Γράφει ο Στράτος Κερσανίδης
«Το φασισμό βαθιά κατάλαβέ τον δε θα πεθάνει μόνος, τσάκισέ τον»Φώντας Λάδης
«Ο όγκος αφαιρέθηκε αλλά τα καρκινικά κύτταρα παραμένουν», υποστηρίζει ο Μιχαήλ Ρομ προς το τέλος της ταινίας του «Ο αληθινός φασισμός». Παραθέτοντας εικόνες από την εποχή που γύρισε την ταινία (1965), είκοσι χρόνια μετά τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη και τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ρομ καταλήγει στο συμπέρασμα πως δεν ξεμπερδέψαμε εντελώς με το τέρας και, δυστυχώς, η σημερινή πραγματικότητα δείχνει πως είχε απόλυτο δίκιο.
Το 1933, ο Βίλχελμ Ράιχ στο βιβλίο του «Η μαζική ψυχολογία του φασισμού» προσπαθούσε να εξηγήσει το ακατανόητο. Το πώς δηλαδή οι εξαθλιωμένες μάζες αντί να επαναστατήσουν υπέκυπταν στο λαϊκισμό του εθνικοσοσιαλισμού. Ήταν μία προσπάθεια επιστημονικής σύγκλισης του μαρξισμού με την ψυχολογία, μία προσέγγιση του φαινομένου όχι μόνον από κοινωνιολογική σκοπιά. Όταν το 1942 κυκλοφόρησε η 3η έκδοση του βιβλίου, ο Ράιχ είχε δει με απογοήτευση τις εξελίξεις στη Σοβιετική Ένωση και υποστήριζε πλέον πως ο φασισμός δεν περιορίζεται σε μερικά μόνον κράτη και κυβερνήσεις αλλά είναι ένα φαινόμενο της σύγχρονης μαζικής κοινωνίας.
Ο Ρομ με την ταινία του, ένα ντοκιμαντέρ που περιλαμβάνει υλικό από τα πολεμικά αρχεία της ΕΣΣΔ, της Γερμανίας και της Πολωνίας, αλλά και από τα απόρρητα αρχεία του χιτλερικού υπουργείου προπαγάνδας και ταινίες της Λένι Ρίφενσταλ, επιχειρεί μέχρι ένα βαθμό, ό,τι κι ο Ράιχ. Προσπαθεί να εξηγήσει πως ο φασισμός καταλύει τη λογική σκέψη και εισχωρεί στη συνείδηση των μαζών μέσα από το θυμικό, το συναίσθημα. Χρησιμοποιώ εδώ επίτηδες τη λέξη «μάζα» επειδή ήταν η αγαπημένη λέξη που χρησιμοποιούσε για το λαό ο Χίτλερ. Που δυστυχώς συχνά, μα πολύ συχνά, τη χρησιμοποιεί και η αριστερά.
Ο Ρομ προσπαθεί να ερμηνεύσει τη γοητεία που άσκησε ο Χίτλερ και η εγκληματική του ιδεολογία στο γερμανικό λαό. Και καταλήγει στο συμπέρασμα πως ο λαός δεν ήταν άμοιρος ευθυνών για τη μαζική παραπλάνηση στην οποία οδηγήθηκε. Εξηγεί πως το κάθε τι που επιχειρούσε ο προπαγανδιστικός μηχανισμός των ναζί ήταν σχεδιασμένο με την παραμικρή λεπτομέρεια. Από τις στολές, τους σχηματισμούς στις παρελάσεις, τον τρόπο ομιλίας του Χίτλερ, τις λαμπαδηδρομίες κλπ. Όλα ήταν ένα θέαμα που είχε τη δυνατότητα να επιβάλλεται μέσω του ενθουσιασμού αλλά και του φόβου που προκαλούσε Ένα θέαμα που απευθυνόταν στα βασικά ένστικτα των ανθρώπων και όχι στη δύναμη της σκέψης και της εκλογίκευσης. Κάπως έτσι οι Γερμανοί, που μερικά χρόνια πριν ακολουθούσαν κατά χιλιάδες το Λίμπκνεχτ και τη Λούξεμπουργκ μετετράπησαν -όπως λέει η ταινία- από ανθρώπους σε βαρβάρους.
Οι εικόνες του Μιχαήλ Ρομ ξεκινούν με μία αλληλουχία που δημιουργεί συναισθηματική φόρτιση. Στη συνέχεια χωρίζει την ταινία σε διάφορα κεφάλαια και ακολουθεί τα ιστορικά γεγονότα: άνοδος του φασισμού, τρομοκρατία, κήρυξη πολέμου, στρατόπεδα συγκέντρωσης, επίθεση στη Σοβιετική Ένωση, υποχώρηση, ήττα. Ενδιαμέσως παραθέτει διάφορα «μεγαλοφυή» τσιτάτα του Αδόλφου Χίτλερ, όπως εκείνο που λέει: «χρειάζομαι ανθρώπους με δυνατές γροθιές που οι αρχές τους να μην τους εμποδίζουν να πάρουν μια ανθρώπινη ζωή, αν χρειαστεί». Άκρως ανατριχιαστικό και το οποίο αναδεικνύει επακριβώς τη «λογική» επάνω στην οποία στήθηκε ένα ολόκληρο εγκληματικό ιδεολόγημα που κατά πως φαίνεται σηκώνει και πάλι κεφάλι, 66 χρόνια μετά.
Όλα τα πλάνα είναι με τέτοιον τρόπο επιλεγμένα και τοποθετημένα που οδηγούν στο αποτέλεσμα που ο Ρομ έχει επιλέξει. Κι αυτό που θέλει να μας πει είναι πως τα ιστορικά γεγονότα δεν είναι απλά κοινωνικά φαινόμενα αλλά εξαρτώνται άμεσα από τον υποκειμενικό παράγοντα, από την ψυχολογία των ατόμων που συνθέτουν, αυτό που ατυχώς αποκαλούμε, μάζα.
«Ο αληθινός φασισμός» είναι μια εξαιρετική αντιπολεμική και αντιφασιστική ταινία. Μια ταινία που βροντοφωνάζει πως εάν δε διδαχτούμε από το παρελθόν είμαστε καταδικασμένοι να το ξαναζήσουμε.
Από την Εποχή