Η αιγυπτιακή επανάσταση, η βρετανική ιμπεριαλιστική επέμβαση κι η ελληνική συμμετοχή σ’ αυτήν (1881-82)
*Ραμπαγάς, 20.6.1882
Του Γιάννη Γκλαρνέτατζη, ομάδα AlterThess
Βομβαρδισμένη Αλεξάνδρεια
Εκατόν τριάντα χρόνια πριν το νότιο τμήμα της Μεσογείου είχε βρεθεί στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος καθώς σε διάστημα ενός, περίπου, έτους συνέβησαν σημαντικά γεγονότα, αρχικά στην Τυνησία και κατόπιν στην Αίγυπτο, που οδήγησαν στην περαιτέρω αποικιοποίηση της Βόρειας Αφρικής από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Στη δεύτερη περίπτωση συμμετείχε κι η κυβέρνηση του ελληνικού βασιλείου, που είχε ήδη συμπληρώσει μισό αιώνα ανεξαρτησίας, μια συμμετοχή που θα λεγάμε ότι είναι μάλλον παραγνωρισμένη από την ελληνική ιστοριογραφία και εντελώς ξεχασμένη από τη δημόσια ιστορία. Αντιθέτως, πασίγνωστο είναι ένα ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη που, ίσως, συνδέεται μ’ αυτά τα γεγονότα. Λίγη προσοχή στις ημερομηνίες: αυτές που αναφέρονται σε γεγονότα εκτός Ελλάδας δίνονται με το νέο ημερολόγιο, ενώ εντός Ελλάδας ακολουθείται -το ισχύον τότε- παλαιό ημερολόγιο. Προφανώς τα πράγματα είναι ξεκάθαρα όταν δίνεται διπλή ημερομηνία.
1. Διεθνής οικονομική κρίση και διεθνή συνέδρια
Το 1881 βρισκόμαστε στην επαύριο του Συνεδρίου του Βερολίνου (1878) το οποίο διευθέτησε, θεωρητικά, τη μεγάλη κρίση του Ανατολικού Ζητήματος που ξεκίνησε το 1875 με τις εξεγέρσεις στα Βαλκάνια και κατέληξε στον ρωσο-οθωμανικό πόλεμο (1877-78). Επίσης, βρισκόμαστε στη δίνη της πρώτης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, που έχει ξεσπάσει το 1873, και παρατηρούμε την επέκταση των αποικιακών αυτοκρατοριών που εξαπλώνονται, πλέον, σ’ όλο τον πλανήτη.1
Εκείνη την περίοδο τόσο η Τυνησία, όσο και η Αίγυπτος, αποτελούσαν ονομαστικά τμήματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά στην ουσία ήταν σχεδόν ανεξάρτητα κράτη υπό την ηγεμονία μιας τοπικής δυναστείας μπέηδων, η πρώτη, και των μελών της δυναστείας του -αλβανικής καταγωγής από την Καβάλα- Μωχάμετ Άλη που έφεραν τον τίτλο του χεδίβη (αντιβασιλιά), η δεύτερη. Οι δύο χώρες είχαν κι άλλα κοινά στοιχεία, επίσης. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν πιο εκσυγχρονισμένες κι εξευρωπαϊσμένες από την κυρίως Οθωμανική Αυτοκρατορία, γεγονός όμως που δεν τις γλύτωσε από την αποικιακή κατάκτηση. Συγκεκριμένα, ο μπέης της Τύνιδας Μωχάμεντ Σαντόκ ήταν ο πρώτος μουσουλμάνος ηγέτης που το 1861 παραχώρησε ένα είδος Συντάγματος στους υπηκόους του και δημιούργησε το Μέγα Συμβούλιο, ένα νομοθετικό σώμα 60 μελών που βασικά διόριζε ο ίδιος. Τρία χρόνια αργότερα ανέστειλε την ισχύ του Συντάγματος, ύστερα από αγροτική εξέγερση. Παράλληλα στην Αίγυπτο το 1866 ο χεδίβης Ισμαήλ είχε συγκροτήσει “μια συμβουλευτική συνέλευση… από 75 αντιπροσώπους εκλεγμένους για θητεία τριών χρόνων μέσω… έμμεσων… εκλογών” “με περιορισμένη εκλογική βάση και ακόμα πιο περιορισμένες λειτουργίες”.2 Άλλωστε λίγα χρόνια αργότερα, ως αποκορύφωμα των Τανζιμάτ, ήρθε η απόπειρα του Μιντάτ πασά για το πρώτο οθωμανικό Σύνταγμα, το οποίο τέθηκε σε ισχύ τον Δεκέμβριο του 1876 για να ανασταλεί τον Φεβρουάριο του 1878 από τον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίντ Β΄.3
Οι ομοιότητες, όμως ,δεν σταματούσαν εδώ. Οι μονάρχες των δύο χώρων είχαν ανοιχτεί και στις διεθνείς αγορές κι όχι ως επενδυτές, προφανώς. Μπορείτε να φανταστείτε τη συνέχεια, το ‘να δάνειο έφερε τ’ άλλο, ήρθε κι η παγκόσμια κρίση, ε χρεωκόπησαν. Βέβαια, οι κεφαλαιοκράτες κι ιμπεριαλιστές της Δύσης δεν άφησαν έτσι τους μπέηδες και τους πασάδες, τους έτειναν “χείρα βοηθείας” επιβάλλοντας διεθνή οικονομικό έλεγχο πρώτα στην Τυνησία (1869)4 και κατόπιν στην Αίγυπτο (1876).5 Λίγο αργότερα ήρθε η σειρά ολόκληρης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1881),6 ενώ -ως γνωστόν- την ίδια μοίρα ακολούθησε κατόπιν κι η Ελλάδα.
2. Το ώριμο αχλάδι
Όπως είπαμε η Τυνησία πτώχευσε και βρέθηκε “κάτω από τον άμεσο οικονομικό έλεγχο της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Ιταλίας”.7 Από τις τρεις αυτές χώρες ήταν η πρώτη κι η τελευταία που φιλοδοξούσαν να θέσουν την Τυνησία υπό τον πλήρη έλεγχό τους. Από τη μια η Ιταλία ήταν το πιο κοντινό ευρωπαϊκό κράτος κι είχε τη μεγαλύτερη παροικία στην αφρικανική χώρα. Η Γαλλία, απ’ την άλλη, είχε τα πλεονεκτήματα της άμεσης χερσαίας γειτνίασης, μετά την κατάληψη της Αλγερίας το 1830, και της παρουσίας πολλών Γάλλων αξιωματικών στον τυνησιακό στρατό. Κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου του Βερολίνου η Γαλλία δεν είχε κάποιο άμεσο όφελος, αλλά παρασκηνιακά ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών λόρδος Σώλσμπερυ δήλωσε στον Γάλλο συνάδελφό του Γουόντιγκτον πως δεν είχε αντίρρηση για την προσάρτηση της Τυνησίας από τη χώρα του. Την ίδια στάση κράτησε κι ο οικοδεσπότης του συνεδρίου, καγκελλάριος Μπίσμαρκ, ο οποίος μάλιστα έγινε ακόμη πιο σαφής λίγο αργότερα (5.1.1879) όταν επεσήμανε στον Γάλλο πρεσβευτή Σαιν Βαλλιέ: “Νομίζω ότι το τυνησιακό αχλάδι ωρίμασε και είναι καιρός πια για σας να το κόψετε”.8 Όντως αν γυρίσουμε τον χάρτη με τον νότο πάνω η Τυνησία μοιάζει με αχλάδι, αν και δαγκωμένο από τον κόλπο της Μικρής Σύρτεως, αλλά η διατύπωση δείχνει εμφατικά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζαν (κι όχι μόνο τότε) οι ηγέτες των μεγάλων Δυνάμεων τις χώρες και τους λαούς του Νότου και πως αποφάσιζαν -μεταξύ τύρου και αχλαδιού- για τις τύχες εκατομμυρίων ανθρώπων.
Ο ανταγωνισμός οξύνθηκε καθώς Ιταλοί κεφαλαιούχοι αγόρασαν τη σιδηροδρομική γραμμή Τύνιδα-Λα Γκουλέτ (το επίνειο της πρωτεύουσας). Η γαλλική κυβέρνηση είχε αποφασίσει την επέμβαση και περίμενε μια αφορμή. Μετά από ένα συνοριακό επεισόδιο τον Απρίλιο του 1881, ένα γαλλικό εκστρατευτικό σώμα 30.000 ανδρών εισβάλλει στην Τυνησία και την καταλαμβάνει χωρίς αξιόλογη αντίσταση, επιβάλλοντας τη γαλλική “προστασία” (προτεκτοράτο), αρχικά στον έλεγχο της εξωτερικής πολιτικής (Συνθήκη του Κασάρ-Σαΐτ, 12.5.1881) και στη συνέχεια και των εσωτερικών ζητημάτων (Συνθήκη της Μπάρσα 8.7.1883),9 διατηρώντας τον μπέη σε ρόλο μαριονέτας. Η εύκολη επιτυχία της εκστρατείας ήταν φαινομενική κι όταν το μεγαλύτερο μέρος του γαλλικού στρατού γύρισε στις βάσεις του ξέσπασε εξέγερση, τόσο στην ύπαιθρο όσο και στις πόλεις. Στα τέλη του έτους μεγάλες μονάδες επέστρεψαν στη χώρα, ο γαλλικός στόλος βομβάρδισε τη Σφαξ κι “η λαϊκή αντίσταση συνεχίστηκε κάτω από την ηγεσία του Αλή Ιμπν Χαλίφ ίσαμε το 1888”.10 Η Ιταλία, πάλι, έπρεπε να περιμένει άλλα τριάντα χρόνια πριν αποκτήσει το δικό της κομμάτι αφρικανικής μεσογειακής ακτής.
3. Μεγαλεία και χρεωκοπία στη χώρα του Νείλου
Η Αίγυπτος, βέβαια, είναι πολύ πιο μεγάλη και σημαντική από την Τυνησία. Ο Μωχάμετ Άλη είχε οργανώσει ευρωπαϊκού τύπου στρατό, με την παρουσία (κι εδώ) κυρίως Γάλλων αξιωματικών, τον οποίο έστειλε πρώτα εναντίον των Ουαχαμπιτών στη (σημερινή Σαουδική) Αραβία, κατόπιν να καταλάβει το Σουδάν (1820-21), μετά να βοηθήσει τον σουλτάνο στην καταστολή της ελληνικής επανάστασης (1824-28), ενώ τέλος στράφηκε εναντίον της ίδιας της Κωνσταντινούπολης. Μεταξύ 1831-33 ο γιος του Ιμπραήμ πασάς, νικώντας επανειλημμένα τα οθωμανικά στρατεύματα, κατέλαβε την Παλαιστίνη, τον Λίβανο, τη Συρία και τη νοτιοανατολική Μικρά Ασία, φθάνοντας μέχρι την Κιουτάχεια. Και ποιος λέτε ότι έσωσε τον θρόνο του σουλτάνου; Ο τσάρος, με το αζημίωτο βέβαια! Εντέλει, η παρέμβαση των ευρωπαϊκών δυνάμεων περιόρισε τον φιλόδοξο Αρβανίτη στην κληρονομική ηγεμονία της Αιγύπτου.11
Χεδίβης Τεουφίκ
Ακολούθησε μια καταπληκτική οικονομική ανάπτυξη καθώς η Αίγυπτος ενσωματωνόταν στο διεθνές εμπορικό σύστημα. Η επέκταση των αρδεύσεων έδωσε νέες καλλιεργήσιμες γαίες, η κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών -ήδη από το 1850- διευκόλυνε τη μεταφορά προϊόντων, ενώ το 1859 ξεκίνησαν οι εργασίες για τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ. Παράλληλα, ο Αμερικανικός Εμφύλιος (1861-1865) κι η εισαγωγή ατμοκίνητων εκκοκιστικών μηχανών εκτινάσσει τις εξαγωγές και τις τιμές του αιγυπτιακού βαμβακιού: “Στα 1861, σε σύνολο εξαγωγών λίρες Αιγ. 3.743.410 το βαμπάκι φέρνει 1.430.880 λίρες. Μα στα 1864 θα φέρει λίρες Αιγ. 14.842.720 σε σύνολο εξαγωγών λίρες Αιγ. 16.445.710”, σημειώνει ο Στρ. Τσίρκας για να συμπληρώσει, “Πολιτείες και κωμοπόλεις του εσωτερικού, θυμίζουν τις πόλεις-μανιτάρια της Καλιφόρνιας και του Τέξας. Δρόμοι, ξενοδοχεία, φαρμακεία και καφέ-σαντάν ξεφυτρώνουν ξαφνικά”.12 Και το επιστέγασμα όλων αυτών ήρθε όταν, στις 17 Νοεμβρίου 1869, εγκαινιάστηκε η διώρυγα του Σουέζ, παρουσία του αυτοκράτορα της Αυστρίας, της αυτοκράτειρας της Γαλλίας, του διαδόχου της Πρωσσίας, του Εμίλ Ζολά, του Τεοφίλ Γκοτιέ, του Χένρικ Ίψεν και κάθε λογής επισήμων και διασημοτήτων της εποχής, με τον Τζ. Βέρντι να ανεβάζει σε παγκόσμια πρεμιέρα την, ειδικά γραμμένη για την περίσταση, Αΐντα στη νεόκτιση όπερα του Καΐρου. Χλιδή!13
Σήμερα, στη μεταολυμπιακή, πρώην “ισχυρή” και νυν χρεωκοπημένη Ελλάδα, ελπίζω να είναι αρκετά κατανοητό ότι δεν είναι καθόλου περίεργο που τα διεθνή μεγαλεία διαδέχτηκε ο διεθνής οικονομικός έλεγχος. Γιατί αυτό συνέβη ακριβώς εξαιτίας των μεγαλείων. Τα μεγάλα έργα και η διώρυγα κατασκευάστηκαν -σε μεγάλο βαθμό- από τους φελλάχους με τη μέθοδο της αγγαρείας, χωρίς καμιά αμοιβή. “Υπολογίζεται πως περίπου 40.000 φελλάχοι επιτάχτηκαν, λες και ήταν ζώα”, γράφει ο Ψυρούκης και συνεχίζει, “Χιλιάδες απ’ αυτούς πέθαναν από τις κακουχίες, τις επιδημίες, τη σκληρή δουλειά και τα δυστυχήματα”.14 Στην Ελλάδα, βέβαια, του 21ου αιώνα είχαμε τους μετανάστες γι’ αυτές τις δουλειές, οι οποίοι -ενίοτε- πληρώνονταν κιόλας! Τα κέρδη από τη διώρυγα πήγαιναν στους μετόχους της σχετικής εταιρίας, από το βαμβάκι κέρδιζαν οι μεγαλοκτηματίες, οι βιομήχανοι κι οι έμποροι (ιδιότητες που πολύ συχνά συγκεντρώνονταν σε ένα και το αυτό πρόσωπο). “Ο αγρότης-προλετάριος είναι που πληρώνει τα σπασμένα αυτής της μικρογραφικής βιομηχανικής επανάστασης που έρχεται και στην Αίγυπτο συνοδευόμενη με τα κλασικά της “ευεργετήματα”: ανήλεη εκμετάλλευση της παιδικής εργασίας, μιζέρια, σκόνη και χτικιό”.15 Σ’ αυτά πρέπει να προσθέσουμε και τις σπατάλες της χεδιβικής αυλής που οδηγούσαν σ’ όλο και μεγαλύτερο εξωτερικό τοκογλυφικό δανεισμό. “Από τα 68 εκατομμύρια στερλίνες που έφτασε να χρωστά η Αίγυπτος στο εξωτερικό στα 1875… το πραγματικό ποσό που είχε μπει στα Ταμεία του κράτους ήταν λιγότερο από 44 εκατομμύρια. Τη διαφορά την είχανε τσεπώσει οι διάφοροι τοκιστές κι οι πράκτορές τους, σε μεσιτείες, αμοιβές κι άλλα φανταστικά έξοδα”.16 Στις 25.11.1875 ο χεβίδης Ισμαήλ πουλάει στη Βρετανία τις μετοχές της Αιγύπτου στην εταιρία της διώρυγας, τον Μάιο του 1876 αναστέλει τις πληρωμές και στις 18.11.1876 δέχεται την ίδρυση του Ταμείου Δημοσίου Χρέους της Αιγύπτου, υπό διεθνή -βασικά αγγλογαλλικό- έλεγχο. Μάλιστα ξένοι “ειδικοί” τοποθετήθηκαν στο αιγυπτικό υπουργικό συμβούλιο, ένας Άγγλος ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών (έσοδα), ένας Γάλλος το Δημοσίων Έργων (έξοδα), ένας Αυστριακός έγινε υφυπουργός Οικονομικών κι ένας Ιταλός γενικός ελεγκτής (πάλι “ριγμένη” βγήκε η Ιταλία μια που ζητούσε κι αυτή ένα υπουργείο -το Δικαιοσύνης- αλλά, τι να κάνει, συμβιβάστηκε). Επειδή μάλιστα ο Ισμαήλ έδειξε κάποιες τάσεις ανεξαρτησίας τον Ιούνιο του 1879, τον υποχρέωσαν να παραιτηθεί υπέρ του, πιο υπάκοου, γιου του Τεουφίκ.17
4. “Κτύπα λοιπόν, ω Αραμπή, με το γερό σου χέρι”
Σ’ αυτό πλαίσιο εξελίχτηκαν τα δραματικά γεγονότα της αιγυπτιακής επανάστασης του Αραμπί πασά. Η επανάσταση αυτή, σημειώνει ο Vatikiotis, “ήταν αποτέλεσμα της επιθυμίας της νέας αιγυπτιακής γραφειοκρατίας, των γαιοκτημόνων, των επαγγελματιών και των αξιωματικών του στρατού να αντικαταστήσουν στην εξουσία και στην επιρροή μια παλαιότερη τουρκο-αιγυπτιακή αριστοκρατία”.18 Ουσιαστικά αποτελεί την πρώτη μεγάλη εκδήλωση του αιγυπτιακού εθνικισμού που προσπαθεί να αποτινάξει και την οθωμανική και την ευρωπαϊκή κυριαρχία. Τότε, όπως αναφέρει ο Μαραγκούλης, “ακούστηκε για πρώτη φορά το σύνθημα “Η Αίγυπτος στους Αιγυπτίους” (“μισρ λιλ μισριίν” / “Misr lil misriyin”). Τα αιγυπτιακά κοινωνικά στρώματα της διανόησης, των συντεχνιών της πόλης, των αγροτών και των στρατιωτικών απέκτησαν εθνική συνείδηση ερχόμενα σε αντίθεση και αντιπαράθεση προς τους Κιρκάσιους ανώτερους αξιωματούχους, την τουρκο-αιγυπτιακή αριστοκρατία των μεγαλοκτηματιών, την ξενικής προέλευσης χεδιβική Αυλή, τους Ευρωπαίους, Έλληνες και Συρολιβανέζους εμπόρους και κάθε λογής μεσάζοντες. Απαιτούν τη θέσπιση συντάγματος, την καθιέρωση ελεύθερων εκλογών για την ανάδειξη βουλευτών, τον περιορισμό των εξουσιών του χεδίβη, την απόσυρση της ευρωπαϊκής επιτροπής ελέγχου και την απρόσκοπτη επαγγελματική ανέλιξη των αιγυπτιακής καταγωγής στρατιωτικών”.19
Αχμέντ Αραμπί πασά
Ηγέτης αυτής της επανάστασης αναδείχτηκε ο αντιστυνταγματάρχης Αχμέντ Αραμπί (το όνομά του συναντάται στη βιβλιογραφία με διάφορες εκδοχές όπως Άραμπη, Οράμπι, Ουράμπι κ.ά.), γιος φελλάχου, από τους ιδρυτές του Χαζμπ Αλ Ουάτανι (Εθνικό Κόμμα). Όταν τον Ιανουάριο του 1881 διατάχθηκε να εγκαταλείψει με τη μονάδα του το Κάιρο, αρνήθηκε να υπακούσει με αποτέλεσμα να φυλακιστεί με άλλους δυο αξιωματικούς. Ο στρατός εξεγέρθηκε και τους απελευθέρωσε την 1.2.1881, ενώ υπουργός Στρατιωτικών διορίστηκε ένα άλλο μέλος του Εθνικού Κόμματος, ο Σάμι Αλ Μπαρούντι (που υπήρξε και σημαντικός ποιητής).20 Λίγο αργότερα ο χεδίβης Τεουφίκ προσπάθησε να τον ξεφορτωθεί αλλά στασίασε όλη η φρουρά του Καΐρου, με επικεφαλής τον Αραμπί (9.9.1881). Οι στασιαστές ζήτησαν αποπομπή του πρωθυπουργού, εκλογές, αύξηση των στρατιωτικών δυνάμεων, ισοτιμία των Αιγυπτίων, εξάπλωση της εκπαίδευσης, πολιτικές ελευθερίες. Ο Τεουφίκ δέχεται τα αιτήματα και απολύει τον Ριάζ πασά διορίζοντας στη θέση του τον έμπιστό του Σερίφ πασά. Αλλά ουσιαστικά η εξουσία περνάει όλο και περισσότερο στα χέρια του εξεγερμένου στρατού: “Ο Αραμπής […] διαβίβαζε […] τας αιτήσεις των εις τα διάφορα υπουργεία, όπου αι συστάσεις του ανεγιγνώσκοντο μετά θρησκευτικής ευλαβείας. Είχε καταστή τοιουτοτρόπως ο ένθερμος υποστηρικτής των πενομένων τάξεων του λαού. Η εικών του ελατρεύετο ως ιερού προσώπου και διενέμετο κατά χιλιάδας μεταξύ των οπαδών του”.21
Η διελκυνστίδα μεταξύ των πόλων αυτής της δυαδικής εξουσίας τεντώνεται συνέχεια. Στις εκλογές θριαμβεύουν οι υποψήφιοι του Εθνικού Κόμματος, αλλά ο χεδίβης κατορθώνει να τοποθετήσει στη θέση του προέδρου της Βουλής τον Σολτάν πασά (που θεωρείται “διαλλακτικός”), ενώ ο Σερίφ πασάς παραμένει στην πρωθυπουργία και προσπαθεί να καθησυχάσει τους Βρετανούς. Η Βουλή ψηφίζει προϋπολογισμό που περιλαμβάνει ένα κονδύλι 520.000 λιρών για τον στρατό, τον οποίο όμως ο πρωθυπουργός απορρίπτει -καθ’ υπόδειξιν των ελεγκτών. Το κοινοβούλιο διαμαρτύρεται τόσο έντονα που αναγκάζει τον Τεουφίκ να διώξει τον πρωθυπουργό και να διορίσει στη θέση του τον Αλ Μπαρούντι, ενώ ο ίδιος ο Αραμπί πασάς αναλαμβάνει το υπουργείο Στρατιωτικών. Το Εθνικό Κόμμα βγαίνει ακόμη πιο ενισχυμένο από τη σύγκρουση. Ο Άγγλος ποιητής Μπλαντ περιγράφει: “κυριολεχτικά είδα στους δρόμους του Καΐρου ανθρώπους να σταματάνε άλλους, ολότελα άγνωστους, ν’ αγκαλιάζονται και να πανηγυρίζουν το καταπληχτικό νέο βασίλειο της ελευθερίας που άξαφνα ξεκινούσε γι’ αυτούς, σαν αυγή ύστερα από μια μεγάλη νύχτα φόβου”.22 Τη χαρά αυτή βέβαια δεν συμμερίζονταν οι Αγγλογάλλοι ελεγκτές γιατί κινδύνευαν τα τοκομερίδια, ενώ ο Βρετανός γενικός πρόξενος στο Κάιρο Ε. Μάλετ τηλεγραφούσε στο υπουργείο Εξωτερικών: “Πιστεύω πως κάποια περιπλοκή οξείας μορφής πρέπει να μεσολαβήσει προτού καταστεί δυνατό να επιτευχθεί οποιαδήποτε ικανοποιητική λύση του αιγυπτιακού ζητήματος και πως θα ήταν φρονιμότερο να την επιταχύνουμε παρά να επιχειρούμε να την καθυστερήσουμε”.23
Η βρετανική αυτοκρατορία είναι πλέον αποφασισμένη να επιτεθεί. Απευθύνεται στις υπόλοιπες μεγάλες Δυνάμεις και στις 5.5.1882 η Γαλλία δέχεται την αποστολή πολεμικών πλοίων. Έτσι στις 15.5.1882 ο Βρετανός κι ο Γάλλος γενικός πρόξενος επισκέπτονται τον Τεουφίκ στο παλάτι του για να του ανακοινώσουν πως “μια Αγγλογαλλική μοίρα συγκεντρώνεται στον κόλπο της Σούδας και σύντομα θα εισέλθη στην Αλεξάνδρεια, και πως οι κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας επιφυλλάσσονται κάθε δικαιώματος χρήσης οποιουδήποτε μέσου κρίνουν αναγκαίο να καταστήσουν αποδεκτή την τάξη και να διαφυλάξουν την εξουσία του Χεδίβη”.24 Πράγματι στις 20.5.1882 τέσσερα αγγλικά και τρία γαλλικά θωρηκτά μπαίνουν στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Η Ρωσία, η Γερμανία κι η Αυστροουγγαρία απορρίπτουν την πρόταση επέμβασης, ενώ η Ιταλία μένει “ολίγον έγκυος” στέλνοντας ένα θωρηκτό αλλά… στο Πορτ-Σάιντ, στη μεσογειακή είσοδο της διώρυγας. Στις 25.5 οι γενικοί πρόξενοι Αγγλίας και Γαλλίας, με την υποστήριξη του Σολτάν πασά, στέλνουν τελεσίγραφο στον χεδίβη ζητώντας να παραιτηθεί η κυβέρνηση και να εξοριστεί ο Αραμπί από την Αίγυπτο. Ο Τεουφίκ το δέχεται ασμένως. Το υπουργικό συμβούλιο, αφού καταγγείλει αυτόν και τον πρόεδρο της Βουλής, παραιτείται σύσσωμο, αλλά τα πλήθη του λαού βγαίνουν στους δρόμους του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας ζητώντας να απορριφθεί το τελεσίγραφο και να παραμείνει η κυβέρνηση. Ο χεδίβης ξανακάνει πίσω. Ο Αραμπί παραμένει στην κυβέρνηση, και καθώς τα πράγματα έχουν μπερδευτεί είναι, πρακτικά, αυτός που ελέγχει την κατάσταση.25
5. Όπου ο Τρικούπης στέλνει τον στόλο στην Αλεξάνδρεια
Δυο μέρες πριν το τελεσίγραφο των Αγγλογάλλων στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας είχαν καταπλεύσει, κανονιοβολώντας για λόγους χαιρετισμού, και δυο ελληνικά πλοία, η φρεγάτα “Ελλάς” και το θωρηκτό “Γεώργιος”.26 Ο Χαρίλαος Τρικούπης είχε ξεκινήσει την τέταρτη πρωθυπουργία του δυο μήνες πριν (Μάρτιος 1882) και θα παρέμενε στον πρωθυπουργικό θώκο μέχρι το 1890, με εξαίρεση ένα διάλειμμα πρωθυπουργίας του Θεόδωρου Δηλιγιάννη (1885-86).27 Δεν είχε περάσει καν χρόνος από την προσάρτηση στο ελληνικό κράτος της Θεσσαλίας και της Άρτας (ως συνέπεια των αποφάσεων του Συνεδρίου του Βερολίνου), η οποία όμως είχε προκαλέσει δυσαρέσκεια στην κοινή γνώμη, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής, επειδή υπήρξε αναίμακτη!28 Έτσι, η ελληνική εμπλοκή στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στην Αίγυπτο αποτελεί για την κυβέρνηση ευκαιρία “αποκατάστασης της εθνικής αξιοπρέπειας”, που παρά την αντίθεση του επικεφαλής της αντιπολίτευσης Θ. Δηλιγιάννη, παίρνει την έγκριση της Βουλής.29 Μάλιστα κατά τις σχετικές συνεδριάσεις ο Έλληνας πρωθυπουργός ισχυρίσθηκε στις 14.6 πως “τα πλοία […] εγένοντο δεκτά μετ’ ενθουσιασμού υπό της ελληνικής κοινότητος”, για να προσθέσει, τρεις μέρες αργότερα, ότι “παρά των Αιγυπτιακών αρχών και παρά του Αιγυπτιακού λαού [η άφιξή τους] δεν παρεξηγήθη”.30 Δηλ. “κι η πίτα ολόκληρη κι ο σκύλος χορτάτος” που λέει κι η παροιμία.
Χαρίλαος Τρικούπης
Η στάση του Τύπου θα παραμείνει αμφίθυμη. Έτσι, ο Ραμπαγάς γράφει (3.6.1882): “ο Αραμπή είναι φαινόμενον προοδευτικόν […] Είναι διαμαρτύρησις των δικαιωμάτων του ανθρώπου κατά της Ευρώπης ήτις υπό το πρόσχημα του πολιτισμού και των συμφερόντων ζητεί την υποδούλωσιν εκατομμυρίων ανθρώπων”, αλλά ο Κλεάνθης Τριαντάφυλλος, στην ίδια εφημερίδα, επαινεί τον Τρικούπη που “έστειλε τα θαλασσοπούλια μας εις τον λιμένα της πόλεως του Μεγάλου Αλεξάνδρου μας και η κυανόλευκος κατωπτρίσθη εις κύματα, εφ’ ων από του τουρκολέτειρος Κανάρη δεν έπλευσεν ελληνικόν πολεμικόν σκάφος και παρά τους κραταιούς στόλους της θαλασσοκράτειρας Αγγλίας της δημοκρατικής Γαλλίας”. Παράλληλα, ο έτερος πρωτεργάτης της ελληνικής δημοσιογραφίας, Βλάσσης Γαβριηλίδης, υιοθετεί τη θεωρία του “ζωτικού χώρου” για να στηρίξει τις ξεκάθαρα ιμπεριαλιστικές και ρατιστικές θέσεις του στο Μη Χάνεσαι (2.7.1882): “Φθάνει! κύριοι Τούρκοι και κύριοι Αιγύπτιοι και κύριοι Χαδζήδες και κύριοι Βεδουίνοι. Αν είχετε δυνάμεις να συγκροτήσητε δύναμιν, θα το εκάμνατε επί τόσους ήδη αιώνας. Ο περί υπάρξεως αγών δεν λογαριάζει την μύτην του Χαμίτη και τους μεγάλους οφθαλμούς του Άραβη· πρέπει να ζήσωμεν οι ανώτεροι υμών Ευρωπαίοι· και δια να ζήσωμεν, θέλομεν τόπον· από κυρίαρχοι γενήτε υπήκοοί μας· κύριοι Μουσουλμάνοι, εν άλλαις λέξεσιν, αδειάσατέ μας τη γωνιά”. Επίσης, στη λογική του “ανήκομεν εις την Δύσιν” η εφημερίδα Αιών σημειώνει (12.6.1882): “αι Δυτικαί Δυνάμεις, εις των οποίων τον πολιτισμόν και ημείς μετέχομεν, αποτελούν την μόνην εγγύησιν διά την συμπλήρωσιν των εθνικών πόθων”. Τέλος, ο Γεώργιος Σουρής -αφού προηγουμένως έχει εξυμνήσει τον Αραμπί (δικός του είναι ο στίχος που αποτελεί τον τίτλο της προηγούμενης ενότητας αυτού του άρθρου και δημοσιεύτηκε στο Μη Χάνεσαι, 5.5.1882)- κατόπιν παραληρεί στο ίδιο έντυπο (19.5.1882): “η Αίγυπτος -ω θαύμα!- Ελληνική να γένη”.31
Βέβαια, η αποστολή των πολεμικών πλοίων έγινε, αν όχι με την προτροπή της Βρετανίας -“οι άγγλοι πιέζουν από τη μια τον Τρικούπη κι από την άλλη τον Κλ. Ραγκαβή, γενικό πρόξενο στην Αλεξάντρεια, να στείλει κι η Ελλάδα πολεμικά” γράφει ο Στρ. Τσίρκας,32 ενώ και η Κ. Γαρδίκα-Αλεξανδροπούλου αναφέρει πως ο “Τρικούπης ανταποκρίθηκε στο βρετανικό αίτημα να συμβάλει η Ελλάδα […] στην καταστολή της εθνικιστικής εξέγερσης του Αραμπή στην Αίγυπτο”-33 σαφέστατα όμως σε συνεννόηση με τις κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας, αλλά και τον χεδίβη Τεουφίκ -ο Κ. Τσουκαλάς σημειώνει: “Φαίνεται πιθανόν ότι [ο Τρικούπης], αν δεν υπάκουσε σε συγκεκριμένες εντολές των Άγγλων, να συμμετάσχει στην κοινή επιχείρηση […] θα πρέπει να είχε τουλάχιστον τη σιωπηρή ανοχή τους”.34 Μάλλον όχι και τόσο “σιωπηρή” θα λέγαμε, με βάση τη διπλωματική αλληλογραφία. Σχετικά ο Ραγκαβής αναφέρει στον Τρικούπη ότι μόλις έμαθε για την αναχώρηση των ελληνικών πολεμικών έσπευσε να ενημερώσει “την Α.Υ. τον Κεδίβην και […] τους Κ.Κ. Πράκτορας της Αγγλίας και Γαλλίας”. Αυτοί με τη σειρά τους όχι μόνο δεν ξαφνιάστηκαν αλλά “ο μεν Κεδίβης μοι εξέφρασε […] άκραν ευχαρίστησιν […] Ο δε Κος Malet μοι εδήλωσον ότι μετά χαράς ήθελεν είδη την Ελληνικήν σημαίαν παρά την Αγγλικήν, και ο Κος Sienkiewicz τέλος μοι απήντησεν ότι καλώς εγνώριζε την σπουδαιότητα των εν Αιγύπτω ημών συμφερόντων κ’ εύρισκε φυσικώτατον ότι εμεριμνώμεν περί υπεράσπισιν αυτών”.35
Μάλιστα η ελληνική κυβέρνηση επεξεργαζόταν και σχέδιο αποστολής χερσαίων στρατευμάτων στην Αίγυπτο, όπως πληροφορούσε την κυβέρνησή του, στις 10.6.1882, ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα Φορντ. “Τρία ελληνικά πλοία είναι έτοιμα να αποσταλούν στην Αλεξάνδρεια με την πρώτη ειδοποίηση και στρατιώτες είναι έτοιμοι να επιβιβαστούν σ’ αυτά”, έγραφε για να γίνει πιο σαφής λίγες μέρες αργότερα, “η ελληνική κυβέρνηση είναι έτοιμη να αποστείλει αμέσως μικρή εκστρατευτική δύναμη επτακοσίων ανδρών στην Αλεξάνδρεια, ακολουθούμενη, αν χρειαστεί, από μεγαλύτερη δύναμη πέντε χιλιάδων ανδρών”.36 Ο αριθμός φαίνεται μάλλον υπερβολικός για το μέγεθος και την ετοιμότητα του ελληνικού στρατού,37 αλλά η είδηση ξεσηκώνει τα φιλοπόλεμα αισθήματα του Ραμπαγά, που αυξάνοντας μάλιστα το μέγεθος του εκστρατευτικού σώματος, γράφει: “Και τώρα φαντασθήτε τους επτακισχιλίους αυτούς Έλληνας οπλίτας πατούντας το έδαφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου […] φαντασθήτε τους μετρουμένους με τα τέκνα εκείνων, οίτινες υπό τον Ιμβραήμ πασσάν ηρήμωσαν την Πελοπόννησον, με τους χθες έτι εν Κρήτη αγωνισθέντας Άραβας […] Έχει χρόνους η Ελλάς, να αισθανθή γενναίον πολεμικόν καρδιοχτύπι! Κινδυνεύει να μαρανθή, αν δε εμαράνθη το πολεμικόν φρόνημα του στρατού ημών μετά τόσας απογοητεύσεις!”38 Το σχέδιο αυτό, τελικά, θα παραμείνει στα χαρτιά καθώς ο υπουργός Εξωτερικών της Μ. Βρετανίας Ερλ Γκράνβιλλ τηλεγράφησε αμέσως στην Αθήνα προειδοποιώντας ότι “θα ήταν άκρως ανεπιθύμητο διάβημα εκ μέρους οποιασδήποτε Δύναμης να στείλει ευρωπαϊκά στρατεύματα αυτή τη στιγμή”.39 Η Γηραιά Αλβιών μπορεί να χρειαζόταν κομπάρσους για την παράσταση αλλά δεν επιθυμούσε και συνεταίρους στο πλιάτσικο.
6. Τάσεις και χρήσεις της παροικίας
Η ελληνική παροικία ήταν μακράν η μεγαλύτερη στην Αίγυπτο. Το 1882 οι Έλληνες υπήκοοι ήταν 37.301, ενώ οι Ιταλοί 18.865, οι Γάλλοι 15.716 κι οι Βρετανοί (των Μαλτέζων περιλαμβανομένων) 6.118.40 Στον παραπάνω αριθμό Ελλήνων θα πρέπει να προσθέσουμε και “άλλους τόσους ίσως με τουρκική ή αιγυπτιακή ιθαγένεια”.41 Απ’ ό,τι φαίνεται ο Χ. Τρικούπης δεν είχε και πολύ άδικο για τον ενθουσιασμό της παροικίας σχετικά με την παρουσία των ελληνικών πολεμικών. “Οι αξιωματικοί του Ελλάς […] ήλθαν και προγευμάτισαν στο σπίτι μας στο Ράμλε. Μεγάλη συγκίνηση […] Έλληνες αξιωματικοί, με σπαλέτες χρυσές, με γαλόνια, με σπαθιά! Τι excitement”, αναφωνεί η μικρούλα Πηνελόπη Δέλτα·42 ενώ κι ο Στρ. Τσίρκας συμπληρώνει “τις Κυριακές ξεχυνόταν ο παροικιακός κοσμάκης με τις καλαθούνες και τις μπουκάλες του και νοίκιαζε βάρκες που περιπλέανε τα “πολεμικά μας” με τραγούδια και ξεφαντώματα”.43 Βέβαια για τον αιγυπτιακό πληθυσμό ο, Ελβετός φίλος και σύμβουλος του Αραμπί, Τζων Νινέ, αναφέρει: “Η παρουσία στην Αλεξάντρεια του αγγλο-γαλλικού στόλου στον οποίο θεώρησαν αναγκαίο να προσθέσουν και κάτι γελοία δείγματα του ελληνικού στόλου, είχε βαθειά ερεθίσει τον πληθυσμό”.44 Παράλληλα, όμως, στην Αλεξάνδρεια οι ελληνικές προξενικές αρχές θέλουν να χρησιμοποιήσουν την παροικία καταστρώνοντας σχέδια εξοπλισμού της, με πρόσχημα την άμυνά της: “Το διπλωματικό πρακτορείο της Ελλάδας πρότεινε σε ορισμένους επίσημους κύκλους να οργανωθεί ένα σχέδιο άμυνας των ευρωπαίων σε περίπτωση επίθεσης από τους άραβες”, γράφει ο Έλληνας πρόξενος Ν. Σκωτίδης.45 Η ύπαρξη αυτών των κινήσεων υποστηρίζει την άποψη του Καζαμία πως “Κατά βάθος, στον πρώτο μήνα της εκστρατείας του, ο Τρικούπης δεν ήταν απλώς αδιάφορος για την ασφάλεια της παροικίας, αλλά φαίνεται πως είχε σαφείς προθέσεις να τη θέσει εσκεμμένα σε κίνδυνο, πιθανόν για να αποσπάσει την αφορμή που χρειαζόταν προκειμένου να στείλει στρατεύματα στην Αίγυπτο”.46
Αιγυπτιακό γραμματόσημο
Οι ενέργειες αυτές, απ’ την άλλη, προσπαθούν να αναπτύξουν τον φόβο των “βάρβαρων” ιθαγενών στους “πολιτισμένους” Ευρωπαίους, παρότι ο Αραμπί (ήδη από τις 9.9.1882) είχε βγάλει προκήρυξη στην οποία βεβαίωνε τους ξένους πως δεν διατρέχουν κανένα κίνδυνο. Ίδια άποψη είχαν και τα παροικιακά συνδικάτα καθώς “οι ελληνικές και ιταλικές εργατικές ενώσεις της Αλεξάντρειας, με ανακοινωθέντά τους, τον Ιανουάριο του 1882, χαραχτήριζαν κακόβουλες φήμες όσα μετάδινε ο αγγλικός τύπος για επικείμενες σφαγές από τους αιγύπτιους και διαψεύδανε την πρόθεση που τους αποδίδονταν να κάψουν και να λεηλατήσουν την πόλη για αντίποινα”.47 Η στάση αυτή των συνδικάτων υπογραμμίζει τις ταξικές αντιθέσεις που πολύ λογικά υπήρχαν στην παροικία κι έρχεται σε αντίθεση με τις γενικεύσεις όπως αυτή που γράφει ο Φ.Φ. Όδδης: “Κατά τα τρομεράς εκείνας στιγμάς πάντες ήμεν Αγγλόφιλοι”.48 Μάλιστα ο Γιαλουράκης (που παραθέτει το παραπάνω απόσπασμα) υπερθεματίζει σημειώνοντας: “Ποια ήταν η αντίδραση του Ελληνισμού στα γεγονότα, δεν είναι δύσκολο να την υποθέσουμε […] Ο αγώνας για την ύπαρξη, δε γνωρίζει φιλολογίες και συναισθηματικές ερμηνείες. Η παροικία αντίκρυσε τότε το Θάνατο, κι αντέδρασε αναλόγως”.49 Τη διαφορετική, όμως, στάση μεταξύ των Ελλήνων της Αιγύπτου παραδέχεται (αν και με έκπληξη) κι η Λ. Λούβη: “Το παράδοξο, ωστόσο, είναι ότι κάποια μερίδα Ελλήνων συντάχθηκε στις γραμμές του Αραμπή και πήρε σαφή θέση εναντίον της Βρετανίας”, σημειώνει και -αναφερόμενη στη μετά την κατάληψη της χώρας περίοδο, με βάση την επικοινωνία του Έλληνα προξένου με τον πρωθυπουργό- συνεχίζει “η κατάσταση ανησύχησε τον Τρικούπη όταν κάποιοι Έλληνες υπήκοοι συνελήφθησαν από τις αγγλικές αρχές για κατασκοπία”.50 Πάντως ακόμη και στα πλαίσια της παροικιακής αριστοκρατίας υπήρχαν διαφορετικές προσεγγίσεις καθώς τότε ξεσπάει η σύγκρουση “πρωτοκλασάτων” και “δευτεροκλασάτων”.51 Σύμφωνα με τα γραφόμενα του Τσίρκα “πρωτοκλασάτοι” ήταν οι παλιοί πλούσιοι πάροικοι ενώ “δευτεροκλασάτοι” οι νεόπλουτοι που ήρθαν αργότερα στην Αίγυπτο. “Πολιτικά”, συνεχίζει ο συγγραφέας, “εκείνο που χαραχτήριζε τους πρωτοκλασάτους ήταν η αγγλοφοβία. Στην πλειοψηφία τους μέναν δεληγιαννικοί, γαλλόφιλοι ή ρωσόφιλοι. Οι δευτεροκλασάτοι […] ήταν τρικουπικοί και αγγλόφιλοι”.52
Εν πάσει περιπτώσει οι ιδέες του Σκωτίδη, αν και αρχικά απορρίπονται από τους υπόλοιπους προξένους, κατόπιν υποστηρίζονται από τον Βρετανό ομόλογό του Κούκσον κι έτσι κάποιοι διπλωμάτες (όπως της Ολλανδίας και της Σουηδίας) συμφωνούν για την ανάγκη ν’ αναθέσουν σε Άγγλους κι Έλληνες αξιωματικούς την οργάνωση ενός “αμυντικού σχεδίου”, ενώ εκφράζονται και πιο προωθημένες σκέψεις για απόβαση αγημάτων, στην οποία όμως αντιτίθενται οι πρόξενοι των άλλων μεγάλων Δυνάμεων.53 Το σχέδιο προέβλεπε ότι “κέντρο της [άμυνας] θά’ταν η μεγάλη πλατεία της Αλεξάνδρειας, στα σπίτια θα μέναν οι γέροι και τα γυναικόπαιδα, οδοφράγματα θα κλείνανε τους δρόμους που καταλήγουν σ’ αυτήν και μόνος ανοιχτός, θά’μενε η οδός Καλογραιών, για την επιβίβαση, σε μεγάλη ανάγκη, των ξένων στα πλοία. Τρεις χιλιάδες οπλισμένοι Έλληνες και ξένοι, θα καλύπτανε την υποχώρηση”.54 Επίσης το σχέδιο προέβλεπε τη μεταφορά πολεμοφοδίων και αξιωματικών, για τον συντονισμό της “άμυνας”, από τα θωρηκτά στο αιγυπτιακό έδαφος, γι’ αυτό και στα ελληνικά πλοία επέβαιναν και “δύο επιτελάρχες του στρατού”.55
Ασχέτως της αποδοχής ή μη των προτάσεων του Έλληνα διπλωμάτη “μέσα σε τρεις μέρες όλα τα πιστόλια και τα περίστροφα είχαν εξαφανιστεί από τα οπλοπωλεία της Αλεξάντρειας”, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιδίου.56 Προφανώς δεν ήταν οι φτωχοί ιθαγενείς που κάναν μαζικές αγορές όπλων. “Ο πατέρας ήταν λαμπρός κυνηγός και είχε πάντα μανία με τα όπλα. Σκοπευτής καλός, είχε τουφέκια διάφορα, περίστροφα και σφαίρες πολλές”, θυμάται η γνωστή συγγραφέας.57 Παράλληλα, ο Βρετανός πρόξενος μοίραζε όπλα και πυρομαχικά, που είχαν φέρει τα πολεμικά πλοία (σύμφωνα με το “αμυντικό σχέδιο”), σε Άγγλους και Μαλτέζους κάτι που φαίνεται πως γνώριζε κι ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Φρεσινέ, με βάση δηλώσεις του στη γαλλική Γερουσία (12.6.1882).58 Το κλίμα στο μεγάλο λιμάνι στις εκβολές του Νείλου γινόταν αφόρητα βαρύ.
7. Η σφαγή (ποιων όμως;)
Στις 7 Ιουνίου φτάνει στην Αλεξάνδρεια και κατόπιν μεταβαίνει στο Κάιρο ο στρατάρχης Ντερβίς πασάς, εκπρόσωπος του Σουλτάνου (μιας και η Αίγυπτος παρέμενε, όπως προαναφέραμε, ονομαστικά τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας). Στην πρωτεύουσα τον υποδέχονται με διαδηλώσεις, ενώ του παραδίδεται και υπόμνημα με δέκα χιλιάδες υπογραφές που ζητά την εκδίωξη του χεδίβη.59
Όμως την Κυριακή 11 Ιουνίου, ξεσπά στην Αλεξάνδρεια η “περιπλοκή οξείας μορφής” που ευχόταν (και προετοίμαζε) η βρετανική διπλωματία. Βέβαια, σύμφωνα με τον μετέπειτα Βρετανό αρμοστή της Αιγύπτου για τα γεγονότα ευθύνονται ο Αραμπί κι οι συνεργάτες του αφού “για πολύ καιρό, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ενισχύσουν το φυλετικό μίσος και το φανατισμό του άνανδρου όχλου της Αλεξάνδρειας”.60 Το μεσημέρι εκείνης της μέρας ξεσπά στην οδό Καλογραιών καυγάς μεταξύ ενός Μαλτέζου κι ενός Αιγύπτιου, που καταλήγει σε φονικό, παρά την παρέμβαση Ελλήνων που προσπάθησαν να αποσοβήσουν το κακό. Ακολουθούν χαοτικές καταστάσεις. Μαλτέζοι πυροβολούν από τα παράθυρα. Ένοπλοι Έλληνες ακολουθώντας το “σχέδιο άμυνας”, ακροβολίζονται στην πλατεία Προξένων κι ανοίγουν πυρ. Οι Αιγύπτιοι αντιδρούν με ναμπούτια (ρόπαλα) και μαχαίρια και φωνάζοντας “αδέλφια μουσουλμάνοι, μας σκοτώνουν!” επιτίθενται εναντίον των ξένων, αλλά και καταστρέφουν καταστήματα. Οι πληροφορίες για τη στάση των αστυνομικών είναι αντιφατικές: είτε είναι κλεισμένοι στα καρακόλια (τμήματα) και δεν παρεμβαίνουν, είτε συμμετέχουν στις ταραχές με την πλευρά των ντόπιων. Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι μέλη της αστυνομίας είναι και πολλοί Ευρωπαίοι (Ιταλοί, Μαλτέζοι, Ρωμιοί). Μάλιστα Ρωμιοί αστυνομικοί παρεμβαίνουν στην αρχή της οδού Καλογραιών, εμποδίζοντας ένοπλους, μέλη του “σχεδίου”, να εισέλθουν στην περιοχή, προκαλώντας έτσι την οργή του μηχανορράφου Σκωτίδη, που όμως χρωστάει τη ζωή του (όπως κι άλλοι πρόξενοι) στην παρέμβαση ντόπιων. Αργά το απόγευμα, ο Αραμπί μόλις μαθαίνει τα γεγονότα διατάζει τον στρατό που ήταν έξω από την πόλη να μπει μέσα και τις επόμενες ώρες σταματούν οι σκοτωμοί και οι λεηλασίες.61
Ποιος είναι όμως ο απολογισμός των ταραχών; Πολύ περισσότερο από τα οικονομικά στατιστικά στοιχεία οι αριθμοί νεκρών και τραυματιών αποτελούν πάντα πολύ μπερδεμένη υπόθεση. Η Δέλτα λέει πως: “Οι Ευρωπαίοι από τα μπαλκόνια είχαν αμυνθεί και σκότωσαν αρκετούς Φελάχους. Μα όποιος βρέθηκε στο δρόμο όταν κατέβηκαν από τις αράπικες συνοικίες οι δολοφονικές ορδές σφάχθηκε αλύπητα”, χωρίς να δίνει συγκεκριμένα νούμερα.62 “Νεκροί και τραυματίες, φτάσανε τους τριακόσιους”, αναφέρει ο Γιαλουράκης, αφήνοντας να υπονοηθεί ότι όλα σχεδόν τα θύματα ήταν Ευρωπαίοι, ενώ παρακάτω σημειώνει: “Μερικοί, για να μειώσουνε την εντύπωση, ισχυρίζονται ότι οι αριθμοί των θυμάτων είναι υπερβολικοί”.63 Ο Θ. Χριστοδουλίδης προσπαθεί να είναι πιο ακριβής γράφοντας: “τον Ιούλιο (sic) 1882, στην Αλεξάνδρεια […] δολοφονούνται εξήντα δύο Ευρωπαίοι (σχεδόν όλοι Έλληνες)”.64 Η πιο λεπτομερής, όμως, αναφορά γίνεται από τον Τσίρκα: “Η Επιτροπή των γιατρών που καταμέτρησε όσα πτώματα βρέθηκαν σε όλα τα νοσοκομεία της πόλης, αναφέρει 49 νεκρούς. Κατά το Σκωτίδη, οι 35 ήταν “χριστιανοί” και οι 14 αιγύπτιοι (11 “άραβες” και 3 “τούρκοι”!)”.65 Ο Γεώργιος Ζαγκαρόλας, αρχίατρος του Ελληνικού Νοσοκομείου και μέλος της Επιτροπής γιατρών, μιλάει για 50 πτώματα αλλά θεωρεί πως οι νεκροί πρέπει να είναι τουλάχιστον 200.66 Ο Τζων Νινέ, που είναι κι αυτός παρών εκείνες τις μέρες στην Αλεξάνδρεια, αναφέρει 163 Αιγύπτιους νεκρούς.67 Η άθροιση του 163 (“Αιγύπτιοι” του Νινέ) με το 35 (“χριστιανοί” του Σκωτίδη) μας δίνει 198, δηλ. συγκλίνει με τον συνολικό αριθμό νεκρών που δίνει ο Ζαγκαρόλας. Πώς όμως η Επιτροπή δεν καταμέτρησε τα υπόλοιπα πτώματα των ντόπιων; Ο Τσίρκας σημειώνει “πόσοι αιγύπτιοι νεκροί στάλθηκαν στα νοσοκομεία; Ούτε ένας. Αυτοί οι 14 είναι τραυματίες που υπέκυψαν μέσα στα νοσοκομεία”, ενώ αντιθέτως “είναι δυνατόν πτώμα ευρωπαίου να μη μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ή να μη δηλώθηκε πριν ταφεί; Όχι, βέβαια”. Το επιχείρημα είναι, νομίζουμε, εξαιρετικά ισχυρό.
Ακόμη όμως και στην κατανομή των πτωμάτων παρουσιάζονται περίεργα φαινόμενα. Ο Σκωτίδης “βαφτίζει” χριστιανό έναν Εβραίο (ενώ υπάρχει κι η περίπτωση ενός Σύριου που δεν ξεκαθαρίζεται αν ήταν χριστιανός ή μουσουλμάνος), υποδηλώντας ότι η έννοια του χριστιανού (ως πτώμα) γι’ αυτόν σημαίνει τον μη “ιθαγενή”. Παραμένει ασαφές το πού κατατάσσει τους κόπτες (που είναι και Αιγύπτιοι και χριστιανοί). Εντέλει, δε, πόσους Έλληνες νεκρούς καταγράφει ο πολυπράγμων πρόξενος, που δεν είχε και κανένα λόγο να υποτιμήσει τις εθνικές απώλειες; Δύο.68 Γι’ αυτό κι ο Τσίρκας ξεσπάει: “Η σφαγή… Ο εφιάλτης γενεών ολόκληρων. Να βλέπουν οι γραικοί με τη φαντασία τους τούς δρόμους της Αλεξάντρειας γεμάτους από πτώματα δικών τους… Κι ήτανε ψέμα. Ένα μεγάλο ψέμα για να δικαιολογηθεί ο βομβαρδισμός της πόλης και η κατοχή. Για να καλλιεργείται και να θρασομανάει ο ρασισμός, η μισαλλοδοξία, η διαίρεση”.69
Η άποψη του Τσίρκα -περί ρατσισμού και μισαλλοδοξίας- επιβεβαιώνεται από δημοσιεύματα του ελληνικού Τύπου της εποχής: “Είνε αι εν Αλεξανδρεία σφαγαί […] χιλιοστή έκδοσις της τουρκικής θηριωδείας […] Έως πότε αι ορδαί των οπαδών του Ταμερλάνου θα πνίγωσι εις το αίμα τον χριστιανισμόν ενώπιον συμπάσης της Ευρώπης; […] Ο Αραμπής είναι άξιος να καταταχθή εις την σειράν του Νέρονος και του Αλή-πασσά […] Η πυρά της πυρπολουμένης Αλεξανδρείας πρέπει να κατασβεσθή δια του αίματος των Φελάχων” διακηρύσσει ο Παν. Πηγαδιώτης στον Αριστοφάνη (2.7.1882)·70 αλλά κι από τις αναμνήσεις της Πηνελόπης Δέλτα που γράφει (στα 1931-32): “Για τους Φελάχους είχαμε τη μεγαλύτερη περιφρόνηση, εμείς όλοι οι “άσπροι”. Τους θεωρούσαμε σχεδόν κτήνη […] Το να δείρεις Αράπη όχι μόνο επιτρέπουνταν, αλλά κ’ επιβάλλουνταν […] Ήταν κτήνη. Γι’ αυτό και κάθε τους ξύπνημα, σαν του Άραμπη, ήταν κτηνώδες. Έπρεπε όμως για να ξυπνήσουν και να σηκωθούν, να αισθάνονται ασφαλείς, ειδεμή δεν κουνούσαν, δέχουνταν όλες τις προσβολές και τις ταπεινώσεις, ώσπου να νομίσουν τον εαυτό τους δυνατό, και τότε σκότωναν με ναμπούτια […] Τα χαστούκια και οι κλωτσιές έπεφταν άφθονα, και οι Αραπάδες δέχουνταν αυτή την κατάσταση ως φυσική. Αισθάνουνταν οι ίδιοι την υπεροχή της άσπρης φυλής”, για να καταλήξει (μελαγχολικά;) “Άλλαξαν τα πράματα έκτοτε. Ξύπνησαν και αυτοί”.71
8. Στάχτη στα μάτια, βόμβες στην Αλεξάνδρεια
Το μεσημέρι της επομένης, μετά από απανωτές συσκέψεις, οι Ευρωπαίοι πρόξενοι απευθύνουν στους υπηκόους τους κοινή προκήρυξη. “Σοβαρές ταραχές ξέσπασαν χθες […] Ο αιγυπτιακός στρατός αποκατέστησε την τάξη […] Έχουμε εμπιστοσύνη στο στρατό […] Μην οπλοφορείτε. Μένετε όσο είναι δυνατό στα σπίτια σας. Αποφεύγετε κάθε αφορμή διένεξης ή συμπλοκής”. Μάλιστα, για να εφαρμοστεί στην πράξη ο αφοπλισμός, στις περιπόλους προστίθενται και καβάσηδες (φύλακες) των προξενείων, καθώς -λόγω των διομολογήσεων- για τους ξένους υπηκόους ίσχυε ασυλία από τη σύλληψη και ετεροδικία (δηλ. δεν δικάζονται από τα αιγυπτιακά δικαστήρια, αλλά από τα προξενικά δικαστήρια των χωρών τους).72 Σχετικά με την ύπαρξη του οπλισμού, ο γιατρός Ζαγκαρόλας, σε επιστολή του (22.8.1882), λέει πως όταν θέλησε να μεταφέρει τα όπλα του σε ασφαλέστερο μέρος, ένας θυρωρός “κόφτης το θρήσκευμα” υποπτεύθηκε (λόγω βάρους) το περιεχόμενο των κιβωτίων -δεν μιλάμε δηλ. για τίποτα περίστροφα- και τους “πρόδωσε” στην αστυνομία που κατάσχεσε τον οπλισμό αλλά άφησε, τον ίδιο κι έναν άλλο Ευρωπαίο, ελεύθερους.73
Βέβαια, ο φόβος οδηγεί πολλούς Ευρωπαίους στη φυγή. Η Πηνελόπη Δέλτα θυμάται ότι έφυγαν το πρωί της Δευτέρας. “Στο λιμένα περίμεναν βάρκες από διάφορα ξένα πολεμικά, μαζεμένα εκεί. Εμάς μας πήρε ελληνική βάρκα, μας πήγε στο Ελλάς. Πώς μας χώρεσε, και πού, το μικρό αυτό πολεμικό, δεν ξέρω. Γιατί είχε φιλοξενήσει ένα σωρό ελληνικές οικογένειες”.74 Η οικογένεια Καβάφη, από την άλλη, θα αναχωρήσει δυο βδομάδες αργότερα με αυστριακό πλοίο. Όπως σημειώνει (με ημερομηνία 24.6) ο, δεκαεννιά ετών τότε, Κωνσταντίνος σε ημερολόγιο που κρατούσε στ’ αγγλικά: “Αν και οι πολιτικές εξελίξεις έχουν κάπως ηρεμήσει τελευταία, υπάρχουν σοβαροί λόγοι ανησυχίας. Ο κόσμος φεύγει κατά χιλιάδες και τα μαγαζιά κλείνουνε κατά εκατοντάδες […] Όλες οι μεγάλες κεφαλές είναι τώρα στην Αλεξάνδρεια – ο Ραγκέτ Πασά, ο νέος Πρωθυπουργός· ο Χεδίβης[·] ο Ντερβίς Πασά, ο Αρμοστής του Σουλτάνου· ο Άραμπι Πασά, Υπουργός Στρατιωτικών και ο ουσιαστικός δικτάτορας της Αιγύπτου- αλλά η παρουσία τους δεν είναι και τόσο καθησυχαστική”.75
Τη φυγή ενίσχυε ιδιαίτερα η βρετανική διπλωματία που εργαζόταν ασταμάτητα. “Εκ πάντων των Προξενείων, το Αγγλικόν μόνο έδιδεν ου μόνον συμβουλάς, αλλά και διαταγάς προς αναχώρησιν. Τότε ήρχισαν να κινώνται και αι άλλαι των Ευρωπαίων Προξενικαί Αρχαί πειθαναγκάζουσαι τους υπ’ αυτούς εις αναχώρησιν”.76 Η δραστηριότητα των Βρετανών διπλωματών προκαλεί τη δυσαρέσκεια των άλλων χωρών, την οποία αντιμετωπίζει με το χιούμορ της ισχύος, ο Βρετανός γενικός πρόξενος Μάλετ. “Οι συνάδελφοί μου τηλεγράφησαν στις κυβερνήσεις τους πως ο μόνος τρόπος για ν’ αποφύγουμε τις μεγάλες συμφορές, είναι να φύγουν από την Αλεξάντρεια οι στόλοι κι εγώ”, αναφέρει στον προωθυπουργό του Γκλαντστόουν (Γλάδστωνα στην εξελληνισμένη εκδοχή του).77 Παράλληλα όμως, κατά τον ρου των γεγονότων, οι στόλοι έχουν αυξηθεί κι ο συνολικός αριθμός των ξένων πολεμικών πλοίων που έχουν ρίξει άγκυρα στο μεγάλο αιγυπτιακό λιμάνι φθάνει τα 33. Έτσι τα βρετανικά είναι πλέον δεκατέσσερα, τα γαλλικά έξι, τα ιταλικά πέντε, έχουν προστεθεί τρία αμερικανικά, κι από ένα αυστριακό, γερμανικό κι ολλανδικό ενώ υπάρχουν πάντα τα δύο ελληνικά.78
Το διεθνές ενδιαφέρον όμως δεν εξαντλείται στην αποστολή ναυτικών μονάδων στην Αλεξάνδρεια. Οι μεγάλες Δυνάμεις αποφασίζουν να συγκαλέσουν σχετική συνδιάσκεψη στην Κωνσταντινούπολη. Εντωμεταξύ, όμως, στο Κάιρο σχηματίζεται (20.6) νέα κυβέρνηση υπό τον Ράγεμπ πασά, στην οποία ο Αραμπί εξακολουθεί να κατέχει το υπουργείο Στρατιωτικών. Η νέα κυβέρνηση υπόσχεται σεβασμό των σουλτανικών φιρμανιών και των διεθνών υποχρεώσεων της Αιγύπτου, αλλά παράλληλα και της ανεξαρτησίας της χώρας και του οργανικού νόμου της Βουλής, ενώ κηρύσσει γενική αμνηστεία για όσους αναμίχθηκαν στα γεγονότα των τελευταίων μηνών, από την οποία όμως εξαιρούνται όσοι εμπλέκονται στις ταραχές της Αλεξάνδρειας. Όλοι φαίνονται ευχαριστημένοι, ο απεσταλμένος του σουλτάνου Ντερβίς πασάς διαβιβάζει την ικανοποίησή του στον Αμπντούλ Χαμίντ Β΄ κι ο Οθωμανός πρεσβευτής στο Λονδίνο Μουσούρος πασάς (Φαναριώτης, πρώτος Οθωμανός πρέσβης στην Αθήνα) δηλώνει στον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών λόρδο Γκράνβιλλ πως “Μια συνδιάσκεψη για την αιγυπτιακή υπόθεση δεν παρουσιάζει πια καμιά χρησιμότητα και πρέπει να εγκαταληφθεί οριστικά”. Αμ δε! Η Μ. Βρετανία, η Γαλλία, η Αυστροουγγαρία, η Ρωσία κι η Ιταλία ξεκινούν τη συνδιάσκεψη στην Κωνσταντινούπολη, χωρίς τον “ξενοδόχο”, που όμως λόγω της γνωστής παρατεταμένης “ασθενείας” του αδυνατεί να αντιδράσει. Η συνδιάσκεψη εξελίσσεται σε φαρσοκωμωδία, γεγονός όχι σπάνιο στη διεθνή διπλωματία. Οι συμμετέχοντες, λοιπόν, υπόσχονται “να μην επιδιώξουν κανένα εδαφικό όφελος, ούτε παραχώρηση αποκλειστικού προνομίου”, ενώ στις 27.6 συμφωνούν πως “θ’ αποφύγουν κάθε μεμονωμένη επιχείρηση στην Αίγυπτο” κατά τη διάρκεια της συνδιάσκεψης. Απλώς στην τελευταία συμφωνία η Βρετανία διατηρεί την επιφύλαξη, ότι ίσως χρειαστεί να παρέμβει, αν υπάρξει λόγος ανωτέρας βίας.79
Βομβαρδισμένη Αλεξάνδρεια
Στα πολεμικά που έχουν καταπλεύσει στην Αλεξάνδρεια περιλαμβάνονται και τα έξι ισχυρότερα θωρηκτά του βρετανικού στόλου.80 Δεν έκαναν, βέβαια, τόσο ταξίδι για να ρίχνουν μόνο χαιρετιστήριους κανονιοβολισμούς. Και μιας και δεν εμφανίζεται καμιά ανωτέρα βία, την κατασκευάζουν από μόνες τους οι βρετανικές δυνάμεις. Στις 6.7 ο ναύαρχος Σέυμουρ, που παίρνει τώρα την πρωτοβουλία των κινήσεων από τους διπλωμάτες, ζητεί -υπό την απειλή βομβαρδισμού της πόλης- τον αφοπλισμό των παραθαλάσσιων οχυρών (τα οποία “τολμούσε” να επισκευάζει το αιγυπτιακό κράτος), γιατί απειλούν τα θωρηκτά του! Μπροστά στο απίστευτο θράσος χωρίς σύνορα (στην κυριολεξία), παρεμβαίνουν οι πρόξενοι Γαλλίας, Ρωσίας, Γερμανίας, Ιταλίας και ΗΠΑ προσφέροντας εγγυήσεις για να αποτραπεί ο βομβαρδισμός. Μάταια, όμως, όπως μάταιες είναι κι οι διαμαρτυρίες του Μουσούρου πασά στο Λονδίνο (9.7), καθώς την επομένη ο ναύαρχος ζητεί την άμεση παράδοση των οχυρών για να τα αφοπλίσουν οι βρετανικές δυνάμεις. Το τελεσίγραφό του δίνει διορία 24 ωρών.
Το αιγυπτιακό υπουργικό συμβούλιο συνεδριάζει παρουσία του χεδίβη Τεουφίκ και του Ντερβίς πασά κι απορρίπτει το απειλητικό τελεσίγραφο. Ο γαλλικός στόλος -μετά από απόφαση της Βουλής- αποχωρεί, ενώ τα ελληνικά πολεμικά πλοία έχουν εντολή από τον Τρικούπη να τηρήσουν “αυστηρή ουδετερότητα”.81 Παράλληλα φεύγουν από το λιμάνι τα επιβατηγά πλοία με τους Ευρωπαίους πρόσφυγες, ενώ και μεγάλος μέρος του αιγυπτιακού πληθυσμού εγκαταλείπει την πόλη προς το εσωτερικό.
Στις 7 το πρωί της 11ης Ιουλίου 1882 ο ναύαρχος Σέυμουρ ξεκινάει τον βομβαρδισμό της πόλης. Τα πανίσχυρα τηλεβόλα των πλοίων καταστρέφουν την πόλη ουσιαστικά ανενόχλητα, καθώς τα απαρχαιωμένα αιγυπτιακά κανόνια δεν μπορούν να συγκριθούν μαζί τους ούτε να πλήξουν τα ατσαλένια θωρηκτά. Ο Τσίρκας συνεχίζει την περιγραφή: “Τη νύχτα ανάβουν οι πρώτες πυρκαγιές από το βομβαρδισμό. Οι ηλεκτρικοί προβολείς των πολεμικών σαρώνουν τη δολοφονημένη πόλη. Την επαύριο ξαναρχίζει το σφυροκόπημα. Άλλα όλα τα πυροβολεία των αιγυπτίων έχουν καταστραφεί κι ο Οράμπι με το στρατό αποσύρεται πέρα από το κανάλι της Μαχμουδίας, ανατολικά της Αλεξάντρειας. Πίσω του μένουν χίλιοι νεκροί, οι περισσότεροι πολίτες. Τη νύχτα οι πυρκαγιές γενικεύονται. Ολόκληρα τετράγωνα, η πλατεία Μωχάμετ Άλυ με τα μεγαλοπρεπή μέγαρα, οι πλουσιότερες κι εμπορικότερες συνοικίες καταστρέφονται. Το ελληνικό εμπόριο δέχεται κατάστηθα το τρομερότερο πλήγμα”.82
Οι καταστροφές που προκλήθηκαν από τον βομβαρδισμό και την πυρκαγιά είναι επίσης ένα θέμα αντιπαράθεσης στη σχετική βιβλιογραφία. Η πλευρά του Αραμπί δεν αρνείται ότι έγιναν λεηλασίες και καταστροφές: “Μπορούσαμε να κάνουμε όπως οι Ρώσοι στη Μόσχα, μα δε θελήσαμε να πειράξουμε την Αλεξάντρεια. Δεν το επέτρεψα! Όσο για τη λεηλασία, ήταν αναπόφευκτη. Δε διώχνουν ατιμώρητα από τον τόπο τους 250 χιλιάδες ανθρώπους που ζούσανε μεροδούλι – μεροφάι, χωρίς κι αυτοί να εκδικηθούνε τους υπεύθυνους της δυστυχίας τους”, φέρεται να δηλώνει ο ίδιος ο Αραμπί.83 Από την άλλη όμως, οι βρετανικές δυνάμεις κι οι απολογητές τους -με περισσή υποκρισία, χαρακτηριστική των νικητών- ρίχνουν όλες τις ευθύνες της καταστροφής στον αιγυπτιακό πληθυσμό και τον Αραμπί, αθωώνοντας τον στόλο που βομβάρδιζε μια ανυπεράσπιστη πόλη (και χωρίς να κηρύξει τον πόλεμο). “Η Αλεξάνδρεια καιόταν. Οι στρατιώτες του Οράμπι, προτιμούσανε να την παραδώσουνε στάχτη”, σημειώνει ο Γιαλουράκης.84 “Η πυρκαγιά οργανώθη από αυτά ταύτα τα στίφη των στρατιωτών και των Βεδουίνων, υπό την ανωτέραν εποπτείαν των αξιωματικών και με την συγκατάθεσιν ή και κατόπιν διαταγής του ιδίου Αραμπή”, γράφει ο Ηρ. Λαχανοκάρδης.85 Ο πρόξενος Ν. Σκωτίδης ισχυρίζεται πως ο στόλος βομβάρδισε μόνο τα φρούρια “με μεγάλη ικανότητα και σοβαρό αποτέλεσμα. Μόνο καμιά δεκαριά βόμβες […] κάμανε κάτι ασήμαντες ρωγμές σε μερικά σπίτια”, ενώ ο Ε.Μ. Φόρστερ δηλώνει -και με κάποια δόση θαυμασμού- “η πόλη […] σχεδόν δεν έπαθε, γιατί οι πυροβολητές μας σημαδεύανε προσεχτικά”.86 Τέτοια πράγματα, λοιπόν, που θυμίζουν απελπιστικά “έξυπνες βόμβες” και “παράπλευρες απώλειες”.
9. Έλληνες πεζοναύτες πατούν σε αφρικανικό έδαφος
Το μεσημέρι της 13ης Ιουλίου στην ερειπωμένη και εγκαταλειμένη πόλη αποβιβάζεται μια πολυεθνική δύναμη Γερμανών, Αμερικανών, Ρώσων κι Ελλήνων πεζοναυτών υπό την εποπτεία 1000 Βρετανών στρατιωτών, που τώρα είναι οι κύριοι της πόλης. Απαντώντας στα οργισμένα τηλεγραφήματα του -απληροφόρητου αρχικά- Χ. Τρικούπη που ρωτούσε “μπορείτε να εξηγήσετε γιατί οι πεζοναύτες μας δεν συμμετέχουν”, ο πολιτικός πράκτορας της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια Κλέων Ραγκαβής συντάσσει μια έκθεση που βρίθει μεγαλοστομιών: “Την επομένην πρωίαν, διαλυθέντος του πυκνού καπνού […] εξήλθαμεν μετά του αγήματος […] Σφοδρώς έπαλλε πάντων ημών η καρδία, ότι το πρώτον επατήσαμεν το Αφρικανικόν έδαφος προηγουμένης της κυανολεύκου σημαίας, αντιπροσωπευούσης κατά την στιγμήν εκείνην τα ευγενέστερα των αισθημάτων, την φιλανθρωπίαν και την αυταπάρνησιν […] Αποβιβάσασα [η ελληνική αρχή] άγημα εξ 120 ανδρών […] ανέδειξεν εν μικρώ τουλάχιστον την ελληνικήν σημαίαν αληθή πρόσκοπον της φιλανθρωπίας και του πολιτισμού εν Ανατολή […] Ουδόλως υπερβάλλω λέγων ότι Χάρις εις της Β. Κυβερνήσεως την θαυμασίαν γενναιοφροσύνην και την μεγαλεπίβολον πρόθεσιν, σπανίως η Ελλάς επετέλεσεν έργον επισπάσαν γενικοτέρους και δικαιοτέρους επαίνους”.87 Τα καθήκοντα του αγήματος είναι κυρίως πυροσβεστικά όσον αφορά κτίρια ελληνικού ενδιαφέροντος (προξενείο, ελλ. κοινότητα κ.ά.). Η “μεγαλειώδης” αποστολή αποδεικνύεται όμως εξαιρετικά σύντομη, κρατάει μόλις δυο μέρες, καθώς ο ναύαρχος Σέυμουρ διατάζει τα αγήματα των άλλων χωρών να αποχωρήσουν από την πόλη. Η ανθρωπιστική παράσταση έλαβε τέλος. Ήρθε η ώρα της βρετανικής στρατιωτικής κατοχής.
Μια κατοχή που ξεκινάει με τη βάρβαρη επιβολή της ιμπεριαλιστικής τάξης, κρατώντας -πάντα- τους τύπους. “Εν εκ των Στρατοδικείων […] εγκατασταθέν εν υπαίθρω εις την Πλατείαν Μωχάμετ Άλυ, γύρω μιας απλής τραπέζης […] Τρεις άγγλοι αξιωματικοί έμειναν εκεί δι’ όλης της ημέρας και εξετέλουν χρέη στρατοδικών. Αδιακόπως η αστυνομία έφερεν ενώπιόν των ιθαγενείς κλέπτας ή εμπρηστάς. Η δε δίκη διεξήγετο συντομώτατα εις διάστημα ολίγων λεπτών της ώρας, ως ποινή δε επεβάλλετο σχεδόν πάντοτε ο τουφεκισμός, όστις και εξετελείτο αυθωρεί εις μικράν εκείθεν απόστασιν, εις την Πλατείαν των Προξένων, όπου ωδηγείτο ο κατάδικος, εδένετο επί δένδρου και ετουφεκίζετο. Κατ’ αυτόν τον τρόπον κατωρθώθη εντός ολίγων ημερών να επιβληθή η τάξις και το κράτος του νόμου”.88 Το μέγεθος και την ένταση της καταστολής παραδέχονται (κυνικώς και ενδοϋπηρεσιακώς) και Βρετανοί στρατιωτικοί. Ένας αξιωματικός του ναυτικού που ήταν τότε στην Αλεξάνδρεια και θα βρεθεί με τον αγγλικό στόλο στην Κρήτη το 1889 εκτιμά, με αφορμή τα σκληρά κατασταλτικά μέτρα του βαλή του νησιού Σακίρ πασά (τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενο σφοδρών επικρίσεων στην Ευρώπη), πως “η καταστολή της [κρητικής] εξέγερσης από τον βαλή δεν είχε τίποτε από τη σκληρότητα με την οποία αντιμετώπισε η δική μας κυβέρνηση ανάλογες κινήσεις το 1882 στην Αίγυπτο”.89
Η παρουσία των βρετανικών στρατευμάτων στο αιγυπτιακό έδαφος δίνει στον χεδίβη Τεουφίκ την ευκαιρία που περίμενε. Το σκάει από το Κάιρο και κρύβεται στην Αλεξάνδρεια υπό την προστασία των κατοχικών δυνάμεων. Στην πρωτεύουσα “οι πρίγκηπες, οι έπαρχοι, οι πρόκριτοι, όλοι οι θρησκευτικοί αρχηγοί, ακόμη και οι κόπτες και οι εβραίοι” κηρύσσουν τον χεδίβη “προδότη και έκπτωτο”,90 ενώ συγκροτείται μια Επιτροπή Άμυνας μ’ επικεφαλής τον ίδιο τον Αραμπί,91 ο οποίος δήλωνε: “Δεν πρόκειται να ενδώσω μείτε στην Ευρώπη μείτε στην Τουρκία. Ας στείλουν ευρωπαϊκά, τουρκικά ή ινδικά στρατεύματα· όσο ανασαίνω, θα αμύνομαι τη χώρα μου”.92
Εκείνη την περίοδο (25.7.1882) η αντιπολιτευόμενη τον Τρικούπη σατιρική εφημερίδα Ασμοδαίος διατυπώνει μια αμφίσημη, αλλά σίγουρα με θετικό πρόσημο, κρίση για τον ηγέτη της αιγυπτιακής επανάστασης. “Ο ήρως της ημέρας”, γράφει, “είνε ο τρομερός Αιγύπτιος όστις κατόρθωσε να συνταράξη την Ευρώπην, να συγκαλέση συνδιασκέψεις, να εξοπλίση έθνη […] όσας ύβρεις και αν τω αποδώσουν ο Αραβής θα μείνη φιλόπατρις. Είναι αληθώς εμπρηστής, σφαγεύς, βάρβαρος, άρπαξ, αλλ’ αγαπά την πατρίδα του”. Παράλληλα η εφημερίδα ειρωνεύεται με εξαιρετικό τρόπο και μια διαχρονική, όπως φαίνεται, συνήθεια κάποιων φανφαρόνων Νεοελλήνων: “Ανεζήτησαν την καταγωγήν του και κατόρθωσαν να ανεύρωσιν ότι είνε ισπανός· ίσως δε βραδύτερον εξεγερθή η ελληνική φιλοπατρία και ανευρεθή ότι και αυτός, όπως πάντες οι διαπρεπείς άνδρες, είνε Έλλην γνήσιος”!93
Εντωμεταξύ γίνονται ετοιμασίες για αποστολή τόσο επιπλέον βρετανικών όσο και οθωμανικών στρατευμάτων στην επαναστατημένη Αίγυπτο. Τα δεύτερα όμως δεν θα προκάμουν κι όχι μόνο εξαιτίας της καλύτερης οργάνωσης και της ταχύτερης δυνατότητας μεταφοράς του στρατού της βασίλισσας Βικτωρίας. Ο Χ. Τρικούπης βάζει κι εδώ το χεράκι του. Από τη μια διατηρεί την ελληνική μοίρα αγκυροβολημένη στα αιγυπτιακά ύδατα μέχρι τις 30 Αυγούστου, ελπίζοντας ίσως να χρειαστούν καμιά βοήθεια οι Βρετανοί παρότι, από τα μέσα Ιουλίου, ο ναύρχος Σέυμουρ με ένα “ευγενέστατο γράμμα” είχε ζητήσει από το ελληνικό ναυτικό να του αδειάζει τη γωνιά. Από την άλλη, το ίδιο ακριβώς διάστημα, ακολουθεί πολιτική όξυνσης στην ολοκαίνουργια ελληνοοθωμανική μεθόριο, όξυνση που φτάνει μέχρι τα πρόθυρα πολέμου μεταξύ του Βασιλείου της Ελλάδας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μόλις πριν ένα χρόνο είχε γίνει ομαλά η παραχώρηση της Θεσσαλίας και της Άρτας. Υπήρχαν, ωστόσο, τέσσερα διαφιλονικούμενα σημεία στα καινούργια σύνορα. Η Υψηλή Πύλη πρότεινε να δωθούν στην Ελλάδα τα τρία και να κρατήσει αυτή το Καραλί-Δερβέν. Ο Τρικούπης αρνείται καν να συζητήσει το ζήτημα, διατάζει τον ελληνικό στρατό να καταλάβει με τη βία το σημείο εκδιώκοντας την οθωμανική φρουρά, και καθώς τα μεθοριακά επεισόδια αυξάνονται συγκεντρώνει τον στρατό στα σύνορα, τον στόλο στον Βόλο κι απειλεί με πόλεμο.94 Το γεγονός αποδεικνύεται εξαιρετικά χρήσιμο για τη βρετανική πολιτική. “Η μεθοριακή μάλιστα μετά της Ελλάδος διαφορά, εχρησίμευσε τω εν τη Κωνσταντινουπόλει άγγλω πρευσβευτή λόρδω Δούφφεριν ως απειλή κατά της Πύλης υποδείξαντος αυτή την πιθανότητα ελληνικής επιθέσεως τη υποστηρίξει της Αγγλίας”.95 Με τις παραινέσεις των μεγάλων Δυνάμεων για αυτοσυγκράτηση κι ιδιαίτερα τη βρετανική πίεση, η οθωμανική κυβέρνηση αποδέχεται το τετελεσμένο γεγονός. Στην Αθήνα, χωρίς να λείπουν και νηφάλιες αναλύσεις, μερίδα του Τύπου παραλληρεί και πάλι. Κάποιες εφημερίδες κραυγάζουν “Επιτέλους αίμα!”, μια άλλη ζητεί από τον πατέρα του πρωθυπουργού (το γνωστό ιστορικό της Επανάστασης του ’21 Σπυρίδωνα Τρικούπη), να σηκωθεί από τον τάφο του για να γράψει τα κατορθώματα του γιου του και στην πιο ακραία περίπτωση γράφεται πως με τη βοήθεια της Αγγλίας “Θα φθάσομε στο Βόσπορο, στο Δούναβι, στο Βόλγα”!96
10. Η ήττα της επανάστασης κι η “προσωρινή” κατοχή της Αιγύπτου
Ενώ στην Κωνσταντινούπολη συνεχίζεται η φάρσα της διεθνούς συνδιάσκεψης τα γεγονότα εξελίσσονται. Αν και “πάνω από ένα μήνα, ο στρατός του Αραμπί κρατούσε τους Άγγλους επιδρομείς στη βόρεια γραμμή της Αλεξάνδρειας”,97 “η Αγγλία μεταφέρει στρατεύματα, ιππικό και πυροβολικό από την Κύπρο κι από τις Ινδίες”. Η Γαλλία διαχωρίζει τις ευθύνες της καθώς η κυβέρνηση Φρεσινέ χάνει την εμπιστοσύνη του κοινοβουλίου, ενώ η Ρωσία αποχωρεί από τη συνδιάσκεψη της Κωνσταντινούπολης. Ο βρετανικός στρατός καταλαμβάνει το Σουέζ και την Ισμαηλία, ενώ μια κανονιοφόρος διαπλέει χωρίς αντίσταση τη διώρυγα. Η συνδιάσκεψη διαλύεται άδοξα στις 14 Αυγούστου. Ο Αμπντούλ Χαμίντ Β΄, αφού πριν είχε τιμήσει τον Αραμπί με την απονομή ανώτατου παρασήμου, τώρα πια τον αποκηρύσσει. “Στην Αίγυπτο γίνονται μάχες. Στο Κασσασίν οι αγύπτιοι πολεμούν ηρωικά, μα στο Τελ-ελ-Κεμπίρ κάμπτονται από την υπεροχή του εχθρού σε οπλισμό και τεχνικά μέσα”. Είναι 13 Σεπτεμβρίου 1882. Ο Αραμπί παραδίνεται. Οι ετοιμασίες για την αποστολή οθωμανικού στρατού ακυρώνονται. Ο “πολιτισμός” νίκησε. Η βρετανική αυτοκρατορία κυβερνά ακόμα μια χώρα.98 Ίσως θέλοντας να τονίσει τη σημασία της τελευταίας μάχης “από το 1882 και εντεύθεν, η Αγγλία εγκατέστησε στο Τελ ελ-Κεμπίρ τη μεγαλύτερη στρατιωτική βάση ανεφοδιασμού της Μέσης Ανατολής”.99 Βέβαια, “πολλοί αξιωματικοί και στρατιώτες του Οράμπι ήρθαν και βρήκανε το Μάχντι. Υπολογίζεται πως τριάντα χιλιάδες άντρες ενώθηκαν με το σουδανέζικο στρατό”. Ήταν μια σημαντική ενίσχυση στην επανάσταση που είχε ξεσπάσει στο Σουδάν το 1881, ενάντια αρχικά στην αιγυπτιακή και κατόπιν στην αγγλική διοίκηση και η οποία κράτησε μέχρι το 1899.100 Αλλά αυτή είναι μια άλλη μεγάλη ιστορία.
Ο Αραμπί με στρατιώτες
Η κατοχή της Αιγύπτου δεν αποτέλεσε, προφανώς, έκπληξη για τους διεθνείς διπλωματικούς κύκλους και πολύ περισσότερο για την ελληνική κυβέρνηση. “Αγγλογαλλική κατοχή αποφασισμένη” τηλεγραφούσε ο Ραγκαβής στον Τρικούπη ήδη από τα μέσα Μαΐου,101 ενώ τον Αύγουστο πια ο ίδιος ο πρωθυπουργός μιλώντας στον Γάλλο πρέσβη στην Αθήνα αναφερόταν “στην περίπτωση εγκαθιδρύσεως ενός αγγλικού προτεκτοράτου στην Αίγυπτο”.102
Υπήρχαν βέβαια κάποιες επιφανειακές ιδιαιτερότητες. “Το αγγλικό καθεστώς κατοχής, που εγκαθιδρύθηκε ύστερα από την κατάκτηση της Αιγύπτου, ήταν κάτι το καινούργιο στα χρονικά της αποικιοκρατίας. Η Αίγυπτος εξακολούθησε να παραμένει κάτω από την υψηλή επικυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο χεδίβης εξακολούθησε να είναι στο θρόνο του. Συνέχισε να υπάρχει αιγυπτιακή κυβέρνηση. Η Αγγλία παρουσίασε το καθεστώς της κατοχής για προσωρινό”.103 Μάλιστα οι Βρετανοί ιστορικοί Bridge και Bullen ισχυρίζονται ότι ο πρωθυπουργός Γκλάντστοουν είχε την ειλικρινή πρόθεση “να αποσύρει τις αγγλικές δυνάμεις”. Τέτοια ήταν η “ειλικρίνεια” των βρετανικών προθέσεων που, όπως αναφέρουν οι ίδιοι συγγραφείς, “επικυρώθηκε επίσημα σαράντα τέσσερις φορές από διαδοχικές αγγλικές κυβερνήσεις στα επόμενα είκοσι δύο χρόνια”,104 ενώ ο Ψυρούκης ανεβάζει τον αριθμό επαναλήψεων των σχετικών δηλώσεων περί “προσωρινής κατοχής” σε εξήντα έξι, σε διάστημα σαράντα ετών όμως, χωρίς βέβαια ποτέ να προσδιοριστεί “έστω και ενδεικτικά, κάποια ημερομηνία”.105 Σε διεθνές επίπεδο ο Μπίσμαρκ είχε δώσει τη συγκατάθεσή του στη βρετανική επέμβαση, η Γαλλία είχε αποδεχτεί τον πολιτικό αποκλεισμό της από την Αίγυπτο κι η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν μπορούσε να έχει και πολλές αντιρρήσεις. Σε τοπικό επίπεδο οι “συμβουλές” του Βρετανού ύπατου αρμοστή στην Αίγυπτο είχαν ουσιαστικά χαρακτήρα διαταγών. “Έτσι, στις 23 Οκτωβρίου, ο χεδίβης ανακοινώνει, ότι τον δημοσιονομικό έλεγχο τους δημοσίου χρέους της Αιγύπτου θα ασκούσε μόνο η Αγγλία και όχι το γαλλοβρετανικό condominium”.106 Τα τεχνικά χαρακτηριστικά της βρετανικής κατοχής της χώρας λίγη σημασία είχαν, εντούτοις, για την πλειοψηφία των κατοίκων. “Ο διευθυντής της αστυνομίας, ο Hopkinson”, περιγράφει η Δέλτα, “έδωσε μια διαταγή σ’ ένα Φελάχο, και αυτός του αποκρίθηκε, “Άνα μάλι”, δηλαδή “Δε με μέλει”. Σηκώθηκε ο ωραίος, ευγενικός Hopkinson στις πατήτρες του και με το καμιτσί του αλόγου του, έσχισε το πρόσωπο του Φελάχου”.107
Ο ίδιος ο Αραμπί πασάς συνελήφθη, μαζί με άλλους πρωτεργάτες της επάναστασης, και δικάστηκε από στρατοδικείο. Η ποινή που του επεβλήθη ήταν θάνατος. Αλλά ο “μεγαλόψυχος” χεδίβης Τεουφίκ, κατόπιν συμβουλής των νέων επικυρίαρχων (που μάλλον δεν ήθελαν ένα μάρτυρα, σύμβολο της αντίστασης), του έδωσε χάρη, μετατρέποντας την ποινή σε εξορία στη βρετανική αποικία της Κεϋλάνης (σημ. Σρι Λάνκα).108 Επ’ αυτού του θέματος η Πηνελόπη Δέλτα υιοθετεί μια εξαιρετικά στενόμυαλη θεωρία συνωμοσίας: “Ήθελε, λέει ο Άραμπης, πατριώτης Αιγύπτιος, να ελευθερώσει την Αίγυπτο από τους Ευρωπαίους. Ήθελε όμως και η Αγγλία να πάρει την Αίγυπτο […] Το βέβαιο είναι πως ο Άραμπης δεν τιμωρήθηκε για τόσο αίμα που έχυσε, παρά πλουσιότατος κ’ ευτυχέστατος πέρασε τη ζωή του στον παράδεισο της Κεϋλάνης, ξαναγύρισε στην Αίγυπτο στα 1904 όπου πέθανε το 1911, περιτριγυρισμένος από τις περιποιήσεις των αγγλικών αρχών”.109 Η μικρόνοια αυτής της εκτίμησης ξενίξει ιδιαίτερα, καθώς προέρχεται από μια οξυδερκή συγγραφέα (είναι σαν να λέμε ότι ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος πήγε “για τρέλες στις Σεϋχέλλες”). Δεν είναι απίθανο η Δέλτα να αναμασά μια οικογενειακή απέχθεια για τον άνθρωπο που ηγήθηκε της επανάστασης που παραλίγο να της στερήσει προνόμια και κέρδη. Άλλωστε μετά την επιβολή της κατοχής “οι Άγγλοι […] στήριξαν τη νέα τάξη πραγμάτων, θα λέγαμε σήμερα. Δηλαδή τις οικογένειες Σαλβάγου, Μπενάκη, Χωρέμη και άλλων που διάκεινταν φιλικά απέναντι των Αγγλογάλλων […] Προφανώς, η φιλική προς την Αγγλία τρικουπική πολιτική είχε προετοιμάσει το έδαφος για την τελευταία εξέλιξη”.110 Να θυμίσουμε ότι ο πατέρας της Δέλτα ήταν Μπενάκης ενώ η μητέρα της “το γένος” Χωρέμη.111
Η ελληνική συμμετοχή στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στην Αίγυπτο, κορυφαίο δείγμα της φιλοβρετανικής τρικουπικής πολιτικής, είχε κι άλλα οφέλη τόσο για το μητροπολιτικό όσο και για το παροικιακό ελληνικό κεφάλαιο. Το 1883 η Ελλάδα θα είναι η πρώτη χώρα που θα υπογράψει εμπορική σύμβαση με την αγγλοκρατούμενη Αίγυπτο. “Τα τουρκικά καπνά εκτοπίσθηκαν από τα ελληνικά και μέσα σε δύο χρόνια οι ελληνικές εξαγωγές πενταπλασιάσθηκαν. Για τα είκοσι επόμενα χρόνια οι Έλληνες μεγαλέμποροι μονοπώλησαν την αγορά και τη βιομηχανία καπνών της Αιγύπτου”. Παράλληλα, όσον αφορά την παροικία, “Με την απροκάλυπτη συνταύτιση της ελληνικής κυβερνήσεως με τη Μεγάλη Βρετανία, οι κοινότητες εξασφάλισαν τη διευρυμένη συμμετοχή τους στα μικτά δικαστήρια και την αντιπροσώπευση της Ελλάδος στην επιτροπή των αποζημιώσεων”.112 Υπήρξαν δε και περιπτώσεις άμεσης προσωπικής επιβράβευσης, όπως αυτή του σερ Κωνσταντίνου Ζερβουδάκη, που παρασημοφορήθηκε από τη βασίλισσα Βικτωρία “δια τας υπηρεσίας ας παρέσχε κατά τας ταραχάς του 1882”.113
Τα μεν μικτά δικαστήρια αναφέρονται στο ειδικό καθεστώς που απολάμβαναν οι ξένοι υπήκοοι λόγω διομολογήσεων που αναφέραμε παραπάνω, οι αποζημιώσεις -όμως- αποτελούν μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα παράμετρο της αιγυπτιακής κρίσης. Ο Γιαλουράκης το θέτει κάπως “επικολυρικά” λέγοντας πως για κερδίσουν αποζημιώσεις “οι Έλληνες της Αιγύπτου, θ’ αποτανθούν και στον Γλάδστωνα. Κι όταν επιτέλους αποζημιωθούν, ο ελληνικός μύθος του φοίνικα επαναλαμβάνεται, κι απ’ τη στάχτη ένας νέος Ελληνισμός, συνεχίζει την πορεία”.114 Επί της ουσίας το -υπό αγγλική κατοχή- αιγυπτιακό δημόσιο πλήρωσε για τις όποιες καταστροφές θεωρήθηκε ότι έγιναν στα γεγονότα που οδήγησαν στην αγγλική κατοχή! Καλό, ε; Πιο συγκεκριμένα με χεβιδικό διάταγμα (13.1.1883) συγκροτήθηκε Διεθνής Επιτροπή που συνεδρίασε για πρώτη φορά στις 29.1.1883 και σε 36 συσκέψεις εξέτασε περίπου δέκα χιλιάδες υποθέσεις. Ο Έλληνας εκπρόσωπος στην επιτροπή Στεφάνου, εγκωμιάζεται για το έργο του από τον γενικό πρόξενο στην Αλεξάνδρεια Α. Βυζάντιο σε επίσημο έγγραφο του τελευταίου (1/13.5.1884) το οποίο “καταλήγει ότι η ελληνική διπλωματία γνώρισε θρίαμβο στη συγκεκριμένη υπόθεση των αποζημιώσεων”.115
Σημείωση: Παραθέτουμε τα στοιχεία ταξινομώνοντας τον πίνακα με βάση των αριθμό των υποθέσεων. Ο Σουλογιάννης στον πίνακα γράφει ως τίτλο της δεύτερης στήλης “Υποθέσεις που εγκρίθηκαν”, αλλά λίγες σειρές παραπάνω αναφέρει ότι 3.097 ήταν οι υποθέσεις ελληνικού ενδιαφέροντος που εξετάστηκαν από τις οποίες απορρίφθηκαν 167 κι εγκρίθηκαν 2.930. Επίσης το άθροισμα στην τέταρτη στήλη στο άρθρο καταγράφεται σε 106.820.236. Τέτοιο ποσό αναφέρει κι ο Γιαλουράκης: “Η Αίγυπτος πλήρωσε 107 εκατομμύρια φράγκα αποζημίωση”.117 Κάνοντας όμως την άθροιση των αριθμών των παραπάνω σειρών καταλήγουμε στα 98.820.236 φράγκα. Επειδή δεν μπορώ να βρω πού είναι το λάθος (κατά το τραγούδι του Λ. Κηλαηδόνη) δίνω δύο τιμές στα σχετικά ποσοστά με βάση τα δύο σύνολα.
Μελετώντας τον πίνακα βλέπουμε ότι οι Αιγύπτιοι αποζημιωθέντες έρχονται τρίτοι στην κατάταξη καλύπτοντας λιγότερο από το ένα πέμπτο τόσο των υποθέσεων (18,37%) όσο και των φράγκων που εγκρίθηκαν (19,83% ή 18,35%). Κι αφού όλα αυτά συνέβησαν στη χώρα τους, το συμπέρασμα είναι ότι είτε ήταν πολύ φτωχοί, είτε τους αδίκησε η επιτροπή (χωρίς να αποκλείεται να συνέβησαν αμφότερα). Στην πρώτη θέση βρίσκονται οι Έλληνες με περίπου ένα τρίτο των υποθέσεων (31,46%) και το ένα τέταρτο των αποζημιώσεων (25,55% ή 23,64%), ενώ στη δεύτερη οι Ιταλοί με πάνω από το ένα πέμπτο των υποθέσεων (21,45%) και λίγο χαμηλότερο ποσοστό των αποζημιώσεων (20,56% ή 19,02%). Η ελληνική πρωτιά ίσως είναι η αφορμή που ο πρόξενος μιλάει για “θρίαμβο”. Βέβαια η ελληνική παροικία -όπως είδαμε και παραπάνω- ήταν μακράν η μεγαλύτερη στη χώρα ακολουθούμενη από την ιταλική. Από την άλλη δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το σχετικό χαμηλό ποσοστό των χρημάτων που εγκρίθηκαν ως αποζημίωση σε σχέση με αυτά που ζήτησαν οι Έλληνες πάροικοι, μόλις 39,61%. Χαμηλότερα ποσοστά εγκριθέντων φράγκων, σε σχέση με τα ζητηθέντα, είχαν μόνο οι Βέλγοι (23,20%), οι Αμερικανοί (30,77%) κι οι Γάλλοι (31,28%), ενώ στο άλλο άκρο οι Βραζιλιάνοι πήραν περισσότερα απ’ όσα ζήτησαν (116,15%). Όπως γράφει κι ο Α. Βυζάντιος στην αναφορά του κάποιοι Έλληνες κι άλλοι υπήκοοι είχαν “την πρόθεσιν να ωφεληθώσιν ασυνειδήτως εκ του κοινού ναυαγίου επί ζημία των πράγματι παθόντων […] παρασχόντες μείζονας υπονοίας ότι ήσαν ήκιστα ειλικρινείς εν τη παραστάσει των συμφορών των”.118
Σε πολύ γενικές γραμμές η βρετανική κατοχή αντιμετωπίστηκε από μεγάλα κομμάτια της παροικίας με κάποια αφμιθυμία. Η Δέλτα χαρακτηρίζει τη Μ. Βρετανία “perfide Albion” (“ύπουλη Αλβιώνα”),119 παρότι η οικογένειά της ήταν από τους ευνοημένους της νέας κατάστασης, ενώ ο Τσουκαλάς αναφέρει πως η κατοχή “σήμαινε για τους Έλληνες μεγαλοαστούς το τέλος της οικονομικής τους αυτοτέλειας, εξαναγκάζοντάς τους να δεθούν όλο και περισσότερο με το αγγλικό κεφάλαιο […] ωστόσο τους επέτρεψε να αναπτυχθούν θεαματικά για μισό ακόμα αιώνα”.120 Βέβαια αυτές οι διαδικασίες είχαν ως αποτέλεσμα και ανακατατάξεις στο εσωτερικό της παροικιακής αριστοκρατίας, όπως είδαμε και παραπάνω. Η καλύτερη περιγραφή νομίζω ότι προέρχεται από τον Μαραγκούλη στο πρόσφατο (κι εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του): “Ο Έλληνας πάροικος, και μαζί του οι υπόλοιποι των άλλων κοινοτήτων […] γίνεται ο “μικρός λευκός” του αποικιακού συστήματος, εξάρτημα και συνειδητό ή μη στήριγμά του συγχρόνως”.121
11. Κι η ποίηση πού κολλάει;
Στην πλειοψηφία της αιγυπτιώτικης παροικίας “κοινό τόπο” για τα όσα έγιναν τα χρόνια 1881-82 αποτελούσαν οι περιγραφές του διπλωμάτη Ν. Σκωτίδη,122 στις οποίες αναφερθήκαμε παραπάνω. Κάτι τέτοιο ισχύει σε μεγάλο βαθμό ακόμη και σε πιο πρόσφατες περιόδους όπως μας δείχνει το σχετικό βιβλίο του Μ. Γιαλουράκη Η Αίγυπτος των Ελλήνων. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις όπως του Ρούκουνα που μιλάει για “λαϊκό κίνημα των Αιγυπτίων κατά των Άγγλων και κατά του χεδιβικού καθεστώτος που υποστηριζόταν από αυτούς”123 και κυρίως, βέβαια, του Τσίρκα όπως είδαμε εκτεταμένα παραπάνω. Ο Καβάφης ήταν στην Αλεξάνδρεια, είδε κι έζησε τα γεγονότα. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω υπάρχουν σχετικές καταχωρήσεις σε ημερολόγιό του. Εκεί καταγράφεται η τοτινή του άποψη για τον πρωταγωνιστή της επανάστασης. “Ο Ραγκέτ, ο Χεδίβης, ο Ντερβίς, είναι ανδρείκελα: όλη η δύναμη είναι στα χέρια του Άραμπι. Όταν κυκλοφορεί δημόσια, οι Άραβες τρέχουν κατά χιλιάδες για να τον δουν έστω κι από μακριά -σαν τους Ρωμαίους του Σαίξπηρ περνούν τη μέρα τους περιμένοντας “Τον μέγα Πομπήιο να δούνε της Ρώμης τες οδούς να διαβαίνει”. Να ιδούμε πόσον καιρό ο “μέγας Πομπήιος” θα χαρεί την κυριαρχία του!”124
Κωνσταντίνος Καβάφης
Ο Τσίρκας όμως ισχυρίζεται πως ο Καβάφης “από την ιστορία […] ζήτησε πρόσωπα και σκηνές για να τα παραλληλίσει με σύγχρονά του γεγονότα και πρόσωπα”. Έτσι, στις Θερμοπύλες, ποίημα που δημοσιεύτηκε το 1901 κι είναι αυτό που μας ενδιαφέρει, μπορεί ο “Λεωνίδας” να είναι ο εθνικός ευεργέτης Γ. Αβέρωφ (όπως ισχυρίζεται ο συγγραφέας στην ενότητα του βιβλίου του με τίτλο “Θερμοπύλες του παροικιακού αστισμού”), ωστόσο στο βάθος υποβοσκούν τα γεγονότα που συνέβησαν τριάντα περίπου χρόνια νωρίτερα. “Στο περιβάλλον που ζούσε”, αναλύει ο Τσίρκας, “κι από το οποίο εξαρτιόταν οικονομικά, πολλοί ήταν εκείνοι που ανέχονταν -όταν δεν τον καλλιεργούσαν οι ίδιοι- το σεξουαλικό “φιλελευθερισμό”. Τον πολιτικό όμως των κατάτρεχαν αμείλιχτα. Ο Καβάφης, βαλμένος από το κοινωνικό πεπρωμένο στην καρδιά μιας πόλης, που ζούσε τότε μερικές από τις πιο δραματικές φάσεις της παγκόσμιας ιστορίας, ευαίσθητος και μελετηρός, συλλάμβανε με τη φαντασία του, αλλά και με την κρίση του, αναλογίες και παραλληλισμούς. Πώς όμως να βγει και να μιλήσει για τον αποχαιρετισμό της Αλεξάντρειας από τον Ισμαήλ με τον τρόπο που έκαμε αργότερα για το Μάρκο Αντώνιο; Πώς να παραλληλίσει την περήφανη απάντηση του Οράμπι όταν ο Σέυμουρ ζητούσε την παράδοση των κάστρων με την απόκριση του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες; Έτσι, αυτά τα βιώματα θα παραμένουν σαν ψυχικό υπόστρωμα. Από πάνω τους θα έρθουν ν’ απλωθούνε άλλα βιώματα, πανόμοια ή ανάλογα, από παρατηρήσεις της παροικιακής ζωής ή από πείρες της ατομικής του τύχης. Κι ύστερα, η ποιητική διεργασία θα τα μετουσιώσει, θ’ ανεβάσει το υλικό τους σε πνευματικά επίπεδα, καθολικά. Όμως ο βαθύς τους συμβολισμός, οι “αιώνιες ανθρώπινες καταστάσεις” που εκφράζουν, οφείλονται βασικά στον πρώτο εκείνο κραδασμό, στη δραματική αίσθηση του ποιητή ότι ζούσε ιστορία, μεγάλη ιστορία, την ώρα που γινότανε”. Γι’ αυτό άλλωστε ο Τσίρκας τιτλοφορεί το σχετικό, με την επανάσταση του Αραμπί, κεφάλαιο του βιβλίου του “Μήδοι”, εννοώντας τους Βρετανούς.125
Την άποψη του Αιγυπτιώτη συγγραφέα απορρίπτει με ειρωνικό τρόπο ο Βρετανός βιογράφος του ποιητή R. Liddell . “Είναι άραγε δυνατό να πιστέψουμε ότι ένας άνθρωπος που δεν ήταν γνωστός ούτε για το θάρρος του ούτε για την απόλυτη ακεραιότητά του και που αντίθετα χαρακτηριζόταν συχνά ως άτολμος και κρυψίνους τόλμησε να υψώσει τη φωνή του για κάτι που τόσο λίγο τον επηρέαζε; […] Ο Σ. Τσίρκας επιχειρεί να προσαρμόσει μια a priori θεωρία σ’ αυτά, μα δυστυχώς δεν μπορεί να το κάνει χωρίς να αλλοιώσει τη σημασία των στίχων”. Τέλος θεωρεί ότι οι Θερμοπύλες “είναι ένα αναμφίβολα προβληματικό έργο και δεν μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητικό ποίημα, όποια ερμηνεία και αν του δοθεί”.126
Η απέχθεια του νεαρού Καβάφη προς τον Αραμπί (όπως φαίνεται στο απόσπασμα του ημερολογίου του) συνηγορεί υπέρ της άποψης του Liddell, η σύγκρισή του όμως μ’ ένα πρόσωπο της αρχαιότητας ενισχύει τους ισχυρισμούς του Τσίρκα. Το ερώτημα “τι θέλει να πει ο ποιητής” που μας βασανίζει (ως γνωστόν) από τα μαθητικά θρανία, ίσως μείνει εσαεί αναπάντητο. Το τι καταλαβαίνουμε όμως εμείς είναι άλλο πράγμα.
Βιβλιογραφία
Bridge R. – Bullen R., Οι μεγάλες Δυνάμεις και το ευρωπαϊκό κρατικό σύστημα 1815-1914, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη.
Hobsbawm E.J., Η εποχή των αυτοκρατοριών 1875-1914, μτφ. Κ. Σκλαβενίτη, Μ.Ι.Ε.Τ., 1η ανατ., Αθήνα 2002.
Holland Robert – Markides Diana, Οι Βρετανοί και οι Έλληνες – Αγώνες εξουσίας στην ανατολική Μεσόγειο, 1850-1960, μτφ. Έλ. Κυφωνίδου, Πατάκης, Αθήνα 2011.
Hourani Albert, Η ιστορία του αραβικού κόσμου, μτφ. Θ. Δαρβίρη, Ψυχογιός, Αθήνα 2009.
Lewis Bernard, Η ανάδυση της σύγχρονης Τουρκίας – Τόμος Ι: Τα στάδια της ανάδυσης, μτφ. Στ. Παπαγεωργίου, Παπαζήσης, Αθήνα 2001.
Lewis Bernard, Τι πήγε στραβά; Δυτική επιρροή και μεσανατολική αντίδραση, μτφ. Στ. Παπαγεωργίου, Παπαζήσης, Αθήνα 2002.
Liddell Robert, Καβάφης, μτφ. Δέσπ. Τσεκούρα – Ευστ. Θωμά, 2η έκδ., Γκοβόστης, Αθήνα 2002.
Quataert D., Η Οθωμανική Αυτοκρατορία – Οι τελευταίοι αιώνες, 1700-1922, μτφ. Μαρ. Σαρηγιάννης, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2006.
Γαρδίκα-Αλεξανδροπούλου Κατερίνα, “Η περίοδος του δικομματισμού (1881-1897)” στο συλλογικό τόμο Ελληνική ιστορία, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2007.
Γιαλουράκης Μανώλης, Η Αίγυπτος των Ελλήνων – Συνοπτική ιστορία του Ελληνισμού της Αιγύπτου, Καστανιώτης, 2η έκδ., Αθήνα 2006.
Δασκαλόπουλος Δημήτρης – Στασινοπούλου Μαρία, Ο βίος και το έργο του του Κ.Π. Καβάφη, Μεταίχμιο, Αθήνα 2002.
Δέλτα Π.Σ., Πρώτες ενθυμήσεις, Ερμής, Αθήνα 2008.
Καζαμίας Αλέξανδρος, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα του έθνους”: Η εκστρατεία του Τρικούπη στην Αίγυπτο, Μάιος-Αύγουστος 1882” στο Κωνσταντίνος Α. Δημάδης (επιμ.), Ο ελληνικός κόσμος ανάμεσα στην εποχή του Διαφωτισμού και στον εικοστό αιώνα, Τόμος Β΄, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2007.
Καρανάσου Φλωρέσκα, “Οι Έλληνες στην Αίγυπτο: Από το Μοχάμετ Άλι στο Νάσερ” στο Richard Clogg (επιμ.), Η ελληνική διασπορά στον 20ό αιώνα, μτφ. Μ. Φράγκου, Ελληνικά Γράμματα, 2η έκδ., Αθήνα 2009.
Λούβη Λίνα, “Η αποκατάσταση της εθνικής αξιοπρέπειας: Η ευκαιρία της Αιγύπτου” στο Καίτη Αρώνη-Τσίχλη & Λύντια Τρίχα (επιμ.), Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η εποχή του: Πολιτικές επιδιώξεις και κοινωνικές συνθήκες, Παπαζήσης, Αθήνα 2000.
Λούβη Λίνα, Περιγέλωτος Βασίλειον: Οι σατιρικές εφημερίδες και το εθνικό ζήτημα (1875-1886), Εστία, Αθήνα 2002.
Μαραγκούλης Μανώλης, “Καιρός να συγχρονισθώμεν” – Η Αίγυπτος και η αιγυπτιώτικη διανόηση (1919-1939), Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κύπρου – Gutenberg, Αθήνα 2011.
Μαργαρίτης Γιώργος, “Οι λυτρωτές των αλύτρωτων αδελφών: Πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές παράμετροι της πολεμικής προετοιμασίας της χώρας (1881-1897)”, στο Καίτη Αρώνη-Τσίχλη & Λύντια Τρίχα (επιμ.), Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η εποχή του: Πολιτικές επιδιώξεις και κοινωνικές συνθήκες, Παπαζήσης, Αθήνα 2000.
Ρούκουνας Εμμανουήλ, Πάμε στα νερά – Ελληνικές διαδρομές στην Αίγυπτο, Εστία, Αθήνα 2009.
Σακκάς Γιάννης Δ., Οι Άραβες στη νεότερη και σύγχρονη εποχή – Ιστορία και κοινωνία, Πατάκης, 3η έκδ., Αθήνα 2005.
Σουλογιάννης Ευθύμιος, “Μερικά για τον ελληνισμό της Αιγύπτου και την τρικουπική εποχή, μια ειδική αναφορά στα έτη 1867, 1875, 1884” στο Καίτη Αρώνη-Τσίχλη & Λύντια Τρίχα (επιμ.), Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η εποχή του: Πολιτικές επιδιώξεις και κοινωνικές συνθήκες, Παπαζήσης, Αθήνα 2000.
Τρίχα Λύντια, “Ο Χαρίλαος Τρικούπης, η πολιτική του και το πολιτικό αρχείο του” στο Καίτη Αρώνη-Τσίχλη & Λύντια Τρίχα (επιμ.), Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η εποχή του: Πολιτικές επιδιώξεις και κοινωνικές συνθήκες, Παπαζήσης, Αθήνα 2000.
Τσίρκας Στρατής, Ο Καβάφης και η εποχή του, Κέδρος, 12η έκδ., Αθήνα 1983.
Τσουκαλάς Κωνσταντίνος, “Η ανορθωτική προσπάθεια του Χαρίλαου Τρικούπη 1882-1895” στο συλλογικό Ιστορία του Ελληνικού Έθνους – Τόμος ΙΔ΄: Νεώτερος ελληνισμός από το 1881 ως το 1913, Εκδοτική Αθηνών, Αθήναι 1977.
Χριστοδουλίδης Θεόδωρος, Διπλωματική ιστορία τριών αιώνων – Τόμος Β΄: Από τη Βιέννη στις Βερσαλλίες 1815-1919, Ι. Σιδέρης, 4η έκδ., Αθήνα 2004.
Ψυρούκης Νίκος, Ιστορία της αποικιοκρατίας – Το μεσουράνημα: Τόμος Γ΄, Επικαιρότητα, Αθήνα 1985.
Ψυρούκης Νίκος, Ιστορία της αποικιοκρατίας – Το μεσουράνημα: Τόμος Δ΄, Επικαιρότητα, Αθήνα 1977.
1 E.J. Hobsbawm, Η εποχή των αυτοκρατοριών 1875-1914, μτφ. Κ. Σκλαβενίτη, Μ.Ι.Ε.Τ., 1η ανατ., Αθήνα 2002, σ. 59-63, 94-95.
2 Bernard Lewis, Τι πήγε στραβά; Δυτική επιρροή και μεσανατολική αντίδραση, μτφ. Στ. Παπαγεωργίου, Παπαζήσης, Αθήνα 2002, σ. 105-106· Bernard Lewis, Η ανάδυση της σύγχρονης Τουρκίας – Τόμος Ι: Τα στάδια της ανάδυσης, μτφ. Στ. Παπαγεωργίου, Παπαζήσης, Αθήνα 2001, σ. 319-320· Νίκος Ψυρούκης, Ιστορία της αποικιοκρατίας – Το μεσουράνημα (Τόμος Γ΄), Επικαιρότητα, Αθήνα 1985, σ. 254.
3 B. Lewis, Η ανάδυση…, ό.π., σ. 341, 349.
4 Γιάννης Δ. Σακκάς, Οι Άραβες στη νεότερη και σύγχρονη εποχή – Ιστορία και κοινωνία, Πατάκης, 3η έκδ., Αθήνα 2005, σ. 130-131.
5 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Γ΄), ό.π., σ. 228.
6 D. Quataert, Η Οθωμανική Αυτοκρατορία – Οι τελευταίοι αιώνες, 1700-1922, μτφ. Μαρ. Σαρηγιάννης, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2006, σ. 127.
7 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Γ΄), ό.π., σ. 254.
8 Θεόδωρος Χριστοδουλίδης, Διπλωματική ιστορία τριών αιώνων – Τόμος Β΄: Από τη Βιέννη στις Βερσαλλίες 1815-1919, Ι. Σιδέρης, 4η έκδ., Αθήνα 2004, σ. 302.
9 Θ. Χριστοδουλίδης, Διπλωματική ιστορία…, ό.π., σ. 303.
10 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία της αποικιοκρατίας – Το μεσουράνημα (Τόμος Δ΄), Επικαιρότητα, Αθήνα 1977, σ. 263-264.
11 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Γ΄), ό.π., σ. 219-220.
12 Στρατής Τσίρκας, Ο Καβάφης και η εποχή του, Κέδρος, 12η έκδ., Αθήνα 1983, σ. 54, 55.
13 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Γ΄), ό.π., σ. 226· Albert Hourani, Η ιστορία του αραβικού κόσμου, μτφ. Θ. Δαρβίρη, Ψυχογιός, Αθήνα 2009, σ. 390.
14 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Γ΄), ό.π., σ. 226.
15 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 55.
16 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 74.
17 Γ. Σακκάς, Οι Άραβες…, ό.π., σ. 26-27· Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Γ΄), ό.π., σ. 228-230· Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 78, 87.
18 P.J. Vatikiotis, The Modern History of Egypt [Η σύγχρονη ιστορία της Αιγύπτου], Weidenfeld and Nicolson, 3η έκδ., Λονδίνο 1985, σ. 165, όπως παρατίθεται στο Γ. Σακκάς, Οι Άραβες…, ό.π., σ. 27-28.
19 Μανώλης Μαραγκούλης, “Καιρός να συγχρονισθώμεν” – Η Αίγυπτος και η αιγυπτιώτικη διανόηση (1919-1939), Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κύπρου – Gutenberg, Αθήνα 2011, σ. 208.
20 Μ. Μαραγκούλης, “Καιρός να συγχρονισθώμεν”…, ό.π., σ. 287.
21 Φ.Φ. Όδδης, Ελληνικός Διάκοσμος, Αλεξάνδρεια 1911, σ. 9, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 94.
22 W. Scawen Blunt, Secret History of British Occupation of Egypt [Μυστική ιστορία της βρετανικής κατοχής της Αιγύπτου], Λονδίνο 1907, σ. 152 κ.ε., όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 95.
23 Έκδ. Φόρειν Όφφις: Αίγυπτος, αρ. 7, 1882. Κυανή βίβλος 3249, σ. 107, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 96.
24 Foreign Office (FO) 78/3437, τηλγρ. 257, Μάλετ προς Γκράνβιλλ, 15 Μαΐου 1882, όπως παρατίθεται στο Αλέξανδρος Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα του έθνους”: Η εκστρατεία του Τρικούπη στην Αίγυπτο, Μάιος-Αύγουστος 1882”, στο Κωνσταντίνος Α. Δημάδης (επιμ.), Ο ελληνικός κόσμος ανάμεσα στην εποχή του Διαφωτισμού και στον εικοστό αιώνα, Τόμος Β΄, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2007, σ. 104.
25 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 97-100.
26 Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα …”, ό.π., σ. 99.
27 Λύντια Τρίχα, “Ο Χαρίλαος Τρικούπης, η πολιτική του και το πολιτικό αρχείο του”, στο Καίτη Αρώνη-Τσίχλη & Λύντια Τρίχα (επιμ.), Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η εποχή του: Πολιτικές επιδιώξεις και κοινωνικές συνθήκες, Παπαζήσης, Αθήνα 2000, σ. 13-16.
28 Βλ. Λίνα Λούβη, Περιγέλωτος Βασίλειον: Οι σατιρικές εφημερίδες και το εθνικό ζήτημα (1875-1886), Εστία, Αθήνα 2002.
29 Λίνα Λούβη, “Η αποκατάσταση της εθνικής αξιοπρέπειας: Η ευκαιρία της Αιγύπτου” στο Κ. Αρώνη-Τσίχλη & Λ. Τρίχα (επιμ.), Ο Χαρίλαος Τρικούπης…, ό.π., σ. 122-123.
30 Πρακτικά Βουλής, Συνεδρίασις ΠΕ΄, 2/14 Ιουνίου 1882, σ. 405 και ΠΗ΄, 5/17 Ιουνίου 1882, σ. 423, όπως παρατίθενται στο Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 100.
31 Λ. Λούβη, Περιγέλωτος Βασίλειον…, ό.π., σ. 218-223, 291-292· Λ. Λούβη, “Η αποκατάσταση…”, ό.π., σ. 127, 131.
32 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 97.
33 Κατερίνα Γαρδίκα-Αλεξανδροπούλου “Η περίοδος του δικομματισμού (1881-1897)” στο συλλογικό τόμο Ελληνική ιστορία, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2007, σ. 578.
34 Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, “Η ανορθωτική προσπάθεια του Χαρίλαου Τρικούπη 1882-1895” στο συλλογικό Ιστορία του Ελληνικού Έθνους – Τόμος ΙΔ΄: Νεώτερος ελληνισμός από το 1881 ως το 1913, Εκδοτική Αθηνών, Αθήναι 1977, σ. 17.
35 Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών (ΙΑΥΕ), ΑΑΚ/Μ΄, Ραγκαβής προς Τρικούπη, έκθεση 406, 10/22 Μαΐου 1882, όπως παρατίθεται στο Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 104.
36 FO 32/542, Φορντ προς Γκράνβιλλ, 10 και 14 Ιουνίου 1882, όπως παρατίθενται στο Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 105.
37 Σχετικά βλ. Γιώργος Μαργαρίτης, “Οι λυτρωτές των αλύτρωτων αδελφών: Πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές παράμετροι της πολεμικής προετοιμασίας της χώρας (1881-1897)”, στο Κ. Αρώνη-Τσίχλη & Λ. Τρίχα (επιμ.), Ο Χαρίλαος Τρικούπης…, ό.π., σ. 107-118.
38 20.6.1882, όπως παρατίθεται στο Λ. Λούβη, Περιγέλωτος Βασίλειον…, ό.π., σ. 219.
39 FO32/538 και FO32/542, Γκράνβιλλ προς Φορντ, 14 Ιουνίου 1882, όπως παρατίθεται στο Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 105.
40 Φλωρέσκα Καρανάσου, “Οι Έλληνες στην Αίγυπτο: Από το Μοχάμετ Άλι στο Νάσερ”, στο Richard Clogg (επιμ.), Η ελληνική διασπορά στον 20ό αιώνα, μτφ. Μαρίνα Φράγκου, Ελληνικά Γράμματα, 2η έκδ., Αθήνα 2009, σ. 82.
41 Κ. Τσουκαλάς, “Η ανορθωτική προσπάθεια…, ό.π., σ. 17.
42 Π.Σ. Δέλτα, Πρώτες ενθυμήσεις, Ερμής, Αθήνα 2008, σ. 51.
43 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 99.
44 John Ninet, Arabi Pacha, Βέρνη 1884, σ. 126 όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 98. Ο ίδιος o Τσίρκας πάλι θεωρεί πως “οι αιγύπτιοι, ύστερα από πενήντα χρόνια γόνιμη συμβίωση με το παροικιακό στοιχείο, δεν ένιωθαν ιδιαίτερη ανησυχία βλέποντας τους έλληνες ναύτες”.
45 N. Scotidis, L’ Egypt Contemporaine et Arabi Pacha [Η σύγχρονη Αίγυπτος και ο Αραμπί πασάς], Παρίσι 1888, σ. 75, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 99.
46 Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 109.
47 Πάνος Ν. Ξένος, Οι εθνικο-απελευθερωτικοί αγώνες του αιγυπτιακού λαού, Επιτροπή Ελληνο-αιγυπτιακής Συνεργασίας, Αλεξάνδρεια 1957, σ. 20, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 99.
48 Φ.Φ. Όδδης, “Απομνημονεύματα οικογενείας προσφύγων”, περ. Σεράπειον, τόμ. 1883 και 1884, όπως παρατίθεται στο Μανώλης Γιαλουράκης, Η Αίγυπτος των Ελλήνων, Συνοπτική ιστορία του Ελληνισμού της Αιγύπτου, Καστανιώτης, 2η έκδ., Αθήνα 2006, σ. 146-147.
49 Μ. Γιαλουράκης, Η Αίγυπτος…, ό.π., σ. 147-148.
50 Λ. Λούβη, “Η αποκατάσταση…”, ό.π., σ. 124.
51 Κ. Τσουκαλάς, “Η ανορθωτική προσπάθεια…, ό.π., σ. 17.
52 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 186-194.
53 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 99.
54 Μ. Γιαλουράκης, Η Αίγυπτος …, ό.π., σ. 148.
55 ΙΑΥΕ, ΑΑΚ/Μ΄, Ραγκαβής προς Τρικούπη, έκθεση 477, 25.5/6.6 1882, FO 78/346 Μάλετ προς Γκράνβιλλ, 11.6.1882, FO 633/47, Φορντ προς Γκράνβιλλ, 19.5.1882, όπως παρατίθενται στο Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 103.
56 N. Scotidis, L’ Egypt …, σ. 75, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 99.
57 Π.Σ. Δέλτα, Πρώτες ενθυμήσεις, ό.π., σ. 52.
58 Madame Juliette Adam, L’ Angleterre en Egypt [Η Αγγλία στην Αίγυπτο], Παρίσι 1922, σ. 65, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 99-100.
59 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 100-101.
60 Earl of Cromer, Modern Egypt [Σύγχρονη Αίγυπτος], τόμος Ι, Λονδίνο 1908, σ. 288, όπως παρατίθεται στο Robert Liddell, Καβάφης, μτφ. Δέσπ. Τσεκούρα – Ευστ. Θωμά, 2η έκδ., Γκοβόστης, Αθήνα 2002, σ. 44.
61 Για περισσότερα βλ. Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 101-103· Μ. Γιαλουράκης, Η Αίγυπτος …, ό.π., σ. 143-146. Οι περιγραφές είναι αρκετά διαφορετικές, έως και εκ διαμέτρου αντίθετες, αλλά οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ο Γιαλουράκης κάπου μπερδεύει τα πράγματα καθώς αναφέρει και “ελληνικόν απόσπασμα” και “αντλίας”, γεγονότα δηλ. που συνέβησαν ένα μήνα αργότερα.
62 Π.Σ. Δέλτα, Πρώτες ενθυμήσεις, ό.π., σ. 53.
63 Μ. Γιαλουράκης, Η Αίγυπτος …, ό.π., σ. 143, 149.
64 Θ. Χριστοδουλίδης, Διπλωματική ιστορία…, ό.π., σ. 305.
65 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 104.
66 Ελληνικόν Νοσοκομείον Αλεξανδρείας. Ενδονοσοκομειακή Ιατρική Εταιρία “Ο Ηρόφιλος”: Επιστολαί κ.λ.π., Αλεξάνδρεια 1948, σ. 43 όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 104.
67 John Ninet, Arabi Pacha, ό.π., σ. 126 όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 104.
68 Ν. Σκωτίδης, Η εν Αιγύπτω κρίσις εν έτει 1881 και 1882, Αθήναι 1883, σ. 67 όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 104.
69 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 105.
70 Λ. Λούβη, Περιγέλωτος Βασίλειον…, ό.π., σ. 225, 292.
71 Π.Σ. Δέλτα, Πρώτες ενθυμήσεις, ό.π., σ. 78.
72 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 105.
73 Ελληνικόν Νοσοκομείον Αλεξανδρείας. Ενδονοσοκομειακή Ιατρική Εταιρία “Ο Ηρόφιλος”, Πρακτικά των συνεδριών του έτους 1931, Αλεξάνδρεια 1948, σ. 45 όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 453.
74 Π.Σ. Δέλτα, Πρώτες ενθυμήσεις, ό.π., σ. 78.
75 Δημήτρης Δασκαλόπουλος – Μαρία Στασινοπούλου, Ο βίος και το έργο του Κ.Π. Καβάφη, Μεταίχμιο, Αθήνα 2002, σ. 23.
76 Φ.Φ. Όδδης, “Απομνημονεύματα οικογενείας προσφύγων”, περ. Νέον Σεράπειον, έτος Ε΄, τεύχος 59, 1.6.1883, σ. 1117 κ.έ., όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 106.
77 Φόρεϊν Όφφις: Αίγυπτος, αρ. 11, (1882), σ. 65, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 106.
78 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Δ΄), ό.π., σ. 223.
79 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 107-108.
80 E.M. Forster, Alexandria, a history and a guide [Αλεξάνδρεια, μια ιστορία κι ένας οδηγός], Αλεξάνδρεια 1938, σ. 85, στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 106.
81 ΙΑΥΕ, ΑΑΚ/Μ΄, Τρικούπης προς Ραγκαβή, 15/27 Ιουνίου 1882 όπως παρατίθεται στο Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 107.
82 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 111.
83 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 154.
84 Μ. Γιαλουράκης, Η Αίγυπτος …, ό.π., σ. 147.
85 Ηρ. Λαχανοκάρδης, Παλαιά και Νέα Αλεξάνδρεια, εκδ. Σπ. Γρίβα, Αλεξάνδρεια 1927, σ. 40, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 106.
86 Ν. Σκωτίδης, Η εν Αιγύπτω…, ό.π., σ. 173 και E.M. Forster, Alexandria…, ό.π., σ. 86, όπως παρατίθενται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 113, 112.
87 ΙΑΥΕ, ΑΑΚ/Μ΄, Τρικούπης προς Ραγκαβή, 4/16 και 5/17.7.1882 και Ραγκαβής προς Τρικούπη, έκθεση 740, 20.7/1.8.1882, όπως παρατίθενται στο Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 107, 99, 108.
88 Ηρ. Λαχανοκάρδης, Παλαιά και…, ό.π., σ. 41, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 118.
89 Πλωτάρχης Brenton προς τον αντιναύαρχο Hoskyns, 2 Δεκ. 1889, State Papers, lxxxii: Correspondence Relating to the Affairs of Crete, σ. 137-8, όπως παρατίθεται στο Robert Holland – Diana Markides, Οι Βρετανοί και οι Έλληνες – Αγώνες εξουσίας στην ανατολική Μεσόγειο, 1850-1960, Πατάκης, Αθήνα 2011, σ. 161.
90 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 119.
91 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Δ΄), ό.π., σ. 223.
92 W. Scawen Blunt, Secret History…, ό.π., σ. 152, όπως παρατίθεται στο Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 106.
93 Λ. Λούβη, Περιγέλωτος Βασίλειον…, ό.π., σ. 227, 293.
94 Κ. Τσουκαλάς, “Η ανορθωτική προσπάθεια…”, ό.π., σ. 17.
95 Επαμεινώνδας Κ. Κυριακίδης, Ιστορία του Σύγχρονου Ελληνισμού από της ιδρύσεως του Βασιλείου της Ελλάδος μέχρι των Ημερών μας, Εν Αθήναις, Τυπ. Ν.Γ. Ιγγλέση, 1892, τομ. Β΄, σ. 619, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 147.
96 Λ. Λούβη, Περιγέλωτος Βασίλειον…, ό.π., σ. 227-234.
97 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Δ΄), ό.π., σ. 223.
98 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 119, 146-147· Θ. Χριστοδουλίδης, Διπλωματική ιστορία…, ό.π., σ. 306.
99 Εμμανουήλ Ρούκουνας, Πάμε στα νερά – Ελληνικές διαδρομές στην Αίγυπτο, Εστία, Αθήνα 2009, σ. 38.
100 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 334-335.
101 IAYE, AAK/M΄, Ραγκαβής προς Τρικούπη, τηλγρ. 4/16 Μαΐου 1882, όπως παρατίθεται στο Αλ. Καζαμίας, “Το ιμπεριαλιστικό “φρόνημα…”, ό.π., σ. 104.
102 Κ. Τσουκαλάς, “Η ανορθωτική προσπάθεια…”, ό.π., σ. 17.
103 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Δ΄), ό.π., σ. 224.
104 R. Bridge – R. Bullen, Οι μεγάλες Δυνάμεις και το ευρωπαϊκό κρατικό σύστημα 1815-1914, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, σ. 226.
105 Ν. Ψυρούκης, Ιστορία… (Δ΄), ό.π., σ. 224.
106 Θ. Χριστοδουλίδης, Διπλωματική ιστορία…, ό.π., σ. 306.
107 Π.Σ. Δέλτα, Πρώτες ενθυμήσεις, ό.π., σ. 78.
108 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 119.
109 Π.Σ. Δέλτα, Πρώτες ενθυμήσεις, ό.π., σ. 51.
110 Ευθύμιος Σουλογιάννης, “Μερικά για τον ελληνισμό της Αιγύπτου και την τρικουπική εποχή, μια ειδική αναφορά στα έτη 1867, 1875, 1884” στο Κ. Αρώνη-Τσίχλη & Λ. Τρίχα (επιμ.), Ο Χαρίλαος Τρικούπης…, ό.π., σ. 594.
111 Π.Σ. Δέλτα, Πρώτες ενθυμήσεις, ό.π.
112 Κ. Τσουκαλάς, “Η ανορθωτική προσπάθεια…”, ό.π., σ. 17.
113 Φ.Φ. Όδδης, Ελληνικός Διάκοσμος, ό.π., σ. 353, όπως παρατίθεται στο Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 116.
114 Μ. Γιαλουράκης, Η Αίγυπτος …, ό.π., σ. 149.
115 Ευθ. Σουλογιάννης, “Μερικά για τον ελληνισμό…”, ό.π., σ. 590-591.
116 Ευθ. Σουλογιάννης, “Μερικά για τον ελληνισμό…”, ό.π., σ. 590.
117 Μ. Γιαλουράκης, Η Αίγυπτος …, ό.π., σ. 147.
118 ΑΥΕ/β΄ αρχείο, Α. Βυζάντιος προς Α. Κοντόσταυλο, Αλεξάνδρεια 1/13.5.1884, όπως παρατίθεται στο Ευθ. Σουλογιάννης, “Μερικά για τον ελληνισμό…”, ό.π., σ. 591.
119 Π.Σ. Δέλτα, Πρώτες ενθυμήσεις, ό.π., σ. 51.
120 Κ. Τσουκαλάς, “Η ανορθωτική προσπάθεια…”, ό.π., σ. 17.
121 Μ. Μαραγκούλης, “Καιρός να συγχρονισθώμεν”…, ό.π., σ. 550.
122 Μ. Μαραγκούλης, “Καιρός να συγχρονισθώμεν”…, ό.π., σ. 550.
123 Εμ. Ρούκουνας, Πάμε στα νερά…, ό.π., σ. 38.
124 Δ. Δασκαλόπουλος – Μ. Στασινοπούλου, Ο βίος…, ό.π., σ. 23.
125 Σ. Τσίρκας, Ο Καβάφης…, ό.π., σ. 27, 125, 367-423.
126 R. Liddell, Καβάφης, ό.π., σ. 43, 118-119.