Τον άκρως επίκαιρο ιδεολογικά, πολιτικά και διαχρονικά υψηλής αισθητικής Μεγάλο δικτάτορα («The Great Dictator» 1940, ασπρόμαυρο ΗΠΑ) παρουσιάζουν στην υπό ίδρυση άτυπη κινηματογραφική τους λέσχη στα πλαίσια του αφιερώματος Κωμωδία και μαύρη σάτιρα, οι απολυμένοι των τριών ραδιοφώνων (102FM, 9,58, βραχέα) τη Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου στις 9 το βράδυ. Η προβολή είναι δωρεάν, γίνεται στον πεζόδρομο της Αγγελάκη 2 με τη συμπαράσταση του ΚΕΜΕΣ και τη δωρεάν παροχή της κλασικής ταινίας (νέα κόπια αναπαλαιωμένη) από τη NewStar και τον κ. Βελισσάριο Κοσυβάκη. Την ταινία θα προλογίσει ο Αλέξης Ν. Δερμεντζόγλου, ενώ στους θεατές θα διανεμηθεί έντυπη ανάλυση του Στράτου Κερσανίδη.
Σενάριο – σκηνοθεσία: Τσάρλι Τσάπλιν
Πρωταγωνιστούν: Τσάρλι Τσάπλιν, Πολέτ Γκοντάρ, Τζακ Όουκι.
Το φιλμ προτάθηκε για 5 Όσκαρ: Καλύτερης ταινίας, σεναρίου (Τσάρλι Τσάπλιν), α’ ανδρικού ρόλου (Τσάρλι Τσάπλιν), β’ ανδρικού (Τζακ Όουκι) και μουσικής.
Σε μια φανταστική χώρα (υπάρχει σαφέστατη αναφορά στην τότε Γερμανία) ο δικτάτορας Χίνκελ (παραπέμπει σαφώς στον Χίτλερ) παρουσιάζει μια τρομερή ομοιότητα μ’ έναν έντιμο και χαμηλότονο Εβραίο κουρέα. Αυτή η ομοιότητα θα δημιουργήσει αφάνταστες περιπλοκές. Και στην πραγματικότητα οι ομοιότητες Τσάπλιν- Χίτλερ ήταν χαρακτηριστικές.
Αυτή η ταινία έσπρωξε πιο γρήγορα τις ΗΠΑ στον πόλεμο και απαγορεύθηκε άμεσα στη Γερμανία. Ιστορικός θα μείνει ο ανθρωπιστικός, ουμανιστικός λόγος του Τσάπλιν στο τέλος.
Κατά τα άλλα, είναι η πρώτη ομιλούσα ταινία του δημιουργού με εκπληκτικά γκαγκ, πολλά εκ των οποίων είναι λεκτικά, εξαιρετικούς ρόλους και βαθύτατο αντιπολεμικό, αντιρατσιστικό μήνυμα που την κάνει πάντα επίκαιρη.
Ιδού και η κριτική του Στράτου Κερσανίδη που θα διανεμηθεί στο κοινό.
«Μπορεί να έμοιαζε με κακόγουστο αστείο αλλά όπως αποδείχτηκε, δεν ήταν ούτε αστείο, ούτε κακόγουστο. Ο ναζισμός παρ’ όλη την ιδεοληπτική του γελοιότητα, κατόρθωσε να γοητεύσει ένα ολόκληρο έθνος, που ήταν βυθισμένο στην απόγνωση. Και είχε ως αποτέλεσμα εκείνο το κακόγουστο αστείο, σύντομα να μετατραπεί σε εφιάλτη που έσπειρε τον τρόμο και το θάνατο σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν ξεκίνησε την παραγωγή του Μεγάλου δικτάτορα» το 1937, όταν διαπιστώνοντας τη φυσική του ομοιότητα με τον Αδόλφο Χίτλερ και μαθαίνοντας τις παρανοϊκές πολιτικές του απόψεις, αποφάσισε να τον πολεμήσει με τον τρόπο του. Την εποχή εκείνη λίγοι είχαν πάρει στα σοβαρά το Γερμανό δικτάτορα, μάλιστα στις ΗΠΑ αλλά και σε άλλες χώρες της Δύσης, μάλλον τον αντιμετώπιζαν θετικά, αφού ως βασικό τους εχθρό θεωρούσαν τη Σοβιετική Ένωση. Αργότερα ο Τσάπλιν μαθαίνοντας σε όλη τους την έκταση τα αποτελέσματα της ναζιστικής θηριωδίας, δήλωσε πως δε θα μπορούσε να αστειευτεί με τη φονική της παράνοια. Η πρεμιέρα της ταινίας έγινε στις 15 Οκτωβρίου του 1940 και η προβολή της απαγορεύτηκε, όπως ήταν φυσικό, στη Γερμανία και τις κατεχόμενες χώρες, την Ιταλία του Μουσολίνι και την Ισπανία του Φράνκο.
Το σενάριο του Τσάπλιν είναι βασισμένο σε μία «παρεξήγηση» που έχουμε δει και σε άλλες ταινίες: την ομοιότητα δύο ανθρώπων. Στο «Μεγάλο δικτάτορα» οι δύο άνθρωποι που μοιάζουν σα δύο σταγόνες νερό, είναι ο Αντενόιντ Χίνκελ, ηγέτης της Τομανίας, και ένας ταπεινός εβραίος κουρέας. Παρακολουθούμε τις παράλληλες πορείες των δύο ανδρών, μέχρι τη στιγμή που ο κουρέας, από παρεξήγηση, παίρνει τη θέση του Χίνκελ και βγάζει ένα συγκλονιστικό λόγο με τον οποίο ο σκηνοθέτης καταθέτει ξεκάθαρη την άποψή του εναντίον του ναζισμού και του φασισμού και υπέρ της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης. Η ομιλία αυτή αποτελεί την κορύφωση της ταινίας και είναι μία από τις σκηνές που έχουν περάσει στην κινηματογραφική ανθολογία. Λέει, μεταξύ άλλων, ο κουρέας: «(…) αυτή τη στιγμή, η φωνή μου φτάνει στα αυτιά εκατομμυρίων ανθρώπων, απελπισμένων γυναικών, παιδιών, που είναι θύματα ενός συστήματος που ξέρει μόνο να βασανίζει και να φυλακίζει αθώους ανθρώπους. Σε αυτούς που με ακούνε, λέω: Μην απελπίζεστε. Η τωρινή μας δυστυχία δεν είναι παρά το πέρασμα της πλεονεξίας και της σκληρότητας εκείνων που φοβούνται την πρόοδο του ανθρώπου. (…) Στο όνομα της δημοκρατίας, ας χρησιμοποιήσουμε αυτή τη δύναμη, ας ενωθούμε! Ας αγωνιστούμε για ένα καινούργιο κόσμο, με ευκαιρίες και δουλειά για όλους, μέλλον για τους νέους, ασφάλεια για τους ηλικιωμένους. (…) Ας αγωνιστούμε για ένα κόσμο δικαίου, όπου η επιστήμη και η πρόοδος θα φέρουν ευτυχία σε όλους!(…)».
Η σκηνή που ο Τσάπλιν χορεύει μπαλέτο με την υδρόγειο θεωρείται σήμερα μια από τις σημαντικότερες στιγμές της κινηματογραφικής ιστορίας ενώ η ομιλία του κεντρικού ήρωα στο τέλος της ταινίας, όπου ο δημιουργός έμμεσα εκφράζει το όραμα του για την ανθρωπότητα, επίσης μνημονεύεται για το ανθρωπιστικό της μήνυμα. Ο Τσάπλιν είχε την ιδέα για τη δημιουργία της ταινίας όταν ο βρετανός σκηνοθέτης Αλεξάντερ Κόρντα, του επισήμανε τη φυσική ομοιότητά του με τον Χίτλερ. Αργότερα έμαθε μάλιστα ότι είχαν γεννηθεί με μια εβδομάδα διαφορά, είχαν περίπου το ίδιο ύψος και βάρος και ότι και οι δύο μεγάλωσαν μέσα στη φτώχεια, ώσπου κατάφεραν να πετύχουν ο καθένας στο χώρο του. Όταν πλέον ο Τσάπλιν άρχισε να πληροφορείται τις πολιτικές πεποιθήσεις του Χίτλερ που βασίζονταν στο ρατσισμό και τις επεκτατικές ιδέες, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει την ομοιότητά τους αυτή προκειμένου να επιτεθεί στο Χίτλερ μέσω της ταινίας.
Αυτό στο οποίο αξίζει να επιμείνουμε είναι το μήνυμα της ταινίας, η συνειδητή στράτευση του Τσάπλιν εναντίον του ολοκληρωτισμού, του εθνικισμού και του ρατσισμού. Δυστυχώς, το 2013, εν Ελλάδι, η ταινία αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα με τους θαυμαστές του Αδόλφου Χίτλερ να περνούν τις πόρτες του Κοινοβουλίου. Εγέρθητο!»