in

Μένουμε Θεσσαλονίκη: Στρίβειν δια του Παπαγεωργόπουλου

Μένουμε Θεσσαλονίκη: Στρίβειν δια του Παπαγεωργόπουλου

Κριτική στη διοίκηση το δήμου αλλά και στην αντιπολίτευση ασκεί η δημοτική παράταξη «Μένουμε Θεσσαλονίκη» με αφορμή την παρουσία του Βασίλη Παπαγεωργόπουλου σε εκπομπή της TV100.

Παράλληλα η παράταξη στην μακροσκελή της ανακοίνωση επισημαίνει την ανάγκη αλλαγής του μοντέλου οικονομίας και ανάπτυξης της Θεσσαλονίκης.

Αναλυτικά η ανακοίνωση της παράταξης «Μένουμε Θεσσαλονίκη»:

“Οι στιγμές που ζούμε είναι ιδιαίτερες. Βρισκόμαστε εν μέσω ενός παγκόσμιου λοκντάουν, η πανδημία έχει χτυπήσει πολλές από τις χώρες που άλλοτε πρωτοστατούσαν στην παγκοσμιοποίηση, η τελευταία δείχνει να κλονίζεται σημαντικά. Επιβεβαιώθηκε εν τέλει αυτό που ήδη από το 1990 φωνάζαμε όσοι αμφισβητούσαμε την μεγαλοπρέπεια του «Θαυμαστού Νέου Κόσμου». Η  ανεξέλεγκτη πλανητική κυκλοφορία κεφαλαίων, προϊόντων και ανθρώπων και η εντατική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, αυξάνουν στα μέγιστα την διακινδύνευση και γεννάνε νέες απειλές για τις ανθρώπινες κοινωνίες. Μια από αυτήν ήταν και η πανδημία του κορωνοϊού.

Η τουριστική Θεσσαλονίκη στην εποχή του Κορωνοϊού

Το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα, και την Θεσσαλονίκη. Εδώ και 6 χρόνια που αποφασίσαμε να παρέμβουμε στα τοπικά πολιτικά πράγματα, πάντοτε θέταμε ως αιχμή της άποψής μας το πρόβλημα του μονοδιάστατου χαρακτήρα της τοπικής οικονομίας· ότι όπως και στην υπόλοιπη χώρα, είναι υπερβολικά παρασιτική, στηρίζεται δυσανάλογα στην μονοκαλλιέργεια του τουρισμού, χαρακτηρίζεται από έλλειμμα αυτοδυναμίας και εσωτερικής δυναμικής. Αυτή είναι η κύρια πηγή για την διεύρυνση των ανισοτήτων στην πόλη, της κρίσης των χαμηλότερων και των μεσαίων στρωμάτων, της κάμψης της τοπικής αγοράς.

Σήμερα με την πανδημία του κορωνοϊού, όλα αυτά επιβεβαιώνονται με πολύ άσχημο τρόπο, καθώς δυσκολεύουν κατά πολύ την ούτως ή άλλως δύσκολη επόμενη μέρα της ανασυγκρότησης. Γιατί η περίοδος της πρώτης έξαρσης της πανδημίας, μπορεί να περνάει σταδιακά, ωστόσο, με την χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, θα αρχίσει να διαφαίνεται ο πραγματικός της αντίκτυπος στο μοντέλο οικονομίας και κοινωνίας, από το τοπικό επίπεδο μέχρι το πλανητικό.

Το ερώτημα αν θα καταφέρουμε να απαντήσουμε στην αποβιομηχάνιση που σάρωσε την πόλη μέσα στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 ότι με το να μεταβάλουμε την Θεσσαλονίκη σε φραπεδούπολη, τελειώνει εδώ επώδυνα για την πόλη και τους κατοίκους της. Να περάσουμε από την αυταπάτη της «τουριστικής Θεσσαλονίκης» στη «Θεσσαλονίκη της παραγωγής και την δημιουργίας».

Η αδύνατη αποκατάσταση και η φτώχεια της αντιπολίτευσης

Θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης τι σχέση έχουν όλα αυτά με την επανεμφάνιση Παπαγεωργόπουλου, και την σφοδρή αντίδραση όλων των παρατάξεων που συνδέθηκαν με τις θητείες Μπουτάρη κατά την προηγούμενη δεκαετία, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Έχουν, διότι σε ό,τι αφορά στο επίδικο, οι δυο δήμαρχοι είχαν συμπληρωματικό και όχι ανταγωνιστικό έργο. Ήσαν και οι δυο παρασιτιστές ως προς την πολιτική τους:

O Παπαγεωργόπουλος αντιπροσώπευε την παλαιοκομματική πολιτική μιας κρατικιστικής ανάπτυξης – τα μεγάλα έργα, οι εργολάβοι, ο δήμος ως κέντρο της πελατειακής οικονομίας, ο Μπουτάρης, τον νεοφιλελεύθερο μποέμ μπουρζουά εθνομηδενισμό.

Στραφταλιζέ αποβιομηχάνιση ο ένας, φανφαρώνικη τουριστικοποίηση ο άλλος. Δεν χρειάζεται να πούμε γιατί μέσα στις συνθήκες του 2020 όπου έχουν έρθει τα πάνω κάτω, αμφότεροι οι πόλοι δεν έχουν τίποτα, μα τίποτα να πουν επί της ουσίας. Ό,τι αντιπροσωπεύουν είναι δυο μορφές της Ελλάδας που βρίσκεται οριστικά στο παρελθόν και γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο επιλέγουν να συγκρουστούν για την Ιστορία.

Ο πόλος του Παπαγεωργόπουλου, προσπαθεί να ανασκευάσει, καθώς κύκλοι του που επιμένουν ακόμα στον Δήμο νομίζουν ότι μπορούν με την αλλαγή εξουσίας στο μέγαρο της Βασιλέως Γεωργίου να διεκδικήσουν μια ορισμένη αποκατάσταση. Πώς αυτό μπορεί όμως να είναι δυνατό; Πώς μπορεί να υπάρξει αποκατάσταση όταν μια δωδεκαετής διακυβέρνηση κλείνει με τέτοια σκάνδαλα και υπεξαιρέσεις, ενώ ακολουθεί μια σαρωτική οικονομική κρίση που χτυπάει στην χώρα ακριβώς εξαιτίας αυτών των φαυλοτήτων; Ό,τι και να πουν τα δικαστήρια, υπάρχει και η πολιτική ευθύνη και ως προς αυτήν ο Παπαγεωργόπουλος έχει ταυτιστεί, όπως άλλοι –ο Τσουκάτος ή ο Τσοχατζόπουλος– με την χρεοκοπία της χώρας.

Όσο για τον πόλο του Μπουτάρη, που πλέον έχει ταυτιστεί τοπικά με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος προσπαθεί να αναλώσει την κληρονομία της Πρωτοβουλίας για το δικό του πολιτικό κεφάλαιο, το έλλειμμα και το κενό του είναι προφανές: Είναι δυνατόν εν μέσω της παγκόσμιας κρίσης που απειλεί να αλλάξει με σαρωτικό τρόπο και την Θεσσαλονίκη, η αντιπολίτευση που κάνει να αφορά στα τρία ή τα πέντε λεπτά που θα εμφανιστεί ο Παπαγεωργόπουλος στην TV100;

Πού διακυβεύεται το μέλλον της πόλης;

Ο Δήμος πρέπει επιτέλους να στηρίξει την παραγωγική και δημιουργική Θεσσαλονίκη, γιατί πρέπει να συμβάλει στην τροποποίηση του οικονομικού μοντέλου σε επίπεδο πόλης και σε επίπεδο περιφέρειας: Πώς μπορεί να γίνει αυτό;

Μέσω της δικτύωσης των οικονομικών κλάδων με τον Δήμο, σε ένα τοπικό συμβούλιο παραγωγικών πολιτικών, κάτι που συμβαίνει σε πολλές άλλες πόλεις των μεγεθών της Θεσσαλονίκης, διεθνώς.

Με τον αναπροσανατολισμό της ανάπλασης στην ΔΕΘ που πολύ κακώς ο νέος Δήμαρχος επιμένει να εντάξει στην λογική της τουριστικοποίησης (συνεχίζοντας στην αντίληψη των προκατόχων του, Μπουτάρη, και Παπαγεωργόπουλου). Αυτό που χρειάζεται η πόλη, αντίθετα, εκεί, είναι μια μεγάλη πολιτιστική επένδυση με πολύ πράσινο: Μια μεγάλη βιβλιοθήκη και ένα ανοιχτό πολιτιστικό και εκπαιδευτικό κέντρο αντάξιο των 2.300 χρόνων ιστορίας και πνευματικής δημιουργίας της πόλης, αλλά και της σημερινής «κοινωνίας της γνώσης» που την χαρακτηρίζει, καθώς διαθέτει ίσως τις μεγαλύτερες πανεπιστημιακές υποδομές στα Βαλκάνια.

Ο Δήμος πρέπει να συμβάλει στην βελτιστοποίηση των δομών δημόσιας υγείας: Επαναφέρουμε την πρόταση, να πάρει ο Δήμαρχος πρωτοβουλία για ένα νέο, τοπικό δημόσιο νοσοκομείο, σε συνεργασία με τους άλλους δημάρχους, επικεφαλής του εργατικού κέντρου των επιμελητηρίων, αλλά και την τοπική εταιρική κοινωνική ευθύνη (που δεν είναι μόνο για Χριστουγεννιάτικες διακοσμήσεις και ψεύτικα σκηνικά στην πλατεία Αριστοτέλους, αλλά κυρίως για σοβαρές κοινωνικές επενδύσεις).

Θα πρέπει, επίσης, να αναθεωρήσει το τεχνικό του πρόγραμμα, γιατί πολλές από τις ευρωκοινοτικές και εθνικές επενδύσεις που σκόπευε να απορροφήσει θα αναπροσανατολιστούν σε πολιτικές για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας. Πτώση εξ άλλου θα έχουν και τα έσοδα από τα δημοτικά τέλη, καθώς ιδίως οι κλάδοι της εστίασης, και της διασκέδασης (που στην Θεσσαλονίκη είχαν ούτως ή άλλως υπερβολική ανάπτυξη) θα χτυπηθούν ιδιαίτερα, μιας και θα ανοίξουν τελευταίοι στην διαδικασία άρσης των μέτρων.

Ιδού μόνο μερικά από τα ζητήματα, τα οποία θα τα βρούμε μπροστά μας στην αυριανή μέρα. Από τις απαντήσεις σε αυτά, θα εξαρτηθεί και η νέα φυσιογνωμία που θα λάβει η πόλη. Αν συνεχίσει στο παγκοσμιοποιημένο μοντέλο της τελευταίας δεκαετίας (να σημειώσουμε εδώ ότι ο σημερινός δήμαρχος δεν έχει διαχωριστεί ολοκληρωτικά ούτε από αυτό, ούτε από το προ-προηγούμενο παλαιοκομματικό της μοντέλο), την περιμένει η στασιμότητα μετά την πτώση, δηλαδή μια μόνιμη υποβάθμιση. Αν βρεθεί διέξοδο επανατοπικοποίησης, θα έχουμε καταφέρει να συμβάλουμε θετικά στην υπόθεση της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά και της εθνικής μας αυτοδυναμίας μέσα στην επόμενη περίοδο.

Θεσσαλονίκη, 14 Απριλίου 2020″.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Σ. Τσιόδρας: 31 νέα κρούσματα, 2.145 συνολικά, 99 θάνατοι

Ο Ιβάν Σαββίδης αγόρασε το «Πόρτο Καρράς» έναντι 205 εκατ. ευρώ