Τις αντιρρήσεις του σχετικά με την εγκατάσταση μονάδας LNG στον Όρμο της Θεσσαλονίκης για λογαριασμό της Elpedison εκφράζει το Τμήμα Περιβάλλοντος και Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή της Διεύθυνσης Διαχείρισης Πρασίνου του Δήμου Θεσσαλονίκης με ενημερωτικό του σημείωμα προς το δημοτικό συμβούλιο. Σε αυτό αναφέρει πλήθος συνεπειών στο οικοσύστημα, τη βιοποικιλότητα και την ποιότητα του νερού ενώ παράλληλα τονίζει και τις καταστροφικές συνέπειες ενός ενδεχόμενου ατυχήματος από την εγκατάσταση και λειτουργία μιας Πλωτής Μονάδας Αποθήκευσης και Αεριοποίησης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) σε κοντινή γειτνίαση με έντονα κατοικημένη περιοχή.
Το ενημερωτικό σημείωμα έρχεται μετά το έγγραφο της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων προς τους Δήμους που γειτνιάζουν με το παραλιακό μέτωπο με το οποίο ζητούσε την έγκρισή τους σχετικά με αίτημα της Elpedison για αλλαγή χωροθέτησης της Πλωτής Εξέδρας Αποθήκευσης και Αεριοποίησης Υγροποιημένου Αερίου (LNG) στην περιοχή του Θερμαϊκού Κόλπου. Υπενθυμίζεται ότι η εγκατάσταση της Πλωτής Εξέδρας επιχειρείται να γίνει ανάμεσα στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και το Δέλτα Αξιού σε απόσταση 3,4 χιλιομέτρων νότια-νοτιοδυτικά του 6ου προβλήτα του λιμένα Θεσσαλονίκης και σε απόσταση 3,1 χλμ από την πλησιέστερη ακτή στα δυτικά. Η εταιρεία εκτός από την αλλαγή όδευσης του υποθαλάσσιου αγωγού αιτούνταν και την επέκταση της πλωτής πλατφόρμας στα 80 και πλέον στρέμματα, με την προσθήκη και δευτέρου πλοίου μεταφοράς και αποθήκευσης LNG-Floating Storage Unit. (Δείτε περισσότερα εδώ).
Η υπηρεσία του Δήμου Θεσσαλονίκης δηλώνει μεταξύ άλλων ότι «η περιοχή του Όρμου Θεσσαλονίκης (η βορειότερη και κλειστή περιοχή του Θερμαϊκού Κόλπου) έχει χαρακτηριστεί ως ευαίσθητο τροποποιημένο οικοσύστημα εδώ και πολλά χρόνια, με χαρακτηρισμό ποιότητας νερών από μέτρια και κάτω και αυτό λόγω της ύπαρξης πληθώρας δραστηριοτήτων που επιβαρύνουν διαρκώς το θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον».
Ως εκ τούτου, αναφέρει ότι «η εγκατάσταση μιας νέας μονάδας SEVESO στην περιοχή, εντός του θαλάσσιου χώρου του Όρμου σε κοντινή γειτνίαση με έντονα κατοικημένη περιοχή, αυξάνει κατακόρυφα τις πιθανότητες για καταστροφικές συνέπειες ενός ενδεχόμενου μεγάλου ατυχήματος». Μάλιστα επικαλείται και τη διεθνή πρακτική χωροθέτησης αντίστοιχων μονάδων FSRU που αποκλείει την εγκατάσταση παρόμοιων μονάδων πλησίον οικισμών, εντός κόλπων και σεισμογενών περιοχών.
Ένα δεύτερο σημαντικό σημείο των απόψεων της υπηρεσίας αφορά την ποιότητα του θαλασσινού νερού στον Όρμο της Θεσσαλονίκης την οποία, όπως λέει, παρακολουθεί 7 συναπτά έτη μηνιαίως. Το σημείο που τοποθετείται η πλωτή εξέδρα με τις συνοδευτικές εγκαταστάσεις της βρίσκεται ανάμεσα και κοντά σε δύο από τα σημεία, για τα οποία έχουν γίνει πολύχρονες μετρήσεις. Από αυτές υπάρχει, όπως αναφέρεται στο σημείωμα, η διαπίστωση ότι κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες παρατηρείται πολύ έντονα το φαινόμενου του θερμοκλινούς στη στήλη του νερού, κατά το οποίο η μάζα του νερού στρωματοποιείται, με το ανώτερο στρώμα να παρουσιάζει πολύ μεγαλύτερη θερμοκρασία νερού από ότι τα βαθύτερα στρώματα.
«Η διαφορά αυτή μπορεί να είναι από 4,5oC έως και 9oC, συμβάλλει στην κακή κυκλοφορία του νερού, αλλά και στην απότομη μείωση του διαλυμένου οξυγόνου στα βαθύτερα στρώματα. Αυτή η συνθήκη στρεσάρει από μόνη της τους θαλάσσιους οργανισμούς, ενώ διαρκεί αρκετό χρονικό διάστημα και παρουσιάζεται συχνά και κατά τους υπόλοιπους μήνες του έτους. Για την αεριοποίηση του ΥΦΑ θα χρησιμοποιείται ετησίως σεβαστή ποσότητα θαλασσινού νερού από τις πλωτές εγκαταστάσεις FSRU. Το νερό που αντλείται εξέρχεται από τις εγκαταστάσεις, μετά την αεριοποίηση του ΥΦΑ, με θερμοκρασία μειωμένη τουλάχιστον κατά 7oC από την αρχική του (σύμφωνα με αντίστοιχη μελέτη FSRU της Αλεξανδρούπολης- παρόμοια λειτουργία). Αυτό σημαίνει ότι η στρωματοποίηση των θαλασσίων μαζών θα γίνει πιο έντονη και μεγαλύτερη σε διάρκεια, ενώ πιθανές αλλαγές θα υπάρξουν και στο διαθέσιμο διαλυμ μένο οξυγόνο» τονίζει συγκεκριμένα. Σύμφωνα με την υπηρεσία αυτό θα οδηγήσει σε απώλεια ενδιαιτημάτων και απουσία θαλάσσιας ζωής.
Επίσης η υπηρεσία του Δήμου Θεσσαλονίκης επισημαίνει ακόμη ότι το θαλασσινό νερό που θα εξέρχεται της μονάδας αναμένεται να περιέχει υπολείμματα χλωριούχων και άλλων βιοκτόνων ουσιών, επηρεάζοντας άμεσα το ήδη επιβαρυμένο οικοσύστημα του Θερμαϊκού.
Οι επιπτώσεις όμως μιας τέτοιας εγκατάστασης δεν σταματούν εκεί αλλά αφορούν και τα προστατευόμενα θαλάσσια θηλαστικά, τα ψάρια ακόμη και τις θαλάσσιες χελώνες που σποραδικά επισκέπονται την περιοχή.
«Η εγκατάσταση της μονάδας, ιδιαιτέρως στην είσοδο του Όρμου, (με την αύξηση του θαλάσσιου θορύβου, της ροής των δεξαμενόπλοιων, της εισόδου επιβαρυμένου με ουσίες θαλασσινού νερού) θα προκαλέσει στρες/ θάνατο/ απώλεια ενδιαιτημάτων των πληθυσμών αυτών. Παράλληλα, θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη η μεταναστευτική πορεία σημαντικών & προστατευόμενων πουλιών που εγκαθίστανται δίπλα στο Δέλτα Αξιού & ιδιαιτέρως στις εκβολές του Γαλλικού Ποταμού» αναφέρεται.
Τέλος, η υπηρεσία σημειώνει επιδράσεις μιας μονάδας FSRU και στην τουριστική δραστηριότητα όχι μόνο σε ό,τι αφορά στην επισκεψιμότητα και την εικόνα της πόλης αλλά και στις γύρω παράκτιες περιοχές. Ιδιαίτερη είναι η αναφορά στις αρνητικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στις μυδοκαλλιέργειας και την ιχθυόσκαλα, συνέπειες που θα αυξηθούν από τις εκπομπές (θαλάσσιες και αέριες) λόγω την δραστηριότητας της μονάδας FSRU, κάτι που έρχεται και σε αντίθεση στην προσπάθεια της Θεσσαλονίκης για κλιματική ουδετερότητα έως το 2030.
«Ο Όρμος της Θεσσαλονίκης είναι η πηγή εισοδήματος και ευεξίας για μεγάλο μέγεθος πληθυσμού, ο οποίος σίγουρα επιθυμεί την προστασία του και όχι την περαιτέρω υποβάθμισή του. Σε αυτήν την κατεύθυνση οφείλουμε να κινηθούμε, σεβόμενοι τον ευαίσθητο χαρακτήρα του Θερμαϊκού Κόλπου» καταλήγει το σημείωμα.
Δείτε ολόκληρο το ενημερωτικό σημείωμα της υπηρεσίας:
«Ούτε στη Θεσσαλονίκη, ούτε πουθενά»- Διαμαρτυρία ενάντια στο LNG στο δημαρχείο Θεσσαλονίκης
Διαμαρτυρία πραγματοποίησε χθες η δημοτική παράταξη Πόλη Ανάποδα πριν τη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου εκφράζοντας την αντίθεσή της στην εγκατάσταση μονάδας LNG στον Θερμαϊκό κόλπο. Η δημοτική παράταξη που έχει θέσει ήδη το θέμα με σχετική ερώτηση στην προηγούμενη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου δηλώνει ότι περιβαλλοντικές επιπτώσεις μιας τέτοιας βιομηχανικής εγκατάστασης αναμένεται να είναι εξαιρετικά σοβαρές. Παράλλαλα τονίζει πως μεγάλοι είναι επίσης οι ενδεχόμενοι κίνδυνοι για την ασφάλεια των εργαζομένων, του περιβάλλοντος και των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, από ένα ενδεχόμενο ατύχημα.
«Όμως, όλες αυτές οι επιπτώσεις, η ρύπανση, η μυρωδιά, ο κίνδυνος δυστυχήματος, οι διαρροές κοκ, είναι δευτερεύουσες μπροστά στο κύριο ζήτημα, στη μεγάλη μάχη της γενιάς μας, που είναι ο αγώνας ενάντια στην κλιματική κρίση. Κράτη κι εταιρείες έχουν χαρακτηρίσει το ορυκτό (και όχι, όπως κατ’ ευφημισμό λέγεται, «φυσικό») αέριο ως «μεταβατικό καύσιμο», ενώ πρόκειται για ένα ορυκτό καύσιμο που παράγει κανονικά αέρια του θερμοκηπίου. Για όλους αυτούς τους λόγους, στεκόμαστε απέναντι στα σχέδια της Elpedison για τον επικίνδυνο για την πόλη πλωτό σταθμό: όχι με τη λογική «να γίνει αλλού», αλλά με τη ξεκάθαρη θέση να μη γίνει πουθενά» τονίζει σε ανακοίνωσή της.