in

Δυτική Μακεδονία: Σχεδιάζουν «οικονομικότερο» μοντέλο δημόσιας περίθαλψης με είσοδο ιδιωτών

Μέσα στην πανδημία και ενώ είναι προφανείς οι ελλείψεις σε κλίνες, γιατρούς και νοσηλευτές, η μελέτη-λαγός για τις πολύπαθες περιοχές της Κοζάνης, της Φλώρινας, της Καστοριάς, των Γρεβενών και της Πτολεμαΐδας προτείνει ένα κεντρικό νοσοκομείο, με μεταφορά προσωπικού από τα υφιστάμενα, τα οποία θα παρέχουν πλέον μόνο υπηρεσίες ημερήσιας φροντίδας, διατηρώντας και τις Μονάδες Τεχνητού Νεφρού ● Ενώ σήμερα στα πέντε νοσοκομεία υφίστανται 685 κλίνες, οι συνολικές κλίνες που θα προκύψουν θα είναι 645!

Του Απόστολου Λυκεσά για την Εφημερίδα των Συντακτών

«Τροχιοδεικτικό» υψηλής ευκρίνειας, που υπηρετεί κατά τον καλύτερο τρόπο τον κυβερνητικό στόχο για κλείσιμο περιφερειακών νοσοκομείων ή μετατροπή τους σε «αγροτικά ιατρεία» και δημιουργία νέου, «οικονομικότερου» μοντέλου, με ταυτόχρονη είσοδο ιδιωτών αποτελεί η μελέτη σκοπιμότητας, η οποία παραγγέλθηκε από τον Δήμο Κοζάνης και παραδόθηκε πριν από λίγες μέρες, σχετικά με τον ανασχεδιασμό και την «αναβάθμιση υγειονομικών υπηρεσιών της Δυτικής Μακεδονίας».

Η περιοχή, όπως συμβαίνει ήδη μετά τη βίαιη απολιγνιτοποίηση, μετατρέπεται σε εργαστήρι των πιο ακραίων νεοφιλελεύθερων σχεδιασμών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ σήμερα στα πέντε νοσοκομεία της περιοχής (Κοζάνη, Φλώρινα, Καστοριά, Γρεβενά) υφίστανται 685 κλίνες, οι συνολικές κλίνες που θα προκύψουν από τη δημιουργία ενός νέου νοσοκομείου και τις συγχωνεύσεις των υπαρχόντων θα είναι 645!

Προτείνεται, λοιπόν, η δημιουργία στην Κοζάνη ενός κεντρικού νοσοκομείου με 270 κλίνες, με μεταφορά προσωπικού από τα υφιστάμενα τα οποία θα παρέχουν πλέον μόνο υπηρεσίες ημερήσιας φροντίδας, διατηρώντας και τις Μονάδες Τεχνητού Νεφρού.

Η τελική μελέτη 190 σελίδων έγινε από την εταιρεία «Ascenti Way» (εταιρεία που ιδρύθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 2019) σε συνεργασία με το Εργαστήριο Οργάνωσης & Αξιολόγησης Υπηρεσιών Υγείας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), με τη σημείωση ότι αποτελεί «βάση για ανάπτυξη γόνιμου, εποικοδομητικού διαλόγου με τους εμπλεκόμενους φορείς και την Κοινωνία των Πολιτών» και ότι «χρήζει περαιτέρω διαβούλευσης για την οριστικοποίηση των δομών και του συνολικού ανασχεδιασμού», ο οποίος όμως ξεκάθαρα βασίζεται στους «στρατηγικούς στόχους του υπουργείου Υγείας»!!!

Ας σημειωθεί ότι τα συμπεράσματα της μελέτης «πατάνε» σε στοιχεία της διετίας 2019-2020 (μία «κανονική» χρονιά και μία πανδημική). Βάσει αυτών, προκύπτει ένας χαμηλός Μέσος Ορος κάλυψης κλινών (όπως φαίνεται στον πίνακα), που απέχει παρασάγγας από τις ανάγκες που προέκυψαν τη διετία της πανδημίας!

Εξάλλου, στη μελέτη δεν γίνεται καμία απολύτως αναφορά στην πανδημία, ο Covid-19 είναι σαν να μην υπάρχει, την ώρα μάλιστα που ειδικά η Κοζάνη ήταν συνεχώς στο «κόκκινο», ενώ και οι γειτονικοί νομοί χτυπήθηκαν με ιδιαίτερη σφοδρότητα από την αρχή των πανδημικών κυμάτων. Το πράγμα γίνεται ακόμη πιο περίεργο, καθώς την ίδια στιγμή το «Μαμάτσειο» Nοσοκομείο Κοζάνης σχεδιάζει επέκταση και μάλιστα στις 3.12.2020 η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας είχε εγκρίνει τα τεύχη των μελετών που συνέταξε η «Αναπτυξιακή Δυτικής Μακεδονίας Α.Ε.» για το έργο, προϋπολογισμού δαπάνης 16.300.000 € με ΦΠΑ.

Η μελέτη-«λαγός» συντάχθηκε επικαλούμενη διεθνείς «τάσεις» αναμόρφωσης υγειονομικών συστημάτων, επιλέγει το μοντέλο «Hub-and-Spoke» (Κόμβου και Ακτίνας) με δορυφορικά νοσοκομεία «Ακτίνας» τα οποία έχουν περιορισμένη… φωτεινότητα, λίγες δηλαδή υπηρεσίες. Αναλύοντας τα δεδομένα –σε συνθήκες… εργαστηρίου, καθώς εξετάζονται και αναλύονται μόνο αριθμοί- προτείνεται «δημιουργία υπερσύγχρονης υγειονομικής μονάδας τριτοβάθμιας περίθαλψης στη Δυτική Μακεδονία, δυναμικότητας 270 κλινών» η οποία θα ενσωματώσει και πανεπιστημιακές κλινικές, κυρίως όμως «με χρήση και ανακατανομή των ήδη υπαρχόντων πόρων (ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού, οικονομικών) και αξιοποιώντας το υπάρχον προσωπικό από τις ήδη υφιστάμενες μονάδες», ενώ τα υφιστάμενα νοσοκομεία θα μετατραπούν σε μονάδες «αναμορφωμένης δυναμικότητας με γενικές υπηρεσίες διάγνωσης και υγειονομικής φροντίδας».

Η νέα μονάδα 270 κλινών θα στελεχώνεται από 122 γιατρούς και 270 νοσηλευτές, «αξιοποιώντας το υπάρχον προσωπικό από τις ήδη υφιστάμενες νοσηλευτικές μονάδες». Εξάλλου, διαπιστώνεται πως ο αριθμός των γιατρών και νοσηλευτών που εργάζονταν τη διετία 2019-20 κρίνεται επαρκής, αφού θεωρείται αξιοσημείωτη «η χαμηλή αναλογία ασθενών ανά γιατρό» στα Γρεβενά και τη Φλώρινα, ενώ χαμηλή είναι και η αναλογία του πλήθους των χειρουργικών επεμβάσεων ανά χειρουργό – 52 επεμβάσεις ανά χειρουργό ετησίως στην Καστοριά και 115 ασθενείς ανά χειρουργό στην Κοζάνη.

Οπότε το νοσοκομείο στα Γρεβενά με 80 κλίνες θα απομείνει με διαγνωστικά τμήματα, θα παρέχει ημερήσια νοσηλεία, θα διαθέτει Μονάδα Τεχνητού Νεφρού και χειρουργικές υπηρεσίας βραχείας νοσηλείας. Προτείνεται και Μονάδα Γηριατρικής Φροντίδας και νόσου Αλτσχάιμερ. Το «Μαμάτσειο» στην Κοζάνη θα λειτουργεί με 80 κλίνες, επίσης με κλινικά και διαγνωστικά τμήματα, ημερήσια νοσηλεία και Μονάδα Τεχνητού Νεφρού. Ακόμα, μονάδες διαχείρισης Πόνου και μια Μονάδα Αποκατάστασης και Αποθεραπείας. Το Nοσοκομείο Καστοριάς θα λειτουργεί με 39 κλίνες και υπηρεσίες ανάλογες με αυτό των Γρεβενών. Ανάλογη θα είναι και η παροχή υπηρεσιών στο Nοσοκομείο Φλώρινας που θα διαθέτει 89 κλίνες και θα μπορεί να λειτουργήσει και μία Μονάδα Πόνου.

Στο «Μποδοσάκειο» Πτολεμαΐδας, τέλος, δίνονται δύο «ηρεμιστικές» εναλλακτικές: α) μετατροπή σε γυναικολογική, μαιευτική κλινική και Κέντρο Μαστού με δυναμικότητα 90 κρεβάτια ή β) με τον ίδιο αριθμό κλινών (90) να λειτουργεί ως νοσηλευτική μονάδα με κλινικά και διαγνωστικά τμήματα όπως τα νοσοκομεία Γρεβενών, Φλώρινας και Καστοριάς.

«Αυτή η αναδιοργάνωση αναμένεται να περιορίσει τις λειτουργικές δαπάνες κατά 35%» αναφέρεται στη μελέτη, αλλά το κόστος της επένδυσης θα καθοριστεί με ακρίβεια μεταγενέστερα, ωστόσο στο παρόν στάδιο εκτιμάται στα 73,4 εκατομμύρια ευρώ (51,8 εκατ. το κτίριο, 21,6 εξοπλισμός).

Τα κεφάλαια, όπως αναφέρεται καθαρά, μπορούν να βρεθούν από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, το Εθνικό πρόγραμμα Ανάπτυξης και από Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Το σενάριο με τις ΣΔΙΤ παραμένει θολό, υπογραμμίζεται όμως ότι «σύμφωνα με τον νέο σχεδιασμό του υπουργείου Υγείας, οι ΣΔΙΤ αποτελούν την ενδεδειγμένη συνταγή σε τρία πεδία υγείας: α) στο πεδίο του ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού, β) σε αυτό που περιλαμβάνει μονάδες που στοχεύουν στην παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών υγείας, όπως η αιμοκάθαρση, και τέλος γ) στην κάλυψη της ανάγκης μιας συνολικής επένδυσης όπως η δημιουργία ενός νοσοκομείου».

Χωροθέτηση

Η μελέτη μάς πληροφορεί επίσης ότι ο Δήμος Κοζάνης έχει προτείνει ως πιθανή επιλογή χωροθέτησης την περιοχή μεταξύ των κόμβων Κοίλων (Εγνατία Οδό) και Δρεπάνου (παλαιά εθνική οδό Κοζάνης Θεσσαλονίκης) και ενδεικτικά αναφέρονται τα πρώην στρατόπεδα Ρωμανέλη και Λασσάνη των οποίων οι εκτάσεις ανήκουν πλέον στον δήμο.

Φυσικά, ήδη έχουν προκληθεί αντιδράσεις, που αναμένεται να κορυφωθούν τις επόμενες μέρες. Αντηλλάγησαν ήδη πυρά ανάμεσα στην Ολυμπία Τελιγιορίδου, βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. της Καστοριάς, και τον δήμαρχο Κοζάνης Λάζαρο Μαλούτα. Η κ. Τελιγιορίδου με ανακοίνωσή της είπε ότι «όσοι απεργάζονται σχέδια υποβάθμισης του Νοσοκομείου Καστοριάς να τα ξεχάσουν», είδε ότι η μελέτη «εξυπηρετεί τους στρατηγικούς στόχους της κυβέρνησης» και προειδοποίησε σε υψηλούς τόνους ότι «η αντίδραση για τη μετατροπή του Νοσοκομείου μας σε Κέντρο Υγείας θα είναι καθολική και δεν θα το διαπραγματευτούμε».

Ο κ. Μαλούτας απάντησε με δηλώσεις του ότι «έγινε μια δουλειά για λογαριασμό μας που θα φτάσει στην 3η ΥΠΕ και το υπουργείο Υγείας» και ότι αυτός φροντίζει για τα συμφέροντα του δήμου του. «Η μελέτη δεν κοιτά μόνο τον δήμο του», απάντησε η κ. Τελιγιορίδου, διότι «θέλει νέο νοσοκομείο κλείνοντας τα υπόλοιπα», εξάλλου υπάρχει και «το δικαίωμα των κατοίκων της περιοχής μου να έχουν νοσοκομείο και όχι κέντρο υγείας, όπως ονειρεύεται ο κ. δήμαρχος και η “μελέτη” του!».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Επερώτηση της Δέσποινας Χαραλαμπίδου στην ΠΚΜ για την κατάργηση των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών

Κ. Τζούμας: Οι γυναικοκτονίες οφείλονται σε ένα βαθμό στη φλυαρία των γυναικών