in

Πέντε δισεκατομμύρια ευρώ για φρεγάτες; Όχι, ευχαριστώ.

Του Ηρακλή Οικονόμου

Δέκα λόγοι για να αντισταθούμε στο εξοπλιστικό πάρτι της κυβέρνησης Μητσοτάκη

Η αγορά από την κυβέρνηση Μητσοτάκη τριών γαλλικών φρεγατών Belharra έχει συνοδευτεί από ένα ασύλληπτης έντασης κύμα προπαγάνδας υπέρ της απόφασης αυτής στα μέσα ενημέρωσης. Εταιρικά δελτία τύπου και κυβερνητικά nonpaper έχουν μετατραπεί σε δήθεν αντικειμενικές αναλύσεις, και το ένα ενθουσιώδες κείμενο για τις «υπερσύγχρονες ψηφιακές φρεγάτες» και τον «κρύο ιδρώτα που έχει λούσει τους Τούρκους» διαδέχεται το άλλο. Το παρόν κείμενο θα παρουσιάσει όσο το δυνατόν πιο απλά και συνοπτικά τους λόγους – από τον λιγότερο προς τον περισσότερο σημαντικό – για τους οποίους τόσο η αγορά των φρεγατών όσο και η αμυντική συμφωνία με τη Γαλλία είναι εξελίξεις που πρέπει να βρουν κάθε πολίτη απέναντί τους.

1) Η συμφωνία δεν τηρεί τους όρους που είχε θέσει το ίδιο το Πολεμικό Ναυτικό

Το Π.Ν. είχε ζητήσει και η κυβέρνηση είχε υιοθετήσει την αγορά τεσσάρων νέων φρεγατών, τον εκσυγχρονισμό των τεσσάρων φρεγατών MEKO 200 που ήδη διαθέτει, και την άμεση παραχώρηση «ενδιάμεσης λύσης», δηλαδή δύο μεταχειρισμένων και ετοιμοπαράδοτων φρεγατών για την κάλυψη των άμεσων αναγκών του. Η απαίτηση της κυβέρνησης ήταν όλα αυτά να γίνουν διαθέτοντας πέντε δισ. ευρώ. Η τελική συμφωνία, όμως, προβλέπει την αγορά τριών φρεγατών με προαίρεση για την αγορά ακόμα μίας (το κόστος της οποίας, όμως, δεν περιλαμβάνεται στο πακέτο) και την αγορά τριών κορβετών, δίχως ενδιάμεση λύση και δίχως εκσυγχρονισμό των υπαρχουσών φρεγατών. Άρα, αντί για στόλο δέκα σύγχρονων και εκσυγχρονισμένων φρεγατών, πηγαίνουμε σε στόλο έξι ή επτά πλοίων (τριών φρεγατών και τριών ή τεσσάρων κορβετών). Η ευκολία με την οποία αποδέχεται η κυβέρνηση μια τέτοια αλλαγή στους όρους επιτρέπει εν πολλοίς να σκεφτούμε ότι όλοι αυτοί οι όροι είναι διακοσμητικοί. Δεν υπηρετεί η αγορά κάποια ανάγκη, εν τέλει· αντίθετα η υποτιθέμενη ανάγκη καταλήγει να υπηρετεί την αγορά.

2) Δεν περιλαμβάνεται στη συμφωνία ο εκσυγχρονισμός των τεσσάρων γερμανικών φρεγατών που ήδη διαθέτει το Π.Ν.

Ο μη εκσυγχρονισμός υπάρχοντος στρατιωτικού υλικού, όταν τεχνικά και οικονομικά είναι όχι μόνο εφικτός αλλά και επιθυμητός, είναι μια απόφαση που οδηγεί στην απαξίωσή του υλικού αυτού. Η απαξίωση αυτή είναι πάγια τακτική όσων έχουν συμφέρον να αγοράζονται συνεχώς νέα όπλα και ο λόγος είναι προφανής: όταν δεν εκσυγχρονίζεις το μέσο που ικανοποιεί μια αμυντική σου ανάγκη, καταλήγεις να πρέπει να αγοράσεις νέα μέσα για να ικανοποιήσεις την ανάγκη αυτή. Οι τέσσερις φρεγάτες ΜΕΚΟ 200 που ήδη διαθέτει το Π.Ν. παραδόθηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του’90, από το 1992 έως το 1999, και δεν δικαιολογείται καμία σκέψη απαξίωσής τους. Εξάλλου, το Π.Ν. διαθέτει φρεγάτες (τύπου Standard) που είναι 40+ ετών – από πού κι ως πού θεωρείται παλιό και ανάξιο εκσυγχρονισμού ένα πλοίο που είναι δύο δεκαετίες νεότερο; Και πάλι, συνεπώς, η τελική συμφωνία επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι δεν εξυπηρετείται κάποια «αντικειμενική» αμυντική απαίτηση – αντιθέτως, εξυπηρετούνται τα συμφέροντα που επιδιώκουν νέες εξοπλιστικές αγορές.

3) Σπεύσαμε να αγοράσουμε την πλέον ακριβή επιλογή και αγνοήσαμε τη λύση μεταχειρισμένων φρεγατών

Το να αγνοούνται λύσεις μεταχειρισμένου υλικού υπέρ της αγοράς νέου είναι άλλη μια πάγια τακτική όσων επωφελούνται από τις ασταμάτητες αγορές όπλων. Ο λόγος; Εάν ικανοποιήσεις την όποια αμυντική σου ανάγκη με μεταχειρισμένα όπλα, δεν χρειάζεται να αγοράσεις καινούργια, ή δεν χρειάζεται να αγοράσεις όσα θα αγόραζες εάν δεν είχες τα μεταχειρισμένα. Στην περίπτωση των φρεγατών, υπήρξε μια σειρά λύσεων που αγνοήθηκαν τόσο από το Π.Ν. όσο κι από την κυβέρνηση. Και μπορεί η συνήθεια των αξιωματικών να είναι να θέλουν πάντα ό,τι πιο εξελιγμένο υπάρχει στην αγορά, αλλά ρόλος μιας κυβέρνησης είναι να επιδιώκει τη βέλτιστη σχέση κόστους-απόδοσης. Η αλήθεια είναι, λοιπόν, ότι για να καταλήξουμε στις πανάκριβες Belharra έπρεπε να βγουν σκάρτες μια σειρά άλλες φρεγάτες, από τις αυστραλιανές κλάσης Adelaide μέχρι τις ολλανδικές Μ και τις βρετανικές Type 23 – φρεγάτες μεταχειρισμένες και κατώτερων δυνατοτήτων, αλλά που θα συνιστούσαν σαφή ποσοτική και σε κάποιο βαθμό ποιοτική αναβάθμιση των δυνατοτήτων του Π.Ν. Επιπλέον, υπάρχει το παράδειγμα της Αιγύπτου, η οποία αγόρασε από την Ιταλία πρόσφατα φρεγάτες FREMM που προορίζονταν για το Ιταλικό Ναυτικό και που φέρονται να αγοράστηκαν σε τιμή σαφώς χαμηλότερη εκείνης των Belharra [1,2 δισ. ευρώ για δύο φρεγάτες (Naval News 2021) όταν η Ελλάδα εκτιμάται ότι θα καταβάλλει ποσό που προσεγγίσει τα 3,5 δισ. ευρώ για τις τρεις φρεγάτες· σε κάθε περίπτωση τα στοιχεία παραμένουν ασαφή τόσο για το ύψος της αιγυπτιακής και της ελληνικής συμφωνίας όσο και για το τι περιλαμβάνει η καθεμία από πλευράς όπλων, τεχνικής υποστήριξης κλπ.].

4) Υποτίθεται ότι η Ελλάδα βιαζόταν να παραλάβει άμεσα φρεγάτες για να σωθεί από την τουρκική επιθετικότητα

Το στοιχείο του χρονικού ορίζοντα της συμφωνίας είναι κρίσιμο, διότι πάνω σε αυτό βασίστηκε όλη η φιλολογία περί άμεσης ανάγκης αγοράς όπλων λόγω των επιθετικών κινήσεων της Τουρκίας με τις έρευνες κλπ. Η βιασύνη, βέβαια, κάπου κόπασε στην πορεία, αφού η ίδια η απόφαση της κυβέρνησης για την αγορά των φρεγατών πήγαινε από αναβολή σε αναβολή, λόγω και των αμερικανικών πιέσεων για την αγορά των δικών τους φρεγατών. Κι αν δεν ήταν η κρίση του AUKUS, η σφοδρή γαλλική αντίδραση στην ακύρωση του συμβολαίου κατασκευής υποβρυχίων για την Αυστραλία και η συνεννόηση Μακρόν-Μπάιντεν, ίσως ακόμα η επιλογή των φρεγατών να παρέμενε κολλημένη. Αλλά δεν είναι μόνο η καθυστέρηση στην απόφαση. Αναφερόμαστε σε πλοία που θα παραδοθούν στο Π.Ν. μετά από μια …τετραετία με πενταετία (οι δύο πρώτες φρεγάτες το 2025 και η τρίτη το 2026). Τόσο πολύ βιαζόμασταν!

Για την ιστορία, οι χώρες που βιάζονται διότι αισθάνονται πραγματικά κάποια απειλή κάνουν ό,τι και η Αίγυπτος στο παράδειγμα που προαναφέραμε, αγοράζοντας ετοιμοπαράδοτες φρεγάτες. Ή, εναλλακτικά, μένουν πιστές στους όρους και στις προϋποθέσεις που οι ίδιες ορίζουν. Στην περίπτωσή μας, η Ελλάδα ζήτησε άμεση «ενδιάμεση λύση» με την παραχώρηση δύο μεταχειρισμένων φρεγατών. Η Γαλλία όμως είχε φρεγάτες απαρχαιωμένες να δώσει που εμείς δεν θέλαμε (κλάσης Cassard) κι αυτές που εμείς θέλαμε δεν τις έδινε (κλάσης Lafayette). Μικρό το κακό: εφόσον δεν είχε διαθέσιμες φρεγάτες να παραχωρήσει, παραγγείλαμε να μας φτιάξει …κορβέτες! Λεπτομέρειες: α) Θα πληρώσουμε έξτρα για τις κορβέτες αυτές – πάνω από 1,5 δισ. β) οι κορβέτες προφανώς δεν είναι ετοιμοπαράδοτες, με την πρώτη να παραδίδεται κάτι λιγότερο από τρία χρόνια μετά από την υπογραφή της συμφωνίας, και γ) η Ελλάδα συμμετέχει σε ένα άλλο πρόγραμμα κατασκευής κορβετών (European Patrol CorvetteEPC) με αναμενόμενο έτος παραγωγής της πρώτης κορβέτας / πρωτοτύπου το 2026.

5) Υποτίθεται ότι η συμφωνία θα αφορούσε πλοία που θα κατασκευάζονταν στην Ελλάδα

Αυτό που συμβαίνει με την Ελλάδα είναι μοναδικό στα παγκόσμια εξοπλιστικά χρονικά: μια χώρα με ασύλληπτα υψηλές στρατιωτικές δαπάνες που δεν παράγει όχι όπλα, αλλά ούτε …βίδα για όπλα! Πρόκειται για στοιχείο που επικυρώνει την απόλυτα εξαρτημένη, αποικιακή θέση της χώρας στο παγκόσμιο σύστημα. Άλλες χώρες με παρεμφερή αφετηρία με την Ελλάδα (έλλειψη βιομηχανικών υποδομών παράλληλα με υψηλές αμυντικές δαπάνες) κατέληξαν να αναδειχθούν σε αξιοσημείωτες εξοπλιστικές δυνάμεις· μην πάτε μακριά, δείτε απλώς πώς η Τουρκία εκμεταλλεύθηκε τις δικές της αγορές για να εξασφαλίσει μεταφορά τεχνογνωσίας και να καταλήξει να καλύπτει σχεδόν το σύνολο των εγχώριων εξοπλιστικών της δαπανών με εγχώρια παραγωγή, εξασφαλίζοντας παράλληλα και εξαγωγές. Η Σερβία είναι μια άλλη ενδιαφέρουσα και πολύ πιο πρόσφατη περίπτωση χώρας που μερίμνησε για να καλύψει τις αμυντικές της ανάγκες όχι μόνο σε στρατιωτικό αλλά και σε βιομηχανικό – παραγωγικό επίπεδο. Όσο για την Ελλάδα; Δαπανά σχεδόν 3,5 δισ. ευρώ για φρεγάτες που θα κατασκευασθούν στη Γαλλία, κι άλλα 3,5 δισ. ευρώ για μαχητικά αεροσκάφη που επίσης θα κατασκευασθούν στη Γαλλία. Εξ ολοκλήρου!

Αυτή είναι και η ρίζα της νεο-αποικιακής κατάστασης σήμερα: η απόλυτη έλλειψη παραγωγικών δομών, και η συνεπακόλουθη τεχνολογική και βιομηχανική εξάρτηση από το εξωτερικό. Στην περίπτωση της Ελλάδας και των όπλων, όμως, η κατάσταση αυτή αποκτά εξοργιστικό χαρακτήρα δεδομένου του ύψους των στρατιωτικών δαπανών. Η σύμβαση για τις φρεγάτες παρατείνει αυτό το φαινόμενο, όσες «χάντρες» κι αν προσφέρονται απλόχερα στον πληθυσμό από «ειδικούς» και «δημοσιογράφους».

6) Υποτίθεται ότι η ασφάλεια και η άμυνα της χώρας είναι εξασφαλισμένες από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ

Όποτε η ριζοσπαστική Αριστερά μιλάει για έξοδο από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, η απάντηση του καθεστώτος είναι ότι πρόκειται για συμμαχίες στις οποίες πρέπει να συμμετέχουμε ώστε να μας προστατέψουν σε μια στρατιωτική κρίση. Πράγματι, τόσο το ΝΑΤΟ όσο και η ΕΕ εμπεριέχουν πρόβλεψη για στρατιωτική συνδρομή σε κράτος-μέλος που δέχεται ένοπλη επίθεση (Άρθρο 5 της Βορειοατλαντικής Συνθήκης, Άρθρο 42 της Συνθήκης για την ΕΕ αντίστοιχα). Αλλά τότε, γιατί χρειαζόμαστε μια διμερή συμφωνία στρατιωτικής συνδρομής με τη Γαλλία; Από μόνη της, η αμυντική συμφωνία με τη Γαλλία συνιστά κορυφαία δικαίωση της θέσης υπέρ της εξόδου από ΝΑΤΟ και ΕΕ, τουλάχιστον όσον αφορά την υποτιθέμενη ασφάλεια που μας παρέχουν. Δεν την παρέχουν, εφόσον το ΝΑΤΟ ρητά δεν ασχολείται με επίθεση από κράτος-μέλος του (Τουρκία) σε άλλο κράτος-μέλος (Ελλάδα), και εφόσον η ΕΕ δεν έχει κανένα κοινό στρατηγικό συμφέρον που θα βάλει 27 χώρες να υποστηρίξουν την Ελλάδα απέναντι σε ένα πολεμικό επεισόδιο με την Τουρκία. Εάν οι οργανισμοί αυτοί παρείχαν πράγματι την ασφάλεια που δήθεν παρέχουν, καμία διμερής συμφωνία δεν θα ήταν αναγκαία.

Όσο για την ιδέα ότι μια διμερής συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας προωθεί το όραμα μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας, όπως έσπευσε να διαφημίσει ο Έλληνας αντιπρόεδρος της Κομισιόν; Πρόκειται για μια προπαγανδιστική ανοησία ώστε και το γόητρο της ΕΕ να μην πληγεί, και το ελληνο-γαλλικό love story να νομιμοποιηθεί στα μάτια του λαού μέσω της ευρωπαϊκής οδού κι ενός ευρύτερου οράματος (της δήθεν «στρατηγικής αυτονομίας» της ΕΕ). Η διμερής συμφωνία συνιστά επικύρωση της παντελούς απουσίας ευρωπαϊκής άμυνας, κι αυτό είναι μια παράπλευρη απώλεια για τους ευρωπαϊστές και μία δικαίωση για τους επικριτές τους.

7) Η οικονομική αφαίμαξη και το δημόσιο χρέος λόγω των εξοπλισμών συνιστούν εθνική απειλή μεγαλύτερη κι από τη στρατιωτική

Το εξοπλιστικό αμόκ της κυβέρνησης Μητσοτάκη δείχνει παντελή έλλειψη επαφής με τη δημοσιονομική πραγματικότητα της χώρας και τροφοδοτεί την ήδη οξύτατη οικονομική αιμορραγία των εξοπλισμών. Η χώρα μας είναι πρώτη σε όλο το ΝΑΤΟ σε αμυντικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, με 3,82% ως εκτίμηση για το 2021 (NATO, 2021: 3) – ποσοστό εκτοξευμένο σε σχέση ακόμα και με το τεράστιο 2,8% του 2020 (SIPRI, 2021: 13). Μιλάμε για μια χώρα που έχει «πνιγεί» στο χρέος, με το ποσοστό του δημοσίου χρέους επί του ΑΕΠ να διεκδικεί μια θλιβερή πρωτιά παγκοσμίως και με το ΑΕΠ να καταγράφει πτώση το 2020 άνω του 8%. Σε τέτοιες συνθήκες οικονομικής διάλυσης έρχεται το πάρτι των εξοπλισμών να βάλει την ταφόπλακα, με την υπογραφή όσων υποκριτικά δήθεν κόπτονται για το δημογραφικό ή για την ανεργία ή για την παιδεία και τους νέους και την ίδια στιγμή διοχετεύουν ασύλληπτους πόρους στον παρασιτισμό των όπλων.

8) Η αγορά εξοπλισμών δεν πρέπει να υπηρετεί την «αγορά» συμμαχιών

Για την ακρίβεια, το να αγοράζεις συμμαχίες μέσω εξοπλισμών είναι ο ορισμός της εξάρτησης, η απόλυτη επικύρωση της απουσίας ανεξάρτητης εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Είναι κακό τόσο για την εξωτερική πολιτική (αφού αποπνέεται η εικόνα μιας αδύναμης χώρας που προσπαθεί να εξευμενίσει τους ισχυρούς) όσο και για την αμυντική πολιτική (αφού υποτάσσονται οι εξοπλιστικές αποφάσεις σε μη τεχνο-οικονομικά κριτήρια). Και βέβαια η χώρα καταλήγει να αιμορραγεί οικονομικά επειδή ως προτεραιότητα θέτει την εξασφάλιση της εύνοιας των διεθνών προστατών της μέσω του εξοπλιστικού «φόρου» που καταβάλλει. Ο στόχος της τεχνικά αποτελεσματικής και οικονομικά ορθολογικής αμυντικής θωράκισης είναι αυθύπαρκτος – δεν γίνεται να υποτάσσεται στην τήρηση πολιτικών ισορροπιών και στην εξασφάλιση πολιτικών ή διπλωματικών ανταλλαγμάτων. Αλλιώς, καταλήγουμε στο ελληνικό παράδοξο να παραγγέλνονται μαχητικά αεροσκάφη σε …δόσεις με διαφορά ενός έτους, με 18 Rafale να αγοράζονται πέρυσι και άλλα έξι να αγοράζονται φέτος, αντί να προγραμματίζουμε οργανωμένα τις ανάγκες μας και να διεκδικούμε τους καλύτερους όρους και τις εκπτώσεις που προκύπτουν από τη μεγαλύτερη κλίμακα. Αλλά θα μου πείτε… γιατί να κάνουμε μία μόνο φορά χαρούμενους τους συμμάχους μας όταν μπορούμε να τους κάνουμε δύο;

Η «αγορά» ασφάλειας και συμμαχιών μέσω της αγοράς εξοπλισμών αποκαλύπτει ότι ο βασιλιάς είναι εν τέλει γυμνός: υποτίθεται ότι μια χώρα εξοπλίζεται για να αμυνθεί η ίδια, αλλά εν τέλει εμείς εξοπλιζόμαστε ώστε να εμπλακούν άλλοι για να μας σώσουν. Μα γιατί να πρέπει να μας σώσουν οι άλλοι εάν οι φρεγάτες μας και τα μαχητικά μας είναι όλα τόσο τέλεια και σύγχρονα; Το παράδοξο της κυρίαρχης επιχειρηματολογίας υπέρ των εξοπλισμών είναι κάτι παραπάνω από εμφανές… σαν να αγοράζετε από κάποιον ένα αυτοκίνητο για να σας πηγαίνει αυτός στη δουλειά σας με το λεωφορείο. Και βέβαια, τώρα που η ταμπέλα απ’ έξω γράφει «ανοίξαμε και σας περιμένουμε», το πιθανότερο είναι ότι θα έρθει σύντομα και ο άλλος τακτικός επισκέπτης – οι ΗΠΑ – με τα δικά του …καλούδια προς πώληση. Να είστε έτοιμοι για να βάλετε ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη.

9) Η συμφωνία δίνει πάτημα για τυχοδιωκτικές κινήσεις στις πιο επιθετικές φωνές σε Ελλάδα και Γαλλία

Η αγορά πανάκριβων όπλων εις βάρος της οικονομίας και της ευρύτερης αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας είναι επιβλαβής· ο εγκλωβισμός σε μια επιθετική, τυχοδιωκτική λογική κούρσας εξοπλισμών και θερμών επεισοδίων με τις πλάτες της α’ ή β’ μεγάλης δύναμης είναι απολύτως επικίνδυνος και καταστροφικός. Η ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας που θα προσφέρει η συμφωνία με τη Γαλλία μπορεί να ενθαρρύνει απερίσκεπτες κινήσεις εκ μέρους της Ελλάδας, η οποία με κινήσεις όπως η αποστολή πυραύλων Patriot στη Σαουδική Αραβία μοιάζει ήδη να έχει αρχίσει χάνει την επαφή με την πραγματικότητα, με τις ευλογίες των συμμάχων. Κοινώς, κινδυνεύουμε, με την ενθάρρυνση ξένων δυνάμεων, να εμπλακούμε σε πολεμικές περιπέτειες για να εξυπηρετήσουμε τα τεράστια διεθνή γεωοικονομικά συμφέροντα που κρίνονται αυτή τη στιγμή στη Μεσόγειο, και τα οποία ελάχιστη σχέση έχουν με το συμφέρον του ελληνικού και των γειτονικών λαών. Μέχρι τώρα, αυτά τα συμφέροντα πήγαζαν κυρίως από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Τώρα, η τούρτα του τυχοδιωκτισμού αποκτά και γαλλικό κερασάκι.

10) Αν η Αριστερά δεν εναντιωθεί στο εξοπλιστικό πάρτι, σε τι ακριβώς θα εναντιωθεί;

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι η Αριστερά δεν τα πάει καλά με τους εξοπλισμούς – νοιώθει έξω από τα νερά της όταν έχει να ασχοληθεί με αυτούς. Ένας λόγος είναι η τεχνική πολυπλοκότητα που συνοδεύει κάθε εξοπλιστική απόφαση και επιλογή. Ένας άλλος λόγος είναι η γενική αποστροφή προς τα μέσα ένοπλης βίας και προς τον πόλεμο. Και ένας τρίτος λόγος είναι η (λανθασμένη) ιδέα ότι η ενασχόληση με τους εξοπλισμούς συνεπάγεται σώνει και καλά την εκ των προτέρων αποδοχή τους. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι η ατζέντα των εξοπλισμών αξίζει την ενδελεχή προσοχή κάθε κριτικά σκεπτόμενου πολίτη, όχι μόνο επειδή ακόμα και η πιο ριζοσπαστική κυβέρνηση θα κληθεί να ασχοληθεί με την άμυνα της χώρας, αλλά και επειδή οι εξοπλισμοί ακουμπάνε στην καρδιά της εξουσίας – εξουσίας πολιτικής και οικονομικής, στρατιωτικής και διπλωματικής, τεχνολογικής και βιομηχανικής, εγχώριας και διεθνούς. Η μη ενασχόληση της Αριστεράς με τους εξοπλισμούς σημαίνει, στο βάθος της, ότι δεν ενδιαφέρεται να ασχοληθεί και με την εξουσία. Και αντίστοιχα, η άκριτη αποδοχή των εξοπλιστικών επιλογών του καθεστώτος συνεπάγεται και άκριτη επιλογή του ίδιου του καθεστώτος και του πλέγματος εξουσίας που εκφράζει.

Το ΚΚΕ, το ΜέΡΑ25 και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έσπευσαν να ασκήσουν δριμεία κριτική και στις δύο πτυχές της ελληνο-γαλλικής συμφωνίας (αγορά φρεγατών και αμυντική συνδρομή), ορθά, ορθότατα, επισημαίνοντας τόσο τις πολεμικές περιπέτειες στις οποίες μπλέκει βαθύτερα τη χώρα, όσο και το δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος. Αντιθέτως, συνεχίζοντας την κακή παράδοση που ξεκίνησε ως κυβέρνηση (ανεκδιήγητη συμφωνία ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ για τον εκσυγχρονισμό των υπέργηρων αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας P-3 Orion, διεύρυνση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα) και ως αντιπολίτευση με τα Rafale (θετική ψήφος στη Βουλή), ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε επί της αρχής θετικός ως προς το εξοπλιστικό σκέλος των συμφωνιών. Η κριτική του περιορίστηκε στις δήθεν «παλινωδίες» του Μητσοτάκη που «έχουν κοστίσει πολλά δισ. σε εξοπλισμούς» ενώ εξέφρασε την αντίθεσή του προς τα άρθρα 2 και 18 της συμφωνίας αμυντικής συνδρομής. Συγκεκριμένα, επεσήμανε ότι από το άρθρο 2 απουσιάζει η ρητή αναφορά στην παραβίαση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας ως λόγος ενεργοποίησης της συμφωνίας, ενώ το άρθρο 18 προβλέπει την κοινή ανάπτυξη δυνάμεων σε θέατρα επιχειρήσεων όπως το Σαχέλ (ζώνη χωρών γαλλικού ενδιαφέροντος όπως το Μάλι και το Τσαντ), γεγονός που «θα εξέθετε ελληνικές σε αποστολές σε εμπόλεμες περιοχές».

Η αποδοχή της συμφωνίας αγοράς των φρεγατών από τον ΣΥΡΙΖΑ καταδεικνύει την εκ μέρους του απουσία οποιασδήποτε διάθεσης σοβαρής αμφισβήτησης του συστήματος οικονομικής, πολιτικής, βιομηχανικής και στρατιωτικής εξουσίας σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Όσο για την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ, αυτή είναι προσχηματική. Καμία παλινωδία δεν επιδεικνύει ο Μητσοτάκης, παρά μόνο μια αξιοθαύμαστη συνέπεια στην εξυπηρέτηση των εξοπλιστικών συμφερόντων υποθηκεύοντας το οικονομικό μέλλον της χώρας. Και όχι, δεν κοστίζουν δισεκατομμύρια οι κυβερνητικές παλινωδίες αλλά οι ίδιοι οι εξοπλισμοί, τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψηφίζει – βλέπε Rafale. Τέλος, δεν γίνεται να αποδέχεσαι τις στρατιωτικές επεμβάσεις της Ευρ. Ένωσης και τη συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτές, κι ύστερα να απορρίπτεις τη συμμετοχή της Ελλάδας στις επεμβάσεις της Γαλλίας. Κι ούτε είναι εποικοδομητικό να ζητάς να υπάρξει αναφορά σε παραβίαση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας ως αιτία ενεργοποίησης της αμυντικής συνδρομής. Δηλαδή τι προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, τη διενέργεια πολεμικού επεισοδίου ως απάντηση στην επόμενη παραβίαση της Τουρκίας;

Η ρητή και δίχως υποσημειώσεις απόρριψη της ελληνογαλλικής συμφωνίας, τόσο στο εξοπλιστικό όσο και στο στρατηγικό της σκέλος, είναι η μόνη στάση που υπηρετεί τόσο το αριστερό ειρηνιστικό και διεθνιστικό πρόταγμα, όσο και το «εθνικό» συμφέρον διάσωσης της οικονομίας, έξυπνης αμυντικής θωράκισης και αποφυγής πολεμικών τυχοδιωκτισμών.

Σημειώσεις

NATO (2021), ‘Defence Expenditure of NATO Countries (2014-2021), Communique PR/CP (2021)094, 11 Ιουνίου 2021. Διαθέσιμο σε:

https://www.nato.int/nato_static_fl2014/assets/pdf/2021/6/pdf/210611-pr-2021-094-en.pdf

Naval News (2021), ‘Second Italian-Built FREMM Delivered to Egypt Reaches Alexandria’, 20 Απριλίου 2021. Διαθέσιμο σε:

https://www.navalnews.com/naval-news/2021/04/second-italian-built-fremm-delivered-to-egypt-reaches-alexandria/

SIPRI (2021), ‘Military expenditure by country as percentage of gross domestic product’. Διαθέσιμο σε:

https://sipri.org/sites/default/files/Data%20for%20all%20countries%20from%201988%E2%80%932020%20as%20a%20share%20of%20GDP%20%28pdf%29.pdf

* Πολιτικός επιστήμονας, διδάκτορας Διεθνούς Πολιτικής από το Πανεπιστήμιο της Ουαλίας Aberystwyth.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Στη χειρότερη κατάσταση των τελευταίων ετών το Θεαγένειο – Συγκέντρωση διαμαρτυρίας

Πού αποδίδουν το πολύωρο μπλακ άουτ στην Facebook