ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ. Εργατισμός, δεκαετία ‘70, 7 Απριλίου, Rossanda,[1] παγκόσμια αναγνώριση: τα 90 χρόνια ενός κομμουνιστή φιλοσόφου
C: Toni Negri έγινες ενενήντα χρονών. Πώς ζεις τον χρόνο σου σήμερα;
N: Θυμάμαι τον Gilles Deleuze που έπασχε από μια πάθηση παρόμοια με τη δική μου. Τότε δεν υπήρχε η βοήθεια και η τεχνολογία που μπορούμε να απολαύσουμε σήμερα. Την τελευταία φορά που τον είδα περπατούσε με ένα καροτσάκι με φιάλες οξυγόνου. Ήταν πραγματικά σκληρό. Είναι και για μένα σήμερα. Νομίζω ότι κάθε μέρα που περνά σε αυτή την ηλικία είναι μια μέρα λιγότερη. Δεν έχεις τη δύναμη να την κάνεις μια μαγική μέρα. Είναι όπως όταν τρως ένα καλό φρούτο και σου αφήνει μια υπέροχη γεύση στο στόμα. Αυτό το φρούτο είναι η ζωή, μάλλον. Είναι μια από τις μεγάλες της αρετές.
C: Τα ενενήντα χρόνια είναι ένας σύντομος αιώνας.
N: Μπορεί να υπάρχουν αρκετοί σύντομοι αιώνες. Υπάρχει η κλασική περίοδος που ορίζει ο Χομπσμπάουμ, η οποία ξεκινά από το 1917 έως το 1989. Υπήρξε ο αμερικανικός αιώνας που ωστόσο ήταν πολύ μικρότερος. Διήρκεσε από τις νομισματικές συμφωνίες και τον ορισμό της παγκόσμιας διακυβέρνησης στο Bretton Woods, μέχρι τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους τον Σεπτέμβριο του 2001. Όσον αφορά εμένα, ο μακρύς αιώνας μου ξεκίνησε με τη νίκη των Μπολσεβίκων, λίγο πριν γεννηθώ, και συνεχίστηκε με τους εργατικούς αγώνες, και με όλες τις πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις στις οποίες έχω συμμετάσχει.
C: Αυτός ο σύντομος αιώνας τελείωσε με μια κολοσσιαία ήττα.
Ν: Είναι αλήθεια. Αλλά κάποιοι πίστεψαν ότι η ιστορία είχε τελειώσει και ότι άρχιζε η εποχή της ειρηνικής παγκοσμιοποίησης. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο ψεύτικο, όπως βλέπουμε καθημερινά για περισσότερα από τριάντα χρόνια. Είμαστε σε μια εποχή μετάβασης, αλλά στην πραγματικότητα πάντα ήμασταν. Ακόμα κι αν υφέρπει, βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή που σηματοδοτείται από μια παγκόσμια αναβίωση των αγώνων ενάντια στους οποίους υπάρχει μια σκληρή απάντηση. Οι εργατικοί αγώνες έχουν αρχίσει να διασταυρώνονται όλο και περισσότερο με τους φεμινιστικούς αγώνες, τους αντιρατσιστικούς, τους αγώνες για την υπεράσπιση των μεταναστών και για την ελευθερία μετακίνησης, ή τους οικολογικούς αγώνες.
C: Φιλόσοφε, φτάνεις πολύ νέος στην πανεπιστημιακή έδρα στην Πάντοβα. Συμμετέχεις στα Quaderni Rossi (Κόκκινα Τετράδια), το περιοδικό του ιταλικού εργατισμού. Κάνεις έρευνα, κάνεις δουλειά στη βάση στα εργοστάσια, ξεκινώντας από το πετροχημικό εργοστάσιο της Marghera. Γίνεσαι μέλος της οργάνωσης Potere Operaio πρώτα και μετά της Autonomia Operaia. Ζεις το μακρύ ιταλικό ‘68, ξεκινώντας με το συναρπαστικό εργατικό ’69 στο Corso Traiano στο Τορίνο.[2] Ποια ήταν η κορυφαία πολιτική στιγμή αυτής της ιστορίας;
Ν: Η δεκαετία του 1970, όταν ο καπιταλισμός εφάρμοσε προκαταβολικά –και βιαίως – μια στρατηγική για το μέλλον του. Μέσω της παγκοσμιοποίησης, έκανε επισφαλή τη βιομηχανική εργασία μαζί με τη συνολική διαδικασία της συσσώρευσης της αξίας. Σε αυτή τη μετάβαση, δημιουργήθηκαν νέοι παραγωγικοί πόλοι: η πνευματική εργασία, η συναισθηματική, η κοινωνική εργασία που οικοδομεί την συνεργασία. Στη βάση της νέας συσσώρευσης της αξίας, υπάρχουν προφανώς και ο αέρας, το νερό, οτιδήποτε ζωτικό και όλα τα κοινά αγαθά που το κεφάλαιο συνέχισε να εκμεταλλεύεται για να αντιμετωπίσει τη μείωση του ποσοστού κέρδους που γνώρισε από τη δεκαετία του ’60.
C: Γιατί, από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, κέρδισε η καπιταλιστική στρατηγική;
N: Γιατί δεν υπήρξε μια αριστερή απάντηση. Μάλιστα, για πολύ καιρό, υπήρχε πλήρης άγνοια αυτών των διαδικασιών. Ξεκινώντας από τα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα, υπήρξε η καταστολή κάθε πνευματικής ή πολιτικής δύναμης, συγκεκριμένης ή κινηματικής, που προσπαθούσε να αναδείξει τη σημασία αυτού του μετασχηματισμού και που στόχευε στην αναδιοργάνωση του εργατικού κινήματος γύρω από νέες μορφές κοινωνικοποίησης και πολιτικής και πολιτισμικής οργάνωσης. Ήταν μια τραγωδία. Εδώ εμφανίζεται η συνέχεια του σύντομου αιώνα στην εποχή που ζούμε τώρα. Υπήρξε η βούληση της αριστεράς να περιορίσει το πολιτικό πλαίσιο σε ό,τι διέθετε.
C: Και τι διέθετε εκείνη η αριστερά;
N: Μια ισχυρή εικόνα που ήταν, ωστόσο, ανεπαρκής από τότε. Μυθοποίησε τη φιγούρα του βιομηχανικού εργάτη χωρίς να καταλάβει ότι αυτός επιθυμούσε κάτι άλλο. Δεν ήθελε να βολευτεί στο εργοστάσιο του Agnelli, αλλά να καταστρέψει την οργάνωσή του. Ήθελε να κατασκευάσει αυτοκίνητα για να τα προσφέρει στους άλλους χωρίς να υποδουλώσει κανέναν. Στη Μαργκέρα δεν θα ήθελε να πεθάνει από καρκίνο ούτε να καταστρέψει τον πλανήτη. Βασικά αυτό έγραψε ο Μαρξ στην Κριτική του Προγράμματος της Γκότα: ενάντια στη χειραφέτηση μέσω της εμπορευματοποιημένης εργασίας στη σοσιαλδημοκρατία και για την απελευθέρωση της εργασιακής δύναμης από την εμπορευματοποιημένη εργασία. Είμαι πεπεισμένος ότι η κατεύθυνση που πήρε η Κομμουνιστική Διεθνής –ξεκάθαρα και τραγικά με τον σταλινισμό- και στη συνέχεια με ολοένα και πιο αντιφατικό και βίαιο τρόπο – κατέστρεψε την επιθυμία η οποία είχε κινητοποιήσει γιγαντιαίες μάζες. Σε όλη την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος αυτή ήταν η μάχη.
C: Τι συγκρούονταν σε εκείνο το πεδίο μάχης;
N: Από τη μια πλευρά, υπήρχε η ιδέα της απελευθέρωσης. Στην Ιταλία φωτίστηκε από την αντίσταση κατά του ναζιφασισμού. Η ιδέα της απελευθέρωσης προβλήθηκε στο ίδιο το Σύνταγμα όπως εμείς οι νέοι την ερμηνεύαμε τότε. Και σε αυτή την υπόθεση δεν θα υποτιμούσα την κοινωνική εξέλιξη της Καθολικής Εκκλησίας που κορυφώθηκε με τη Β’ Σύνοδο του Βατικανού. Από την άλλη, υπήρχε ο ρεαλισμός που κληρονόμησε το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα από τη Σοσιαλδημοκρατία, ο ρεαλισμός των ποικίλων οπαδών – κάθε τύπου – του Amendola[3] και του Togliatti.[4] Όλα άρχισαν να καταρρέουν στη δεκαετία του 1970, ενώ, αντίθετα, υπήρχε η δυνατότητα να εφεύρουμε μια νέα μορφή ζωής, έναν νέο τρόπο να είμαστε κομμουνιστές.
C: Συνεχίζεις να αποκαλείς τον εαυτό σου κομμουνιστή. Τι σημαίνει σήμερα;
N: Αυτό που σήμαινε για μένα κι όταν ήμουν νέος: να γνωρίσω ένα μέλλον στο οποίο θα είχαμε κατακτήσει τη δύναμη να είμαστε ελεύθεροι, να δουλεύουμε λιγότερο, να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Ήμασταν πεπεισμένοι ότι αστικές έννοιες όπως η ελευθερία, η ισότητα και η αδελφότητα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν στα συνθήματα της συνεργασίας, της αλληλεγγύης, της ριζοσπαστικής δημοκρατίας και της αγάπης. Το πιστεύαμε και το πράξαμε, και ήταν αυτό που σκεφτόταν η πλειοψηφία που ψήφιζε την αριστερά και την έκανε να υπάρχει. Όμως ο κόσμος ήταν και είναι ανυπόφορος, έχει μια αντιφατική σχέση με τις ουσιαστικές αρετές της συμβίωσης. Ωστόσο, αυτές οι αρετές δεν χάνονται, αποκτώνται μέσω της συλλογικής πρακτικής και συνοδεύονται από τον μετασχηματισμό της ιδέας της παραγωγικότητας που δεν σημαίνει παραγωγή περισσότερων αγαθών στον λιγότερο δυνατό χρόνο, ούτε διεξαγωγή ακόμη πιο καταστροφικών πολέμων. Αντιθέτως, χρησιμεύει για να δώσει φαγητό σε όλους, να εκσυγχρονίσει, να κάνει τους ανθρώπους χαρούμενους. Ο κομμουνισμός είναι ένα χαρούμενο, ηθικό και πολιτικό συλλογικό πάθος που μάχεται ενάντια στην τριάδα της ιδιοκτησίας, των συνόρων και του κεφαλαίου.
C: Η σύλληψη που έγινε στις 7 Απριλίου 1979, την πρώτη στιγμή της καταστολής του κινήματος της Εργατικής Αυτονομίας, ήταν καθοριστική. Για διαφορετικούς λόγους, κατά τη γνώμη μου, ήταν και για την ιστορία της εφημερίδας Il Manifesto χάρη σε ένα δυναμικό κίνημα για τη συνταγματική κατοχύρωση των δικαιωμάτων που κράτησε χρόνια, μια μοναδική δημοσιογραφική υπόθεση που διεξήχθη με τους ακτιβιστές των κινημάτων, μια ομάδα θαρραλέων διανοουμένων και το Ριζοσπαστικό Κόμμα. Οκτώ χρόνια αργότερα, στις 9 Ιουνίου 1987, όταν κατεδαφίστηκε το κάστρο των αβάσιμων κατηγοριών, η Rossana Rossanda έγραψε ότι ήταν μια «όψιμη, μερική αποκατάσταση ενός ανεπανόρθωτου λάθους». Τι σημαίνουν όλα αυτά για σένα σήμερα;
N: Ήταν πάνω από όλα το σημάδι μιας φιλίας που δεν διαψεύσθηκε ποτέ. Η Rossana για εμάς ήταν ένα άτομο απίστευτης γενναιοδωρίας. Ακόμα κι αν, σε κάποιο σημείο, σταμάτησε και αυτή. Δεν μπορούσε να καταλογίσει στο PCI (Ιταλικό Κομουνιστικό Κόμμα) αυτό που είχε καταλήξει να είναι το PCI.
C: Τι είχε καταλήξει να είναι;
N: Ένας καταπιεστής. Κατακρεούργησε όσους κατήγγειλαν το χάλι στο οποίο είχε μπλέξει το ίδιο. Εκείνα τα χρόνια ήμασταν πολλοί αυτοί που το λέγαμε. Υπήρχε ένας άλλος δρόμος, που περνούσε από το να αφουγκραζόμαστε την εργατική τάξη, το φοιτητικό κίνημα, το γυναικείο κίνημα, όλες τις νέες μορφές με τις οποίες οργανώνονταν τα κοινωνικά, πολιτικά και δημοκρατικά πάθη. Εμείς προτείναμε μια εναλλακτική με ειλικρινή, καθαρό και μαζικό τρόπο. Ήμασταν μέρος ενός τεράστιου κινήματος που κατέκλυζε τα μεγάλα εργοστάσια, τα σχολεία, τις γενιές. Η περιχαράκωση του PCI οδήγησε στη γέννηση των τρομοκρατικών εξτρεμισμών. Αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Εμείς πληρώσαμε για όλα και πληρώσαμε ακριβά. Μόνο εγώ έκανα συνολικά δεκατέσσερα χρόνια εξορία και εντεκάμισι χρόνια φυλακή. Η εφημερίδα Il Manifesto πάντα υπερασπιζόταν την αθωότητά μας. Ήταν εντελώς ηλίθιο ότι εγώ ή άλλοι από την Εργατική Αυτονομία θεωρηθήκαμε απαγωγείς του Άλντο Μόρο ή δολοφόνοι συντρόφων. Ωστόσο, στην εκστρατεία για την αθώωσή μας που ήταν θαρραλέα και σημαντική, παραγνωρίστηκε μια ουσιαστική πτυχή.
C: Ποια;
N: Ήμασταν πολιτικά υπεύθυνοι για ένα πολύ ευρύτερο κίνημα ενάντια στον ιστορικό συμβιβασμό μεταξύ του PCI και του DC. Υπήρξε μια απάντηση της αστυνομίας από τη δεξιά εναντίον μας και αυτό είναι κατανοητό. Αυτό που δεν θέλει κανείς να καταλάβει ήταν η κάλυψη που έδωσε το PCI σε αυτή την απάντηση. Κατά βάθος φοβόντουσαν ότι θα άλλαζε ο ταξικός πολιτικός ορίζοντας. Αν δεν αντιλαμβάνεστε αυτόν τον ιστορικό κόμπο, πώς μπορείτε να παραπονιέστε για την ανυπαρξία της αριστεράς σήμερα στην Ιταλία;
C: Η 7η Απριλίου και το λεγόμενο «θεώρημα Calogero»,[5] έχουν θεωρηθεί ένα βήμα για τη στροφή ενός όχι μικρού τμήματος της αριστεράς προς τις διαδικασίες δικαστικού τύπου και στην ανάθεση της πολιτικής στο δικαστικό σώμα. Πώς ήταν δυνατόν να πιαστούν σε μια τέτοια παγίδα;
N: Όταν το PCI αντικατέστησε την κεντρική θέση της ηθικής πάλης με την οικονομική και πολιτική, και το έκανε μέσω δικαστών που έλκονταν από τον χώρο του, τερμάτισε το ταξίδι του. Αυτοί πίστευαν πραγματικά ότι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα δικαστήρια για να οικοδομήσουν τον σοσιαλισμό; Τα δικαστήρια είναι ένα από τα πιο αγαπητά πράγματα στην αστική τάξη. Είναι μια καταστροφική και τραγική ψευδαίσθηση που μας εμποδίζει να δούμε την ταξική χρήση του νόμου, της φυλακής ή της αστυνομίας εναντίον των λαϊκών τάξεων. Εκείνα τα χρόνια άλλαξαν και οι νέοι δικαστές. Ήταν πολύ διαφορετικοί πριν. Τους αποκαλούσαν «πραίτωρες της επίθεσης». Θυμάμαι τα πρώτα τεύχη του περιοδικού Δημοκρατία και Δίκαιο στα οποία δούλεψα κι εγώ. Με γέμιζαν χαρά γιατί μιλούσαμε για τη δικαιοσύνη των μαζών. Μετά η ιδέα της δικαιοσύνης διολίσθησε στις έννοιες της «νομιμότητας» και της νομιμοποίησης. Και στο δικαστικό σώμα δεν υπάρχει πλέον ούτε δείγμα πολιτικής θέσης, παρά μόνο ευκαιριακές συμμαχίες διαφόρων τάσεων. Σήμερα, λοιπόν, έχουμε ένα σύνταγμα συρρικνωμένο σε ένα πακέτο κανόνων που δεν ανταποκρίνονται πλέον ούτε στην πραγματικότητα της χώρας.
C: Στη φυλακή συνεχίσατε τον πολιτικό αγώνα. Το 1983 γράψατε ένα ντοκουμέντο στη φυλακή, που δημοσιεύτηκε από το Il Manifesto, με τίτλο «Do You remember revolution». Γινόταν λόγος για την πρωτοτυπία του ιταλικού 1968, για τα κινήματα της δεκαετίας του 1970 που δεν μπορούν να περιοριστούν στα «μολυβένια χρόνια». Πώς τα έζησες εκείνα τα χρόνια;
N: Αυτό το ντοκουμέντο έλεγε, με κάποια συστολή, σημαντικά πράγματα. Νομίζω ότι λέει λίγο πολύ αυτά που μόλις ανέφερα. Ήταν μια σκληρή περίοδος. Εμείς ήμασταν μέσα, έπρεπε να βγούμε με κάποιο τρόπο. Ομολογώ ότι μέσα σε αυτόν τον τεράστιο πόνο ήταν καλύτερο για μένα να μελετήσω τον Σπινόζα παρά να σκέφτομαι την παράλογα ζοφερή κατάσταση στην οποία ήμασταν κλεισμένοι. Έγραψα ένα μεγάλο βιβλίο για τον Σπινόζα και αυτό ήταν ένα είδος ηρωικής πράξης. Δεν μπορούσα να έχω περισσότερα από πέντε βιβλία στο κελί μου. Επίσης, με υποχρέωναν σε συνεχείς μεταγωγές από ειδική φυλακή σε ειδική φυλακή: Rebibbia, Palmi, Trani, Fossombrone, Rovigo. Κάθε φορά σε ένα νέο κελί με νέους ανθρώπους. Να περιμένω μέρες και να ξεκινώ από την αρχή. Το μόνο βιβλίο που είχα μαζί μου ήταν η Ηθική του Σπινόζα. Ήταν τύχη που τελείωσα το κείμενό μου πριν από την εξέγερση στο Trani το 1981, όταν οι ειδικές δυνάμεις κατέστρεψαν τα πάντα. Είμαι ευτυχής που προκάλεσε έναν κραδασμό στην ιστορία της φιλοσοφίας.
C: Το 1983 εκλέχτηκες βουλευτής και βγήκες από τη φυλακή για λίγους μήνες. Τι σκέφτεσαι για τη στιγμή που ψήφισαν να επιστρέψεις στη φυλακή και εσύ αποφάσισες να εξοριστείς στη Γαλλία;
Ν: Ακόμα υποφέρω πολύ από αυτό. Αν πρέπει να δώσω μια ιστορική και αποστασιοποιημένη κρίση, νομίζω ότι είχα δίκιο που έφυγα. Στη Γαλλία ήμουν χρήσιμος στη δημιουργία σχέσεων μεταξύ των γενεών και, επίσης, μελέτησα. Είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ με τον Félix Guattari και κατάφερα να μπω στις συζητήσεις της εποχής. Με βοήθησε πάρα πολύ να καταλάβω τη ζωή των Sans Papiers. Ήμουν κι εγώ ένας από αυτούς, δίδαξα παρόλο που δεν είχα ταυτότητα. Με βοήθησαν οι σύντροφοί μου από το Πανεπιστήμιο του Παρισιού 8. Αλλά, από την άλλη μεριά, λέω στον εαυτό μου ότι έκανα λάθος. Είμαι βαθιά συγκλονισμένος από το γεγονός ότι άφησα τους συντρόφους μου στη φυλακή, αυτούς με τους οποίους έζησα τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου και τις εξεγέρσεις στα τέσσερα χρόνια της προληπτικής κράτησης. Το ότι τους άφησα, ακόμα με πληγώνει. Αυτή η φυλακή κατέστρεψε τις ζωές αγαπημένων συντρόφων και συχνά τις οικογένειές τους. Σώθηκα και είμαι ενενήντα. Δεν με κάνει πιο γαλήνιο μπροστά σε αυτό το δράμα.
C: Και η Rossanda σε επέκρινε επίσης…
Ν: Ναι, μου ζήτησε να συμπεριφερθώ σαν τον Σωκράτη. Εγώ της απάντησα ότι κινδύνευα πραγματικά να καταλήξω σαν τον φιλόσοφο. Μέσα στη φυλακή, η κατάσταση ήταν τέτοια που θα μπορούσα να είχα πεθάνει. Ο Pannella με έβγαλε ουσιαστικά από τη φυλακή και μετά μου έριξε όλες τις ευθύνες του κόσμου επειδή δεν ήθελα να επιστρέψω. Υπήρξαν πολλοί που με εξαπάτησαν. Η Rossana με είχε ήδη προειδοποιήσει τότε, και ίσως είχε δίκιο.
C: Υπήρξε άλλη μια φορά που το έκανε αυτό;
Ν: Ναι, όταν μου είπε να μην επιστρέψω από το Παρίσι στην Ιταλία το 1997 μετά από 14 χρόνια εξορίας. Την είδα για τελευταία φορά πριν φύγω σε ένα καφέ κοντά στο μουσείο Cluny, το Μεσαιωνικό Εθνικό Μουσείο. Μου είπε ότι θα ήθελε να με δέσει με μια αλυσίδα για να με εμποδίσει να μπω σε εκείνο το αεροπλάνο.
C: Τότε γιατί αποφάσισες να επιστρέψεις στην Ιταλία;
N: Ήμουν αποφασισμένος να δώσω μια μάχη για την αμνηστία για όλους τους συντρόφους της δεκαετίας του εβδομήντα. Τότε με το σύστημα «Bicamerale» (Γερουσία-Κοινοβούλιο), φαινόταν πιθανό. Έκανα έξι χρόνια φυλακή μέχρι το 2003. Ίσως η Rossana να είχε δίκιο.
C: Πώς τη θυμάσαι σήμερα;
Ν: Θυμάμαι την τελευταία φορά που την είδα στο Παρίσι. Μια γλυκύτατη φίλη, που ανησυχούσε για τα ταξίδια μου στην Κίνα, φοβόταν ότι θα πληγωνόμουν. Ήταν υπέροχος άνθρωπος τότε και πάντα.
C: Η Anna Negri, η κόρη σου, έγραψε το «Con un piede impigliato nella storia» (Με ένα πόδι μπλεγμένο στην ιστορία) (DeriveApprodi) που αφηγείται αυτή την ιστορία από τη σκοπιά των αγαπημένων σου προσώπων και τη σκοπιά μιας άλλης γενιάς.
Ν: Έχω τρία υπέροχα παιδιά την Anna, τον Francesco και τη Nina που υπέφεραν ανείπωτα γι αυτό που συνέβη. Παρακολούθησα τη σειρά του Bellocchio για τον Moro και συνεχίζω να εκπλήσσομαι που κατηγορήθηκα για αυτή την απίστευτη τραγωδία. Σκέφτομαι τα δύο πρώτα μου παιδιά, που πήγαιναν σχολείο. Κάποιος θα τα έβλεπε σαν τα παιδιά ενός τέρατος. Αυτά τα παιδιά, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έχουν υπομείνει τεράστια γεγονότα. Έφυγαν από την Ιταλία και γύρισαν, πέρασαν αυτόν τον μακρύ χειμώνα σε πρώτο κιόλας πρόσωπο. Το λιγότερο που μπορούν να έχουν είναι λίγος θυμός για τους γονείς που τους έφεραν σε αυτή την κατάσταση. Και εγώ έχω κάποια ευθύνη σε αυτή την ιστορία. Ξαναγίναμε φίλοι. Αυτό για μένα είναι ένα δώρο απέραντης ομορφιάς.
C: Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, που συμπίπτουν με τα νέα παγκόσμια κινήματα, και μετά ενάντια στον πόλεμο, απέκτησες μεγάλη αναγνωρισιμότητα μαζί με τον Michael Hardt ξεκινώντας από το βιβλίο « Impero». Πώς θα όριζες σήμερα, σε μια εποχή επιστροφής στην αυστηρή εξειδίκευση και στις αντιδραστικές και ελιτίστικες ιδέες, τη σχέση μεταξύ της φιλοσοφίας και της στράτευσης;
Ν: Μου είναι δύσκολο να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση. Όταν μου λένε ότι έχω κάνει έργο, απαντώ: Έργο; Μιούζικαλ; Το συνειδητοποιείς; Μου ‘ρχεται να ξεκαρδιστώ. Γιατί είμαι περισσότερο ένας στρατευμένος παρά ένας φιλόσοφος. Φαίνεται αστείο, αλλά εγώ με βλέπω σαν τον Παπαγκένο…
C: Δεν υπάρχει αμφιβολία, όμως, ότι έχεις γράψει πολλά βιβλία…
Ν: Είχα την τύχη να βρεθώ στα μισά του δρόμου ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη στράτευση. Στις καλύτερες περιόδους της ζωής μου πέρναγα συνεχώς από το ένα στο άλλο. Αυτό μου επέτρεψε να καλλιεργήσω μια κριτική σχέση με την καπιταλιστική θεωρία της εξουσίας. Εστιάζοντας στον Μαρξ, πήγα από τον Χομπς στον Χάμπερμας, περνώντας από τον Καντ, τον Ρουσώ και τον Χέγκελ. Άνθρωποι πολύ σοβαροί για να μπορέσουμε να τους αντιτεθούμε. Από την άλλη, η γραμμή Μακιαβέλι-Σπινόζα-Μαρξ ήταν μια πραγματική εναλλακτική. Επαναλαμβάνω: για μένα η ιστορία της φιλοσοφίας δεν είναι ένα είδος ιερού κειμένου που έχει ζυμώσει όλη τη δυτική γνώση, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Χάιντεγκερ, με τον αστικό πολιτισμό και έτσι μετέδωσε λειτουργικές έννοιες στην εξουσία. Η φιλοσοφία είναι μέρος της κουλτούρας μας, αλλά θα πρέπει να χρησιμοποιείται για αυτό που εξυπηρετεί, δηλαδή για να μεταμορφώσει τον κόσμο και να τον κάνει πιο δίκαιο. Ο Ντελέζ μιλούσε για τον Σπινόζα και επαναλάμβανε την εικονογραφία που τον εμφάνιζε στον ρόλο του Masaniello.[6] Μακάρι να ήταν αλήθεια για μένα. Ακόμα και τώρα που είμαι ενενήντα συνεχίζω να έχω αυτή τη σχέση με τη φιλοσοφία. Δεν είναι εύκολο να ζω ως στρατευμένος, ωστόσο καταφέρνω να γράφω και να ακούω, σε ένα καθεστώς εξορίας.
C: Εξόριστος, ακόμα και σήμερα;
N: Εν μέρει ναι. Είναι μια διαφορετική εξορία όμως. Εξαρτάται από το γεγονός ότι οι δύο κόσμοι στους οποίους ζω, η Ιταλία και η Γαλλία, έχουν πολύ διαφορετικές κινηματικές δυναμικές. Στη Γαλλία, ο εργατισμός δεν είχε μεγάλη απήχηση, ακόμα κι αν σήμερα ανακαλύπτεται ξανά. Η κινηματική αριστερά στη Γαλλία καθοδηγούνταν πάντα από τον τροτσκισμό ή τον αναρχισμό. Τη δεκαετία του 1990, με το περιοδικό Futur antérieur, με τον φίλο και σύντροφο Jean-Marie Vincent, είχαμε βρει ένα συνταίριασμα μεταξύ αριστερισμού και εργατισμού. Λειτούργησε για περίπου δέκα χρόνια. Αλλά το κάναμε πολύ προσεκτικά. Αφήσαμε την κρίση για τη γαλλική πολιτική στους Γάλλους συντρόφους. Το μόνο σημαντικό άρθρο που γράφτηκε από Ιταλούς στο περιοδικό ήταν αυτό για τη μεγάλη απεργία των σιδηροδρομικών του ’95, που έμοιαζε πολύ με τους ιταλικούς αγώνες.
C: Γιατί ο εργατισμός έχει παγκόσμια απήχηση σήμερα;
Ν: Γιατί ανταποκρίνεται στην ανάγκη για αντίσταση και ανάκαμψη των αγώνων, όπως συμβαίνει και με άλλα ανταγωνιστικά κινήματα με τα οποία συνομιλεί: τον φεμινισμό, την πολιτική οικολογία, τη μετααποικιακή κριτική για παράδειγμα. Επιπλέον, γιατί δεν είναι το δεκανίκι κανενός. Ούτε ήταν ποτέ ένα κεφάλαιο στην ιστορία του PCI, όπως αυταπατώνται μερικοί. Αντίθετα, έχει μια συγκεκριμένη αντίληψη για την ταξική πάλη και την κυριαρχία που συσσωματώνει την εξουσία γύρω από τον ιδιοκτησιακό, τον εργοδοτικό και τον καπιταλιστικό πόλο. Αλλά η εξουσία είναι πάντα διασπασμένη, και είναι πάντα έκθετη, ακόμα κι όταν φαίνεται συμπαγής και αδιαπέραστη. Όλη η θεωρία της εξουσίας ως επέκταση της κυριαρχίας και της ισχύος, που έγινε από τη Σχολή της Φρανκφούρτης και τις πρόσφατες εξελίξεις της, είναι ψευδής, ακόμα κι αν, δυστυχώς, παραμένει ηγεμονική. Ο εργατισμός ανατρέπει αυτή τη βίαιη ανάγνωση. Είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος εργασίας και σκέψης. Ξαναπιάνει την ιστορία από τα κάτω, αυτή που φτιάχνεται από τις μεγάλες μάζες που κινητοποιούνται, αναζητά τη μοναδικότητα σε μια ανοιχτή και παραγωγική διαλεκτική.
C: Οι συνεχείς αναφορές σου στον Φραγκίσκο της Ασίζης πάντα με εντυπωσίαζαν. Από πού πηγάζει αυτό το ενδιαφέρον για τον άγιο και γιατί τον πήρες ως παράδειγμα της χαράς τού να είσαι κομμουνιστής;
Ν: Από μικρό με κορόϊδευαν που χρησιμοποιούσα τη λέξη αγάπη. Με θεωρούσαν ποιητή ή ονειροπαρμένο. Εγώ, από την άλλη πλευρά, πάντα πίστευα ότι η αγάπη ήταν το θεμελιώδες πάθος που κρατά στα πόδια του το ανθρώπινο είδος. Μπορεί να γίνει όπλο ζωής. Προέρχομαι από μια οικογένεια που ήταν πολύ φτωχή στη διάρκεια του πολέμου και μου δίδαξε μια αγάπη που μου δίνει ζωή ακόμα και σήμερα. Ο Άγιος Φραγκίσκος είναι βασικά ένας αστός που ζει σε μια περίοδο κατά την οποία εκμεταλλεύεται τη δυνατότητα να μεταμορφώσει την ίδια την αστική τάξη και να δημιουργήσει έναν κόσμο στον οποίο οι άνθρωποι αγαπούν ο ένας τον άλλον και αγαπούν όλα τα ζωντανά πλάσματα.
Η αναφορά σε αυτόν, για μένα, είναι σαν την αναφορά στους Ciompi[7] του Μακιαβέλι. Ο Francesco είναι η αγάπη εναντίον της ιδιοκτησίας. Ακριβώς αυτό που θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει τη δεκαετία του 1970, αντιστρέφοντας αυτήν την ανάπτυξη και δημιουργώντας έναν νέο τρόπο παραγωγής. Δεν τον ακολουθήσαμε ποτέ στην πράξη επαρκώς τον Φραγκίσκο, ούτε έχει ληφθεί δεόντως υπόψη η σημασία που είχε ο φραγκισκανισμός στην ιταλική ιστορία. Τον αναφέρω γιατί θέλω λέξεις όπως αγάπη και χαρά να μπουν στην πολιτική γλώσσα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Από την παιδική ηλικία στα χρόνια του πολέμου στη φιλοσοφική μαθητεία και την κομμουνιστική στράτευση, από το ’68 στη σφαγή της Piazza Fontana, από την Potere Operaio στην αυτονομία και στο ’77, τη σύλληψη, την εξορία. Και πάλι στη φυλακή μέχρι την ελευθερία. Ο Toni Negri τα αφηγήθηκε όλα αυτά με τον Girolamo De Michele σε τρεις αυτοβιογραφικούς τόμους Storia di un comunista /Galera ed esilio. Storia di un comunista/ Da Genova a domani. Storia di un comunista (Ponte alle Grazie). Με τον Michael Hardt, καθηγητή λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Duke των Ηνωμένων Πολιτειών, έγραψε, μεταξύ άλλων, αμφιλεγόμενα και ευρέως διαδεδομένα έργα: Impero, Multitudine, Comune (Rizzoli) και Assemblea (Ponte alle Grazie). Για τον αγγλοαμερικανικό εκδότη Polity Books έχει εκδώσει, μεταξύ άλλων, έξι τόμους γραπτών, μεταξύ των οποίων το The Common, Marx in Movement, Marx and Foucault.
Στην Ιταλία οι εκδόσεις DeriveApprodi αναδημοσίευσαν το κλασικό «Spinoza». Για τον ίδιο εκδοτικό οίκο: I libri del rogo, Pipe Line, Arte e multitudo (επιμέλεια N. Martino), Settanta (με τη Raffaella Battaglini). Από τις εκδόσεις Mimesis η νέα έκδοση του Lenta ginestra. Saggio sull’ontologia di Giacomo Leopardi. Από τις εκδόσεις Ombre Corte, μεταξύ άλλων, Dall’operaio massa all’operaio sociale (επιμέλεια P. Pozzi-R. Tomassini), Dentro/contro il diritto sovrano (με τον G. Allegri), Il lavoro nella costituzione (με τον A Zanini).
…………………………………………………………………………………………
Από τον ερχόμενο Οκτώβριο, το Manifestolibri θα αναδημοσιεύει τους τίτλους του καταλόγου με έναν νέο πρόλογο: L’inchiesta metropolitana e altri scritti sociologici, που επιμελήθηκαν οι Alberto De Nicola και Paolo Do, Marx oltre Marx (πρόλογος του Sandro Mezzadra), Trentatré Lezioni su Lenin (Giso Amendola), Potere Costituente (Tania Rispoli), Descartes politico (Marco Assennato), Kairos, Alma Venus, moltitudo (Judith Revel), Il lavoro di Dioniso, με τον Michael Hardt (Francesco Raparelli)
[1] Rossana Rossanda (1924 —2020) πολιτικός της Αριστεράς, δημοσιογράφος και φεμινίστρια.
[2] Στις 3 Ιουλίου 1969, η «Συνέλευση εργαζομένων-φοιτητών», άσχετη και σε σύγκρουση με το εργατικό συνδικάτο, συγκεντρώνει αρκετές χιλιάδες εργαζόμενων και φοιτητών μπροστά στην θύρα 2 της Μιραφιόρι. Διαμαρτύρονται για την αύξηση των ενοικίων και τις μαζικές εξώσεις. Η πορεία στοχεύει στο κέντρο της πόλης, αλλά δεν θα ξεκινήσει ποτέ. Η αστυνομία, παρούσα με μεγάλες δυνάμεις, επιτίθεται στους διαδηλωτές με ακραία βία. Οι εργάτες διαλύονται, αλλά στη συνέχεια ανασυντάσσονται στο Corso Traiano…
[3] Giorgio Amendola (1907 – 1980), παρτιζάνος, πολιτικός και συγγραφέας. Υπήρξε σημείο αναφοράς του μεταρρυθμιστικού ρεύματος του κομουνιστικού κόμματος, που ήλπιζε σε στενή συνεργασία με τους σοσιαλιστές.
[4] Palmiro Togliatti (1893 – 1964), γενικός γραμματέας του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος από το 1927 έως το θάνατό του.
[5] Η Δίκη της 7ης Απριλίου ήταν μια σειρά από ποινικές δίκες εναντίον μελών και υποτιθέμενων υποστηρικτών της Autonomia Operaia μεταξύ του 1979 και του 1988, μετά την κλιμάκωση του «αγώνα κατά της τρομοκρατίας». Είχε προηγηθεί η απαγωγή και η εκτέλεση του Aldo Moro από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες (1978). Η κατηγορία που διατύπωσε η Εισαγγελία της Πάντοβα ήταν ότι η Autonomia ήταν το νομικό πρόσωπο μιας πιο περίπλοκης μυστικής οργάνωσης, αναπόσπαστο μέρος της κόκκινης τρομοκρατίας και συνδεδεμένη με τις BR (Ερυθρές Ταξιαρχίες). Ο δικαστής Pietro Calogero, πρωταγωνιστής της έρευνας, έγινε διάσημος για ένα θεώρημα που του αποδόθηκε, το οποίο συνέδεε τις ευθύνες ορισμένων πανεπιστημιακών καθηγητών που κήρυτταν την ανατροπή (τους αποκαλούσαν «professorini») με τρομοκρατικές ενέργειες.
[6] Masaniello (ψευδώνυμο του Tomaso Aniello) Ναπολιτάνος capopopolo (Νάπολη 1620-1647). Στο ξέσπασμα της ναπολιτάνικης εξέγερσης στις 7 Ιουλίου 1647 ο Μasaniello ήταν επικεφαλής μερικών νεαρών, που συγκεντρώθηκαν στην Piazza Mercato για να γιορτάσουν τη νίκη κατά των Τούρκων με μια συμβολική μάχη. Εκείνη την ημέρα οι καταστηματάρχες αρνήθηκαν να πληρώσουν τον φόρο στα φρούτα που επέβαλαν οι Ισπανοί. Ακολούθησε μια συμπλοκή που ξεσήκωσε όλες τις λαϊκές γειτονιές δίπλα στην αγορά. Με αρχηγό τον Masaniello εισέβαλαν στο παλάτι, άνοιξαν τις φυλακές και κατέστρεψαν τα τελωνεία.
[7] ciómpo [αβέβαιη ετυμολογία]. Όνομα με το οποίο ορίζονταν στη Φλωρεντία τον 14ο αιώνα οι μισθωτοί σε όλα τα επαγγέλματα ή εκείνοι που εκτελούσαν ταπεινά καθήκοντα εκτός των επαγγελματιών, αλλά κυρίως οι εργάτες που απασχολούνταν στο εμπόριο μαλλιού. Tumulto dei ciompi, η εξέγερση που έγινε από τους ciompi στη Φλωρεντία το 1378, με επικεφαλής τον Michele di Lando.
Πηγή: ilmanifesto.it