in

Η ζωή των δούλων. Του Χρήστου Λάσκου

Κώστας Βλασόπουλος -Ευτυχία Μπαθρέλλου (επιμ.) , Η ζωή μου όλη -Καθημερινές ιστορίες δούλων από την αρχαιότητα, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ. 156

Γι’ αυτό κι οι δύσμοιροι συνέχεια νομίζουν το μέλλον πιο τρομακτικό από το παρόν […] και υποδέχονται τον θάνατο ως πιο επιθυμητό από τη ζωή

Διόδωρος Σικελιώτης

Όλοι μας ξέρουμε πως, για ένα μεγάλο διάστημα στη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, η δουλεία υπήρξε ευρύτατα διαδεδομένη, συχνά, μάλιστα, κυρίαρχη τόσο, ώστε οι κοινωνίες να χαρακτηρίζονται δουλοκτητικές. Μιλάμε, δηλαδή για χιλιετίες ολόκληρες, στις οποίες η παραγωγή και η αναπαραγωγή των κοινωνικών σχηματισμών εξαρτιόταν καθοριστικά από την εργασία των σκλάβων.

Μ’ όλο, ωστόσο, που αυτό αποτελεί, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, κοινή γνώση, ελάχιστα ή τίποτε είναι όσα ξέρουμε για τους πραγματικούς σκλάβους, τους ανθρώπους ως ανθρώπους, με όνομα, συναισθήματα και καθημερινή ζωή.

Είναι, φυσικά, απολύτως εξηγήσιμο. Γι’ άλλη μια φορά, η ιστορία δεν είναι παρά η ιστορία των νικητών, η ιστορία των κυρίαρχων. Τόσο, μάλιστα, συμβαίνει αυτό που ούτε καν υποψιαζόμαστε πόσο παραπειστική είναι μια ιστορία που αφήνει εκτός ποσοστά του πληθυσμού, που, στην περίπτωση των κλεινών άστεων Αθήνας και Σπάρτης, μπορεί και να υπερέβαιναν το 40%.

Πάλι καλά που κάποιες τεράστιες εξεγέρσεις, όπως αυτές που έχουν συνδεθεί με τα ονόματα του Αριστόνικου ή του Σπάρτακου, άφησαν το ίχνος τους στο μέτρο που τα αφεντικά ήθελαν να υπενθυμίζουν ες αεί τι περιμένει όσους αντιστέκονται στη φυσική τους μοίρα.

Οι δεκάδες χιλιάδες σταυρωμένοι στην Αππία οδό έμειναν στην αφήγηση σκόπιμα και τρομοκρατικά, για να στοιχειώνουν τον ύπνο του κολοσσιαίου δουλικού πλήθους για πολύ καιρό μετά -και, μαζί, να συγκρίνονται με τα μέχρι πρότινος μαζικά λιντσαρίσματα, ακόμη και στην καρδιά του «ανεπτυγμένου κόσμου».

«Η ζωή μου όλη», συνεπώς είναι πολύτιμη πραγματικά συνεισφορά. Ο Κώστας Βλασόπουλος και η Ευτυχία Μπαθρέλλου, μεταφράζουν 36 αυθεντικές ιστορίες δούλων από την αρχαιότητα, γραμμένες είτε από τους ίδιους τους δούλους είτε από άλλους. Επιπλέον, με την εισαγωγή και τις σημειώσεις τους, προσφέρουν έναν χάρτη ανάγνωσης που προσανατολίζει κατάλληλα, ώστε να μην πρόκειται για ένα σκόρπιο υλικό.

Η δε επιλογή του τίτλου εκφράζει με πολύ εύστοχο τρόπο την πρόθεσή τους σε ό,τι αφορά τη παρουσίαση του θέματος.

«Ο τίτλος αυτού του βιβλίου είναι δανεισμένος από ένα τραγούδι του Άκη Πάνου, που το έκανε γνωστό ο Στέλιος Καζαντζίδης:

Η ζωή μου όλη είναι ένα καμίνι,

που έχω πέσει μέσα και με σιγοψήνει.

Η ζωή μου όλη είναι μια θυσία,

που σκοπό δεν έχει ούτε σημασία.

Η ζωή μου όλη είναι ένα τσιγάρο,

που δεν το γουστάρω, κι όμως το φουμάρω.

Πρόκειται για ένα από τα πιο βαριά και σκοτεινά τραγούδια που έχουν γραφτεί ποτέ -γι’ αυτό και αποδίδει εξαιρετικά την εμπειρία ενός από τα βασικά φαινόμενα της αρχαιότητας: της δουλείας. Εκφράζει εύγλωττα την εμπειρία εκατομμυρίων ανθρώπων στην αρχαιότητα που υποχρεώθηκαν να ζήσουν σε φρικτές συνθήκες με μοναδικό σκοπό ύπαρξης να εξυπηρετήσουν τις επιθυμίες των αφεντών τους» (σελ. 13).

Η εμπειρία των δούλων, λοιπόν, η υποκειμενική αντίληψη της συνθήκης τους, ο ψυχικός τους πόνος, η στενοχώρια, είναι στο επίκεντρο. Οι ανάγκες τους, το νόημα που προσπαθούν να δώσουν στην κατεστραμμένη κι ανυπόφορη ζωή τους, η αγάπη για τους κοντινούς τους, τους γονείς τους, τα παιδιά τους, τα ερωτικά τους, τα όνειρά τους(!), οι επιθυμίες τους(!), όλ’ αυτά που ελάχιστα τους αποδίδονται, αφού οι περισσότεροι δεν ξέρουμε το όνομα έστω μιας δούλης ή ενός δούλου.

Αυτά είναι στο επίκεντρο. Κι έτσι μαθαίνουμε ονόματα κι αναγνωρίζουμε ανθρώπους. Περνάμε από τις στατιστικές στις ψυχές -όχι τις άυλες, τις άλλες, που πονάνε, υποφέρουν και, ακόμη και στις χειρότερες συνθήκες, πολλές φορές, παραδόξως, ελπίζουν.

Οι συνθήκες, βέβαια, είναι ποικίλες. Για τη μεγάλη πλειοψηφία, όμως, είναι τρομερές.

Ιδίως για όσους απασχολούνται σε εξωτερικές εργασίες, με χειρότερη περίπτωση τα ορυχεία.

«Γιατί ούτε κατανόηση ούτε, καν, ανακούφιση δεν χαρίζεται σε κανέναν -ούτε στους αρρώστους, ούτε στους ακρωτηριασμένους, ούτε στους ηλικιωμένους, ούτε στην αδυναμία των γυναικών. Αντίθετα, όλοι, με χτυπήματα, αναγκάζονται να υπομένουν τη δουλειά, μέχρις ότου πεθάνουν μέσα στις καταναγκαστικές δυστυχίες» (σελ. 49).

Ακόμη, όμως, κι όταν το περιβάλλον είναι σχετικά καλό, η αγριότητα και ο κανιβαλισμός είναι φυσική διάσταση της κατάστασης. Ας δούμε μια χαρακτηριστική ιστορία

Όπως περιγράφεται στις Πράξεις Ανδρέου (3ος αιώνας), η Μαξιμίλλα, γυναίκα του Αιγεάτη, του Ρωμαίου ανθύπατου στην Πάτρα, προσηλυτίστηκε στον χριστιανισμό, κάποια στιγμή τον 1ο μ. Χ. αιώνα, από τον απόστολο Ανδρέα και αποφάσισε να απέχει πλέον από το σεξ με τον σύζυγό της. Τι σκέφτηκε, λοιπόν; Να αναθέσει σε μια σκλάβα της, την Ευκλία, να ικανοποιεί τον άνδρα της σεξουαλικά, χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει -μια και συνήθως, άλλωστε, ήταν μεθυσμένος- την ώρα που αυτή σύχναζε στις χριστιανικές συνάξεις. Η Ευκλία, όμως, απερίσκεπτα, μ’ όλο που η κυρά της της έκανε πολλά χατίρια προκειμένου να κρατηθούν όλα κρυφά,   μίλησε σε συνδούλους της κι εν τέλει, με τα πολλά, το πράγμα αποκαλύφθηκε από κάποιους από αυτούς στον ανθύπατο.

Ο ανθύπατος, που πολύ αγαπούσε, παρ’ όλα αυτά, τη γυναίκα του, επιλήφθηκε.

«Κι έτσι της Ευκλίας της έκοψε τη γλώσσα, την ακρωτηρίασε και διέταξε να την πετάξουν έξω. Και μετά από μερικές μέρες που έμεινε νηστική, έγινε τροφή για τα σκυλιά. Τους δούλους του, πάλι, αυτούς που του μαρτύρησαν […] τους σταύρωσε» (σελ. 83).

Διαβάζοντας τις ιστορίες, που έχουν ως θέμα όλα όσα απασχολούν τους ανθρώπους κι έτσι και τους δούλους, το σεξ, τον «ρομαντικό» έρωτα, την ανάγκη της κοινότητας, τη φυγή, τις μικρότητες, την αντίσταση και μαθαίνοντας τα ονόματα -Σωστράτα, Νέαιρα, Λάμωνας, Ανδροκλής, Κύθηρος, Κύδιλλα, Πιττάλακος, Χλόη, Πλαγγόνα, …- μπαίνουμε, έστω λίγο, αλλά καθοριστικά για την κατανόηση που απαιτείται, στον άγνωστο αυτόν κόσμο.

Μαθαίνουμε κι άλλα. Πώς, δηλαδή, στο προσωπικό επίπεδο εκδηλώνεται κι η ανυπακοή και ο σαρκασμός ακόμη απέναντι στο αφεντικό, όπως παραπονιέται ο Γέμελλος στη Σαλακωνίδα, που σιχάθηκε πια να υποκύπτει στις ορέξεις του:

«Μα εσύ έχεις τη μύτη ψηλά, δουλάκι τιποτένιο, και συνέχεια χαχανίζεις και με κοροϊδεύεις» (σελ. 85).

Ή δείτε την απειλή της αφεντικίνας Βίτιννας προς τον Γάστρωνα (3ος π.Χ.):

«Αν δεν σε κάνω παράδειγμα σ’ όλη τη χώρα με το ξύλο που θα φας, μπα, να μην περνιέμαι για γυναίκα» (σελ. 97).

Πόσο παράξενη διατύπωση και πόσο διαφορετική από αυτές που θα περιμέναμε βάσει της εικόνας που έχουμε για την θέση της γυναίκας σε αυτές τις κοινωνίες!

Ή τις ευχές της Κύδιλλας: «Που να σου ζήσει η Βατυλλίδα και να τη δεις νυφούλα, να μπαίνει στου άντρα της το σπίτι, που να χαρείς τα εγγονάκια που θα σου κάνει…» (σελ. 99). Πόσο όμοια με τα δικά μας δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά.

Έχουμε πολλά να μάθουμε από το βιβλίο. Πολλά να νιώσουμε. Πολύ να οργιστούμε. Ως μέλη κι εμείς των σύγχρονων υποτελών τάξεων, μπορούμε, να αντιληφθούμε πόσο το χειραφετητικό μας καθήκον αφορά περισσότερο τις παρελθούσες απ’ ότι τις παρούσες και μέλλουσες γενιές.

Όπως έγραψε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στη Θέση ΧΙΙ για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας:

«Υποκείμενο της ιστορικής γνώσης είναι η ίδια η μαχόμενη, καταπιεσμένη τάξη. Στον Μαρξ εμφανίζεται σαν η τελευταία υποδουλωμένη, σαν η εκδικήτρια τάξη, που ολοκληρώνει το έργο της απελευθέρωσης στο όνομα γενεών ηττημένων. Αυτή η συνείδηση, που είχε μια σύντομη αναβίωση με τους Σπαρτακιστές, ήταν ανέκαθεν απορριπτέα από τους σοσιαλδημοκράτες. Κατόρθωσαν αυτοί μέσα σε τρεις δεκαετίες να εξαλείψουν σχεδόν το όνομα ενός Blanqui, που είχε συγκλονίσει με το μεταλλικό ήχο τους τον περασμένο αιώνα. Κολάκευαν τον εαυτό τους αποδίδοντας στην εργατική τάξη το ρόλο ενός λυτρωτή των μελλουσών γενεών, ακρωτηριάζοντας έτσι τα νεύρα της πιο πολύτιμης δύναμής της. Με μια τέτοια διδασκαλία η τάξη ξέχασε τόσο το μίσος όσο και το πνεύμα θυσίας. Γιατί τρέφονται και τα δύο από την εικόνα των υποδουλωμένων προγόνων και όχι από το ιδανικό των απελευθερωμένων εγγονών».    

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Νέες γεωτρήσεις στο Χοντρό Ραχώνι στις Σκουριές στο χώρο του κάμπινγκ του 10ημέρου

Πέραμα: Εργάτης έπεσε από ύψος δύο μέτρων – Καταγγελίες για ελλιπή μέτρα ασφάλειας