Με την πολύμορφη κινητοποίηση των φοιτητικών συλλόγων του ΑΠΘ έρχεται αντιμέτωπη η κυβέρνηση και η Πρυτανεία του πανεπιστημίου. Οι γενικές συνελεύσεις των φοιτητ(ρι)ών παίρνουν αγωνιστικές αποφάσεις, αρκετές σχολές τελούν ήδη υπό κατάληψη, ενώ, εκτός από τις συγκεντρώσεις περιφρούρησης του πανεπιστημιακού ασύλου την Παρασκευή 10 Ιουνίου, ημέρα που έχει ανακοινωθεί η είσοδος του νέου ειδικού αστυνομικού σώματος στους χώρους των ιδρυμάτων, σήμερα θα πραγματοποιηθεί διαδήλωση στις 19.00 με σημείο συγκέντρωσης την Καμάρα. Στο πλευρό των φοιτητ(ρι)ών στέκονται καθηγητές και διοικητικό προσωπικό του ΑΠΘ αλλά και πολίτες, εργαζόμενοι και φορείς της πόλης.
Ακολουθεί απόσπασμα από την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης Συλλόγου Φοιτητ(ρι)ών Φυσικού:
Ο νόμος που πέρασε τον περσινό Φεβρουάριο, απέκλεισε ήδη, μέσω της ελάχιστης βάσης εισαγωγής, 20.000 επιπλέον μαθητ(ρι)ές από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, εγκαθίδρυσε όριο φοίτησης ν+ν/2 έτη, ενώ νομιμοποίησε την μόνιμη παρουσία δυνάμεων καταστολής εντός πανεπιστημιούπολης. Παράλληλα, πρόσφατα ανακοινώθηκε η συγχώνευση του τμήματος Μηχ. Πλ/κής & Μηχ. Συστ/των με το τμήμα Πλ/κής και Τηλεπ/ών στις Σέρρες και η κατάργηση του τμήματος Μηχ. Περιβάλ/τος του ΔΙΠΑΕ. Αυτό σημαίνει ότι θα δυσκολευτούν οι ζωές χιλιάδων φοιτητ(ρι)ών και ταυτόχρονα οι συγχωνεύσεις και καταργήσεις αυτές θα συμβάλλουν στην υποχρηματοδότηση του δημοσίου πανεπ/μίου. Η πολιτική κατεύθυνση του κράτους για την παιδεία, ισχύει σε όλα τα πεδία της οικονομίας και έχει την αφετηρία της στην οικονομική κρίση. Οι προαναφερθέντες νόμοι έχουν το ρόλο να αναπληρώσουν τα χαμένα κέρδη των αφεντικών που προκύπτουν από τις δομικές κρίσεις του καπιταλισμού. Η αναδιάρθρωση της παιδείας αποτελεί κομμάτι της συνολικής οικονομικής αναδιάρθρωσης, η οποία μετακυλίει το κόστος ζωής και σπουδών στις πλάτες μας. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι αμφισβητούνται οι ελεύθερες παροχές, όπως η πρόσβαση στη φοιτητική λέσχη, η δωρεάν διανομή συγγραμμάτων, οι σπουδές χωρίς πίεση χρόνου και χωρίς καταστολή κ.ά. ωστόσο, το βλέπουμε και με το νόμο Χατζιδάκη, ο οποίος αφαιρεί συνδικαλιστικές ελευθερίες και εργασιακά κεκτημένα από τους/τις εργαζόμενους/ες (βλ. Ποινικοποίηση απεργιών, κατάργηση συλλογικών συμβάσεων εργασίας και 8ώρου, κλπ.). Αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή το χτύπημα των κοινωνικών αντιστάσεων στα πανεπιστήμια, ώστε να μπορούν οι εταιρείες και οι επιχειρήσεις να βγάζουν ευκολότερα κέρδος από τη συνεργασία τους με το πανεπιστήμιο. Επίσης, το κράτος θέλει να διαλύσει τις φοιτητικές διαδικασίες, όπως τους συλλόγους και τις γενικές συνελεύσεις τους, αλλά και τη ριζοσπαστικοποίηση σταπανεπιστήμια, καθώς αυτές στέκονται εμπόδιο στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση, στην οικονομική αφαίμαξη της κοινωνικής βάσης και στα συμφέροντα του κεφαλαίου. Συνολικά, το κράτος προσπαθεί να μετατρέψει το πανεπιστήμιο σε χώρο φιλικό για τα επιχειρηματικά συμφέροντα και να υψώσει ταξικούς φραγμούς στους οικονομικά και κοινωνικά αδύναμους. Η παρουσία της αστυνομίας στις σχολές έχει ως στόχο, μεταξύ και αυτών που προαναφέρθηκαν, την προστασία των συμφερόντων του κάθε ιδιώτη, την στρατιωτικοποίηση και την πειθάρχιση των ζωών των φοιτητ(ρι)ών από ένστολους στρατούς, πράγμα που αποδείχθηκε περίτρανα με τις τελευταίες εισβολές της αστυνομίας.
Η Γενική Συνέλευση του Μαθηματικού που βρίσκεται επίσης υπό κατάληψη αναφέρει:
Τα γεγονότα που συνέβησαν την Πέμπτη 26/5, με τα ΜΑΤ να στοχεύουν σε ευθεία βολή κεφάλια φοιτητών και να τραυματίζουν σοβαρά συμφοιτητή μας, καθώς και οι εξαγγελίες για την Πανεπιστημιακή Αστυνομία τον Ιούνιο έρχονται να μας δείξουν το πιο σκληρό πρόσωπο όσων σκοπεύουν να επιβάλλουν στα πανεπιστήμια. Η καθημερινή παρουσία διμοιριών των ΜΑΤ και ασφαλιτών γύρω από τη ΣΘΕ, οι τραμπουκισμοί τους, οι επιθέσεις τους σε συγκεντρωμένους φοιτητές, οι συλλήψεις, τα δακρυγόνα και οι κρότου λάμψεις στο εσωτερικό της σχολής δείχνουν ότι ένα χρόνο μετά το φραγμό που έβαλε το φοιτητικό κίνημα του 21΄, επιχειρείται ξανά η εφαρμογή του νόμου 4777. Ένας νόμος που ήρθε για να εντείνει τους ταξικούς διαχωρισμούς στην εκπαίδευση αφού στρώνει τον δρόμο στις επιχειρήσεις, ενώ μειώνει με τις διαγραφές και την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής τον αριθμό των φοιτητ(ρι)ών. Ταυτόχρονα, εξασφαλίζει ένα αποστειρωμένο και χωρίς αντιδράσεις περιβάλλον αφού φέρνει ελέγχους με κάμερες , πειθαρχικά συμβούλια και φυσικά την πολυπόθητη για το κράτος ΟΠΠΙ για να διασφαλίσει όλα τα προηγούμενα.
Ταυτόχρονα, φέρνουν νέο νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ που με μια ματιά καταλαβαίνει κανείς ότι αποτελεί την πλήρη παράδοση του πανεπιστημίου στις επιχειρήσεις. Κουμάντο σύμφωνα με το νέο νομοσχέδιο στο πανεπιστήμιο θα κάνουν διορισμένοι managers, που έρχονται να διαλύσουν κάθε κεκτημένο και υποδομή του πανεπιστημίου,παρακάμπτωντας φοιτητές και καθηγητές, καταργώντας επαγγελματικά δικαιώματα, κατακερματίζοντας τα πτυχία, προετοιμάζοντας το πανεπιστήμιο να παράγει φθηνό και πειθαρχημένο δυναμικό, έρμαιο του εργασιακού μεσαίωνα που έτσι κι αλλιώς επικρατεί.
Η προπαγάνδα που γίνεται για να κάμψει τις αντιδράσεις για όλα αυτά δεν έχει προηγούμενο. Το κράτος, σε συνεργασία με τις πρυτανικές αρχές δημιούργησε το δίπολο “στέκι ή βιβλιοθήκη” ώστε να εγκαταστήσει τις δυνάμεις καταστολής. Το στέκι του βιολογικού ήταν ένας χώρος ανοιχτός, με βιβλιοθήκη, κείμενα, αφίσες όπου πραγματοποιούνταν πολιτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Στα σχέδια της νέας βιβλιοθήκης αξίζει να προσέξουμε ότι πρόκειται για τον χώρο αναμονής, αλλά και ότι αυτοί που γκρέμισαν το ισόγειο του και παρέμεινε έτσι για 4 μήνες ήταν οι πρυτανικές αρχές και η αστυνομία, όσοι δήθεν τώρα ενοχλούνται από τις καταστροφές. Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι οι επί μέρους βιβλιοθήκες των τμημάτων αφέθηκαν στην τύχη τους, δημιουργώντας τεχνητά την ανάγκη μίας νέας βιβλιοθήκης, αλλά και ότι στην κεντρική βιβλιοθήκη βλέπουμε κουβάδες να μαζεύουν τα νερά που στάζουν από τα ταβάνια.
Η αστυνομία λοιπόν καμία βιβλιοθήκη δεν έρχεται να προσέχει. Έτσι κι αλλιώς ο ρόλος της ήταν πάντα να διασφαλίζει τα συμφέροντα των αφεντικών. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και στο πανεπιστήμιο, όπου η έρευνα για τις επιχειρήσεις και για το στρατό ανθίζει, με προγράμματα εκατομμυρίων από ιδιώτες που εκμεταλλεύονται το φτηνό εργατικό δυναμικό των νέων ερευνητών. Την ίδια στιγμή οτιδήποτε δεν έχει να επιφέρει κέρδος, δηλαδή οι ανάγκες για γνώση, σίτιση και στέγαση υποβαθμίζεται διαρκώς. Έτσι αποκλείεται και το πιο καταπιεσμένο κομμάτι εντός των σχολών που αναγκάζεται να δουλεύει ταυτόχρονα με τις σπουδές.