in

Βάλτερ Μπένγιαμιν, το απωθημένο σημείωμα του κομματικού μέλους. Του Φαμπρίτσιο Ντενούντσιο*

Βάλτερ Μπένγιαμιν, το απωθημένο σημείωμα του κομματικού μέλους.  Του Φαμπρίτσιο Ντενούντσιο*

Το απόσπασμα του Βάλτερ Μπένγιαμιν που παρουσιάζεται εδώ έπρεπε να είχε ενταχθεί στο «Έργο Τέχνης στην εποχή της δυνατότητας τεχνικής αναπαραγωγής του». Όμως, στη συνέχεια, αφαιρέθηκε, μέχρι να εμφανιστεί ως αυτοτελές κείμενο στην πλήρη έκδοση των έργων του στη Γερμανία και στην Ιταλία. Η ανάγνωσή του επιβεβαιώνει αυτό που πολλοί μελετητές αρνούνταν πάντα: τον μαρξισμό, έστω και ετερόδοξο, του συγγραφέα του.

Το άρθρο του Βάλτερ Μπένγιαμιν, στην πραγματικότητα είναι ένα μεγάλο σημείωμα που εμφανίζεται στην πρώτη δακτυλογραφημένη έκδοση  του Έργου Τέχνης στην εποχή της δυνατότητας τεχνικής αναπαραγωγής του. Δακτυλογραφήθηκε μεταξύ του τέλους του 1935 και των αρχών Φεβρουαρίου  1936, το κείμενο ξαναβρέθηκε στο Αρχείο Χορκχάιμερ – στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης – στη δεκαετία του ογδόντα του περασμένου αιώνα και στη συνέχεια δημοσιεύτηκε, το 1989, στον τόμο VII της γερμανικής έκδοσης των απάντων του Μπένγιαμιν.

Η πλήρης φιλολογική ανασύνθεση του δοκιμίου με τη σχετική πολύ περιπλεγμένη εκδοτική του μοίρα είναι ένα κατ’ εξοχήν πολύπλοκο θέμα, που αφορά τους ειδικούς. Εν ολίγοις, θα πούμε μόνο ότι η έκδοση του Έργου Τέχνης στην οποία εμφανίζεται αυτό το σημείωμα είναι πολύ διαφορετική από την «κλασική», που μεταφράστηκε από τον εκδοτικό οίκο Einaudi το1966. Αυτή η έκδοση βασιζόταν με τη σειρά της στην εξέλιξη που είχε το κείμενο στα χέρια του γερμανού φιλοσόφου μέχρι το 1939 και το οποίο το είχε εντάξει το ζεύγος Αντόρνο στην πρώτη συλλογή γραπτών του Μπένγιαμιν που είχε δημοσιευτεί το 1955. Η ειρωνεία της μοίρας θέλησε να δει το φως μόνο μια γαλλική έκδοση όσο ήταν εν ζωή ο Μπένγιαμιν, αυτή που δημοσιεύτηκε τον Μάιο του 1936 στο περιοδικό του Ινστιτούτου της Φρανκφούρτης σε μετάφραση του Πιερ Κλοσόφσκι.

Από το 2011, μια σειρά εκδόσεων αυτής της πρώτης δακτυλογραφημένης απόδοσης του Έργου Τέχνης ακολούθησαν η μια την άλλη. Πριν από αυτές, κειτόταν λησμονημένη στον τόμο VI της ιταλικής έκδοσης των Απάντων του Μπένγιαμιν, που δημοσιεύτηκε από τον εκδοτικό οίκο Einaudi το 2004.

Η ένταξη στον μαρξισμό

Θα αναρωτηθεί κανείς γιατί τόσοι ιταλοί μελετητές του Μπένγιαμιν και μάλιστα από τους πιο σημαντικούς, περίμεναν πάνω από είκοσι χρόνια μετά τη γερμανική έκδοση, που τόσο καλά γνωρίζουν, πριν να ασχοληθούν με ένα εκδοτικό εγχείρημα αυτού του μεγέθους. Η απάντηση είναι ότι ο κομμουνισμός έπρεπε να εκτοπισθεί στο παρασκήνιο της Ιστορίας από τη νεοφιλελεύθερη αντεπίθεση, πριν να προταθεί στους αναγνώστες η έκδοση του Έργου Τέχνης στην οποία, για όποιον δεν το κατάλαβε ποτέ ή δεν θέλησε να το αποδεχτεί, ο Μπένγιαμιν δεν κάνει τίποτε άλλο από το να αποδεικνύει την ένταξή του στις γραμμές του μαρξισμού. Θα πούμε, λοιπόν, ότι αυτή η καθυστέρηση δεν είναι τυχαία και εξαρτάται από εκείνο το πολιτιστικό μπλοκ φιλοσοφικής προέλευσης, που εξυπηρετεί τις μεταρρυθμιστικές στρατηγικές του παλαιού Pci, που χρησιμοποίησε, στις αρχές της δεκαετίας του ογδόντα του εικοστού αιώνα, τα καλύτερα «μυαλά» και τις καλύτερες «καρδιές» μιας γενιάς για να κόψει κάθε δεσμό μεταξύ του Μπένγιαμιν και της μαρξιστικής παράδοσης, στοχεύοντας άλλοτε στη σκέψη που αφορά την κρίση, άλλοτε την αισθητική, άλλοτε την ηθική, άλλοτε το λεξιλόγιο, άλλοτε τον εβραϊσμό, άλλοτε τη λογοτεχνία, άλλοτε την πνευματικότητα. Όπως θα δούμε διαβάζοντας αυτό το άρθρο, το μοναδικό έδαφος στο οποίο ο Μπένγιαμιν δέχεται να δώσει μάχη, είναι το πολιτικό.

Δεν είναι τυχαίο ότι ένας αμφιλεγόμενος ιστορικός υλιστής του μεγέθους του Αντόρνο θεωρούσε ότι αυτό το σημείωμα, όπως γράφει σε μια επιστολή της 18ης Μαρτίου 1936, αξίζει να σταθεί πλάι στο Κράτος και Επανάσταση. Στην πραγματικότητα, δεν χρειάζεται να αναφερθεί κανείς στον Λένιν – θα έφριττε μπροστά στο σοκ που αυθόρμητα μεταμορφώνει μια μάζα σε ένα σύνολο στελεχών προικισμένων με συνείδηση – όσο στη Ρόζα Λούξεμπουργκ που θα έβλεπε στο ίδιο σοκ τη σπίθα που παρασύρει και μεταμορφώνει κατά τη διάρκεια του αγώνα εκείνα τα προλεταριακά στρώματα που δεν έχουν ταξική συνείδηση, αλλά είναι ενισχυμένα με επαναστατική διάθεση. Για να το πούμε αλλιώς, πρόκειται για τη –Μαζική Απεργία ενάντια στο Κράτος και Επανάσταση, γι’ αυτό η δωδέκατη από τις Θέσεις για την έννοια της ιστορίας είναι αφιερωμένη στην Ένωση Σπάρτακος.

Αυτή η δυνατή επιστροφή στο Έργο Τέχνης, λοιπόν, συνιστά τόσο το εμφανές σημάδι ενός «επιστημονικού» αισθήματος ενοχής, επειδή αγνοήθηκε για πολύν καιρό ένα τόσο σημαντικό κείμενο, όσο και μιας κακής συνείδησης η οποία, μολονότι γνωρίζει ότι έκανε λάθος, εξακολουθεί να επιμένει στο λάθος της και να αποδίδει το «αυθεντικό» νόημα του δοκιμίου του Μπένγιαμιν άλλοτε στη σκέψη της κρίσης άλλοτε στην αισθητική κ.ο.κ. Εν ολίγοις, στις νέες εκδόσεις του Έργου Τέχνης, επιβεβαιώνεται η άποψη ότι ο συγγραφέας είναι ξένος προς τον μαρξισμό.

Συγκυριακές επικαιρότητες

Αυτό το μεγάλο σημείωμα, όμως, εκτιμάται ως παραδρομή, και είναι χρέος της κομμουνιστικής σκέψης να ασχοληθεί μ’ αυτό. Εάν υπάρχει ένα δυναμικό πεδίο στο οποίο αυτό το άρθρο εντάσσεται αυθόρμητα, είναι αυτό που εκπροσωπείται από τη συζήτηση που διεξάγεται αυτή τη στιγμή στην Cgil για τα ζητήματα της οργάνωσης. Στην εισαγωγική εισήγηση στις εργασίες του σεμιναρίου που πραγματοποιήθηκε την 30η Σεπτεμβρίου στην έδρα της Cgil Ρώμης- Λατίου, ο Ερνέστο Ρόκι διευκρίνισε δύο πολύ σημαντικά σημεία: την αλληλεγγύη ως θεμελιώδη αξία του συνδικάτου και την ανάγκη για νέες μορφές προσηλυτισμού ικανές να δημιουργήσουν συλλογική συνάθροιση, απέναντι σε μια κρίση ταυτοποίησης της εργασίας ως κοινού ιδανικού.

Αν έπρεπε, όπως εύχεται ο Ρόκι, τα εργατικά κέντρα (ευγενές όργανο του συνδικάτου) να ξανανοίξουν τις πόρτες τους στην κοινωνία – παρουσιάζοντας έτσι ξανά τη γκραμσιανή έννοια από την τάξη στον λαό – κι αυτό στο όνομα της αλληλεγγύης που θα έπρεπε να συνδέει όλους τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες της γης, τότε λοιπόν, αυτή η αλληλεγγύη δεν πρέπει να πάψει να νοείται υπό την έννοια του Μπένγιαμιν, δηλαδή ως εργαλείο που διαλύει τη συμπαγή αδιαφορία της μάζας και λειτουργεί ως νέος μοχλός διαμόρφωσης της ταξικής συνείδησης και του ταξικού αγώνα.

*Ο Φαμπρίτσιο Ντενούντσιο είναι ερευνητής πολιτικών και  κοινωνικών επιστημών και επικοινωνίας στο πανεπιστήμιο του Σαλέρνο. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο “Manifesto”.

Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς

Πηγή: Εποχή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ο τελευταίος χορός των νεκροθαφτών. Του Γιώργου Ανανδρανιστάκη

Πολιτική συμμαχιών ή πολιτική συναλλαγών;