Mια επαναστατική μέθοδος μελέτης του παρελθόντος από γυναίκες του Μιλάνο
Από το 2006, στο Μιλάνο, μια μικρή ομάδα γυναικών ασχολείται με έναν διαφορετικό τρόπο καταγραφής της ιστορίας. Η Libreria delle donne di Milano [Βιβλιοθήκη των γυναικών του Μιλάνου] αποτελείται από έξι γυναίκες, που, αναγνωρίζοντας πως η ιστορία είναι μια από τις πιο πολιτικές επιστήμες, αποφάσισαν να υιοθετήσουν μια άλλη πρακτική αφήγησής της, αμφισβητώντας την χρήση ουδέτερης γλώσσας και αποστασιοποιούμενες από τα ιστορικά εγχειρίδια και τον τρόπο διδασκαλίας τους στα σχολεία. Έτσι γεννήθηκε η «Ζωντανή Ιστορία», μια επαναστατική μέθοδος μελέτης του παρελθόντος, που στοχεύει να διαφοροποιήσει την οπτικής της ιστορίας.
Ανατρέχοντας στο παρελθόν, ανιχνεύουν σε ποιο βαθμό οι απλουστεύσεις και οι παραδρομές διάφορων ιστοριογραφικών ερμηνειών συνέργησαν στο να παραμείνει στο σκοτάδι η γυναικεία αντίσταση, επεξηγούν γιατί απουσιάζει από την ιστορία η κοινή παρουσία γυναικών και ανδρών στην καθημερινότητα και εντοπίζουν τις συνέχειες της πορείας της γυναικείας απελευθέρωσης φτάνοντας στο σήμερα. Οι προθέσεις τους σχετικά με την εξέλιξη της ιστοριογραφικής έρευνας δεν είναι μόνο εκπαιδευτικές αλλά και πολιτικές, εργάζονται οραματιζόμενες την πολιτισμική αλλαγή.
Η γυναικεία αυτή κοινότητα υπάρχει εδώ και αρκετά χρόνια και συνεργάζεται πλέον με ιστοριογράφους και ιστορικούς από την Γαλλία (Πανεπιστήμιο της Λυών) και την Ισπανία (ερευνητικό κέντρο Duoda του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης).
Ελευθερία εντός της Ιστορίας
Όλα ξεκίνησαν όταν η Μαριρί Μαρτινένγκο ζήτησε τη βοήθεια κι άλλων γυναικών στο πλαίσιο μιας ιστορικής έρευνας, που διεξήγαγε αναφορικά με τις ηγουμένες κατά τον Μεσαίωνα, από την οποία προέκυψε το βιβλίο Libere di esistere [Ελεύθερες να υπάρχουν]. Η ίδια, το 2005, αποφάσισε να διηγηθεί την ιστορία της εξαφανισμένης γιαγιάς της, η οποία, για αδιευκρίνιστους λόγους, αποτέλεσε ηθική κηλίδα για την αστική της οικογένεια. Ακολουθώντας τα ίχνη αφηγήσεων και φωτογραφιών ανακάλυψε πως είχε «εγκλειστεί» σε οικοτροφείο κι όλοι έπαψαν να αναφέρονται πια σε αυτήν. Η άμεση συναισθηματική εμπλοκή της Μαριρί και η ίδια η παρουσία της εντός της αφήγησης δεν ήταν παρά ένας νέος τρόπος να διηγηθεί κανείς την ιστορία. Στην χρονιά που ακολούθησε όλη η ομάδα αγκάλιασε τον νέο αυτό τρόπο προσέγγισης της ιστορίας, που ήθελε ως αφετηρία της ιστορικής αναζήτησης τον ίδιο τον εαυτό της κάθε μιας. Εξετάζοντας σημεία που αποτέλεσαν τομές στην διαμόρφωσή τους κατά την διάρκεια της ζωής τους κινούνται επαγωγικά από τον εαυτό προς τον κόσμο.
Η Λάουρα Μινγκούτσι, που συμμετέχει στο εγχείρημα, εξηγώντας πώς συμβαίνει αυτό στην πράξη, αναφέρει πως η ιστορικός αφήνει στην άκρη την ουδετερότητά της και θέτει ως θέμα ομαδικής συζήτησης τις δικές της ιδιαιτερότητες. Ζητήματα που αντιμετώπισε και δεν έλυσε στην ζωή της γίνονται αντικείμενο συζήτησης στην ομάδα. Ουσιαστικά η διήγηση στην αρχή είναι προφορική, έπειτα καταγράφεται, στάδιο στο οποίο δίνεται εξαιρετική φροντίδα, και στην συνέχεια διαβάζεται στην ομάδα ώστε να την αφουγκραστούν οι συντρόφισσες. Έτσι παρόλο που οι ιστορίες ξεκινούν από τις ίδιες και η κάθε γράφουσα είναι άμεσα εμπλεκόμενη, δεν πρόκειται για μια εξιστόρηση συναισθημάτων αλλά για ελευθερία εντός της ιστορίας. Δεν πρόκειται για ομαδική θεραπεία αυτοανάλυσης, όπως ίσως θα έσπευδαν να υποστηρίξουν κάποιοι, αλλά για μια κατεξοχήν πολιτική πρακτική μέσω της οποίας οι γυναίκες αυτές περνούν από τον μετασχηματισμό του εαυτού τους και των σχέσεων με τους άλλους στην πολιτική αλλαγή. Πρόκειται για ένα εγχείρημα επενέργειας στην ίδια την ιστορία.
Το εγχείρημα διαδίδεται
Θα έλεγε κανείς πως η ζωντανή ιστορία είναι αρκετά κοντά στην αυτοβιογραφική μυθιστορία (autofiction), γραμματειακό είδος ήδη δοκιμασμένο (βλ. Σέμπαλντ Τζωρτζ Γουίνφρεντ και Εμανουέλ Καρέρ). Οι ίδιες πάντως αναφέρουν πως έχουν εντοπίσει και σε άλλες χώρες, πέραν της Ιταλίας, γυναίκες που πειραματίζονται με συγγενείς πρακτικές, όπως η λευκορωσίδα δημοσιογράφισσα Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, που στο τελευταίο βιβλίο της Vremia sekond hend [Χρόνος από δεύτερο χέρι] εκκινεί από μια ανέκδοτη αποκάλυψη του πατέρα της για να αφηγηθεί τραγωδίες από το πρώην κουμμουνιστικό περιβάλλον της χώρας της, αλλά και η ντοκιμαντερίστρια Ρεϊνάλντα ντελ Κάρμεν που έχει ασχοληθεί με θέματα που τέμνονται το οικογενειακό με το πολιτικό, όπως για παράδειγμα με την σιωπή της μητέρας της καλύτερής της φίλης όταν η τελευταία εξαφανίστηκε κατά την διάρκεια της δικτατορίας στην Χιλή.
Πρόσφατα η κοινότητά τους εξέδωσε κι ένα βιβλίο ιστορίας του φεμινισμού, το Mia madre femminista – Voci da una rivoluzione che continua [Η φεμινίστρια μητέρα μου – Φωνές μιας επανάστασης που συνεχίζεται], με πρωτοβουλία δυο μελών της ομάδας, της Μαρία Σαντίνι και της Λουτσιάνα Ταβερνίνι, και με την συμμετοχή άλλων δέκα γυναικών. Επιθυμία και προτροπή της κοινότητας των γυναικών του Μιλάνου είναι να δουν κι άλλες γυναίκες του κόσμου να πειραματίζονται με την πρακτική της ζωντανής ιστορίας μέσα από συλλογικές διαδικασίες. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το εγχείρημά τους μπορεί να βρει κανείς εδώ http://www.libreriadelledonne.it/
πηγή: Η Εποχή 3.1.2016
