Ένα πρόσωπο που σημάδεψε την ιστορία, σε μια επέτειο που σημάδεψε το ίδιο.
Κάθε εβδομάδα, με αφορμή μια επέτειο, στην στήλη «Οι καλοί και οι κακοί» παρουσιάζουμε μια προσωπογραφία ενός ανθρώπου που με την παρουσία του επέδρασε στην εποχή του και βοήθησε την ιστορία να κινηθεί προς τα εδώ ή προς τα εκεί.
Γράφει ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης
Είμαστε στο 1890.
Είναι η εποχή μιας αχαλίνωτης εισοδηματικής ανισότητας, οι γυναίκες στραγγαλίζονται μέσα στους ρόλους που τους επιβάλει η κοινωνία και η εκκλησιαστική ηθική και πολλοί στην αμερικανική μεσαία τάξη που ολοένα και μεγαλώνει φαίνονται έτοιμοι για να προωθήσουν κοινωνικές αλλαγές.
Στη Φιλαδέλφεια, μια νεαρή εικοσιτετράχρονη γυναίκα δίνει μια ομιλία μπροστά στο εκκλησίασμα της θρησκευτικής οργάνωσης Γιούνιτι, με τον προκλητικό τίτλο: «Η σκλαβιά του φύλου».
«Αφήστε τη γυναίκα να αναρωτηθεί: «Γιατί είμαι σκλάβα ενός άντρα; Γιατί δεν θεωρείται το μυαλό μου ίσο με το δικό του; Γιατί η δουλειά μου δεν πληρώνεται το ίδιο με τη δική του;»
Πρόκειται για την Βολτερίν ντε Κλερ, τη γαλλικής καταγωγής Αμερικανίδα ακτιβίστρια, ποιήτρια, συγγραφέα και φεμινίστρια που από νωρίς ασπάστηκε τον αναρχισμό ως πολιτική φιλοσοφία και έγινε μια από τις πιο υποσχόμενες και αφοσιωμένες υποστηρίκτριες του αναρχικού κινήματος, αποκτώντας φήμη ως καθηλωτική ρήτορας και κερδίζοντας τον θαυμασμό των συντρόφων της.
Η Βολτερίν ντε Κλερ, που πήρε το όνομά της από τον γάλλο φιλόσοφο Βολταίρο, γεννήθηκε στις 17 Νοεμβρίου του 1866 στο Λέσλι του Μίσιγκαν. Ο πατέρας της ήταν ράφτης από τη Γαλλία που απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα λόγω της συμμετοχής του στον αμερικανικό εμφύλιο, ενώ η μητέρα της, υπέρμαχη της κατάργησης της δουλείας, από τη Νέα Υόρκη. Ήταν η μικρότερη από τρεις αδερφές και μεγάλωναν μέσα σε μεγάλη ανέχεια. Από μικρή έδειξε την κλίση της στα γράμματα –το πρώτο της ποίημα το έγραψε σε ηλικία 6 χρονών- ενώ στα 12 ο πατέρας της την έστειλε εσώκλειστη σε ένα καθολικό γυναικείο μοναστήρι στο Οντάριο, θέλοντας να της παρέχει καλύτερη εκπαίδευση. Η εμπειρία της στη μονή είχε ως αποτέλεσμα να απομακρυνθεί από τον Χριστιανισμό και τη θρησκεία, να αγκαλιάσει με θέρμη τον αθεϊσμό και να αποστραφεί το δόγμα της υπακοής, ταυτόχρονα όμως να αναπτύξει και εξαιρετικές ρητορικές ικανότητες. Η ίδια είπε για αυτό: « Ήταν σαν να βρισκόμουν στη κοιλάδα της σκιάς του θανάτου και υπάρχουν λευκές ουλές στην ψυχή μου, όπου η άγνοια και η δεισιδαιμονία με έκαιγαν εκείνες τις πνιγηρές μέρες με τη φωτιά της κόλασης».
Τελειώνοντας την εκπαίδευσή της, μετακομίζει στο Γκραντ Ράπιντς του Μίσιγκαν. Εκεί εμπλέκεται με το αντικληρικό κίνημα της ελεύθερης σκέψης –το κίνημα που βασιζόταν στον ορθό λόγο και τον εμπειρισμό, αμφισβητώντας τα κοινωνικά και θρησκευτικά δόγματα, ενώ γράφει άρθρα σε αντίστοιχα περιοδικά, εκδίδοντας τελικά το δικό της με τον τίτλο: «Η εποχή της προόδου». Επηρεάζεται πολύ από τον Άγγλο πολιτικό φιλόσοφο και επαναστάτη Τόμας Πέιν, από τον Χένρι Ντέιβιντ Θόρω, από τον διάσημο δικηγόρο, από τη δίκη για τον Δαρβινισμό, Κλάρενς Ντάροου, καθώς και από τους συνδικαλιστές Ντεμπς και Χέιγουντ.
Κάνει ταξίδια μεταξύ Οχάιο και Βοστόνης και τελικά εγκαθίσταται στην Φιλαδέλφεια, όπου το 1892 ιδρύει την κοινωνική οργάνωση «Όμιλος των Φιλελεύθερων Κυριών». Σκοπός του ομίλου δεν ήταν «να χαμογελάμε στους άνδρες όταν βγάζουν εισιτήριο ή να τους κοιτάζουμε επικριτικά όταν αγοράζουν καραμέλες», έλεγε η Βολτερίν, αλλά να φιλοξενεί συζητήσεις για το φύλο, την απαγόρευση, τον σοσιαλισμό, τον αναρχισμό και την επανάσταση. Η ίδια βγάζει τα προς το ζην παραδίδοντας στο σπίτι της ιδιαίτερα μαθήματα αγγλικής γλώσσας, καλλιγραφίας και μουσικής. Μιλούσε για τη διασύνδεση της γυναικείας καταπίεσης, με την εξουσία του κράτους και τον καπιταλισμό. Δεν ενδιαφερόταν μόνο για τα γυναικεία ζητήματα, αλλά επειδή μεγάλωσε στην φτώχεια, αναμίχθηκε στους αγώνες της εργατικής τάξης, όπως και στη δράση των Εβραίων εμιγκρέδων της Φιλαδέλφειας. Η πολιτική ματιά της ντε Κλερ, που διέτρεξε τα ποιήματα, τους λόγους της και τα δοκίμια της, διαμορφώθηκε ολόκληρη από τα προσωπικά της βιώματα.
Χρόνια! Χρόνια, θα ανακατευτείτε μαζί μου
Ένα μέρος σας θα μεγαλώσει
Από τη θάλασσα που γελά
Από την καρδιά που θρηνεί
Από τα κύματα που λάμπουν
Από τα βέλη του ήλιου
Στον τάφο του ωκεανού
Δίκαια, ψυχρά και άπιστα είστε, δικά μου!
Για αυτό αγαπώ
Την καρδιά σας από πέτρα!
Από τα παραπάνω ύψη
Στα πιο χαμηλά βάθη
Εκεί που κινούνται τα πιο τρομακτικά πράγματα
Δεν υπάρχει τίποτα να δείξει
Μια ζωή δίχως εμπιστοσύνη! Περήφανο να είναι το στέμμα σας
Ανελέητα, όπως κανείς, σώστε μόνο τη θάλασσα!
Αυτό που τη σημάδεψε ήταν η εκτέλεση των αναρχοσυνδικαλιστών διαδηλωτών μετά τις κατασκευασμένες κατηγορίες εναντίον τους από την αστυνομία για την έκρηξη στην πλατεία Χειμάρκετ στο Σικάγο. Τότε γίνεται αναρχική. Η ίδια γράφει: «Μέχρι τότε πίστευα στην ουσία της αμερικανικής δικαιοσύνης σε μια δίκη με ενόρκους. Μετά από αυτό που συνέβη, δεν θα μπορούσα». Για τη θυσία τους η Βολτερίν μιλά κάθε χρόνο στην επέτειο των γεγονότων στο Χέιμαρκετ και επιστρέφει συχνά σε αυτά στα γραπτά της. Στο ερώτημα γιατί είμαι αναρχική, που προσπάθησε να απαντήσει στο έργο της με τον ομώνυμο τίτλο, γράφει πως «με μια φράση θα μπορούσα να πω, γιατί δεν μπορώ αλλιώς».
Η σύγχρονή της Έμα Γκόλντμαν την είχε αποκαλέσει «την ποιήτρια-επαναστάτρια, την ερωτευμένη με την ελευθερία καλλιτέχνιδα, την σπουδαιότερη αναρχική γυναίκα στην Αμερική» και ότι η αφοσίωσή της στα ιδεώδη του αναρχισμού «σφράγιζε ό,τι κι αν έκανε».
Παρά το γεγονός στην αρχή της πολιτικής της ζύμωσης είχε διαφορετικές απόψεις από την Γκόλντμαν, «η Γκόλντμαν είναι κομμουνίστρια, εγώ ατομικίστρια. Εκείνη θέλει την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, εγώ τη διατήρησή της», όπως έγραφε η Βολτερίν, αργότερα ασπάστηκε τις απόψεις της Γκόλντμαν και τον κοινωνικό αναρχισμό. Στο δοκίμιό της «Προς υπεράσπιση της Έμας Γκόλντμαν και του δικαιώματος της απαλλοτρίωσης» λέει χαρακτηριστικά: «Δεν πιστεύω πως ένα μικρό κομμάτι ανθρώπινης σάρκας αξίζει όλα τα δικαιώματα ιδιοκτησίας στην πόλη της Νέας Υόρκης. Λέω ότι είναι δική σας δουλειά να αποφασίσετε εάν θα λιμοκτονείτε και θα παγώνετε στη θέα του φαγητού και των ρούχων έξω από μια φυλακή ή θα προβείτε σε κάποια αποδεδειγμένη πράξη κατά του θεσμού της ιδιοκτησίας για θα πάρετε τη θέση σας δίπλα στον Τίμερμαν και την Γκόλντμαν».
Πέρα από την πολιτική δράση, η ντε Κλερ είχε διάφορες ερωτικές σχέσεις, αλλά καμία δεν την ικανοποίησε πλήρως. Ο συνδικαλιστής Ντάιερ Ντ. Λαμ, είκοσι εφτά χρόνια μεγαλύτερός της, ήταν ο μόνος που της συμπεριφέρθηκε ως ίση, αλλά αυτοκτόνησε, γεγονός που την πλήγωσε βαθιά. Γέννησε έναν γιο, τον Χάρι, με τον ξυλουργό Τζέιμς Έλιοτ που ήταν θαυμαστής του Τόμας Πέιν, αλλά τελικά απομακρύνθηκε και από τους δυο, μη θέλοντας να είναι μητέρα και σύζυγος.
Η δολοφονία του Προέδρου Γούιλιαμ Μακ Κίνλευ από τον αναρχικό Λέοντα Τσοκλός, το 1901, γέννησε αντιαναρχικά αισθήματα στους Αμερικανούς. Όταν ο γερουσιαστής του Κονέκτικατ Τζόζεφ Χόλευ πρόσφερε 1000 δολάρια σε όποιον πυροβολούσε έναν αναρχικό, η Βολτερίν του έγραψε ένα γράμμα, λέγοντάς του να κρατήσει τα χρήματά του –θα μπορούσε να τη σκοτώσει.
«Θα σταθώ μπροστά σας σε όποια απόσταση επιθυμείτε και μπορείτε να πυροβολήσετε, παρουσία μαρτύρων.», του γράφει. «Το αμερικανικό εμπορικό σας ένστικτο δεν το βλέπει αυτό ως ευκαιρία;».
Τον επόμενο χρόνο, θα έχει η ντε Κλερ την εμπειρία μιας δολοφονικής απόπειρας εναντίον της. Ένας μαθητής της που είχε εμμονή μαζί της την πυροβόλησε σε μια έκρηξη ζήλιας. Σώθηκε όμως και όταν συνήλθε έκανε αγώνα για να μη φυλακιστεί. «Θα ήταν ντροπή του πολιτισμού μας αν στέλναμε φυλακή κάποιον του οποίου η πράξη του ήταν αποτέλεσμα μιας νοητικής ασθένειας».
Πίσω όμως από την παθιασμένη της προσωπικότητα κρυβόταν η κατάθλιψη και η απογοήτευση, μαζί με τους φυσικούς πόνους από χρόνιες ασθένειες, που συνδέονταν με το ιγμόριο και τα αυτιά της. Κάποια στιγμή μάλιστα επιχείρησε να αυτοκτονήσει με υπερβολική δόση μορφίνης. Όπως γράφει η Γκόλντμαν, η ντε Κλερ έλεγε πώς : «Δεν νιώθω πουθενά σπίτι μου. Νιώθω σαν ένα χάμενο ή περιπλανώμενο πλάσμα που δεν έχει τόπο και δεν μπορεί να βρει κάτι για να το αισθανθεί σαν σπίτι».
Μέχρι το 1910 η υγεία της είχε επιδεινωθεί. Στο γράμμα που στέλνει σε έναν φίλο της λέει: «Δεν βρίσκω κανένα λόγο στο να κάνω οτιδήποτε. Όλα γίνονται πικρά στο στόμα μου και τα χέρια μου μετατρέπονται σε στάχτες». Μετακομίζει στο Σικάγο και η είδηση της επανάστασης στο Μεξικό την αναζωογονεί. Μαθαίνει Ισπανικά και ετοιμάζεται για ένα ταξίδι στο Λος Άντζελες για να είναι πιο κοντά στον αγώνα, αλλά αρρωσταίνει για τελευταία φορά, από μια μόλυνση που προκάλεσε μια διάτρηση στο τύμπανο του αυτιού της.
Θάφτηκε στο Σικάγο, στο νεκροταφείο που βρίσκεται κοντά στο μνημείο των Μαρτύρων του Χέιμαρκετ.
Το τελευταίο της ποίημα ήταν αφιερωμένο στους επαναστάτες στο Μεξικό:
Γραμμένες με κόκκινο στις στάσεις διαμαρτυρίας τους
Να δουν ο Κόσμος και οι Θεοί
Στον μοιραίο τοίχο με τα ασπόνδυλα χέρια τους
έχουν βάλει «Ουφαρσίν» και σφραγίδες πυρωμένες
Φώτισε το μήνυμα: «Αρπάξτε τη χώρα!
Ανοίξτε τις φυλακές και ελευθερώστε τους ανθρώπους!»
Φλόγα από τις ζώσες λέξεις των νεκρών
Γραμμένες με κόκκινο