Αφού λοιπόν, όπως φρόντισαν να μας τονίσουν ο πρωθυπουργός και τα κανάλια, χάρη στην αλληλεγγύη των εταίρων μας σωθήκαμε, θα ήταν αχαριστία να μην αφιερωθεί η στήλη αυτού του μήνα στο πολυσήμαντο ρήμα σώζω και στις πολλές παραφυάδες του. Θα μας χρειαστεί άλλωστε, μια και προβλέπεται να έχουμε κι άλλες σωτηρίες στους επόμενους μήνες και τα χρόνια.
Το ρήμα σώζω είναι αρχαίο, ομηρικό, και στα αρχαία το πρώτο ωμέγα είχε στους ενεστωτικούς τύπους και μιαν ασελγή υπογεγραμμένη, που μας κάνει να σκεφτούμε ότι προέρχεται από το θέμα σω- και την κατάληξη -ίζω, σωίζω και μετά σώζω, αλλά ήδη από τα ελληνιστικά χρόνια πλειοψηφούν οι τύποι χωρίς υπογεγραμμένη, κι έτσι δεν την κληρονόμησε η καθαρεύουσα. Αυτό το θέμα σω- προέρχεται από το αρχαίο επίθετο σως/σώος και σάος, με σημασία «υγιής και ασφαλής», απ’ όπου έχουν παραχθεί πολλές λέξεις, όπως ο σωτήρας, αυτός που σώζει δηλαδή, ο σώφρων (αυτός που έχει σώας τας φρένας), αλλά και ο σωστός, που ξεκίνησε σαν ρηματικό επίθετο του σώζω, με αρχική σημασία «αυτός που έχει σωθεί», και μόνο αργότερα, στα μεσαιωνικά χρόνια, πήρε τη σημασία «ορθός». Αλλά και το κύριο όνομα Σωκράτης από την ίδια ρίζα προέρχεται, όπως και ο άσωτος, αυτός δηλαδή που δεν έχει ελπίδα σωτηρίας, και τελικά αυτός που ζει έκλυτη, υποτίθεται, ζωή. Από το ρήμα σώζω και ο σωσίας, ύστερα από μια μεγάλη διαδρομή που ξεκινάει από το κύριο όνομα Σωσίας, που το έδιναν συχνά σε δούλους (υπάρχει ένας στις Σφήκες του Αριστοφάνη). Σε μια κωμωδία του Πλαύτου υπάρχει ένας υπηρέτης ονόματι Sosias. Στην κωμωδία αυτή, ο θεός Ερμής παίρνει προσωρινά τη μορφή του Σωσία, και το ίδιο θέμα το ξεσήκωσε κι ο Μολιέρος στην κωμωδία του Αμφιτρύων, όπου ο υπηρέτης λέγεται Sosie, με αποτέλεσμα η λέξη sosie να περάσει στη γαλλική γλώσσα και από εκεί να την (αντι)δανειστούμε κι εμείς στα τέλη του 19ου αιώνα.
Επειδή όμως συχνά όποιος σωζόταν από τον κίνδυνο έφτανε σε ασφαλές μέρος, στα μεσαιωνικά χρόνια το σώζω, μεταπλασμένο ως σώνω και σώνομαι, ανέπτυξε τη σημασία του «φτάνω», και μετά «επαρκώ», αλλά και «εξαντλούμαι»· και πέρα από την κυριολεξία (π.χ. σώθηκε το ψωμί) έχουν αναπτυχθεί και αρκετές ενδιαφέρουσες φρασεολογικά χρήσεις, όπως σώνει και καλά, για κάτι που κάποιος επιδιώκει με μεγάλη επιμονή, τρέχω και δεν σώνω, ή τρέχω και δεν φτάνω στην κοινότερη μορφή του, καθώς και όρκοι και κατάρες, π.χ. να μη σώσω αν λέω ψέματα (να πεθάνω αυτή τη στιγμή), μη σώσει κι έρθει (ποτέ του μην έρθει· περισσότερο αδιαφορία δείχνει), να μην έσωνα να πήγαινα(όταν μετανιώσουμε πικρά για κάτι). Την αμφισημία με το «σώζω» και το «σώνω» την είχε εκμεταλλευτεί παλιά ο Μποστ σε μια γελοιογραφία, όπου παρουσίαζε τον αρχηγό της ΕΡΕ να κρατάει πλακάτ με το σύνθημα «Σώσατε την δραχμήν», όπως ήταν το κινδυνολογικό σύνθημα της Δεξιάς στις εκλογές του 1964, και τους παριστάμενους να δείχνουν τις άδειες τους τσέπες και να τους απαντούν «Εσώθη προ πολλού».
Βέβαια, ενδιαφέρουσες φρασεολογικές χρήσεις έχει αναπτύξει και το αρχικό ρήμα σώζω· για παράδειγμα, όταν γίνεται μεγάλη φασαρία ή συνωστισμός λέμε «γίνεται το σώσε»· η εικόνα μάλλον από έντρομο πλήθος που φωνάζει «Κύριε, σώσε μας», ενώ μια παρεμφερής φράση, σε πιο αρχαιόπρεπη μορφή, «Σώσον κύριε (τον λαόν σου)» λέγεται ως επιφώνημα σε περιπτώσεις μεγάλης και συνήθως δυσάρεστης έκπληξης· ενώ για καταστάσεις πανικού και γενικευμένης αναστάτωσης λέμε «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Από την άλλη, όταν προβλέπουμε ότι τα πράγματα δεν θα εξελιχθούν καλά, λέμε ειρωνικά: «Σωθήκαμε!» ή «Τώρα σώθηκες!». Το ρήμα έχει δώσει και κύρια ονόματα, τον Σωκράτη και τον Σώζοντα, τον Σωτήρη και τη Σωτηρία (το επίθετο Σωτήρ το είχε ο Δίας στα προχριστιανικά χρόνια και το κράτησε η διάδοχη κατάσταση)· υπάρχει και ο Άγιος Σώστης, όνομα πολλών εκκλησιών, με γνωστότερη την εκκλησία στη Λεωφόρο Συγγρού, που χτίστηκε επειδή σε εκείνη τη θέση έγινε αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του βασιλιά Γεωργίου του Α΄ το 1898 καθώς επέστρεφε με την άμαξα από το Παλαιό Φάληρο. Η απόπειρα, εντελώς πρόχειρη, έγινε από δυο κακομοίρηδες που θεωρούσαν τον βασιλιά υπαίτιο της ήττας του 1897 και πολλοί θεώρησαν ότι ήταν σκηνοθετημένη για να ξανακερδίσει ο θρόνος τη συμπάθεια του λαού· σικέ ή όχι η απόπειρα, οι δυο δράστες έχασαν το κεφάλι τους, και η Αθήνα απέκτησε ένα νέο τοπωνύμιο, μια και ως τότε την περιοχή την έλεγαν Ανάλατο.
Μια λέξη της οικογένειας είναι και τα σώστρα, που ήταν στην αρχαιότητα η ευχαριστήρια θυσία για τη σωτηρία, ενώ στα νεότερα χρόνια σημαίνει την αμοιβή για τη διάσωση πλοίου που έχει εγκαταλειφθεί από το πλήρωμά του· θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα σώστρα για τις ελληνικές τράπεζες είναι οι Έλληνες εργαζόμενοι, μια και προσφέρονται θυσία, μόνο που εδώ η θυσία είναι προκαταβολική και η σωτηρία αμφίβολη. Εκτός βέβαια αν κάποιος, κατά προτίμηση εμείς οι ίδιοι, μας σώσει από τους σωτήρες μας.
Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει στα sarantakos.wordpress.com και www.sarantakos.com
Αναδημοσίευση από τα Ενθέματα της Αυγής