Τρία «ναι» εισέπραξαν οι άνθρωποι της τρόικας από το υπουργείο Εργασίας έπειτα από διαπραγματεύσεις μηνών για το νέο πακέτο αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις στον ιδιωτικό τομέα.
Του Θεόφιλου Σιχλετίδη
Το υπουργείο Εργασίας είπε «ναι»:
1. Στην κατάργηση των υπερωριών μέσα από την εφαρμογή ελαστικού 8ωρου σε ετήσια βάση. Έτσι οι εργαζόμενοι μιας επιχείρησης θα αναγκαστούν να δουλεύουν έως και δέκα ώρες καθημερινά για περίοδο έως και έξι μήνες, ενώ για αντίστοιχο αριθμό μηνών θα δουλεύουν έως και έξι ώρες καθημερινά. Η συμφωνία για το ελαστικό ωράριο θα μπορεί να γίνει με επιχειρησιακή σύμβαση εργασίας, με συμφωνία εργοδότη και συμβουλίου των εργαζομένων (μορφή οργάνωσης με πολύ μικρή ανάπτυξη στην Ελλάδα) ή και με συμφωνία εργοδότη και ένωσης προσώπων, που σε επιχειρήσεις με ολιγάριθμο προσωπικό, έως και 20 ατόμων, μπορεί να αποτελούνται μόνο από τρία πρόσωπα.
2. Στην παράταση κατά έναν χρόνο της διάρκειας των επάλληλων συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου. Σήμερα έπειτα από δύο επάλληλες συμβάσεις ορισμένου χρόνου μέσα σε διάστημα δύο ετών η σύμβαση αυτόματα μετατρέπεται σε ορισμένου χρόνου. Με την παράταση θα μπορούν να γίνουν τρεις επάλληλες συμβάσεις μέσα σε διάστημα τριών ετών. Το διάστημα των δύο ετών ισχύει στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποτελεί κατεύθυνση της Ε.Ε. στο πλαίσιο της συνθήκης της Λισαβόνας.
3. Στο σπάσιμο του βασικού μισθού -740 ευρώ μεικτά- για τους νεοπροσλαμβανόμενους κάτω των 25 ετών. Πρόκειται για την ελληνική εκδοχή του «συμβολαίου πρώτης πρόσληψης», που προβλέπει (ο σχετικός νόμος έχει ψηφιστεί) μισθούς 592 ευρώ μεικτά και περίπου 500 ευρώ καθαρά για μία περίοδο διετίας. Το «συμβόλαιο» δεν θα αφορά μόνο ανειδίκευτους εργαζόμενους (στους οποίους αναφέρεται ο βασικός κατώτερος μισθούς) αλλά και πτυχιούχους, που σήμερα είναι πιθανό να καλύπτονται από κλαδικές συμβάσεις εργασίας.
Πέρα από τα τρία «ναι» στον αέρα βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις υπουργείου Εργασίας και τρόικας για την επέκταση των κλαδικών συμβάσεων εργασίας σε όλες τις επιχειρήσεις ενός κλάδου. Το σημείο αυτό αποτελεί από την εποχή του πρώτου μνημονίου μία από τις βασικές εκκρεμότητες στις σχέσεις των δύο πλευρών. Το υπουργείο θέλει την επέκταση και εκτιμά πως έτσι πέρα από τα δικαιώματα των εργαζομένων διασφαλίζεται το πλαίσιο του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου. Αντίθετα η τρόικα θεωρεί πως εργαζόμενοι και επιχειρήσεις που δεν συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να υποχρεωθούν να εφαρμόσουν συμφωνίες που έχουν υπογράψει άλλοι για αυτούς. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα να υπάρχουν στο υπουργείο κλαδικές συμβάσεις που σύμφωνα με το νόμο πρέπει να επεκταθούν, αλλά υπό την πίεση της τρόικας οι υποθέσεις παραμένουν παγωμένες. Όσον αφορά το θέμα της θεσμοποίησης των ατομικών συμβάσεων εργασίας, η κατάσταση παραμένει σε μία γκρίζα ζώνη. Τα ατομικά συμφωνητικά -που πήραν μορφή τσουνάμι μέσα στο 2010- κατ’ ουσίαν παραμένουν παράνομα και μπορούν να καταγγελθούν. Πάντως -ανεξάρτητα από τις πιέσεις της τρόικας- το υπουργείο Εργασίας φαίνεται πως βρίσκεται κοντά στην απόφαση να δηλώνονται τα ατομικά συμφωνητικά στις Επιθεωρήσεις Εργασίας, όταν προβλέπουν μισθούς κατώτερους από αυτούς που ορίζουν οι εκάστοτε ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
από την εφημερίδα Θεσσαλονίκη