Στην πρώτη, μετά το Πάσχα, διαδήλωση καλούν σήμερα φοιτητές και φοιτήτριες ενάντια στο νομοσχέδιο Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη. Στις 13.00 με σημείο συγκέντρωσης το Άγαλμα Βενιζέλου το φοιτητικό κίνημα ξαναβγαίνει στους δρόμους.
Η Πρωτοβουλία Φοιτητ(ρι)ών Φυσικού σημειώνει σε ανακοίνωσή της:
«Ο νόμος αυτός έρχεται ως απόρροια της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης, η οποία είναι μια συνεχής διαδικασία αλλαγών/μεταβολών στον χώρο της εκπαίδευσης, έτσι ώστε αυτή να εξυπηρετεί τις ανάγκες του κάθε κοινωνικοπολιτικού συστήματος και, στην δική μας περίπτωση, του καπιταλισμού και του κεφαλαίου. Δεν είναι τυχαία η περίοδος στην οποία ψηφίστηκε, καθώς η πανδημία έχει δώσει την ευκαιρία για μια σειρά νομοσχεδίων που πλήττουν την κοινωνική βάση, η οποία βρίσκεται αποδυναμωμένη λόγω των περιοριστικών μέτρων.
Οι πρώτοι επηρεαζόμενοι από τον νόμο 4477 είναι οι μαθητές. Η επιβολή ελάχιστης βάσης εισαγωγής στα Α.Ε.Ι. και διπλού μηχανογραφικού, στερεί, σε τεράστιο αριθμό μαθητών, τη πρόσβαση στα δημόσια πανεπιστήμια. Έτσι, εντείνεται η ήδη προϋπάρχουσα εντατικοποίηση και βαθμοθηρία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα την έλλειψη προσωπικού χρόνου και την παρεμπόδιση ανάπτυξης κριτικής σκέψης. Ακόμα, οξύνεται ο ανταγωνισμός, με αποτέλεσμα την απομάκρυνση από το συλλογικό πνεύμα και την προαγωγή του ατομικού δρόμου στα έφηβα ή/και μικρότερα παιδιά. Όσοι/ες μαθήτ(ρι)ες, δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα παρακολούθησης φροντιστηρίου θα δυσκολεύονται ακόμα περισσότερο ή/και θα αποκλείονται από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ως συνέπεια της περαιτέρω ύψωσης ταξικών φραγμών. Την ίδια ώρα, προωθείται η τεχνική εκπαίδευση και ο θεσμός της μαθητείας (μεταλυκειακό έτος, ετήσια εργασία με ελάχιστες αποδοχές που αιτιολογείται ως πρακτική και ωθεί σε κακοπληρωμένη εργασία).
Μία ακόμα βασική αιχμή του νέου νόμου, αποτελεί και η θέσπιση ορίου φοίτησης στα ν + ν/2 έτη, η οποία αυξάνει τους ταξικούς φραγμούς και εισάγει την εντατικοποίηση και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς φοιτήτ(ρι)ες, που πρέπει να εργάζονται για βιοποριστικούς λόγους παράλληλα με τις σπουδές τους, αποκλείονται από την πανεπιστημιακή εκπαίδευση και αντιμετωπίζονται από την κρατική προπαγάνδα ως «οικονομικά βάρη», με όρους κοινωνικού κανιβαλισμού. Η εφαρμογή του νέου ‘νόμου θα ισχύσει, επίσης, και για τα παιδιά που έχουν εισέλθει στις σχολές πριν τη ψήφιση του νόμου, γεγονός που συνεπάγεται μαζικές διαγραφές και μείωση των πτυχιούχων, σύμφωνα με τις ανάγκες του κεφαλαίου.
Ο νέος πειθαρχικός κώδικας ποινικοποιεί οποιαδήποτε δραστηριότητα μη εγκεκριμένη από αρχές, πρυτανεία και διοικήσεις τμημάτων, όπως τη χρήση αιθουσών για Γενικές Συνελεύσεις, πολιτικές δραστηριότητες, καταλήψεις και πολιτιστικά δρώμενα, τα οποία είναι φύσει ασυμβίβαστα με το «αποστειρωμένο ακαδημαϊκό περιβάλλον» που επιθυμεί το κράτος. Τα όργανα με τα οποία θα επιχειρηθεί η καταστολή των παραπάνω και η επιβολή του νόμου είναι, φυσικά, και άλλοι μπάτσοι του νέου σώματος πανεπιστημιακής αστυνομίας που βρίσκεται προ των πυλών. Σε συνδυασμό με την εγκατάσταση συστημάτων παρακολούθησης σε όλο το πανεπιστήμιο, στην πραγματικότητα, το κράτος δημιουργεί ένα σύγχρονο Πανοπτικόν εντός του campus, ενώ μετατρέπει το πανεπιστήμιο σε αστυνομοκρατούμενο χώρο, καταργώντας, έτσι, και τον δημόσιο/ανοιχτό χαρακτήρα του. Τα μέτρα αυτά έχουν σκοπό τη διασφάλιση της επέλασης των επιχειρηματικών και κρατικών συμφερόντων.
Τέλος, μέσα σε μια συνολική επιθετική πολιτική, το χτύπημα στα κεκτημένα της κοινωνίας στην εκπαίδευση σε συνδυασμό με την καταστολή της ριζοσπαστικοποίησης και της πολιτικοποίησης εντός των πανεπιστημίων, οδηγεί σε αναχρονιστικές εργασιακές σχέσεις ενός αιώνα πίσω. Τόσο οι μαθητές όσο και οι φοιτητές από την κοινωνική βάση πλήττονται σφοδρά από τον νόμο, γι’ αυτό υπάρχει η ανάγκη δόμησης κοινού αγώνα ενάντιά του».
Η Σοσιαλιστική Σπουδαστική Πάλη τονίζει:
«Οι κινητοποιήσεις και οι αγώνες των φοιτητών έχουν δημιουργήσει ένα πρώτο πρόβλημα στην κυβέρνηση. Ανέδειξαν τη βαναυσότητα του νόμου και τον απονομιμοποίησαν. Βοήθησαν στο πρώτο σπάσιμο της αστυνομοκρατίας και των χουντοαπαγορεύσεων. Έχουν κάνει δύσκολο το επόμενο βήμα της κυβέρνησης, να φέρει τα ΜΑΤ μέσα στις σχολές και να προχωρήσει ανενόχλητη την πολιτική της. Έχουν βοηθήσει στη φθορά και αποδυνάμωσή της. Αυτό είναι μια επιτυχία για όλους τους φοιτητές που αγωνίστηκαν και αγωνίζονται! Όμως αυτός ο αγώνας ούτε είναι εύκολος, ούτε θα φτάσει στη νίκη γρήγορα και χωρίς να αναμετρηθούμε με τις αδυναμίες του κινήματος. Το φοιτητικό κίνημα, έχοντας ακόμα ανοιχτές πληγές από τα προηγούμενα χρόνια κρίσης και αποπολιτικοποίησης, ακόμα και οριακής διάλυσης κάποιων δομών του, ξαναβγαίνει στους δρόμους, παρότι οργανωτικά, αλλά και πολιτικά είναι αποδυναμωμένο. Πρέπει να συγκρουστούμε με τις ίδιες μας τις «αδυναμίες». Να παλέψουμε ενάντια στην ατομικοποίηση και αποπολιτικοποίηση, που προωθούν οι αστικές κυβερνήσεις/ΜΜΕ. Καμία επιστροφή στην «κανονικότητα» δεν υπάρχει. Δεν πρέπει να έχουμε καμία αυταπάτη ή αφέλεια ότι χωρίς να συμμετέχουμε ενεργά στις αποφάσεις και τις δράσεις του συλλόγου μας, ότι θα καταφέρουμε το οτιδήποτε. Μόνη διέξοδος είναι να ανατρέψουμε αυτή την κατάσταση, με αγώνες, με την ένταξή μας σ’ έναν συλλογικό τρόπο ζωής, δράσης και δέσμευσης στους αγώνες. Να ενώσουμε τον αγώνα μας στην πράξη με τους μαθητές και τους εργαζόμενους για να υπερασπιστούμε την δημόσια δωρεάν παιδεία, το εργατικό δίκαιο και τα δικαιώματά μας».