του Τάσου Ξένου
Ο Ιωάννης Μανωλεδάκης γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1937 και υπήρξε καθηγητής ποινικού δικαίου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης από το 1973. Πολυγραφότατος επιστήμονας, άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στη διαμόρφωση του σύγχρονου δικαιϊκού συστήματος. Άνθρωπος με εξαιρετικά προοδευτικές ιδέες, γαλούχησε μία ολόκληρη γενιά νομικών με απόψεις καινοτόμες και ρηξικέλευθες. Κατάφερε να ανατρέψει την εδραία πεποίθηση πως το νομικό ποινικό σύστημα γεννήθηκε για να καταστείλει τους εγκληματίες αλλά για να σωφρονίσει εκείνους που προσέβαλλαν κάποιο κοινωνικό ή ατομικό έννομο αγαθό.
Ξεκίνησε να διδάσκει σε μία αρκετά δύσκολη περίοδο για την Ελλάδα. Η επταετία ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τις άκρως συντηρητικές απόψεις του καθηγητικού κατεστημένου. Αυτές οι απόψεις συνέχισαν να είναι κραταιές ακόμα και κατά την διάρκεια της «ανατρεπτικής» μεταπολίτευσης. Ο Ι. Μανωλεδάκης, όπως και ο Αριστόβουλος Μάνεσης αποτελούσαν τις φωτεινές εξαιρέσεις σε εκείνους τους «σκοταδιστικούς καιρούς». Διαποτισμένος με φιλελεύθερες ιδέες, επιχειρούσε να προσδώσει την κατάλληλη κοινωνική και φιλοσοφική οπτική σε θέματα – ταμπού για μία τεράστια μερίδα του λαού. Κατάφερε να αναδείξει τον ανθρωπιστικό χαρακτήρα της νομικής επιστήμης, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η στείρα διδασκαλία ήταν σε μεγάλη άνθηση.
Δεν φοβήθηκε να επιδεικνύει την φιλοσοφική και συχνά πολιτική διάσταση των ποινικών φαινομένων που συναντάμε σήμερα. Μελετούσε συχνά την κοινωνιολογική αιτία που οδηγούσε στην τυποποίηση του ποινικού φαινομένου, πράγμα που τον τοποθετούσε συχνά στην αντίπερα όχθη από την πλειοψηφία των νομικών. Βιβλία του όπως «Δίκαιο και Ιδεολογία», «Θεσμοί και πρόσωπα» κ.α τολμούν να θέσουν αμιγώς πολιτικές προβληματικές στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Πίστευε πως σε μία Δημοκρατία, η νομιμότητα δεν αποτελεί μόνο ευθύνη του κράτους αλλά και του κάθε υπεύθυνου πολίτη ξεχωριστά. Η παθητική αποδοχή εκφυλιστικών φαινομένων στην θεσμική πολιτική αρένα αποτελεί ,κατά τον Μανωλεδάκη, επικίνδυνο ατόπημα που δύναται να οδηγήσει την Δημοκρατία σε απολυταρχικές και δογματικές εκφάνσεις. Ασχολήθηκε επίσης, με την φιλοσοφική αναζήτηση για το δημοκρατικό ιδεώδες και το νομικό στερέωμα που πρέπει αυτή να την περιβάλλει[1].
Το όνομα του Ιωάννη Μανωλεδάκη είναι συνυφασμένο με την ποινική νομική επιστήμη. Είχε δημοσιεύσει ένα τεράστιο αριθμό μελετών και άρθρων για την εξέλιξη του ποινικού φαινομένου. Αποδοκίμαζε ανοικτά την τιμωρητική λογική του ποινικού δικαίου (η σφοδρή αντίθεση του στη θανατική ποινή ήταν γνωστή και απόλυτη) και προσπαθούσε να «απαλύνει» τις συνέπειες του. Απέναντι σε συνταγματικά δικαιώματα, όπου η φύση τους είναι αρκετά σιβυλλική (όπως το δικαίωμα στην αντίσταση) ο γνωστός καθηγητής πάσχιζε να τα προστατεύει με τις θεωρίες του από τις απόλυτες και συχνά αντιδραστικές διατάξεις του απαρχαιωμένου ποινικού κώδικα. Δεν έπαψε ποτέ να ασχολείται με το δύσκολο και επίπονο έργο της παραγωγής δικαίου. Εδώ και χρόνια είχε οριστεί ο κύριος εισηγητής της ριζικής αλλαγής του Ποινικού Κώδικα. Λόγω της κρατικής απροθυμίας και κωλυσιεργίας το έργο αυτό προχωρούσε με πολύ βραδείς ρυθμούς. Ωστόσο, ο Ι. Μανωλεδάκης συνέταξε ένα εξαιρετικά προοδευτικό και σύγχρονο προσχέδιο, έχοντας έτσι συμβάλλει αποφασιστικά στην ολοκλήρωση του έργου, που τώρα πια θα γίνει χωρίς αυτόν. Μέλημα του ήταν η υιοθέτηση ενός ποινικού συστήματος που θα στέκεται αρωγός στους «εκπίπτοντες» και όχι τιμωρός τους. Γι αυτόν, ένα σύγχρονο και προοδευτικό δικαιϊκό σύστημα αποτελούσε την κύρια αποστολή ενός νομικού και όχι η στείρα και αντιδραστική αναπαραγωγή του θετικού και αναχρονιστικού δικαίου.
[1] Στο βιβλίο Η δημοκρατία μεταξύ ουτοπίας και πραγματικότητας, που εκδόθηκε τον Μάιο του 2011, ο Μανωλεδάκης με περίσσια κοινωνική ευαισθησία ασχολήθηκε με την μετάβαση από την χυδαία διεφθαρμένη πολιτική πρακτική στην περίφημη και πολυγραμμένη ουτοπία.