Η ποιότητα του αέρα που αναπνέουμε αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της ανθρώπινης επιβίωσης και ύπαρξης. Και φυσικά, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια της ανθεκτικότητας, δηλαδή με το πόσο καλά μπορεί τελικά να ανταποκριθεί μια πόλη στην κλιματική κρίση και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις επιπτώσεις της.
Η ποιότητα του αέρα της Θεσσαλονίκης εδώ και πολλά χρόνια διαπιστωμένα αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα. Η καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο τον Μάρτιο του 2023 για την ατμοσφαιρική ρύπανση στη Θεσσαλονίκη (και ειδικότερα για τη συστηματική υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής των αιωρούμενων σωματιδίων PM10) είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση.
Φυσικά, το πρόβλημα αναγνωρίζεται και από τους αρμόδιους φορείς, όπως φάνηκε στη συνεδρίαση του νέου Τοπικού Επιχειρησιακού Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας του δήμου Θεσσαλονίκης τον περασμένο Μάιο, αλλά και από την πρωτοβουλία του δήμου να δημιουργήσει το Ενοποιημένο Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης, μια πλατφόρμα παρακολούθησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Το κυριότερο πρόβλημα της πόλης έγκειται στις ιδιαίτερα υψηλές συγκεντρώσεις αιωρούμενων σωματιδίων PM10 και PM2,5 (και δευτερευόντως διοξειδίου του αζώτου και όζοντος), τα οποία έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, καθώς συσχετίζονται με καρκίνους, καρδιοαναπνευστικά προβλήματα κ.ά. Σύμφωνα με την ανάλυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), η ατμοσφαιρική ρύπανση εκτός από χρόνιες ασθένειες προκαλεί και πρόωρους θανάτους. Το 2020 τουλάχιστον 238.000 άνθρωποι πέθαναν πρόωρα στην ΕΕ λόγω έκθεσης σε ρύπανση από PM 2,5 άνω του επιπέδου των 5 µg/m3 των κατευθυντήριων γραμμών του ΠΟΥ.
Γενικά, οι κυριότερες αιτίες της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι οι βιομηχανικές δραστηριότητες, οι δραστηριότητες στο λιμάνι, η κυκλοφοριακή κίνηση, η καύση της βιομάζας αλλά και οι μετεωρολογικές συνθήκες, όπως εξηγεί στο Alterthess1 ο Θεοδόσης Κάσσανδρος, φυσικός και διδάκτορας μηχανολόγος-μηχανικός με κύριο αντικείμενο ενασχόλησής του την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Μιλώντας συγκεκριμένα για την καύση βιομάζας (την οποία συχνά-πυκνά επικαλούνται οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και λήψης αποφάσεων ως κύρια αιτία της ρύπανσης), ο κ. Κάσσανδρος επισημαίνει ότι παίζει μεν ρόλο, αλλά δεν αποτελεί το βασικό πρόβλημα, μιας και παρατηρούνται υψηλές συγκεντρώσεις ακόμα και την άνοιξη ή το φθινόπωρο.
Ρόλο παίζουν, φυσικά, και οι βιομηχανικές δραστηριότητες, κάτι που αποδεικνύεται από τις υψηλές συγκεντρώσεις στους βιομηχανικούς σταθμούς της Σίνδου και του Κορδελιού. Ωστόσο, το σημαντικότερο πρόβλημα φαίνεται να βρίσκεται αλλού, μιας και οι περισσότερες υπερβάσεις παρατηρούνται στον σταθμό της Αγίας Σοφίας, που είναι χαρακτηρισμένος ως αστικός σταθμός κυκλοφοριακής κίνησης.
«Όταν έχουμε χιλιάδες αυτοκίνητα κολλημένα μέσα στην πόλη από την Μπότσαρη μέχρι το κέντρο και πέρα, προφανώς όλα αυτά εκείνη την ώρα κάνουν καύση και δημιουργούν σωματίδια», σχολιάζει ο κ. Κάσσανδρος, βάζοντας στο τραπέζι και το κυκλοφοριακό ζήτημα, με την κατάσταση να επιδεινώνεται σοβαρά όταν ξεκίνησαν οι εργασίες για τον FlyOver.
Ωστόσο, αυτό που λείπει από τη Θεσσαλονίκη είναι να γίνει μια πιο ενδελεχής μελέτη σχετικά με τις πηγές ρύπανσης στην πόλη, ώστε να εντοπιστεί πόσο ακριβώς συμβάλλει η καθεμιά στο πρόβλημα, αλλά και ένα όργανο που να μελετά τη χημική σύσταση των σωματιδίων, «γιατί όταν ξέρουμε τη χημική τους σύσταση μπορούμε να κάνουμε και καλύτερες υποθέσεις για το από πού προέρχονται», αναφέρει.
Και συνεχίζει, υποστηρίζοντας ότι η ενίσχυση της ποδηλατοκίνησης, η αντικατάσταση των αστικών λεωφορείων με ηλεκτροκίνητα και η δημιουργία ενός μεγάλου πνεύμονα πρασίνου στο κέντρο της πόλης (π.χ. ΔΕΘ) θα μπορούσαν να αποτελέσουν ανάχωμα στο πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Μέρος της λύσης θα μπορούσαν ενδεχομένως να αποτελέσουν και οι αισθητήρες χαμηλού κόστους με τους οποίους ασχολείται ερευνητικά ο κ. Κάσσανδρος. Συγκεκριμένα, παρά το γεγονός ότι προς το παρόν υπολείπονται ακρίβειας και ποιότητας μέτρησης (αν και συνεχώς βελτιώνονται), το εξαιρετικά μικρό κόστος τους επιτρέπει την τοποθέτησή τους σε μεγάλο πλήθος μέσα στην πόλη, δημιουργώντας εκτεταμένα δίκτυα μέτρησης και προσφέροντας πολύ περισσότερα δεδομένα.
Ακούστε το podcast με τον Θεοδόση Κάσσανδρο «Ένα Παιδί Μετράει Μικροσωματίδια»
Για το ίδιο ζήτημα απευθυνθήκαμε και στον Γιάννη Κρεστενίτη, ομότιμο καθηγητή Παράκτιας Τεχνικής και Ωκεανογραφίας του τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, ο οποίος αφηγείται στο Alterthess2 ένα σύντομο χρονικό της αδράνειας της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας:
«Η υποχρέωση να υπάρχει πρόγραμμα αντιμετώπισης της ρύπανσης του ατμοσφαιρικού αέρα είναι ευθύνη της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, η οποία ανέθεσε τη σχετική μελέτη το 2018. Ολοκληρώθηκε αυτή η μελέτη και υποβλήθηκε στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο έκρινε ότι αυτό το σχέδιο δεν είναι επαρκές, γιατί δεν περιλαμβάνει κοστολογημένα και σαφή μέτρα. Στη συνέχεια, ανατέθηκε από τον ΟΦΥΠΕΚΑ μια μελέτη εφαρμογής ειδικά για τα απαραίτητα μέτρα για τα αιωρούμενα σωματίδια, η οποία παραδόθηκε στο Υπουργείο στα τέλη του 2022 και ακόμη, το 2024, δεν υπάρχει αυτό το σχέδιο για το πώς θα αντιμετωπιστεί η ατμοσφαιρική ρύπανση και ειδικά το θέμα των αιωρούμενων σωματιδίων PM10 και PM2,5».
Συγκεκριμένα, το «Επιχειρησιακό Σχέδιο Δράσης για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης» που ανέθεσε τότε η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας είχε προϋπολογισμό 100.000 ευρώ από ίδιους πόρους και είχε χαρακτηριστεί καινοτόμο, παραδόθηκε το 2020. Ωστόσο, όπως αναφέρεται σε έγγραφο του ΥΠΕΝ που έκρινε ελλιπή τη μελέτη, σε αυτή γίνεται αναφορά μέτρων χωρίς να έχουν εξετασθεί αναλυτικά τα κόστη εφαρμογής τους, οι πόροι για τη χρηματοδότησή τους και οι απαιτούμενες νομοθετικές ρυθμίσεις. Κυρίως όμως δεν γίνεται η ποσοτική αποτίμηση της συνεισφοράς του κάθε προτεινόμενου μέτρου στις μετρούμενες συγκεντρώσεις ΑΣ10 (PM10) και η εκτίμηση για το πότε και με ποιο τελικό πακέτο μέτρων θα επιτευχθεί η συμμόρφωση με την οριακή τιμή στις θέσεις μέτρησης που παρατηρούνται υπερβάσεις. Και ενώ η Ελλάδα είχε ήδη παραπεμφθεί για το ζήτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, νέα μελέτη που ανατέθηκε από τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ), με διαγωνισμό ύψους 74.400 ευρώ στόχο, είχε να συμπληρώσει την ελλιπή μελέτη της Περιφέρειας, με προτάσεις συγκεκριμένων και ποσοτικοποιημένων μέτρων. Η μελέτη ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 2022 και λίγους μήνες μετά η Ελλάδα καταδικάστηκε. Παρ’όλα αυτά, ούτε αυτή η μελέτη οδήγησε στη λήψη συγκεκριμένων μέτρων εκτός από προτάσεις για μείωση της καύσης βιομάζας για τη θέρμανση.
Στο μεταξύ, τα όρια σύμφωνα με την εθνική και η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα PM10 είναι τα εξής:
- -Το όριο της μέσης ετήσιας τιμής της συγκέντρωσης είναι 40μg/m3
- -Το όριο της μέσης ημερήσιας τιμής της συγκέντρωσης είναι 50μg/m3
- -Το όριο της μέσης ημερήσιας συγκέντρωσης δεν πρέπει να ξεπερνιέται περισσότερο από 35 φορές το χρόνο.
- -Το όριο της μέσης ετήσιας τιμής της συγκέντρωσης για τα PM2,5 είναι 20μg/m3.
Tο 2023 και το 2024 ήταν χρονιές υπερβάσεων των ορίων ΡΜ10 και PM 2,5 σε σταθμούς μέτρησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με στοιχεία της ίδιας της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, ενδεικτικά το διάστημα Δεκεμβρίου 2022 – Ιανουαρίου 2023, οι μέσες ημερήσιες τιμές συγκέντρωσης σωματιδίων ΡΜ 10 δεν ξεπέρασαν τα 100μg/m3. Τον Δεκέμβριο 2023 ξεπεράστηκε η τιμή αυτή μία φορά στον σταθμό Αγ. Σοφίας και 2 φορές στον σταθμό Σταυρούπολης. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του μήνα Ιανουαρίου 2024, η τιμή των 100μg/m3, ξεπεράστηκε μία φορά στον σταθμό Αγ Σοφίας, και μία φορά στον σταθμό Κορδελιού.
Επίσης, το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου 2024 καταγράφηκαν υπερβάσεις του ορίου των 50μg/m3, 7 φορές στον σταθμό Αγ. Σοφίας 7 φορές στον σταθμό Κορδελιού 5 φορές στον σταθμό Σταυρούπολης και 4 φορές στον σταθμό Καλαμαριάς.
«Oι τιμές των αιωρούμενων σωματιδίων προσεγγίζουν το τελευταίο δίμηνο τα 100μg/m3 (τιμή διπλάσια από το επιτρεπόμενο όριο), με μεγαλύτερη συχνότητα από ό,τι παλαιότερα. Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στο κέντρο της Θεσσαλονίκης (σταθμός Αγ. Σοφίας), αλλά πλέον και στο Κορδελιό και στη Σταυρούπολη. Ειδικά για την Καλαμαριά, παρόλο που οι υπερβάσεις των ορίων στα αιωρούμενα σωματίδια είναι οι λιγότερες από ό,τι σε άλλα σημεία της πόλης, το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου 2024 είναι περισσότερες από αυτές που καταγράφονταν τα προηγούμενα χρόνια» είχε δηλώσει ο αντιπεριφερειάρχης Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης Κ. Γιουτίκας τον Ιανουάριο του 2024 αποδίδοντας τα κύρια αίτια στην αύξηση της κυκλοφοριακής κίνησης μέσα στον αστικό ιστό της Θεσσαλονίκης λόγω των εργασιών του Fly Over.
Ωστόσο, η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας ακόμη θεωρεί ότι το σχέδιο που καταρτίστηκε πριν πέντε-έξι χρόνια είναι επαρκές. Μιλώντας στο Alterthess ο Κ. Γιουτίκας, έντεκα μήνες μετά από τις παραπάνω δηλώσεις, τόνισε ότι τα εξής: «Πριν πέντε χρόνια ολοκληρώσαμε ένα συγκεκριμένο σχέδιο για το ποια έργα πρέπει να γίνουν για να μην έχουμε ατμοσφαιρική ρύπανση στο κέντρο της πόλης. Είχαμε πει από τότε ότι αν δεν ολοκληρωθούν πολύ σημαντικά έργα υποδομής, η πόλη δε θα ανασάνει. Αν δεν ολοκληρωθεί το μετρό, αν δεν αντικατασταθούν τα λεωφορεία από ηλεκτροκίνητα και από καύσιμα που προσφέρουν λιγότερα καυσαέρια, αν δεν αντικατασταθούν οι καυστήρες πέλλετ, πετρελαίου ή ακόμη και οι ξυλόσομπες και τα τζάκια στην Άνω Πόλη από καυστήρες φυσικού αερίου, θα αντιμετωπίζουμε τέτοια φαινόμενα».
Ο ίδιος εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι παρακολουθούν το φαινόμενο και ότι φέτος με τη λειτουργία του μετρό θα είναι καλύτερη χρονιά για το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Εκτός από την αναβάθμιση της λειτουργίας των Σταθμών Μέτρησης της Αέριας Ρύπανσης και τη λειτουργία νέων Σταθμών που καλύπτουν σε μεγαλύτερο γεωγραφικό εύρος τις μεταβολές στις τιμές των αέριων ρύπων, ανέφερε ότι η Περιφέρεια υλοποιεί έργα πρασίνου για τη βελτίωση της ποιότητας της ατμόσφαιρας.
Παρ’ όλα αυτά, στην ερώτηση που του θέσαμε σχετικά με τις συνεχιζόμενες εργασίες για το FlyOver αλλά και την αύξηση της διέλευσης οχημάτων μετά την ολοκλήρωσή του, παραδέχτηκε ότι με την έναρξη των εργασιών είχαμε μια κατακόρυφη αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, όχι μόνο των σωματιδίων PM10 αλλά και του μονοξειδίου και διοξειδίου του αζώτου και του άνθρακα και αύξηση των ορίων τους ακόμη και στην Καλαμαριά. Σύμφωνα με τον ίδιο, το FlyOver, όταν θα κατασκευαστεί, θα έρθει να βελτιώσει την κατάσταση μποτιλιαρίσματος του Περιφερειακού που υπήρχε και πριν την έναρξη των εργασιών. «Tο FlyOver θα έρθει να βελτιώσει αυτή την κατάσταση, να μην υπάρχουν μποτιλιαρίσματα. Και να δώσει επιπλέον λωρίδες και καθ’ ύψος και δεξιά και αριστερά. Προκειμένου να βελτιωθεί αυτή η κατάσταση και να διέρχονται και λιγότερα αυτοκίνητα από το κέντρο που σήμερα δυστυχώς το ζούμε. Θα έρθει να διευκολύνει μία κατάσταση, να ελαφρύνει το κέντρο της πόλης από τη διαμπερή κίνηση ανατολικά προς δυτικά, άρα θα βελτιώσει την κατάσταση της ατμόσφαιρας και της κίνησης και του χρόνου που χρειάζεται ένας διερχόμενος, ένας επισκέπτης, ένας κάτοικος να πάει από ανατολικά προς τα δυτικά και είτε μιλάμε για βαρέα οχήματα είτε για απλά ΙΧ. Γιατί άλλους ρύπους εισφέρει ένα όχημα όταν κινείται με κανονική ροή και άλλους όταν είναι μποτιλιαρισμένο στον Περιφερειακό».
Στη Δυτική Θεσσαλονίκη οι κάτοικοι δυσκολεύονται ακόμη να πάρουν ανάσα
Μια δύσοσμη ιστορία χωρίς τελειωμό
To πώς είναι να ξυπνάς με μούδιασμα στο σώμα, να καίει ο λαιμός και τα μάτια σου και να ζεις με πονοκεφάλους έχοντας τάση για εμετό το ξέρουν πολύ καλά οι κάτοικοι της Δυτικής Θεσσαλονίκης εδώ και χρόνια. Το εντυπωσιακό είναι ότι ενώ ήδη από το 2018 μετά από έρευνα του Εργαστηρίου Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του Τμήματος Χημείας κατονομάστηκε η πηγή της δυσοσμίας (οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις των ΕΛΠΕ) και εντοπίστηκαν οι χημικές ουσίες που προκαλούν το φαινόμενο, οι κάτοικοι βρίσκονται ακόμα εγκλωβισμένοι σε μια πνιγηρή συνθήκη.
Το αίτημά τους για καλύτερη ποιότητα ζωής παραμένει ανεκπλήρωτο, ενώ η απόδοση δικαιοσύνης για την ταλαιπωρία και την υποβάθμιση της ποιότητας του αέρα που αναπνέουν, ακόμη αναζητείται.
Ήδη από το 2015 κάτοικοι της περιοχής του Δήμου Ευόσμου-Κορδελιού κινητοποιούνται φωνάζοντας ότι η «αναπνοή είναι δικαίωμα». Πρόκειται για την ομάδα κατοίκων που μαζί με άλλες, όπως την «Πρωτοβουλία ενάντια στα ΕΛΠΕ» ανάδειξαν το ζήτημα της δυσοσμίας και προκάλεσαν την έρευνα για να διερευνηθούν τα αίτια της δυσοσμίας. Η «Αναπνοή είναι δικαίωμα» δημιούργησε μια ομάδα στο Facebook όπου καταγράφονταν τα επεισόδια δυσοσμίας στέλνοντας τις αναφορές στις αρμόδιες αρχές, Δήμο και Περιφέρεια. Μετά από πλήθος κινητοποιήσεων της ομάδας, συλλογή υπογραφών, επιπλέον αναφορές στον Συνήγορο του Πολίτη και την Επιθεώρηση Περιβάλλοντος, αναρτήσεις στο διαδίκτυο κ.ά, η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας ανακοίνωσε ότι θα συνεργαστεί με το Τμήμα Χημείας του ΑΠΘ και με ερευνητική ομάδα με επικεφαλής την καθηγήτρια Κωνσταντίνη Σαμαρά προκειμένου να πραγματοποιήσει την έρευνα για τη δυσοσμία, ενώ παράλληλα αποδέχθηκε δωρεά 125.000 ευρώ από τα Ελληνικά Πετρέλαια για την αγορά ειδικού μηχανήματος.
Στο μεταξύ, τον Σεπτέμβριο του 2017 το θέμα της δυσοσμίας αποκτά χαρακτηριστικά Wikileaks μετά την αποκάλυψη ότι ένας μεγάλος αριθμός κατοίκων του Κορδελιού -Ευόσμου βρισκόταν στα κιτάπια της ιδιωτικής εταιρείας One Team, η οποία για λογαριασμό των ΕΛΠΕ «φακέλωνε» τις δραστηριότητές τους, κατέγραφε τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και προέβαινε σε αξιολογικές κρίσεις σχετικά με το θέμα της δυσοσμίας και ειδικά όταν αυτοί απέδιδαν ευθύνες στα ΕΛΠΕ. O τότε υπουργός Περιβάλλοντος Γ. Σταθάκης καταδίκασε την ενέργεια «ως πολιτικά αδιανόητη και αποτρόπαια» και τα ΕΛΠΕ διέκοψαν με ανακοίνωσή τους τη συνεργασία τους με τη συγκεκριμένη εταιρεία (Δείτε περισσότερα για την υπόθεση εδώ). Παράλληλα η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα επέβαλε στα ΕΛΠΕ πρόστιμα ύψους 20.000 και 10.000 ευρώ για παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με τα άρθρα 4, 5 και 7 του ν. 2472/1997 και για τη μη λήψη κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ως άνω νόμου, αντίστοιχα.
Τον Φεβρουάριο του 2019 με ένα ενδιάμεσο πόρισμα το Εργαστήριο Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του Τμήματος Χημείας εντόπισε 55 χημικές ουσίες στα 171 δείγματα αέρα που συλλέχθηκαν κατά την εξάμηνη έρευνα, εκ των οποίων οκτώ μερκαπτάνες, στις οποίες οφείλεται η δυσοσμία. Σε σχετική συνέντευξη τύπου στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας η υπεύθυνη της έρευνας Κωνσταντίνη Σαμαρά υπέδειξε εκτός από τις χημικές ενώσεις και την πηγή της δυσοσμίας τονίζοντας ότι προέρχεται από δύο σημεία των εγκαταστάσεων των ΕΛΠΕ. Από την πλευρά τους τα ΕΛΠΕ βεβαίωναν ότι δεν τίθεται κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Τότε η καθηγήτρια αναφέρθηκε στις χημικές αυτές ενώσεις τονίζοντας ότι μπορεί να μην θεωρούνται καρκινογόνες και τοξικές ωστόσο συνιστούν ισχυρά ερεθιστικά του αναπνευστικού συστήματος και προκαλούν δευτερογενή συμπτώματα στο κεντρικό νευρικό σύστημα όπως αυπνίες, ναυτία, έμετο, πονοκέφαλο. Στο τελικό πόρισμα του ΑΠΘ αναφέρονταν μεταξύ άλλων τα εξής:.
- – Με βάση τη διεύθυνση και την ταχύτητα του ανέμου, η περιοχή προέλευσης των μερκαπτανών στον Σταθμό του ΕΔΠΑΡ και στο 3ο Γυμνάσιο εκτείνεται από ΔΝΔ έως ΔΒΔ και βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από τις αντίστοιχες θέσεις δειγματοληψίας (ταχύτητα ανέμου 1-1.5 m/s). Αντίστοιχα, η περιοχή προέλευσης των μερκαπτανών στο Δημαρχείο εντοπίζεται στα Δυτικά, σε μεγαλύτερη απόσταση από τη θέση δειγματοληψίας (ταχύτητα ανέμου 2.5 m/s).
- – Στα ΕΛ.ΠΕ. ανιχνεύθηκαν όλες οι οσμηρές ενώσεις που σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία αποτελούν συνήθεις εκπομπές διυλιστηρίων και οι υψηλότερες συγκεντρώσεις μερκαπτανών από όλες τις βιομηχανικές δραστηριότητες που βρίσκονται Δ-ΒΔ του Κορδελιού και το αντικείμενό τους σχετίζεται με πιθανή εκπομπή θειούχων πτητικών οργανικών ενώσεων. Και στις δύο ημερομηνίες δειγματοληψιών, παρατηρήθηκαν υψηλές συγκεντρώσεις μερκαπτανών σε ορισμένες μονάδες, κυρίως στη μονάδα αφυδάτωσης της λάσπης και στη μονάδα επεξεργασίας των υγρών αποβλήτων, που ήταν πολύ μεγαλύτερες (μέχρι και 20 φορές) από τη μέση συγκέντρωση που βρέθηκε την ίδια ακριβώς ώρα στο Κορδελιό. Δεδομένου ότι οι μερκαπτάνες και οι άλλες οσμηρές ενώσεις είναι πτητικές και μεταφέρονται εύκολα μέσω του αέρα, οι μονάδες αυτές φαίνεται να αποτελούν εν δυνάμει πηγές δυσοσμίας για την αστική περιοχή του Κορδελιού όταν επικρατούν ευνοϊκές για τη μεταφορά μετεωρολογικές συνθήκες. (σελ. 64, έκθεση Κωνσταντίνης Σαμαρά)
Το πόρισμα στάλθηκε στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, το Υπουργείο Υγείας και φυσικά τον Εισαγγελέα. Τα ΕΛΠΕ, μετά από συνάντηση του τότε αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σωκράτη Φάμελλου με τον τότε Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ κ. Ευστάθιο Τσοτσορό, ανακοίνωναν μέτρα προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η περιβαλλοντική απόδοση της εγκατάστασης.
Ενώ είχαν γίνει σχετικές αυτοψίες στις εγκαταστάσεις από τους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος το πόρισμα των οποίων είχε σταλεί στις εισαγγελικές αρχές, η υπόθεση, όπως είχε αποκαλύψει το Vice, είχε τεθεί για ένα διάστημα στο αρχείο και μετά από νέα έρευνα ξεκίνησε από την αρχή και κατέληξε σε διώξεις υψηλόβαθμων στελεχών των ΕΛΠΕ για πρόκληση ρύπανσης και υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Όλες οι διώξεις σε ποινικό επίπεδο για την υπόθεση της δυσοσμίας αφορούν ουσιαστικά την παράλειψη εκ μέρους των υψηλόβαθμων στελεχών να μεριμνήσουν να εποπτεύουν και να ελέγχουν την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων και των κανόνων περιβαλλοντικής νομοθεσίας από τους υπαλλήλους της εταιρείας.
Μετά από χρόνια από τη φερόμενη τέλεση των αδικημάτων και πολλές αναβολές, η πρώτη δίκη για την υπόθεση της δυσοσμίας έφτασε στο ακροατήριο τον Δεκέμβριο του 2022 όπου τα δύο υψηλόβαθμα στελέχη που κατηγορούνταν αθωώθηκαν. Σύμφωνα με τον Ισσάκ Ξανθόπουλο που ήταν γενικός γραμματέας του Δήμου Κορδελιού επί δημαρχίας Κλ. Μανδαλιανού, και ο οποίος είχε καταθέσει σε εκείνη τη δίκη ως μάρτυρας κατηγορίας, το πρόβλημα της δυσοσμίας παρέμενε το ίδιο, ενώ τα έργα στα οποία επρόκειτο να προχωρήσουν τα ΕΛΠΕ, βάσει των δεσμεύσεών τους το 2019 στην τότε ηγεσία του ΥΠΕΝ, δεν είχαν προχωρήσει. Ο ίδιος επέρριψε μάλιστα ευθύνες για την κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή και τις διαχρονικές ευθύνες τονίζοντας πως «αν οι φορείς δεν συγκάλυψαν το πρόβλημα τουλάχιστον δεν έκαναν αυτό που μπορούσαν». Τον Ιούλιο του 2024 ολοκληρώθηκε και σε δεύτερο βαθμό η δεύτερη δίκη για την υπόθεση αυτή με κατηγορούμενο πρώην πρόεδρο των ΕΛΠΕ. Το δικαστήριο αθώωσε το πρώην στέλεχος των ΕΛΠΕ που είχε καταδικαστεί πρωτόδικα για υποβάθμιση περιβάλλοντος με πρόθεση τελούμενη δια παραλείψεως κατ’ εξακολούθηση και του είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης ενός έτους με τριετή αναστολή. Σύμφωνα με την πρόεδρο του δικαστηρίου, ανεξάρτητα από το αν εκλύονταν δύσοσμες ουσίες και αν υπήρχαν παραλείψεις από την πλευρά των ΕΛΠΕ (πράγμα που, όπως είπε, παρέμεινε αδιευκρίνιστο), ο κατηγορούμενος δεν ήταν αυτός που είχε την αρμοδιότητα από τον νόμο να λάβει τα κατάλληλα μέτρα.
«Η δικαιοσύνη δεν φαίνεται ότι έχει τα μέσα και τις γνώσεις να χειριστεί τόσο μεγάλες υποθέσεις, δεν δείχνει σεβασμό στο κοινωνικό σύνολο και υπευθυνότητα» είχε δηλώσει στο alterthess ο Στέλιος Δημητριάδης, δικηγόρος των κατοίκων και μέλος της συλλογικότητας «Η αναπνοή είναι δικαίωμα». Ερωτηθείς σχετικά με το αν το φαινόμενο της δυσοσμίας συνεχίζεται απάντησε θετικά. Να σημειωθεί ότι για την ίδια υπόθεση εκκρεμεί ακόμη μία δίκη η οποία αναβλήθηκε για τις 5 Φεβρουαρίου του 2025.
Η συζήτησή μας3 με τα μέλη της Πρωτοβουλίας «Η Αναπνοή είναι Δικαίωμα» στο παρακάτω βίντεο
Που βρισκόμαστε, όμως, σήμερα;
Κανείς δεν γνωρίζει αν τα διυλιστήρια έχουν λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την αποφυγή έκλυσης των δύσοσμων ουσιών παρά το γεγονός ότι το ζήτημα έχει απασχολήσει τη Βουλή με πληθώρα κοινοβουλευτικών ερωτήσεων, κυρίως από βουλευτές του ΚΚΕ. Ο αντιπεριφερειάρχης Κ. Γιουτίκας μιλώντας στο Alterthess ανέφερε ότι «από τα μέτρα που είχαν ανακοινώσει τα ΕΛΠΕ έχουν ολοκληρωθεί τα μισά και κάτι παραπάνω. Κάποια όμως δεν έχουν ολοκληρωθεί. Για παράδειγμα, οι μεγάλες λαγούνες με τις λάσπες έχουν απομακρυνθεί. Ο βιολογικός καθαρισμός έχει εξελιχθεί, δεν έχει όμως τελειώσει το έργο για να σκεπαστεί για να φύγουν όλες οι οσμές, γιατί ο βιολογικός βρίσκεται ακριβώς δίπλα στην περιοχή του Κορδελιού». Σύμφωνα με τον ίδιο, από κοινού τα διυλιστήρια, ο Δήμος Κορδελιού-Ευόσμου και η ΠΚΜ θα ξεκινήσουν νέες μετρήσεις για να εξετάσουν ποια έργα υλοποιήθηκαν και πώς έχουν συνεισφέρει στη μείωση της δυσοσμίας.
«Χρειάζονται χρήματα από τους αρμόδιους προκειμένου να κάνουν και άλλα έργα βελτίωσης της κατάστασης. Υπάρχουν τεχνολογίες, υπάρχουν μηχανισμοί και εμείς θα επιμείνουμε. Δεν είμαστε χαρούμενοι για αυτό που έχουμε πετύχει μέχρι σήμερα. Θα είμαστε χαρούμενοι όταν ολοκληρωθούν όλα τα έργα που πρέπει να γίνουνε προκειμένου να πάψει η δυσοσμία στην περιοχή» πρόσθεσε ο Κ. Γιουτίκας, ενώ σχετικά με την τήρηση ή μη των περιβαλλοντικών όρων που έχουν εγκριθεί για τη λειτουργία των διυλιστηρίων δήλωσε ότι η ευθύνη βρίσκεται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος.
Και ενώ το πρόβλημα δεν έχει λυθεί, οι ευθύνες γίνονται μπαλάκι μεταξύ Υπουργείου Περιβάλλοντος, Δήμου και Περιφέρειας, ανακοινώνονται συνεχώς νέες μετρήσεις και η σύσταση νέων επιτροπών. Τον περασμένο Απρίλιο ανακοινώθηκε η εγκατάσταση ενός νέου συστήματος μετρήσεων από ολλανδική εταιρεία, χρηματοδοτούμενο από τα ΕΛΠΕ που θα αναλύει τα δεδομένα και θα τα παραδίδει σε επταμελή επιτροπή στην οποία συμμετέχουν επιστήμονες από την ίδια την εταιρεία, το Μετσόβειο, το ΑΠΘ, την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, τον δήμο Κορδελιού-Ευόσμου.
Πρόκειται για 13 «ηλεκτρονικές μύτες» που θα καταγράφουν τις δύσοσμες ενώσεις που εκλύονται στην ατμόσφαιρα, ενώ μέσα από άλλο πρόγραμμα μαζί με την Περιφέρεια θα επαναληφθούν οι μετρήσεις που είχαν γίνει από το ΑΠΘ. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει επίσης εφαρμογή σε κινητά όπου οι πολίτες θα καταγράφουν φαινόμενα δυσοσμίας πατώντας το κουμπί ALARM.
Για τη Μαρίνα Σαμαρτζίδου Βότση, μέλος της «Αναπνοής είναι Δικαίωμα» υπάρχουν διαχρονικές ευθύνες, καθώς μέχρι στιγμής τίποτα ουσιαστικό δεν έχει γίνει για να αλλάξει η κατάσταση. «Δηλαδή, τόσα χρόνια οι μύτες μας, οι μύτες τόσων χιλιάδων κατοίκων δεν τους είπαν τίποτα; Και θα τους πούνε τώρα οι τεχνητές μύτες για να κάνουν τι μετά;» διερωτάται χαρακτηριστικά για να δώσει την απάντηση:
«Τίποτα. Κάνουν συνεχώς μετρήσεις, μελέτες, καινούριες, επόμενες. Και όλο αυτό είναι μια χρονοτριβή. Τίποτα άλλο. Είναι ένα χάσιμο χρόνου. Και ένα κέρδος για τα ΕΛΠΕ».
Έρευνα-επιμέλεια κειμένου: Ιάσων Μπάντιος, Σταυρούλα Πουλημένη, Τηλέμαχος Φασούλας
Η συνέχεια της έρευνας: FlyOver: Ένα ακόμη στήριγμα στην κυριαρχία του ΙΧ
Η έρευνα του ανεξάρτητου συνεργατικού μέσου Alterthess με τίτλο «Αστική ανθεκτικότητα, κλιματική ουδετερότητα, η περίπτωση της Θεσσαλονίκης» πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ/Παράρτημα Ελλάδας. Δείτε ολόκληρη την έρευνα εδώ.