in

Α. Καρίτζης: Με αποφασιστικότητα θα αντιμετωπίσουμε τις πιέσεις και τους εκβιασμούς

Α. Καρίτζης: Με αποφασιστικότητα θα αντιμετωπίσουμε τις πιέσεις και τους εκβιασμούς

 

Με αφορμή την συμμετοχή του στην σημερινή εκδήλωση του Ομίλου Φίλων  του Ινστιτούτου  “Ν. Πουλαντζάς” στην Θεσσαλονίκη με θέμα “Κόμμα -Κυβέρνηση-Κράτος: Όψεις μιας ιδιότυπης σχέσης” μιλήσαμε με τον Α. Καρίτζη, μέλος του Δ.Σ. του Ινστιτούτου “Ν. Πουλαντζάς” και της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, για τις σχέσεις κράτους -κυβέρνησης στη νέα συγκυρία, για την συμφωνία της κυβέρνησης με τους εταίρους και για τα νέα στοιχεία που θέτει η κατάσταση αυτή για το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ. 

Συνέντευξη στην Σταυρούλα Πουλημένη

Ποιες είναι οι σημαντικότερες διαφορές που θα πρέπει να υπάρχουν στις σχέσεις κράτους κυβέρνησης όταν η κυβέρνηση είναι αριστερή;

Μια αριστερή κυβέρνηση, όπως κάθε κυβέρνηση, νομοθετεί και εφαρμόζει την πολιτική της. Μια πολιτική που στη γενικότητά της τροποποιεί τον συσχετισμό δύναμης μεταξύ των λαϊκών τάξεων και των ελίτ, είτε μεταφέροντας πόρους, είτε αποφάσεις από τις δεύτερες στις πρώτες. Είναι οι δύο διαστάσεις που θα τις λέγαμε κωδικά “ταξική” πολιτική και πολιτική “δημοκρατικής εμβάθυνσης”. Ωστόσο, μια τέτοια κατεύθυνση δεν μπορεί να χρησιμοποιεί εργαλειακά το κράτος, χωρίς να το μετασχηματίζει.

Μια αριστερή κυβέρνηση οφείλει να βάλει μπροστά μια διαδικασία αλλαγής της φύσης των κρατικών μηχανισμών τόσο ως προς τη στοχοθεσία των υπηρεσιών όσο και ως προς τη λειτουργία τους. Αναφέρομαι σε κάτι πολύ ευρύτερο από την αλλαγή προσώπων σε θέσεις κλειδιά στον κρατικό μηχανισμό. Η απλή αλλαγή προσώπων επιτρέπει μεν βελτιώσεις, προκαλεί μια θετική “ταλάντωση” γύρω από μια παγιωμένη λειτουργία, αλλά δεν είναι αρκετή για την αναγκαία μετατόπιση και τον ουσιαστικό μετασχηματισμό της φυσιογνωμίας του κράτους.

 

Με ποιον τρόπο πρέπει να προσεγγίζει ένα κόμμα της Αριστεράς όπως ο ΣΥΡΙΖΑ το κράτος; Μπορεί το κράτος να χρησιμοποιηθεί για προοδευτικούς σκοπούς;

Το κράτος έχει τις δικές του αδράνειες, τη δική του δομική λογική. Όμως, όπως όλα τα πράγματα στις ανθρώπινες κοινωνίες μετασχηματίζεται και αλλάζει. Συνεπώς, το ερώτημα δεν είναι αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για προοδευτικούς σκοπούς ως εαν η ταυτότητα και η φυσιογνωμία του να είναι παγιωμένα, αλλά τι μετασχηματισμούς πρέπει να βάλουμε μπροστά ώστε να συμβαδίζει με μια προοδευτική πολιτική κατεύθυνση.

Όπως γνωρίζουμε πολύ καλά, οι νεοφελελεύθερες δυνάμεις ποτέ δεν θεώρησαν ότι το μεταπολεμικό κράτος της Δύσης είναι “καλό” απλά και μόνο γιατί είναι ένα κράτος καπιταλιστικών χωρών. Εκπόνησαν και εκτέλεσαν ένα μακροχρόνιο, πολυδιάστατο σχέδιο μετασχηματισμού του μέσα από σκληρές συγκρούσεις και πολυεπίπεδες παρεμβάσεις. Μετά από δεκαετίες σκληρής προσπάθειας το σημερινό δυτικό κράτος έχει τροποποιηθεί προς την κατεύθυνση της νεοφιλελεύθερης αντίληψης χωρίς να υπάρχει τέλος σε αυτή την πορεία μετασχηματισμού. Ακόμη και σήμερα δεν είναι ευχαριστημένοι και επιδιώκουν ακόμη μεγαλύτερες τομές και αλλαγές προς την κατεύθυνση που επιθυμούν.

Παρόμοια, η αριστερά χρειάζεται μια στρατηγική μακρόχρονης, πολυεπίπεδης και πολυπρόσωπης παρέμβασης ώστε να αναπροσανατολιστεί ο μετασχηματισμός του κράτους προς μια διαφορετική κατεύθυνση. Από ένα κράτος αδιαφανές και “κλειστό” για τους πολίτες (τις ανάγκες τους και την πρόσβασή τους στις κρίσιμες αποφάσεις) και ως εκ τούτου ευθυγραμμισμένο/ταυτισμένο με τα συμφέροντα των ελίτ, σε ένα κράτος “ανοικτό” στον έλεγχο, το οποίο εντάσσει τους πολίτες στις διαδικασίες απόφασης, σχεδιασμού και εκτέλεσης των πολιτικών.

Αναφέρομαι στο ιδεώδες που οφείλει να καθοδηγεί τις παρεμβάσεις μας – ανεξαρτήτως του πόσο μεγάλες ή βαθειές είναι αυτές, κάτι που εξαρτάται από πάρα πολλά πράγματα – το οποίο δεν είναι άλλο από ένα κράτος συντονιστή των κοινωνικών δυνάμεων, οργανωτή των δημοκρατικών διαδικασιών απόφασης, σχεδιασμού και εκτέλεσης πολιτικής από τους ίδιους τους πολίτες. Ένα κράτος εν τέλει στον αντίποδα του αυτονομημένου από την κοινωνία κλειστού γραφειοκρατικού μορφώματος που διαπλέκεται οργανικά με τις ελίτ και διατηρεί ισχνές δημοκρατικές συνδέσεις με την κοινωνία.

 

Η συμφωνία που επετεύχθη στην πρώτη φάση της διαπραγμάτευσης φαίνεται ότι ενσωματώνει κάποιους από τους εκβιασμούς των πιστωτών. Υπάρχει τρόπος η κυβέρνηση να τους ξεπεράσει και πως υλοποιείται στο περιβάλλον αυτό το «όχι» στην λιτότητα;

Η συμφωνία είναι προϊόν εκβιασμού και ενσωματώνει θέσεις και των δύο πλευρών. Η συμφωνία που έγινε συνιστά επί της ουσίας μια κοινή απόφαση α) να αποφευχθεί η μετωπική σύγκρουση όπως αυτή μεθοδεύτηκε από την ΕΚΤ και συμπυκνώθηκε χρονικά στο τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας και β) να επιμεριστεί η σύγκρουση ανάμεσα στη δημοκρατία, τη λαϊκή κυριαρχία και την αμφισβήτηση της λιτότητας από τη μια και τη νεοφιλελεύθερη λογική από την άλλη σε βάθος τεσσάρων μηνών σε επιμέρους ζητήματα άσκησης πολιτικής.

Συνεπώς, βρισκόμαστε όπως λέτε μπροστά σε ένα περιβάλλον διαρκών εκβιασμών, συγκρούσεων και διαπραγματεύσεων για κάθε βήμα υλοποίησης μιας πολιτικής που επιχειρεί να σταματήσει τη λιτότητα και να αναστρέψει την οικονομική και κοινωνική κατάσταση. Απαιτείται επιδεξιότητα από τη μεριά της ελληνικής πλευράς στην άσκηση πολιτικής, αποτελεσματική θωράκιση απέναντι στους εκβιασμούς και αποφασιστικότητα στην αντιμετώπιση των πιέσεων.

 

Η κυβέρνηση βρίσκεται ανάμεσα στις συμπληγάδες της πολιτικής του δημοσιονομικά εφικτού και της άμεσης ανάγκης θεραπείας των πληγών της κρίσης. Αυτή η κατάσταση απομακρύνει ακόμη περισσότερο το οραματικό στοιχείο;

Μπροστά σε τόσο μεγάλες πιέσεις, η κυβέρνηση είτε θα ψαλιδίζει συμβατικές και “ορθόδοξες” παρεμβάσεις που θα μπορούσε να κάνει “από τα πάνω”, είτε θα προσφύγει σε “ανορθόδοξες” πολιτικές που ως βασικό τους στοιχείο έχουν την ενδυνάμωση και κινητοποίηση των πολιτών. Όταν πιέζεσαι από την πλευρά των οικονομικών και πολιτικών ελίτ μπορείς να εξισορροπήσεις αυτές τις πιέσεις μεταφέροντας αποφάσεις και δικαιοδοσία στις λαϊκές τάξεις. Δεν αναφέρομαι στην πιθανότητα δημοψηφίσματος σε μια κρίσιμη στιγμή, αλλά σε πρωτοβουλίες που αντισταθμίζουν την έλλειψη πόρων (και άρα την άσκηση συμβατικής πολιτικής) με την μεταβίβαση αποφάσεων και όχι μόνο στους πολίτες.

Για παράδειγμα, η μεταβίβαση στους εργαζόμενους στη δημόσια υγεία των αποφάσεων που απαιτούνται για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν οι ίδιοι (με “ανορθόδοξα” μέσα αυτοοργάνωσης και αναδιοργάνωσης των δημόσιων μονάδων) την αιμοραγία πόρων προς την ιδιωτική υγεία, εντάσσει στη μάχη τις δεξιότητες, τις ικανότητες και τη δημιουργικότητα των εργαζομένων. Πέρα από την αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας πρωτοβουλίας απλά και μόνο γιατί ενσωματώνει κοινωνικές δυνάμεις στη δύσκολη αυτή μάχη με ουσιαστικό τρόπο, πρόκειται για αποφασιστικής σημασίας κίνηση προς μια χειραφετητική κατεύθυνση. Επομένως, το οραματικό στοιχείο δεν είναι κάτι που πραγματώνεται όταν “μπορούμε” αλλά αντιθέτως είναι κάτι που κάνουμε όταν “δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς”.

 

Η σημερινή πρωτόγνωρη κατάσταση θέτει νέα στοιχεία στον τρόπο οργάνωσης της Αριστεράς; Υπάρχουν κάποια μοντέλα οργάνωσης που μπορούν να ακολουθηθούν ή χρειάζεται η εκ νέου επινόησή τους;

Όπως δεν μπορούμε να πούμε ότι τα μοντέλα, οι μέθοδοι και οι νοοτροπίες που διαθέτουμε επαρκούν για να αντιμετωπίσουμε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση, παρόμοια δεν μπορούμε να πιστεύουμε στην επινόηση εκ του μηδενός εντελώς διαφορετικών εργαλείων και συμπεριφορών. Όπως και στην περίπτωση του κράτους, έτσι και στην περίπτωση των υποκειμένων της αριστεράς πρέπει να έχουμε μια προσέγγιση μετασχηματισμού.

Αυτό που απαιτείται όμως είναι η τόλμη να φανταστούμε πώς μπορούν τα πράγματα να γίνονται διαφορετικά. Ίσως, το μεγαλύτερο πρόβλημά μας να είναι η αδράνεια που προκαλούν οι παγιωμένες αντιλήψεις. Μια αδράνεια που θα την σπάσει είτε με αρνητικό είτε με θετικό τρόπο η δυσκολία της περιόδου. Υπό αυτό το πρίσμα η πείρα που θα παραχθεί σε κάθε περίπτωση από τη μοναδική κατάσταση που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε σήμερα θα είναι πολύτιμη για τις δυνάμεις της κοινωνικής χειραφέτησης σε όλο τον κόσμο.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Οι νεκροθάφτες της Ν.Δ. Του Γιώργου Ανανδρανιστάκη

Αναβλήθηκε η δίκη του Δημάρχου Καλαμαριάς για το στρατόπεδο Κόδρα