Στην μεγάλη αίθουσα του Εφετείου Αθηνών όπου δικάζεται ο Μάκης Ψωμιάδης, ελάχιστοι είναι αυτοί που παρακολουθούν τη δίκη. Οι μάρτυρες μπαίνουν, καταθέτουν γρήγορα και φεύγουν. Και βέβαια λένε τα καλύτερα για τον Μάκη. Ο μεν Αλέξης Κούγιας τον είπε «άνθρωπο της Εκκλησίας», ο Πιλάβιος της ΕΠΟ ξεπέρασε κάθε φαντασία και τόλμησε αυτό που δεν θα τολμούσε να πει ακόμη και ο πιο αφελής Έλληνας ,να τον αποκαλέσει «τίμιο».
Σε αυτή τη δίκη κλήθηκα να καταθέσω και εγώ, λόγω των εκπομπών που είχαμε κάνει στο «Κουτί της Πανδώρας» για τα στημένα παιχνίδια. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα τον Μάκη Ψωμιάδη από τόσο κοντά. Αυτή την επιβλητική ομολογουμένως φυσιογνωμία, που ατάραχη, με μεγάλη αυτοπεποίθηση όπως κατάλαβα, περιμένει να τελειώσει μια ακόμη «περιπέτεια».
Πιο εντυπωσιακό από τον Μάκη, ήταν το συμπέρασμα, για το πόσο ανίσχυρη είναι η Δικαιοσύνη, μπροστά στη χρήση των νόμων, από αυτόν που είναι γνωστό σε όλους τι έχει διαπράξει .Η κοινή λογική, η κοινωνική γνώση, αυτό που αντιλαμβάνεται ο κόσμος όλος, δεν επιτρέπεται να ισχύει στο δικαστήριο. Δεν ξέρω αν αυτό είναι αναγκαίος και δίκαιος τρόπος λειτουργίας της Δικαιοσύνης ή αν οι Δικαστές, πιεσμένοι χρόνια από νομισκισμούς και νομικά τερτίπια των μεγαλοδικηγόρων κατέληξαν να αποδέχονται αυτό ως αντικειμενική λειτουργία και κρίση.
Το δικαστήριο λοιπόν μου ζήτησε να καταθέσω τι γνωρίζω για τον Μάκη Ψωμιάδη. Τα περισσότερα από αυτά που γνωρίζω αφορούν το παρελθόν του, την ικανότητά του να διαπλέκεται με τις Αρχές και να διαφεύγει και αρκετές φρικιαστικές περιπτώσεις στις οποίες ήταν πρωταγωνιστής, όπως αυτή κατά την οποία βίασε με μπουκάλι ένα από τα θύματά του ,τα οποία βέβαια κρατούσαν ακινητοποιημένοι μπράβοι.
Οι συνήγοροι του Ψωμιάδη ζήτησαν από το δικαστήριο να μην ασχοληθεί με όσα κατέθετα γιατί είναι υποθέσεις που έχουν παραγραφεί. Προσέξτε τώρα το οξύμωρο: επί χρόνια ο Ψωμιάδης καταφέρνει να μην καταδικάζεται αλλά ακόμη και όταν καταδικάζεται να μην μπαίνει φυλακή. Σε πολλές από τις περιπτώσεις που αθωώθηκε, οι δικαστές αποδείχθηκε πως ανήκαν στο παραδικαστικό. Στην υπόθεση του βιασμού του θύματός του με το μπουκάλι, το ηχητικό του βιασμού το οποίο είχε ηχογραφήσει ο ίδιος, είχε βρεθεί σε έρευνα στο σπίτι του. Κανένας όμως εισαγγελέας δεν το άγγιζε. Κανένας δεν άσκησε δίωξη. Έτσι η υπόθεση παραγράφηκε.
Το αποτέλεσμα λοιπόν σήμερα είναι ο Ψωμιάδης, να κρίνεται, όπως ζητούν οι συνήγοροί του, από μηδενική βάση. Ως άνθρωπος της εκκλησίας δηλαδή και τίμιος που λέει και ο Πιλάβιος. Το δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να παραστήσει πως έχει απέναντί του έναν πρόσκοπο, ο οποίος δικάζεται με βάση τα στοιχεία που μόλις παρουσιάζονται.
Κι όμως, ακόμη και η ίδια η παρουσία των δικηγόρων του στη δίκη, είναι η απόδειξη για το αντίθετο. Ο Ψωμιάδης εμφανίζεται να μην έχει σχέση με ομάδες και ποδόσφαιρο γιατί ποτέ δεν είχε μετοχική σχέση με αυτά. Όλα ήταν στο όνομα συγγενών του. Μηδέν φορολογική δήλωση. Την ίδια ώρα πληρώνει δύο από τους πιο μεγάλους δικηγόρους της Αθήνας (Ηρειώτη, Μιχαλόλια) για να τον υπερασπίσουν στο διακστήριο. Και το δικαστήριο πρέπει να παραβλέψει τη ζωή με τα πούρα, τα χρυσά δαχτυλίδια, τις δηλώσεις στις εφημερίδες ότι ήταν πρόεδρος της ΑΕΚ ή της Καβάλας και να τον αντιμετωπίσει ως τον φτωχό και άκληρο που δεν μπορεί να δικαστεί.
Δεν ξέρω πώς λύνονται όλα αυτά από νομικής άποψης, αλλά τέτοια αναντιστοιχία απονομής Δικαιοσύνης σε σχέση με όσα συμβαίνουν στην κοινωνία μόνο στην Κολομβία και το Μεξικό υπάρχει. Ούτε καν στη Σικελία. Δεν μπορεί η Δικαιοσύνη να χρησιμοποιεί την «αντικειμενική» λειτουργία των νόμων και αυτό να σημαίνει πλήρη διάσταση από την πραγματικότητα και την κοινωνική συνείδηση. Σε μια ελεύθερη και ίσως όχι επιστημονική κρίση, αυτά δείχνουν ένα πρόβλημα λειτουργίας της Δικαιοσύνης.
Πριν από μερικές μέρες ο Άκης Τσοχατζόπουλος καταδικάστηκε σε 20 χρόνια κάθειρξη. Η καταδίκη του δεν αφορούσε ούτε την παράβαση καθήκοντος, ούτε την απιστία, τη λειτουργία του δηλαδή ως υπουργού, αλλά το μαύρο χρήμα, αφού τα δύο αδικήματα είχαν παραγραφεί με το νόμο Βενιζέλου. Παρ’ όλα αυτά το δικαστήριο δεν αντιμετώπισε ως «τίμιο» υπουργό τον Τσοχατζόπουλο επειδή δεν υπήρχαν αυτές οι καταδίκες. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να μην του αναγνωρίσει το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, γιατί έκρινε πως ήταν κατ επίφαση και παραπλανητικά έντιμος.
Η τήρηση του γράμματος του νόμου είναι σίγουρα εγγύηση για τη Δικαιοσύνη. Αλλά μόνο η λειτουργία της μέσα στην κοινωνία είναι πραγματική Δικαιοσύνη. Διαφορετικά πρέπει να δεχθούμε πως ο Μάκης είναι τίμιος άνθρωπος της εκκλησίας και όλοι εμείς πρέπει να του ζητήσουμε συγνώμη.
Αναδημοσίευση από το koutipandoras