Στον απόηχο μιας ακόμα δολοφονικής, όπως περιγράφεται από αυτόπτες, επιχείρησης της ΕΛ.ΑΣ στις Σκουριές, τελείωσε το συνέδριο για τον “εκδημοκρατισμό της αστυνομίας”, που διοργάνωσαν το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ και το Δίκτυο transform!. Με αφορμή κάποιες από τις παρεμβάσεις του τριημέρου*, που κατά τη γνώμη μου αποτελεί παράδειγμα για διοργανώσεις του είδους –και ταυτόχρονα σοβαρή συμβολή στην προγραμματική δουλειά του ΣΥΡΙΖΑ–, σημειώνω μερικές σκέψεις, ξεκινώντας από τις διαπιστώσεις και καταλήγοντας στο “διά ταύτα”:
1. Με βάση το “συστημικό” της ρόλο, το ιστορικό των κρατικών εγκλημάτων με τα οποία βαρύνεται πριν και μετά τη Μεταπολίτευση, και τη διαπλοκή τμημάτων της με την Ακροδεξιά διαχρονικά, για σημαντικά τμήματα της κοινωνίας, όχι απαραίτητα υπό την ιδεολογική επιρροή της Αριστεράς, η Αστυνομία είναι ο πιο απεχθής ίσως από τους κρατικούς μηχανισμούς**. Σήμερα, που όψεις της λειτουργίας της (βασανιστήρια, στρατόπεδα συγκέντρωσης, επιχειρήσεις εθνοτικού προφίλ) κάνουν την Ελλάδα χώρα-υπόδειγμα κρατικού αυταρχισμού για ολόκληρη την Ευρώπη, υποχρεώνοντας την Αριστερά να κατεβάζει τον πήχυ των διεκδικήσεών της στην υπεράσπιση της «νομιμότητας», το ερώτημα περί εκδημοκρατισμού προκαλεί σκεπτικισμό. Από την άλλη, το να μην τίθεται καν, θα σήμαινε την εξαίρεση της Αστυνομίας από την πολιτική της Αριστεράς, δηλαδή πολιτική αφροσύνη. Ιδίως μάλιστα, όταν η σημερινή λειτουργία της Αστυνομίας απειλεί πια και τους ίδιους τους αστυνομικούς.
2. Προφανώς, στο αν και μέχρι ποιο σημείο είναι εφικτός ο εκδημοκρατισμός της Αστυνομίας, δεν υπάρχουν απαντήσεις εκτός συγκυρίας. Μέχρι πρότινος, ο διακηρυγμένος σκοπός της Αστυνομίας, η διασφάλιση της «κοινωνικής ειρήνης» (της ειρήνης υπό συγκεκριμένη κοινωνική ιεραρχία…), κατά κανόνα την έφερνε αντιμέτωπη με κοινωνικές μειοψηφίες που ως σήμερα υφίστανται εξευτελιστικές τεχνικές εξουσίας. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, σήμαναν μια τομή. Σήμερα, που στόχος της κρατικής εξουσίας δεν είναι η διατήρηση αλλά η διεύρυνση αυτών των κοινωνικών ιεραρχιών/ανισοτήτων, και που το φάσμα της κατασταλτικής δράσης, της κρατικής βίας πάνω στα σώματα, αφορά δυνητικά ολόκληρη σχεδόν την κοινωνία (σχεδόν όλοι έχουν πια λόγους να δυσφορούν και να αντιστέκονται), η λειτουργία της Αστυνομίας εκφεύγει κατά πολύ του ρόλου της διατήρησης της “κοινωνικής ειρήνης”. Συνοψίζεται πλέον στο δόγμα της συγχρονης κρατικής εξουσίας που περιγράφει ο Αγκάμπεν – και που επιβεβαίωσε η αστυνομική επιχείρηση της φετινής 17ης Νοεμβρίου: το θέμα δεν είναι πια ούτε η πρόληψη ούτε η επίλυση κρίσεων, αλλά η δημιουργία τους, που εκ των υστέρων «νομιμοποιούν» την παρέμβαση της Αστυνομίας που θα τις «διαχειριστεί».
3. Με δεδομένο πια το δόγμα αυτό, και τη διαχρονική ασυλία για τα εγκλήματα με δράστες αστυνομικούς, που εγγυώνται υπηρεσιακοί και πολιτικοί προϊστάμενοι επίσης στο απυρόβλητο, αποδεικνύεται πόση σχέση (δεν) έχει με την πραγματικότητα η θεωρία των “μεμονωμένων περιστατικών” ή της “αυτονόμησης” οργάνων και μονάδων που επικαλούνται διάφοροι, εντός και εκτός ΕΛ.ΑΣ – σα να μην ήταν η Αστυνομία ένα αυστηρά ιεραρχημένο σώμα, με συγκεκριμένα όρια για το επιτρεπτό και το απαγορευμένο. Με αστυνομικούς χωρίς διακριτικά, τις ΕΔΕ να διασφαλίζουν εκ των προτέρων τη συγκάλυψη και την ατιμωρησία, και τη στρατωτικοποίηση να αποτελεί σταθερή επιλογή των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων (ορισμός Αρχηγού από το ΚΥΣΕΑ, δημιουργία ασύδοτων ειδικών μονάδων με στρατιωτική εκπαίδευση και, παλιότερα, υπουργοποίηση στρατηγών), είναι σαφές ότι οι κορυφές της εκτελεστικής εξουσίας, και δευτερευόντως της ΕΛ.ΑΣ, φέρουν στο ακέραιο την ευθύνη «αυτονομήσεων» απολύτως προβλέψιμων. Στη λογική τους, «κάποια πράγματα δεν λέγονται, αλλά γίνονται» – γίνονται, δε, με εξασφαλισμένη τη μη λογοδοσία των αυτουργών.
4. Όπως σημείωσε μεταξύ άλλων ο Νίκος Παρασκευόπουλος, όσο η αντιδημοκρατική λογική της Αγοράς, η λογική δηλαδή της επιβίωσης του ισχυρότερου, κερδίζει χώρο μέσα στην κοινωνία, η λειτουργία της Αστυνομίας (που, παρεμπιπτόντως, εξαρτάται σήμερα σε μεγάλο βαθμό από την Αγορά – βλ. τεχνολογίες επιτήρησης), θα γίνεται αναπόφευκτα όλο και πιο αυταρχική. Την ίδια στιγμή, η διαρκής απόσυρση του κράτους από την εγγύηση των δημόσιων αγαθών, κάνει πιθανό το σενάριο της περαιτέρω εξάπλωσης της ιδιωτικής αστυνομίας. Μιας αστυνομίας εξ ορισμού περιορισμένης, χωρικά και κοινωνικά, με εταιρείες που θα εγγυώνται την ασφάλεια μόνο κάποιων, και σε συγκεκριμένες περιοχές, και με τις ίδιες να μη λογοδοτούν παρά μόνο στον/ους ιδιοκτήτη/ες τους.
5. Το γεγονός ότι η παρούσα κυβέρνηση εξαρτά την επιβίωσή της (και) από μια αντιδημοκρατική αστυνομία, προδιαγράφει τα όρια που έχει σήμερα ένα εγχείρημα εκδημοκρατισμού. Η πραγματικότητα αυτή, ωστόσο, δεν απαλλάσσει την Αριστερά από τον κόπο (τις προγραμματικές επεξεργασίες και, κυρίως, τις δεσμεύσεις) να περιγράψει ποια Αστυνομία θέλει η ίδια. Με την επίγνωση ότι λιγότερο αυταρχική Αστυνομία έχει ως βασική προϋπόθεση λιγότερες ανισότητες/κοινωνική περιθωριοποίηση, άρα δραστικό περιορισμό της εξουσίας του κεφαλαίου και της λογικής της Αγοράς, μια κυβέρνηση της Αριστεράς έχει να δουλέψει με συγκεκριμένο τρόπο στους εξής άξονες:
– αποστρατιωτικοποίηση της Αστυνομίας, διάλυση των ειδικών-στρατιωτικοποιημένων μονάδων, απαγόρευση χημικών και αφοπλισμός στις διαδηλώσεις
– αλλαγή της περιγραφής έργου του σώματος, του επαγγελματικού στάτους και της θέσης του αστυνομικού (τόσο ως σώμα, όσο και ως υπάλληλοι, οι αστυνομικοί λειτουργούν σήμερα έξω από κάθε σχέση με την κοινωνία και την πολιτική – ως σώμα για τον εαυτό του)
– νομοθετικές παρεμβάσεις, και δη στο πλαίσοι για τις συναθροίσεις (όπου ισχύουν ακόμα χουντικές διατάξεις), τη σύλληψη (όπου αφήνεται τεράστιος χώρος για υποκειμενικές κρίσεις και αυθαιρεσίες) και την εκπαίδευση των αστυνομικών
– θέσπιση ανεξάρτητης Αρχής, στο πρότυπο του Συνηγόρου του Πολίτη, με διευρυμένες αρμοδιότητες ελέγχου για τη μη εφαρμογή του νόμου από αστυνομικούς (οι παρανομίες κρατικών οργάνων δεν μπορεί να είναι “εσωτερική υπόθεση”)
– θεώρηση του ποινικο-δικαϊκού συστήματος ως ενότητας (αστυνομία-δικαστική εξουσία-σωφρονιστικό σύστημα), εκδημοκρατισμός λοιπόν της δικαστικής εξουσίας (που φέρει σοβαρή ευθύνη για την αντιδημοκρατική λειτουργία της Αστυνομίας και τη μη λογοδοσία οργάνων που εγκληματούν) και επαναπροσδιορισμός του τι συνιστά «έγκλημα»***.
6. Η επιτυχία ενός σχεδίου εκδημοκρατισμού της Αστυνομίας, που είναι επείγον και ταυτόχρονα απαιτεί χρόνο (και συγκρούσεις…), έχει τρεις βασικές προϋποθέσεις: α) πολιτική βούληση, β) κοινωνική εγρήγορση, γ) γνώση και πολιτικό σχέδιο. Η εμπειρία οργανώσεων υπεράσπισης δικαιωμάτων, αριστερών επιστημόνων και ακτιβιστών, ανεξάρτητων αρχών, ενώσεων αστυνομικών, και φυσικά των τμημάτων Σωμάτων Ασφαλείας, Δικαιωμάτων και Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ, που γνωρίζουν το πεδίο, είναι πολύτιμη και χρειάζεται να αξιοποιηθεί. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τις συνδικαλιστικές ενώσεις των αστυνομικών, η Αριστερά διεκδικεί ήδη μια ειλικρινή σχέση μαζί τους. Όχι αυτή του “συνδικαλιστικού εκπροσώπου”, αλλά εκείνη του εταίρου σε ένα εγχείρημα απαιτητικό, και την ίδια στιγμή εξαιρετικά επείγον.
____________
* Ορισμένες από τις παρατηρήσεις του άρθρου οφείλονται στις παρεμβάσεις των Σ. Βιδάλη, Σπ. Κουλοχέρη, Κ. Παπαπαντολέων, Ι. Κούρτοβικ, Τ. Χριστοδουλοπούλου, Α. Καρίτζη, Ν. Παρασκευόπουλου, Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Α. Μπαλτά, Γ. Παπανικολάου, Τ. Μαυρόπουλου και Β. Κατριβάνου, που φυσικά δεν ευθύνονται για αξιολογήσεις και συμπεράσματα.
** Το γεγονός αυτό δεν αναιρεί την υψηλή δημοφιλία που εμφανίζει η Αστυνομία στην ελληνική κοινωνία. Πρόκειται για κάποια εκδοχή του γνωστού «συνδρόμου της Στοκχόλμης»; Σε πρόσφατο άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών (9.11.2014), ο Γιάννης Μαυρής προτείνει μια εξήγηση: «Η κοινωνική πόλωση που έχει δημιουργηθεί», γράφει, «αποτυπώνεται ευδιάκριτα στην παράλληλη αύξηση της κοινωνικής υποστήριξης, τόσο για τους κατασταλτικούς μηχανισμούς (στρατός, αστυνομία), όσο όμως και για τους θεσμούς της αδιαμεσολάβητης λαϊκής κυριαρχίας (λαός/πολίτες, κοινωνικά κινήματα)».
*** Βλ. σχετικά: Σοφία Βιδάλη, «Αριστερά και αντεγκληματική πολιτική», Red Notebook, 11.6.2012
Πηγή: Red Notebook
