Η πόλη είναι το κατεξοχήν πολιτικό πεδίο, προνομιακό ως προς τη σύνδεση του με την καθημερινότητα και τις ζωές των ανθρώπων, ένα πεδίο εγγύτητας πρόσφορο για διαμόρφωση διαδικασιών αυτοδιαχείρισης της καθημερινής ζωής. Αυτοδιαχείριση της ζωής στην πόλη, ωστόσο, δεν σημαίνει αρμονική συνύπαρξη όλων των αντιλήψεων και πρακτικών – η ιδέα ότι υπάρχει ένα «κοινό καλό» που μας χωράει όλους και όλες είναι μια από τις μεγάλες (αυτ)απάτες των φιλελεύθερων δημοκρατιών. Ζούμε σε πόλεις όπου διατρέχονται από διαχωρισμούς και ανισότητες, ασύμμετρα διαμοιρασμένες σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες.
Ο καπιταλισμός είναι η μήτρα των δεινών μας, θα πει κάποιος, και όχι γενικά οι «διαχωρισμοί και ανισότητες», και συμφωνώ. Με αυτή τη διατύπωση όμως κινδυνεύουμε να χάσουμε από το βλέμμα μας την κλίμακα – να τοποθετήσουμε τον εχθρό «εκεί έξω» και «μακριά από εμάς». Η κυριαρχία δεν συντηρείται μόνο με στρατούς, αστυνομίες και δικαστές. Συντηρείται κυρίως με τη δημιουργία υποκειμένων – ανθρώπων – συντονισμένων με τις κυρίαρχες αξίες και πρακτικές.
Στις πόλεις που ζούμε έχουμε κοινωνικοποιηθεί στην ατομική ιδιοποίηση του κοινού. Ελλείψει οποιασδήποτε συλλογικής διαδικασίας συναπόφασης ή αναδιανομής, αυτό που ονομάζουμε πρόοδος έχει πάντα να κάνει με την ατομική και οικογενειακή ανέλιξη με οποιοδήποτε κόστος. Με την παντοδυναμία της (μικρής και μεγάλης) ιδιοκτησίας, ο αστικός χώρος έχει μόνο αξία στο βαθμό που μπορεί να γίνει αντικείμενο ιδιοποίησης και να δημιουργήσει ιδιωτικό όφελος. Φυσικά, δεν συμμετέχουμε όλοι και όλες στον ίδιο βαθμό και με τον ίδιο τρόπο σε αυτή την ιδιοποίηση. Το κερδοσκοπικό fund που έρχεται να αρπάξει χιλιάδες σπίτια δεν είναι το ίδιο με τον ιδιώτη σπιτονοικοκύρη που χρεώνει ενοίκια που υπερβαίνουν τον μέσο μισθό. Ο καταστηματάρχης που αναπτύσσει καθημερινά εκατοντάδες τραπεζοκαθίσματα δεν μπορεί να συγκρίθεί με τον ανάλγητο οδηγό που πάρκαρε πάνω στο πεζοδρόμιο. Πρόκειται όμως για διαφορετικές εκφάνσεις του ίδιου κυρίαρχου ατομισμού, της ιδιώτευσης και αποξένωσης που αποτελεί το λάδι στα γρανάζια της κυριαρχίας.
Οι πόλεις μας είναι αποκρυστάλλωση αυτής της νοοτροπίας στον χώρο. Η παντελής έλλειψη προσβάσιμου δημόσιου χώρου, η φιλετοποίηση και ιδιωτικοποίηση του αστικού χώρου, η αδιαφορία για τις κοινές υποδομές, η εγκατάλειψη των πιο αδύναμων στη μοίρα τους, οι ρατσιστικές και σεξιστικές συμπεριφορές, η μικροαστική ιδιώτευση, είναι όλα εκφάνσεις τη επικράτησης αυτού του ιδιοποιητικού ατομικιστικού ανθρωπότυπου.
Αυτοδιαχείριση της ζωής στην πόλη, λοιπόν, δεν είναι αφηρημένα η «οργάνωση των πολιτών». Είναι η συλλογική και μαχητική αυτοοργάνωση των από κάτω που διεκδικούν το κοινό. Είναι η επεξεργασία λόγου, θέσεων και οραμάτων που να εναντιώνονται στις λογικές της ιδιοποίησης. Είναι η οργάνωση των χρηστών της πόλης ενάντια στους ιδιοκτήτες της. Αν με την συλλογική μας οργάνωση δεν γινόμαστε δυσάρεστοι/ες σε πολλούς/ες, κάτι κάνουμε λάθος.
Η αυτοδιαχείριση της ζωής στην πόλη συνεπάγεται επίσης και τη δημιουργία μιας διαφορετικής μήτρας υποκειμένων. Η δημιουργία ενός ανθρωπότυπου που μάχεται για το κοινό και όχι για το ιδιωτικό. Που συνδέει την ευημερία με τις συλλογικές διαδικασίες και με την αλληλεγγύη, και όχι με την επικράτηση στον πόλεμο όλων εναντίον όλων. Και αυτό προϋποθέτει τόσο την δημιουργία εναλλακτικών δομών σε όλα τα κοινωνικά πεδία – από τα εναλλακτικά παραγωγικά εγχειρήματα μέχρι τους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς και από την διαχείριση των κοινών πόρων μέχρι τους αυτόνομους κοινωνικούς χώρους – όσο και την υπεράσπιση και προώθηση των εναλλακτικών με όλους τους τρόπους.
Με αυτή την έννοια, και για να προβοκάρω λίγο τους πιο ριζοσπάστες, ο «δρόμος» και η διαμαρτυρία είναι αγώνες οπισθοφυλακής, αγώνες αμυντικοί. Δεν υποτιμώ την αξία των αμυντικών αγώνων, ιδιαίτερα σε μια εποχή που όλες μας οι κατακτήσεις, θεσμικές και κοινωνικές, βάλλονται με όλους τους τρόπους. Ωστόσο, οι αγώνες εμπροσθοφυλακής για την κοινωνική αλλαγή λαμβάνουν χώρα ακριβώς στους χώρους παραγωγής των υποκειμένων, με την καθημερινή τριβή στους χώρους εργασίας, στα σχολεία, στις σχολές, στις γειτονιές. Με την προώθηση και υπεράσπιση των εναλλακτικών σε όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής. Με τη συμμετοχή στο δημόσιο διάλογο – παρόλη την επικοινωνιακή υπεροπλία του αντιπάλου – και τη ακούραστη προώθηση ενός συλλογικού οράματος διαφορετικής συνύπαρξης.
Εκτιμώ ότι με την Πόλη Ανάποδα (ΠΑ), ένα τέτοιο συλλογικό όραμα διαφορετικής κοινωνικής συνύπαρξης έχει έρθει στο προσκήνιο στη Θεσσαλονίκη. Παρόλο που οι πολιτικές μου καταβολές είναι διαφορετικές από αυτές της πλειοψηφίας του σχήματος, είχα την ευκαιρία να συμμετάσχω στις συλλογικές διαδικασίες του τα τελευταία χρόνια. Σε όλα αυτά τα χρόνια, η ΠΑ συνδέθηκε ενεργά με όλα τα κινήματα υπεράσπισης των κοινών στην πόλη, και έκανε πάρα πολύ θόρυβο αναλογικά με το μέγεθος και την εκπροσώπηση του σχήματος, βάζοντας με επιμονή στην ατζέντα ζητήματα ταμπού όπως η εξασφάλιση αξιοπρεπούς στέγης, η επέκταση και υπεράσπιση του αστικού δημόσιου χώρου, η βελτίωση των συγκοινωνιών και των ποδηλατοδρόμων, η υπεράσπιση των μεταναστών και μεταναστριών, η προβολή της έμφυλης διάστασης των κοινωνικών ζητημάτων, η ανάδειξη της ιστορικής μνήμης της πόλης. Με συνέπεια διεκδίκησε την δημιουργία δημόσιων υποδομών χωρίς να παραβλέπει την υπεράσπιση των κινηματικών υποδομών που απειλούνται, όπως η ανακτημένη ΒΙΟΜΕ και οι ελεύθεροι κοινωνικοί χώροι της πόλης.
Η διαμόρφωση του δημοτικού προγράμματος της Πόλης Ανάποδα υπήρξε μια διεργασία πραγματικά ιδιαίτερη. Δεκάδες άνθρωποι, κάποιοι/ες μέλη του σχήματος και κάποιοι/ες όχι, με θεωρητική γνώση αλλά και πρακτική εμπειρία από πολλούς διαφορετικούς χώρους, συμμετείχαν στη διαμόρφωση των θέσεων σε μια πραγματικά ανοιχτή από τα κάτω διαδικασία. Το αποτέλεσμα (ένα πολυσέλιδο κείμενο που δυστυχώς θα διαβαστεί από λίγους και λίγες) αποτελεί μια μεταρρυθμιστική παρακαταθήκη για την πόλη, με θέσεις αρθρωμένες χωρίς περιστροφές και χωρίς φόβο για σύγκρουση με μικρά και μεγάλα συμφέροντα. Δεν συμφωνώ σε όλα όσα διατυπώνει: εκκινώντας από μια πιο ελευθεριακή αντίληψη του δημοτισμού θα επιθυμούσα μια πιο διεκδικητική στάση απέναντι στην κεντρική εξουσία, έναν πιο πρωταγωνιστικό ρόλο της αυτοδιάθεσης των από κάτω και ένα όραμα αποκέντρωσης. Ωστόσο, δεν είναι εδώ ο χώρος για να μπω σε πολιτικοϊδεολογικές διαμάχες. Το πρόγραμμα αυτό αποτελεί κατά τη γνώμη μου μια πολύ καλή βάση και έχει τη δυνατότητα να συσπειρώσει ανθρώπους από πολλούς και διαφορετικούς πολιτικούς χώρους γύρω από ένα κοινό σχέδιο αγώνα.
Δεν έχω, ωστόσο, πολλές προσδοκίες από την ενδοθεσμική δράση του σχήματος, πέρα από το να βάλει ζητήματα στην ατζέντα και να δημιουργήσει, αν το επιτρέψουν οι συσχετισμοί, κάποια αναχώματα στις καταστροφικές πολιτικές του Δήμου. Οι Δήμοι στο παρόν πλαίσιο είναι απλά παραμάγαζα του κράτους και ιμάντες μετάδοσης των κεντρικών πολιτικών επιλογών, και απέχουν πολύ από το να αποτελέσουν πραγματικούς πυρήνες τοπικής αυτοθέσμισης. Η τελευταία μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης (νόμος Βορίδη) σκοπό είχε να μειώσει ακόμα περισσότερο την αυτονομία των Δήμων και να τους κάνει ακόμα πιο εξαρτημένους από συμφέροντα και μηχανισμούς.
Οι προσδοκίες μου από την δράση της Πόλης Ανάποδα είναι κυρίως εξωθεσμικές: Μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να αποτελέσει μέσα από τις ανοιχτές και συλλογικές της διαδικασίες ένα πρόπλασμα της αυτοοργάνωσης των από κάτω γύρω από την συνύπαρξη στην πόλη. Ήδη εφαρμόζει σημαντικές πρακτικές ήπιας εκπροσώπησης – εναλλαγή στις θέσεις ευθύνης, ισοτιμία των φύλων, συλλογική εκπροσώπηση – η οποίες, αν συνοδευτούν από αναβάθμιση των συνελευσιακών και οριζόντιων τρόπων λήψης αποφάσεων, μπορούν να αποτελέσουν και μια νέα πρόταση πολιτικής οργάνωσης σε μεγάλη κλίμακα. Από τις οργανώσεις που στηρίζουν το σχήμα σαφώς έχω απόσταση πολιτικά, αλλά όχι από τους αγωνιστές και αγωνίστριες, συντρόφους και συντρόφισσες που εμπλέκονται στις διαδικασίες του, με τους οποίους/ες μας ενώνει μια κοινή πορεία δεκαετιών στους αγώνες της πόλης. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η Πόλη Ανάποδα είναι κάτι πολύ παραπάνω από τις οργανώσεις που τη στηρίζουν, και το σχήμα μπορεί, αν θέλει να αποτυπώσει και καταστατικά αυτήν την πραγματικότητα, να αποτελέσει έναν πλουραλιστικό πόλο οργάνωσης, παρέμβασης και αγώνα που να συγκεράζει όλες αυτές τις διαφορετικές αγωνιστικές ταυτότητες, πάντα γύρω από ένα διαφορετικό όραμα συνύπαρξης και υπεράσπισης των κοινών.
Αυτή η προσδοκία, μαζί με τον ενθουσιασμό που έχει δημιουργήσει η πορεία και η δράση της Πόλης Ανάποδα σε διαφορετικούς πολιτικούς χώρους και σε πολλούς ανθρώπους που εκτιμώ, με κάνουν να βάζω στην άκρη τις όποιες διαφωνίες και επιφυλάξεις μου και να στηρίζω ολόψυχα την προσπάθεια της ΠΑ.