– Αν εθνικισμός είναι το να βάζεις πάνω απ’ όλα όχι την αγάπη για τη χώρα σου αλλά την περιφρόνηση για τις άλλες,
– αν σοβινισμός είναι ο ακραίος εθνικισμός, που συνοδεύεται από μίσος για τους άλλους λαούς και εκδηλώνεται με επιθετικότητα εναντίον τους,
– αν μιλιταρισμός είναι, μεταξύ άλλων, η εξύμνηση των στρατιωτικών αρετών, η στρατιωτικοποίηση της καθημερινής ζωής, η επικράτηση της στρατιωτικής νοοτροπίας, η ετοιμασία για πόλεμο,
– αν ρατσισμός είναι η αντίληψη ότι οι άνθρωποι δεν είναι όλοι ίσοι μεταξύ τους, αλλά διαχωρίζονται σε ανώτερους και κατώτερους, ένα δε από τα κριτήρια της διάκρισης μεταξύ τους είναι η εθνική τους καταγωγή,
– αν εθνοφυλετισμός είναι η ταύτιση της θρησκείας με το έθνος,
– αν όλα αυτά αποτελούν συστατικά στοιχεία της ακροδεξιάς ιδεολογίας και πρακτικής,
τότε η παρέλαση μιας -γνωστής από τη συμμετοχή της στα συλλαλητήρια εναντίον της συμφωνίας των Πρεσπών (και όχι μόνο)- ομάδας στους δρόμους των Γιαννιτσών στις 25 Μαρτίου, για να τιμηθεί δήθεν με τον τρόπο αυτό η επανάσταση του ’21, είχε όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά:
– και στολές παραλλαγής, άρβυλα, εμβατήρια, στρατιωτική πειθαρχία,
– και χυδαίες κραυγές εναντίον της γειτονικής χώρας («γ..@..ται η Τουρκία»),
– και σοβινιστικά-μεγαλοϊδεατικά συνθήματα («η Κύπρος είναι ελληνική και η Μικρά Ασία»),
– και εθνικό ρατσισμό («Ελλάδα είσαι μία, στον κόσμο άλλη καμία» ήταν ένα άλλο σύνθημα που φώναζαν οι παρελαύνοντες)
– και ταύτιση της εκκλησίας με το ελληνικό κράτος («Ελλάδα σημαίνει Ορθοδοξία», κραύγαζαν επίσης).
Επρόκειτο, λοιπόν, -για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους,- για μια ακροδεξιά σύναξη και πρόκληση. Και όποιος νόμισε ότι με την καταδίκη της Χρυσής Αυγής τελειώσαμε με την ακροδεξιά στη χώρα μας, πρέπει να αναθεωρήσει. Η ακροδεξιά είναι παρούσα και μάλιστα, όπως στην προκείμενη περίπτωση, στην πιο επιθετική της μορφή και η δημοκρατική επαγρύπνηση αναγκαία.