“Νεόπτωχος” ένας στους πέντε Έλληνες

Πάνω από τους μισούς Έλληνες δυσκολεύονταν να αντεπεξέλθουν στα έξοδα του νοικοκυριού τους το 2009, ενώ ένας στους πέντε αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της φτώχειας, σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ.

Μετά από έρευνα σχετικά με τις εισοδηματικές συνθήκες και διαβίωσης, η Ελληνική Στατιστική Αρχή ανακοίνωσε ότι το 56,6% των Ελλήνων αντιμετωπίζαν μεγάλη ή μερική δυσκολία στην αντιμετώπιση των καθημερινών εξόδων με το μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά τους τη χρονιά που πέρασε. Το ποσοστό αυτό αφορά το 80,2% του φτωχού και το 50,5% του μη φτωχού πληθυσμού. Επιπλέον, ο αριθμός των νοικοκυριών που βρίσκονται στα όρια της φτώχειας φτάνει στα 845.000, δηλαδή το 19,7% του πληθυσμού.

Μέτριο ή μεγάλο χαρακτηρίζει τον βαθμό δυσκολίας αποπληρωμής δανείων και αγορών με δόσεις το 21,8% του μη φτωχού πληθυσμού. Το αντίστοιχο ποσοστό για τον φτωχό πληθυσμό ήταν στο 30,8%.Το 40% του μη φτωχού πληθυσμού αδυνατούσε να πληρώσει μια εβδομάδα διακοπών και το 21,4% να ανταπεξέλθει στην αντιμετώπιση έκτακτων αλλά και αναγκαίων δαπανών αξίας περίπου 500 ευρώ.

Δυσκολίες στην ανταπόκριση τους στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών όπως το ενοίκιο κατοικίας, τους λογαριασμούς ΔΕΚΟ κ.ά. αντιμετώπισαν το 2009 το 38% των Ελλήνων. 

Σημαντική αύξηση κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες, συγκριτικά με το 2008 σημείωσε το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τους ανέργους, το οποίο ανέρχεται στο 38,1%.

Με βάση το δείκτη οικονομικής ανισότητας προκύπτει ότι το εισόδημα του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι κατά 5,8 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο εισοδήματος του φτωχότερου 20% του πληθυσμού. Η αντίστοιχη «ψαλίδα» μεταξύ των φύλων υπολογίζεται στο 12,7%. Στο δημόσιο τομέα οι αμοιβές των μισθωτών ανδρών είναι κατά 7% μεγαλύτερες των αντίστοιχων των γυναικών, ενώ στον ιδιωτικό τομέα το 2009 ήταν κατά 19,6% υψηλότερες.

Το ελάχιστο καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας, κατά δήλωση τους, ανέρχεται στα 2.219,45 ευρώ. Για τα φτωχά νοικοκυριά πέφτει στα 1.752,08 ευρώ ενώ για τα μη φτωχά εκτιμάται κοντά στα 2.340 ευρώ. Μεγαλύτερη “απειλή” αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά και χωρίς εργαζόμενα μέλη (43,3%). Το κατώφλι της φτώχειας υπολογίζεται στα 6.897,30 ευρώ ετησίως ανά άτομο και στα 14.484,40 για τα νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δυο εξαρτώμενα παιδιά κάτω των 14 ετών.

Η ΕΛ.ΣΤΑΤ διευκρινίζει ότι, δεδομένου ότι οι δείκτες επηρεάζονται σημαντικά από διάφορες υποκατηγορίες πληθυσμού (ηλικιακές κατηγορίες, τύποι νοικοκυριών κλπ.), επισημαίνεται ότι αυτές δεν είναι αντιπροσωπευτικές του συνολικού πληθυσμού της χώρας στο δείγμα. Κατηγορίες που υποαντιπροσωπεύονται, αν και επηρεάζουν το δείκτη της φτώχειας, είναι οι οικονομικοί μετανάστες και οι Ρομά.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ηλεκτρονικός πόλεμος για το για το WikiLeaks

Καταργούνται μετά από 30 χρόνια τα αθλητικά σχολεία γιατί «κοστίζουν ακριβά»