Γρήγορο κουίζ: θυμάστε ποιο είναι το «Κίνημα 26ης Ιουλίου»; Συγκροτήθηκε το 1955, ξεκίνησε μία ένοπλη επανάσταση το 1956, μπήκε νικηφόρο στην Αβάνα την Πρωτοχρονιά του 1959. Ένα χρόνο μετά, οι Βιετκόνγκ ιδρύουν επίσημα το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, πολεμάνε για 15 χρόνια και τελικά νικάνε τις ΗΠΑ.
Τόσα περίπου χρόνια πήρε και στους Μπολσεβίκους: συγκροτήθηκαν το 1903, διασπώντας ένα κόμμα που ιδρύθηκε μόλις πέντε χρόνια πριν. 14 χρόνια μετά, μάλωναν για το αν θα διοργάνωναν ή όχι την Οκτωβριανή επανάσταση. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας πάλι είναι μόνο λίγων ημερών όταν πρωταγωνιστεί στην πρώτη, ατυχή, εξέγερσή του, τον Γενάρη του 1919.
Η 1η Διεθνής ιδρύθηκε το 1864. Επτά χρόνια μετά, το 1871, κατηγορήθηκε ως η «μυστική» οργάνωση πίσω από την πρώτη εργατική επανάσταση στην ιστορία, την υπέροχη Παρισινή Κομμούνα (χωρίς βέβαια να είναι, ακριβώς γιατί η 1η Διεθνής δεν πίστευε στις μυστικές οργανώσεις). Πέντε χρόνια μετά θα αυτοδιαλυθεί, για να δώσει τη θέση της στη 2η και στην 3η Διεθνή.
Οι Σαντινίστας ιδρύθηκαν το 1961 και κέρδισαν στην επανάστασή τους στα 18 τους, το 1979. Το Κονγκολέζικο Εθνικό Κίνημα ιδρύεται το 1958, πρωταγωνιστεί στον πόλεμο για την ανεξαρτησία και κυβερνά ήδη τη χώρα το 1960, μέχρι να ηττηθεί από πραξικοπήματα. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας ιδρύθηκε το 1921, εντός ενός ατέλειωτου εμφυλίου. Σε 6 χρόνια οργανώνει την πρώτη μεγάλη του εξέγερση. Θα του πάρει άλλα 23 χρόνια μέχρι να νικήσει οριστικά, το 1950.
Το ΕΑΜ ιδρύθηκε το 1941 και σε 4 χρόνια απελευθέρωσε και έλεγχε το σύνολο σχεδόν της χώρας. Το ΚΚΕ, πυρήνας και εμπνευστής αυτού του ιδιοφυούς σχεδίου, ήταν τότε 23 χρονών. Τα ίδια πάνω-κάτω ισχύουν και για τους γιουγκοσλάβους κομμουνιστές, με διαφορετική βέβαια κατάληξη.
Το νεοσύστατο Λαϊκό Μέτωπο της Ισπανίας κερδίζει τις εκλογές του 1936, ανοίγοντας το κεφάλαιο του Ισπανικού Εμφυλίου ή αν προτιμάτε της Ισπανικής Επανάστασης. Αποτελείται από το Κομμουνιστικό Κόμμα (ετών 15), το POUM (έτους 1), την Ρεμπουμπλικανική Ένωση και Ρεμπουμπλικανική Αριστερά (2 ετών έκαστη) και το υπερήλικο PSOE (57 ετών).
Τα κόμματα της χιλιανικής αριστεράς από την άλλη, μετρούσαν ήδη 3 ή 4 δεκαετίες ζωής, όταν το 1956 ξεκίνησαν την εκλογική τους συνεργασία. Μετά από 14 χρόνια και άλλη μια ριζική αλλαγή πλατφόρμας, θα κερδίσουν τελικά τις εκλογές με τη Λαϊκή Ενότητα.
Το «Κίνημα για τον Σοσιαλισμό» ιδρύθηκε το 1995 και δέκα χρόνια μετά κέρδιζε τις εκλογές στη Βολιβία, υλοποιώντας την υπόσχεση που υποδηλώνει ο τίτλος του. Ο Ούγκο Τσάβες ίδρυσε την πρώτη του οργάνωση, το Μπολιβαριανό Επαναστατικό Κίνημα 200, το 1992. Μετά από δυο αποτυχημένες προσπάθειες να πάρει την εξουσία με τη βία, θα συγκροτήσει το 1994 το «Κίνημα για την Πέμπτη Δημοκρατία» και 4 χρόνια μετά θα κερδίσει τις εκλογές.
Πώς μοιάζει ένα επαναστατικό κόμμα;
Αν μας ενδιαφέρει λοιπόν η επαναστατική αριστερά, ας δούμε πως έμοιαζαν τα επαναστατικά κόμματα, αυτά που δεν περιμένουν να πέσει το φρούτο, αλλά κουνήσανε δυνατά το δέντρο.
Ξέρουμε για παράδειγμα ότι όλα ήταν κόμματα μαζικά: η μπλανκιστική φαντασίωση των μικρών ομάδων που θα αφυπνίσουν τα πλήθη δεν δούλεψε πραγματικά ποτέ. Φυσικά, κανένα επαναστατικό κόμμα δεν γεννιέται μαζικό: κατά κανόνα, ξεκινά από μεγέθη μικρά, μερικών εκατοντάδων ή χιλιάδων ανθρώπων, και γιγαντώνεται απότομα λίγα χρόνια μετά την ίδρυσή του (δεν θυμάμαι κάποιο περιστατικό όπου κάποια οργάνωση να γιγαντώθηκε πολλά χρόνια μετά την ίδρυσή της – υπενθυμίσεις ευπρόσδεκτες).
Πώς γιγαντώνονται; Ξέρουμε ότι το πρόγραμμά τους συνήθως δεν είναι ο «σοσιαλισμός της εποχής μας» (πόσο μάλλον ο «κομμουνισμός» ή η «αναρχία» ή οι κοινότητες των ίσων συνεταιρισμένων παραγωγών και άλλα τέτοια όμορφα), αλλά βασιζόταν σε απλές, σαφείς θέσεις πάνω στις συμπυκνωμένες αντιθέσεις της ιστορικής τους στιγμής: «ειρήνη», «γη», «δουλειά», «δημοκρατία», «εθνική ανεξαρτησία» ανάλογα με την περίσταση.
Ακόμα και αν δεν μας αρέσει, πρέπει επίσης να παραδεχθούμε ότι οι περισσότερες από αυτές τις οργανώσεις είχαν σαφή δομή και συνήθως έντονη ιεραρχία. Ταυτόχρονα όμως, ζώντας και μεγαλώνοντας σε μια εκρηκτική συνθήκη την οποία οι ίδιες πυροδοτούσαν, οι αποστάσεις μεταξύ βάσης και κορυφής ανατρέπονταν εύκολα: οι «μάζες» είχαν να κάνουν πραγματική δουλειά, τα «απλά» μέλη έπαιρναν αποφάσεις ζωής ή θανάτου, 30αρηδες εργάτες αναλαμβάναν από τη μια μέρα στην άλλη να ηγηθούν ενός λαού. Κι επίσης, ο επαναστατικός αναβρασμός έφτανε βαθιά μέσα στην ψυχή της οργάνωσης, επιβάλλοντας διαφωνίες και συγκρούσεις, δηλαδή εσωτερική δημοκρατία, σε τέτοιο βαθμό που σε εμάς ακούγεται ακραία: οι μπολσεβίκοι τσακώνονταν αν θα έπρεπε να ξεπουλήσουν τη μισή τους χώρα στον εχθρό για να σώσουν την άλλη μισή, με την πλειοψηφία να διαφωνεί με τον αρχηγό, αλλά κανέναν να μην διανοείται ότι πρέπει να διασπαστούν γιατί έχουν διαφωνίες στα «εθνικά».
Μα πριν από όλα αυτά, το βασικό χαρακτηριστικό των επαναστατικών οργανώσεων, είναι ότι ήταν όλες νέες: η μέση ηλικία των κομμάτων που αναφέραμε παραπάνω και τα οποία έκαναν πράγματι μια επανάσταση, καλή ή κακή, ηττημένη ή νικηφόρα, είναι κοντά στα 16. Πολλές φορές, ο επαναστατικός φορέας συγκροτήθηκε ακριβώς πριν την επανάσταση που σχεδιάζει. Δεν ξέρω αρκετά από ιστορία, οπότε είναι πιθανό να υπάρχει και κάποια περίπτωση όπου κάποιο επαναστατικό κόμμα ζούσε για δεκαετίες, διάβαζε τα μαθήματά του, έλεγε τα σωστά πράγματα και περίμενε υπομονετικά ώσπου η εργατική τάξη να γυρίσει και να πει: «μα ναι, αυτό είναι, αυτοί έχουν δίκιο!». Δεν αμφισβητώ ότι κάπου, κάποτε θα έγινε κι αυτό.
Δυστυχώς όμως, ο κανόνας λέει ότι τα επαναστατικά κόμματα μετά τα 30 ή τα 40 τους, ακόμα και αν παραμένουν υπεράνω κάθε ρεφορμιστικής υποψίας, δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν τα επαναστατικά ρεύματα της εποχής τους. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου ή ο ριζοσπαστισμός της Μεταπολίτευσης για παράδειγμα, θα βασιστούν στη φρέσκια -τότε- άκρα αριστερά, παρά στο έμπειρο ΚΚΕ, το κόμμα που επιχείρησε την τελευταία επανάσταση σε ευρωπαϊκό έδαφος μόλις 30 χρόνια πριν.
Τα επαναστατικά κόμματα λοιπόν έχουν μία δουλειά: δημιουργούνται ενόψει, ή εντός, μιας ιστορικής συνθήκης και αν τα καταφέρουν να κάνουν μια επανάσταση, τα καταφέρνουν συνήθως μέσα σε αυτή, σπανίως στην επόμενη. Τα κόμματα της 3ης Διεθνούς γεννήθηκαν στα τέλη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και έκαναν όσες επαναστάσεις ή εξεγέρσεις μπόρεσαν ως τα τέλη περίπου του Δεύτερου. Μετά, μπορεί να συνέχισαν ως μαζικά κόμματα, με τεράστια συνεισφορά στην ταξική πάλη και την πρόοδο της ανθρωπότητας, αλλά δεν θυμάμαι να έκαναν πολλές ακόμα επαναστάσεις. Τα αντιαποικιακά κινήματα έριξαν άπαξ τη ζαριά τους ανάμεσα στο ’50 και το ’70. Άλλα κέρδισαν, άλλα έχασαν. Όσα έζησαν, τις επόμενες δεκαετίες μετατράπηκαν σε μάλλον αντιπαθή καθεστώτα ή οργανισμούς. Ο ευρωπαϊκός αριστερισμός επαναστάσεις δεν έκανε, αλλά συνέβαλε καθοριστικά στο Παγκόσμιο ΄68. Από την ήττα του ‘80 και μετά, δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία για το ιστορικό γίγνεσθαι.
Όχι, δεν υπάρχει
Αν συμφωνούμε στα παραπάνω, μπορούμε με ασφάλεια να απαντήσουμε στο ερώτημα του τίτλου: όχι, δεν υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα επαναστατική αριστερά. Όχι -μόνο- γιατί δεν είναι μαζική ή δημοκρατική ή δεν έχει τις κατάλληλες θέσεις. Αλλά γιατί -αυτό προσπάθησα κυρίως να πω- η επαναστατική αριστερά δεν μπορεί γενικά «να υπάρχει», να περιμένει εν υπνώσει για δεκαετίες μέχρι να κάνει μια επανάσταση. Η επαναστατική αριστερά μπορεί μόνο να «φτιάχνεται». Για αυτό χρειάζεται να πετάει συνέχεια παλιά ονόματα και παλιές δομές, να διασπάται και να ενώνεται, να ανασυντίθεται ανά πάσα στιγμή, ξανά και ξανά, χωρίς αυταρέσκεια και χωρίς ντροπές, προσπαθώντας να πιάσει το επαναστατικό ρεύμα της κάθε εποχής, να δημιουργήσει και να εκμεταλλευτεί την επόμενη ευκαιρία. Αυτό υποδεικνύει η ιστορία όλων σχεδόν των επαναστατικών κομμάτων.
Σίγουρα, δεν είχαν όλα τα επαναστατικά κόμματα την τύχη να ζήσουν σε μια επαναστατική συνθήκη, τα περισσότερα ωστόσο πλησίασαν αρκετά. Η καθημερινή μας εμπειρία υποδεικνύει ότι οι επαναστάσεις είναι κάτι σπάνιο, που μάλλον δεν θα ζήσουμε ποτέ. Η καθημερινή εμπειρία όμως είναι η μεταμφίεση της κυρίαρχης ιδεολογίας: οι επαναστάσεις στον καπιταλισμό είναι εξαιρετικά συχνό φαινόμενο και συμβαίνουν σε όλες σχεδόν τις χώρες κάθε λίγες δεκαετίες. Η τραγωδία λοιπόν είναι να πιστεύεις ότι είσαι ένα επαναστατικό κόμμα εν αναμονή, να βρίσκεσαι για πρώτη φορά μέσα σε μια επαναστατική συνθήκη και να μην καταφέρνεις σε αυτή να κάνεις τίποτα σημαντικό. Τα παραδείγματα δυστυχώς είναι πολλά, από το Argentinazzo ως τον ελληνικό αριστερισμό κατά την εκρηκτική 10ετία 2006-2015.
Γιατί η δεκαετία αυτή για την Ελλάδα, με κορύφωση το δημοψήφισμα του 2015, υπήρξε μια επαναστατική συνθήκη, μια ευκαιρία να ηττηθεί η κυρίαρχη τάξη, με παγκόσμιες επιπτώσεις. Όποιος και όποια δεν το βλέπει αυτό, όποιος θεωρεί ότι η επαναστατική συνθήκη είναι κάτι άλλο από αυτό που ζήσαμε τότε, κάτι πιο ρομαντικό και αγνό και καθαρό, ή ότι προϋποθέτει κάποιον «άλλο συσχετισμό», στην πραγματικότητα δεν περιμένει ποτέ καμία επαναστατική συνθήκη. Μπορεί να είναι ευσυνείδητα αριστερός/η και αλληλέγγυος/α, μπορεί ακόμα να είναι κομμουνιστής ή και μαρξιστής (πράγματα πολύ καλά από μόνα τους), αλλά δεν είναι επαναστάτης: δεν γυαλίζει το μάτι του για την «επόμενη ευκαιρία».
Την ευκαιρία λοιπόν αυτή την έχασε το σύνολο της επαναστατικής (και μη) αριστεράς της χώρας. Το ποιος την εκμεταλλεύτηκε και τί την έκανε, είναι γνωστό. Πάντως, δεν είναι τυχαίο ότι ο αυτός ήταν τότε και ο πιο νέος εκ των ενδιαφερόμενων φορέων, μόλις 11 ετών. Μετά από αυτή την αποτυχία, καμία συλλογικότητα δεν μπορεί να αυτοπροσδιορίζεται ως επαναστατική, αν δεν κάνει πρώτα την έμπρακτη αυτοκριτική της, με το να διαλυθεί σε κάτι άλλο: όπως έκαναν πάντα οι επαναστάτες κι οι επαναστάτριες που μνημονεύουμε.
Να το πούμε λίγο πιο χοντροκομμένα και χωρίς θεωρητικές σάλτσες: δεν γίνεται οργανώσεις 20, 40 ή 60 ετών να έχουν ζήσει σε δέκα διαφορετικές περιόδους, να έχουν παρευρεθεί σε δύο η τρεις εξεγέρσεις, να έχουν αποτύχει κατά την προηγούμενη επαναστατική συνθήκη και να συνεχίζουν να υπάρχουν σαν να μην τρέχει τίποτα: με τα ίδια λιγοστά μέλη, τις ίδιες ηγεσίες, τις ίδιες πάνω-κάτω απόψεις. Δεν μπορείς να κάνεις τα ίδια πράγματα, σε διαφορετικές συνθήκες, να έχεις συνέχεια το ίδιο μηδενικό αποτέλεσμα και να επιμένεις ότι στη συνέχεια θα πάει καλύτερα. Αυτές οι οργανώσεις, ως έχουν, δεν μπορεί να είναι επαναστατικές. Όλα τα υπόλοιπα είναι ιδεολογία.
Εδώ βέβαια ανοίγει ένα άλλο θέμα: οι οργανώσεις, τα κόμματα, τα μέλη της ελληνικής αριστεράς, επιθυμούν πραγματικά μια επανάσταση; Είναι έτοιμες ανά πάσα στιγμή να τα ρισκάρουν όλα γιατί δεν έχουν να χάσουν τίποτα; Αυτό ας είναι όμως μια άλλη συζήτηση. Καλή χρονιά.