Οι αυτοδιοικητικές εκλογές πραγματοποιούνται μέσα σε μια ιδιαίτερη συγκυρία. Ποτέ άλλοτε στο πρόσφατο παρελθόν τα αποτελέσματα αυτών των εκλογών δεν ήταν τόσο σημαντικά. Η κρίση που μαστίζει τη χώρα απαιτεί αφενός την ανάδειξη προσώπων ικανών να συμβάλουν μέσα από τους Ο.Τ.Α. στην ανασυγκρότηση της κοινωνίας μας. Αφετέρου, τα αποτελέσματα των εκλογών στους Ο.Τ.Α. πρέπει να δώσουν και ένα ηχηρό μήνυμα για το πολιτικό μέλλον του τόπου. Παρόμοια με ότι γίνεται στην κεντρική πολιτική σκηνή, οι δομές της εξουσίας καταρρέουν και στο τοπικό επίπεδο. Ένα από τα βασικά ζητήματα στρατηγικής της Αριστεράς σε αυτές τις εκλογές είναι η αντιμετώπιση όσων απελευθερώνονται από καθεστωτικούς χώρους και αναζητούν μια άλλη πορεία. Η αντιμετώπιση αυτή οφείλει να γίνει στη βάση τριών υπερβάσεων: (α) υπέρβαση των υπαρχόντων σχημάτων – δημοτικών παρατάξεων, (β) υπέρβαση των ιδεολογικών διαφορών και (γ) υπέρβαση της αντίληψης της τοπικής αυτοδιοίκησης ως σκαλοπάτι για την κεντρική πολιτική σκηνή.
Η υπέρβαση των υπαρχόντων σχημάτων – δημοτικών παρατάξεων είναι απαραίτητη στο βαθμό που αυτές απαντούσαν σε μια εντελώς διαφορετική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα. Η Αριστερά κινούνταν σε μονοψήφια ποσοστά και η χώρα δεν βρίσκονταν σε ανθρωπιστική κρίση. Δεν υποστηρίζω ότι πρέπει να διαγράψουμε τις όποιες θετικές πορείες δημοτικών παρατάξεων. Επισημαίνω απλά ότι αυτές οι πορείες πρέπει να κεφαλαιοποιηθούν, να εμπλουτιστούν σε ανθρώπινο δυναμικό όπου κανείς δεν θεωρείται δεδομένος και να στοχεύσουν στην εκλογή Δημάρχου και δημοτικού συμβουλίου που θα δώσει λύσεις στο τοπικό επίπεδο.
Η υπέρβαση των ιδεολογικών διαφορών συνιστά το πλέον φλέγον ζήτημα αναφορικά με τη συγκρότηση δημοτικών παρατάξεων. Αυτό που πρέπει να απασχολεί, αντί της όποιας συζήτησης περί γενικών ιδεολογικών αρχών, είναι η συμφωνία στα συγκεκριμένα σχέδια για την τοπική αυτοδιοίκηση. Είναι άλλωστε γνωστό που καταλήγουν οι συζητήσεις που εκκινούν από τη χρήση διαφόρων «συστημάτων μέτρησης» των ιδεολογικά ορθών απόψεων. Επιπλέον, ας μην αγνοούμε το γεγονός ότι συχνά οι δηλώσεις ιδεολογικής ταύτισης αποκρύπτουν βαθύτατες διαφορές πολιτικής πρακτικής. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες, αρκετοί από όσους αντιλαμβάνονται τα αυτοδιοικητικά σχήματα που θα υποστηρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ είναι πρόθυμοι για τις οποιεσδήποτε δημόσιες τοποθετήσεις (αρκεί να επανεκλεγούν…).
Η υπέρβαση της αντίληψης της τοπικής αυτοδιοίκησης ως σκαλοπάτι για την κεντρική πολιτική σκηνή είναι εξίσου κρίσιμη. Η κατάρρευση, λόγω λιτότητας, πολλών πτυχών λειτουργίας της κεντρικής διοίκησης του κράτους ανέδειξε τη σημασία της ύπαρξης των τοπικών θεσμών. Υπάρχουν δήμοι πρότυπα μιας αλληλέγγυας κοινωνικής πολιτικής και υπάρχουν δήμοι που αδιαφορούν ή ακόμα και καταστέλλουν ανάλογες πρωτοβουλίες. Τα φαινόμενα αυτά δημιουργούν, υπό νέους όρους, μια κρίσιμη μάζα πολιτών που αντιλαμβάνονται την τοπικότητα ως υπέρτατο σημείο πολιτικής δράσης. Με αυτούς τους πολίτες οφείλει να συνεργαστεί η Αριστερά.
Το μόνο θέμα στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να κάνει καμία απολύτως υπέρβαση είναι το ζήτημα της πολιτικής πρακτικής των προσώπων. Αυτή πρέπει να αποτελέσει το πλέον κρίσιμο κριτήριο επιλογής όσων θα στελεχώσουν τα σχήματα με τα οποία θα συνταχθεί η Αριστερά. Δεν αρκεί να βρεθούν καλοί διαχειριστές με «πείρα και τεχνογνωσία». Υπάρχουν πάρα πολλοί έμπειροι και ικανοί διαχειριστές που αναπαράγουν συστηματικά την πελατειακή λογική και βασίζονται σε δεκαετίες καθεστωτικών δικτύων προερχόμενα κυρίως από το χώρο του ΠΑΣΟΚ. Η σύμπλευση με αυτούς μπορεί να φέρει ένα επιτυχημένο αποτέλεσμα στις δημοτικές εκλογές αλλά θα σημάνει αποτυχία του ευρύτερου πολιτικού προτάγματος της Αριστεράς και ταυτόχρονα αδυναμία χάραξης μιας άλλης πορείας στην τοπική αυτοδιοίκηση. Η συζήτηση για τα όποια πρόσωπα στελεχώσουν ψηφοδέλτια που θα υποστηρίξει η αριστερά δεν πρέπει να γίνει με αρνητικά κριτήρια («τόσα μπορούσε να κάνει κάποιος δεδομένων των συνθηκών…») αλλά με θετικά κριτήρια («τι έχει κάνει κάποιος/α δεδομένων των συνθηκών»). Αυτά τα πρόσωπα θα μπορέσουν να εμπνεύσουν και να συμβάλουν με σύνεση στις κρίσιμες μέρες που έρχονται.
*Ο Γ. Αγγελόπουλος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Το κείμενο δημοσιεύεται στο σημερινό φύλλο της Αυγής.
