Το παρωχημένο και ιδιαιτέρως προβληματικό νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναγνωρίζονται οι αντιρρησίες συνείδησης καταγγέλει ο Σύνδεσμος Αντιρρησιών Συνείδησης με επιστολή του προς την ΠΟΣΔΕΠ ζητώντας την συμβολή της στον στόχο αναδιάρθρωσής του ισχύοντος καθεστώτος αλλά και στην αποθάρρυνση των μελών της από την συμμετοχή τους στην επιτροπή ελέγχου.
Στο κείμενο της επιστολής περιγράφουν τις δυσκολίες που υπάρχουν για να αναγνωριστεί κανείς ως αντιρρησίας συνείδησης και τις αναιτιολόγητες απορριπτικές αποφάσεις από την αρμόδια γνωμοδοτική επιτροπή (“επιτροπή ελέγχου συνείδησης” την αποκαλούν) του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Αναφέρουν επίσης ότι οι γραφειοκρατικές διαδικασίες που απαιτούνται για την αναγνώριση διαρκούν περίπου 9 μήνες κατά τους οποίους κανονικά κάποιος θα απολυόταν από τον στρατό. Η κοινωνική εργασία διάρκειας 15 μηνών καθώς είναι απλήρωτη υποστηρίζεται μόνο από την οικονομική στήριξη των οικογενειών τους. Επιπλέον η σύσταση της “επιτροπής ελέγχου συνείδησης” περιλαμβάνει στρατιωτικούς, πράγμα ιδιαιτέρως προβληματικό για κάποιον που καταγγέλει τον μιλιταριστικό μηχανισμό του στρατού με συνέπεια την μη αντικειμενικότητα της κρίσης. Ακόμη δεν τηρούνται πρκατικά και οι ερωτήσεις που τίθενται στους υποψήφιους αγγίζουν το όριο της ανάκρισης των κοινωνικών και πολιτικών φρονημάτων αφού αφορούν το “τι κόμμα ψηφίζει, αν είναι αναρχικός, τι γνώμη έχουν για την εξέγερση του Δεκέμβρη” κ.α. Στην ουσία η διαδικασία αναγνώρισης είναι τόσο επίπονη και χρονοβόρα που συνιστά μια τιμωρητική πράξη. Έτσι ο σύνδεσμος Αντιρρησιών συνείδησης καλεί την ΠΟΣΔΕΠ να αποθαρρύνει με δημόσια τοποθέτησή της τα μέλη της να συμμετέχουν στη συγκεκριμένη επιτροπή. Όπως τονίζουν “η συμμετοχή στη συγκεκριμένη επιτροπή δε συνάδει με τον παιδαγωγικό και τον κοινωνικό σας ρόλο”. Τέλος επισημαίνουν πως η συμβολή της ΠΟΣΔΕΠ στην οριοθέτηση της λειτουργίας της επιτροπής (σύσταση, ερωτήσεις κ.λπ.) “θα μπορούσε να αποβεί καθοριστική για τη βελτίωση της κατάστασης, με προοπτική την εναρμόνιση με τα διεθνή πρότυπα δηλαδή την κατάργηση της εν λόγω επιτροπής”.
Ακολουθεί ολόκληρη η επιστολή:
Το δικαίωμα στην αντίρρηση συνείδησης συνιστά ένα αναγνωρισμένο ανθρώπινο δικαίωμα που απορρέει από την ελευθερία της συνείδησης ενώ κατοχυρώνεται από το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μνημονεύεται στο ελληνικό Σύνταγμα. Όλοι εμείς που συντάσσουμε αυτή την επιστολή είτε έχουμε χαρακτηριστεί ως αντιρρησίες συνείδησης σύμφωνα με το παρωχημένο και προβληματικό κατά τις συστάσεις αναγνωρισμένων διεθνών και εγχώριων οργανισμών (Διεθνής Αμνηστία, Συνήγορος του Πολίτη, Ο.Η.Ε. κ.λπ.) νομικό πλαίσιο που ισχύει στην Ελλάδα (ν. 2510/1997, 3421/2005, 3883/2010) είτε έχουμε απορριφθεί αναιτιολόγητα από την αρμόδια γνωμοδοτική επιτροπή του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, την οποία εμείς αποκαλούμε «επιτροπή ελέγχου συνείδησης». Αξίζει να τονίσουμε πως η Ελλάδα μαζί με τη Φινλανδία, τη Δανία και την Κύπρο είναι οι τελευταίες χώρες της Ε.Ε οι οποίες διατηρούν τον αναχρονιστικό θεσμό της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας .
Η διαδικασία για να αναγνωριστεί κάποιος ως αντιρρησίας συνείδησης περιλαμβάνει μια σειρά γραφειοκρατικών διαδικασιών και περίπου 9 μήνες αναμονής. Αυτό σημαίνει πως όταν κανονικά θα απολυόμασταν από το στρατό, εμείς ξεκινούμε κοινωνική εργασία διάρκειας 15 μηνών την οποία υποστηρίζουμε είτε από εξαντλητική απογευματινή εργασία είτε με την οικονομική στήριξη των οικογενειών μας. Στο τελικό στάδιο της διαδικασίας για την αναγνώριση κάποιου ως αντιρρησία συνείδησης και αφού ο ενδιαφερόμενος έχει καταθέσει πληθώρα επίσημων εγγράφων που τεκμηριώνουν έναν μη βίαιο τρόπο ζωής που κινείται στα πλαίσια του νόμου καλείται ενώπιον της λεγόμενης επιτροπής ελέγχου συνείδησης. Στην επιτροπή αυτή συμμετέχουν δυο καθηγητές πανεπιστημίου, δυο στρατιωτικοί και ένας πάρεδρος από το Νομικό συμβούλιο του Κράτους. Η διαδικασία της συνέντευξης είναι από όλες της απόψεις προβληματική. Η αντικειμενικότητα της κρίσης των δύο επαγγελματιών στρατιωτικών απέναντι σε κάποιον που καταγγέλλει συνήθως το στρατό ως μιλιταριστικό και δολοφονικό μηχανισμό είναι αυτονόητα αμφισβητήσιμη.
Η διαδικασία δεν είναι νομοθετικά ή διοικητικά οριοθετημένη, είναι αδιαφανής καθώς δεν τηρούνται επίσημα πρακτικά και οι ερωτήσεις που απευθύνονται στους υποψήφιους είναι τουλάχιστον αμφιλεγόμενες και αυθαίρετες, ενώ πολύ συχνά παραβιάζουν τα προσωπικά τους δεδομένα. Έτσι οι υποψήφιοι έχουν ερωτηθεί αν τους εκφράζει κάποιο κόμμα και ποιο, αν είναι «αναρχικοί», τι έχουν να που για την «εξέγερση του Δεκέμβρη», αν πηγαίνουν σε πορείες, τι έχουν να προσάψουν στον ελληνικό στρατό μετά το 1900, τι έχουν να πουν που από το 1988 και μετά τα βιβλία της ιστορίας έχουν γίνει πιο φιλικά με τους Τούρκους και παρόλα αυτά αυτοί συνεχίζουν να είναι επιθετικοί κ.ά.
Για την κοινή λογική, στη οποία υπακούει η διεθνής, αλλά όχι η ελληνική, πρακτική σχετικά με την αναγνώριση των αντιρρησιών συνείδησης, τόσο η επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία όσο και ο επαχθής και τιμωρητικός χαρακτήρας της εναλλακτικής υπηρεσίας αποτελούν επαρκή εχέγγυα για την ειλικρίνεια κάποιου που εμφανίζεται αυτοβούλως και δηλώνει πως επιθυμεί να αναγνωριστεί ως αντιρρησίας συνείδησης.
Με δεδομένα τα παραπάνω θα θέλαμε να ζητήσουμε τη συμβολή σας ως πνευματικών ανθρώπων, επιστημόνων και ως εκπαιδευτικών για αναδιάρθρωση του ισχύοντος καθεστώτος. Πρώτα απ’ όλα θεωρούμε ότι η συμμετοχή στη συγκεκριμένη επιτροπή δε συνάδει με τον παιδαγωγικό και τον κοινωνικό σας ρόλο και γι’ αυτό θα σας ζητούσαμε να αποθαρρύνετε με δημόσια τοποθέτησή σας τα μέλη(1) σας να συμμετέχουν στη συγκεκριμένη επιτροπή. Έπειτα, θεωρούμε πως η συμβολή σας στην οριοθέτηση της λειτουργίας της επιτροπής (σύσταση, ερωτήσεις κ.λπ.) θα μπορούσε να αποβεί καθοριστική για τη βελτίωση της κατάστασης, με προοπτική την εναρμόνιση με τα διεθνή πρότυπα δηλαδή την κατάργηση της εν λόγω επιτροπής.
Σας ευχαριστούμε για το χρόνο σας και αναμένουμε την τοποθέτηση και τη βοήθειά σας.
font-family:Arial;color:#333333″>(1)Η υπουργική απόφαση ορίζει για το 2011 ως μέλη της επιτροπής τους: Σπανό Γεώργιο του Ιωάννη, Καθηγητή του τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Ε.Κ.Π. Αθηνών, Μπεζεβέγκη Ηλία του Γεωργίου, Καθηγητή του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Ε.Κ.Π. Αθηνών. Πελεγρίνη Θεοδόσιο του Νικολάου, Καθηγητή του τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Ε.Κ.Π. Αθηνών, Κυνηγό Πολυχρόνη του Μάρκου Καθηγητή του τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Ε.Κ.Π. Αθηνών.