Δεν έχει περάσει ούτε μια σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου, τους τελευταίους τρεις μήνες χωρίς να γίνει αναφορά στο τυχαίο γεγονός, που μπορεί να πυροδοτήσει πολιτικές εξελίξεις. Τις τελευταίες εβδομάδες οι διαρροές για επιτάχυνση του «τυχαίου» αυτού γεγονότος πύκνωσαν, μαζί με τις αναφορές σε επικείμενο τρομοκρατικό χτύπημα, σενάρια για επανεμφάνιση τρομοκρατικών οργανώσεων και ύπαρξη ενός σχεδίου αποσταθεροποίησης , της ήδη ασταθούς βέβαια πολιτικής ζωής του τόπου.
Το «τυχαίο» γεγονός ήρθε την Παρασκευή με τη δολοφονία των Χρυσαυγιτών στο Νέο Ηράκλειο, δίχως όμως να προκαλέσει πολιτικό σεισμό, ενώ οι συζητήσεις που ακολούθησαν ήταν πέρα από ιδιαίτερα ψύχραιμες και περιορισμένης εμβέλειας. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι η κυβέρνηση δεν έσπευσε να εκμεταλλευτεί το χτύπημα κατά των φασιστών, επαναφέροντας αναβαθμισμένη τη θεωρία των δύο άκρων και θέτοντας πλέον το δίλημμα, «Δημοκρατία ή σφαίρες». Το χορό άνοιξε ο υπουργός Νίκος Δένδιας, που ξεπέρασε τα όρια και με ένα θεσμικό ατόπημα άνευ προηγουμένου, μερικά λεπτά μετά τη δολοφονία των Χρυσαυγιτών δήλωσε πως “δεν θα επιτραπεί η χώρα να γίνει πεδίο εκκαθάρισης λογαριασμών”, συμπληρώνοντας στελέχη της ΝΔ και μεγαλοδημοσιογράφοι ότι έχει ανοίξει πόλεμος μεταξύ «ακροαριστερών και ακροδεξιών».
Η ψύχραιμη στάση που κράτησε η Αριστερά, σε συνδυασμό με την πεποίθηση πως πρόκειται αναμφισβήτητα για προβοκατόρικο χτύπημα «απ’ όπου και αν προέρχεται» δεν άφησε περιθώρια εκμετάλλευσης του γεγονότος. Άλλωστε η συγκυρία στην οποία έγινε η δολοφονία, δηλώνει ξεκάθαρα ποιος ευνοείται από τη συγκεκριμένη ενέργεια. Η ελληνική κοινωνία έδειξε να περιμένει μια τέτοια εξέλιξη και αντιμετώπισε επιφυλακτικά τόσο τις κυβερνητικές δηλώσεις για προσπάθεια αποσταθεροποίησης, όσο και τις αστυνομικές διαρροές περί νέου κύκλου αίματος και τρομοκρατικών χτυπημάτων. Από την πλευρά της η κυβέρνηση παίζει το τελευταίο της χαρτί και με non paper κάνει λόγο για μολυβένια χρόνια, ενώ αναφέρει πως «ανησυχία για την κλιμάκωση της βίας προκαλεί στην κυβέρνηση και στις δυνάμεις του συνταγματικού τόξου η διπλή δολοφονία σε βάρος μελών της Χρυσής Αυγής στο Νέο Ηράκλειο. Ο «κύκλος του αίματος» μπορεί να υπονομεύσει τη δημοκρατική ομαλότητα με απρόβλεπτες συνέπειες, αφού ο φόβος είναι πλέον το κυρίαρχο συναίσθημα στην κοινωνία».
Βέβαια η κοινωνία δεν φαίνεται να φοβήθηκε από ένα χτύπημα στοχευμένο σε συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και πολεμική ρητορεία. Αντίθετα το σενάριο της προβοκάτσιας είναι κυρίαρχο, η θεωρία των δύο άκρων πάει περίπατο και η κυβέρνηση όσο δεν προσωποποιεί τους δράστες της επίθεσης μετατρέπεται σε ηθικό αυτουργό της πολιτικής αστάθειας και των συνομοσιολογικών θεωριών. Ακόμη και τα πολιτικά κίνητρα που αποδόθηκαν από την πρώτη στιγμή στην ενέργεια δεν μοιάζουν επομένως ικανά να στηρίξουν τη θεωρία της κατάστασης εκτάκτου αναγκης για τη δημοκρατία, ενώ υπενθυμίζεται η προσπάθεια απόδοσης της δολοδονίας Φύσσα σε συγκρούσεις οπαδών -ακόμη και ημέρες μετά το γεγονός- παρά την δράση οργανωμένης ομάδας της Χρυσής Αυγής.
Πως εγκαθιδρύεται ο τρόμος
Τα σενάρια για επανεμφάνιση της υψηλής έντασης τρομοκρατίας έκαναν την εμφάνισή τους μία μόλις ημέρα μετά τη δολοφονία. Οι υποψίες της αστυνομίας –που διαρρέονται στο τύπο- στρέφονται στον κύκλο ατόμων που συγκροτούσαν την οργάνωση «Σέχτα Επαναστατών». Το σενάριο στηρίζεται βασικά στο εύρημα ότι στις επιθέσεις της οι δράστες είχαν χρησιμοποιήσει πιστόλια (και όχι καλάσνικοφ), όπως συνέβη και στη δολοφονική επίθεση της Παρασκευή.
Το χτύπημα όμως στο Ν.Ηράκλειο παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την επίθεση στο ΑΤ. Αγίας Παρασκευής, το 2009, σε μια συγκυρία που και πάλι η τότε κυβέρνηση είχε βρεθεί σε δύσκολη θέση. Την ένοπλη επίθεση κατά του αστυνομικού τμήματος Αγίας Παρασκευής εξαπέλυσαν άγνωστοι στις 21:40 το βράδυ της Τρίτης 26 Οκτωβρίου, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν έξι αστυνομικοί, οι δύο από τους οποίους σοβαρά. Οι δράστες άνοιξαν πυρ με πυροβόλο όπλο, ενώ πέταξαν και μια χειροβομβίδα, πραγματοποιώντας ένα τυφλό χτύπημα, ενώ ακόμη πι περίεργη ήταν η προκήρυξη που στάλθηκε μερικές ημέρες μετά και περιελάμβανε από τσιτάτα του Ζαχαριάδη, μέχρι ακατανόητα σημεία γενικών αναφορών, ενώ η υπογραφή ανήκε σε μια πρωτοεμφανιζόμενη οργάνωση, τις Ομάδες Προλεταριακής Λαϊκής Αυτοάμυνας.
Ανάλογης σοβαρότητας ήταν και το χτύπημα στο γραφείο του πρωθυπουργού στη Συγγρού, όταν μια επίσης άγνωστη οργάνωση ανέλαβε την ευθύνη με μια προκήρυξη γραμμένη στην καθαρεύουσα!
Η Αντιτρομοκρατική διαρρέει και οι αστυνομικοί συντάκτες επαναλαμβάνουν το ενδεχόμενο, εάν υπάρξει ανάληψη ευθύνης για την επίθεση, οι δράστες να μην κάνουν χρήση του ονόματος «Σέχτα Επαναστατών» αλλά ενός νέου που θα παραπέμπει σε πρωτοεμφανιζόμενη οργάνωση και πάλι. Κάτι πάντως που δεν αποτελεί επιλογή των οργανώσεων ένοπλης πάλης, καθώς επιδιώκουν την ανάληψη ευθύνης των ενεργειών τους για προπαγανδιστικούς λόγους. Αντίθετα η τακτική εμφάνισης νέων οργανώσεων πίσω από περίεργα χτυπήματα αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο ύπαρξης οργανωμένου σχεδίου προβοκάτσιας, με παρακρατικές ομάδες να παρεμβαίνουν στην πολιτική ζωή της χώρας, όποτε κριθεί αναγκαίο.
