για human resources, δίκτυα και γενικώς εκεί που βρίσκεται στραμμένη η προσοχή της αγοράς. Οι ανθρωπιστικές επιστήμες και οι τέχνες για παράδειγμα, μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα ή σταδιακά αρχίζουν να μετασχηματίζονται σε επιστήμες που προωθούν πάνω απ’όλα τον τεχνοκρατισμό και την διαχείριση, παρά κάτι άλλο. Το επίδικο είναι ούτως ή άλλως, η δημιουργία ενός υβριδικού μοντέλου πολίτη, του ατομικού επιχειρηματία, που πουλάει τον χρόνο και το σώμα του σε όλους τους επίδοξους enterpreneurs με την ψευδαίσθηση πως κάποια στιγμή θα καταφέρει να ανελιχθεί στην κοινωνική και ταξική πυραμίδα.
Τρίτον, η τοποθέτηση τεχνοκρατών σε νευραλγικές θέσεις λειτουργίας και διαχείρισης του Πανεπιστημίου και η άμεση συνεργασία των ιδρυμάτων με ιδιώτες. Δεν είναι κάτι νέο φυσικά αυτό, αλλά πάλι είναι κάτι που επιταχύνεται με το νέο νομοσχέδιο. Καθηγητές, πρυτάνεις και διοικητικοί όπου ουδεμία σχέση έχουν με την Γνώση και την οντολογία της λειτουργούν πλέον ως άνθρωποι κλειδιά ώστε να “βοηθήσουν” τους φοιτητές και τις φοιτήτριες να κάνουν το απαραίτητο βήμα στην εμπορική και καταναλωτική ενηλικίωση.
Τέταρτον, η τοποθέτηση μόνιμων αστυνομικών δυνάμεων στους χώρους του Πανεπιστημίου. Πάλι όχι από κάποιο φετίχ για την τήρηση της τάξης, αλλά περισσότερο για να συνηθίζουν από νωρίς οι φοιτητές και οι φοιτήτριες την ιδέα του ελέγχου και της επιτήρησης, μιας συνθήκης όπου θα συναντήσουν και αργότερα στον χώρο εργασίας τους. Η επιτήρηση γίνεται κανονικότητα και σιγά σιγά συνηθίζουμε την εικόνα του δεσμοφύλακα, ο οποίος εποπτεύει τις φυτείες για να δει αν οι σκλάβοι του μέλλοντος είναι προσηλωμένοι στο καθήκον τους και δεν σκέφτονται άλλα, επικίνδυνα και “ανθυγιεινά” πράγματα στον δανεικό χρόνο όπου θα έπρεπε να εργάζονται.
Όμως δεν χρειάζεται να είναι αυτό το μέλλον των Πανεπιστημίων. Αυτό είναι άλλωστε μόνο μια εκδοχή. Ήδη έχει φανεί, από τις χιλιάδες που κατεβαίνουν στα καθιερωμένα ραντεβού της Πέμπτης, από τα δεκάδες δια ζώσης μαθήματα, τις προβολές, τις εκδηλώσεις, τις συζητήσεις που ήδη έχουν καταφέρει να μετατρέψουν τα Πανεπιστήμια, σε ένα ζωντανό κοινωνικό χώρο εν μέσω πανδημίας και ασφυκτικού κοινωνικού ελέγχου.
Πράγματι, τα Πανεπιστήμια είναι τώρα πιο ζωντανά απ’όσο ήταν ποτέ, την τελευταία δεκαετία. Και αυτά ακριβώς είναι τα Πανεπιστήμια που θέλουμε. Ζωντανά, γεμάτα ορμή, γεμάτα αμφισβήτηση για την καθεστηκυία τάξη. Να εκπαιδεύουν όχι τους καταναλωτές/εμπορεύματα του ζοφερού μέλλοντος, αλλά τους επιστήμονες, τους πολίτες, τα άτομα που δρουν στο εδώ και στο τώρα.
Τα Πανεπιστήμια όπως είναι τώρα, γεμάτα ζωή και όρεξη, είναι μια εικόνα του μέλλοντος που μας αξίζει και που υπακούει στις ανάγκες μας. Αυτή την εικόνα οφείλουμε να την διαφυλάξουμε και να παλέψουμε για να την κάνουμε κάτι παραπάνω από μια απλή εκδοχή, να την κάνουμε πραγματικότητα. Για να γίνουμε, όχι μόνο αυτό που μπορούμε, αλλα αυτό που μας αξίζει να είμαστε.