«Αυτό που δικάζεται δεν είμαι εγώ αλλά η ιστορία της πόλης» δήλωσε ο Τριαντάφυλλος Μηταφίδης, μέλος του Δ.Σ. του Συνδέσμου Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967-1974 μετά την εκδίκαση στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης της εναντίον του αγωγής των απογόνων του στρ. Αθ. Χρυσοχόου – φρουράρχου Θεσσαλονίκης και Γενικού Διοικητή Μακεδονίας επί ναζιστικής Κατοχής – για «προσβολή μνήμης νεκρού από δημοσιεύματα και ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές».
Με την αγωγή ζητείται από τον Τριαντάφυλλο Μηταφίδη το ποσό 100.000 ευρώ ως αποζημίωση.
Συγκέντρωση αλληλεγγύης πραγματοποίησε πλήθος κόσμου, μέλη του ΣΦΕΑ, του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, βουλευτές και στελέχη του κόμματος.
Όπως υπενθυμίζει ο ΣΦΕΑ: «Οι απόγονοι του στρατηγού Αθανάσιου Χρυσοχόου, ενώ παραιτήθηκαν από προηγούμενη αγωγή κατά του Τριαντάφυλλου Μηταφίδη ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, άσκησαν νέα αγωγή εναντίον του με την κατηγορία ότι με αναρτήσεις του στο διαδίκτυο και δηλώσεις του σε τηλεοπτικές εκπομπές συκοφάντησε και δυσφήμησε τον πατέρα τους: Ως συνεργάτη των ναζιστικών κατοχικών δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη – με την έγκρισή τους διορίστηκε από τις κατοχικές κυβερνήσεις Φρούραρχος της πόλης, Γενικός Επιθεωρητής Νομαρχιών και Γενικός Διοικητής Μακεδονίας. Ως ‘δεξί χέρι’ και υπερασπιστή του Ναζί, ‘δήμιου της Θεσσαλονίκης’, Μαξ Μέρτεν στο Ειδικό Δικαστήριο Εγκληματιών Πολέμου το 1959. Ως επίορκο ανώτατο αξιωματικό που, αντί να αντισταθεί στους κατακτητές, εντασσόμενος είτε στον Ελληνικό Στρατό της Μέσης Ανατολής είτε στις δυνάμεις της Εθνικής Αντίστασης, όπως έπραξε η πλειοψηφία των μονίμων αξιωματικών, επέλεξε να αναλάβει αξιώματα στο καθεστώς της Κατοχής. Ότι, ακόμη, υπηρέτησε τον εχθρό και ανέχθηκε τον αφανισμό του 1/5 του πληθυσμού της πόλης – με την εξόντωση των εβραϊκής καταγωγής συμπολιτών μας στα καταναγκαστικά έργα και στα χιτλερικά στρατόπεδα θανάτου – καθώς και τις εκτελέσεις 1500 αντιστασιακών και πολιτών στο Επταπύργιο και το στρατόπεδο Παύλου Μελά, πέρα από τους χιλιάδες θανάτους από πείνα».
Κι όλα αυτά μετά τη μετονομασία σε οδό Αλμπέρτου Ναρ της οδού που έφερε το όνομά του Αθ. Χρυσοχόου – καθόλου τυχαία από το 1971, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης που διόρισε η χούντα, με βάση το κατάπτυστο ΝΔ 179/1969 της δικτατορίας, που καταργήθηκε το 1982 με την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης. Η μετονομασία έγινε με απόφαση της αρμόδιας Επιτροπής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης και του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης.
Η ιστορικός Μαρία Καβάλα, που κατέθεσε ως μάρτυρας υπεράσπισης του Τρ.Μηταφίδη, επιβεβαίωσε τα όσα έχει πει ο εναγόμενος και δημοσιεύσει για τον Αθ. Χρυσοχόου. Η Μ. Καβάλα τόνισε ότι «πρόκειται για τεκμηριωμένες απόψεις στην ιστοριογραφία. Δεν επρόκειτο για προσωπικές ιδέες ή σκέψεις. Αναφορικά με τη συνεργασία και τον δωσιλογισμό, διευκρίνισα ότι στην ιστορία αποφεύγουμε τη χρήση του όρου “δωσιλογισμός” και την χρησιμοποιούμε μόνο για ανθρώπους που έχουν καταδικαστεί για δωσιλογισμό. Αντίθετα ο όρος “συνεργασία” είναι ένας ευρύτατος όρος που χρησιμοποιείται για όλο το φάσμα των ανθρώπων είτε δικάστηκαν είτε όχι. Μάλιστα, εκ προιμίου τονίστηκε ότι μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο όλες οι κατοχικές κυβερνήσεις σε κατεχόμενες χώρες κλήθηκαν να λογοδοτήσουν ως συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων. Αυτό έγινε γιατί νομικά, και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, δεν επιτρέπεται μία κατέχουσα δύναμη να συγκροτεί κατοχική κυβέρνηση σε μία χώρα. Ειδικά για την Ελλάδα έχει διαπιστωθεί ότι οι κατοχικές κυβερνήσεις ήταν παράνομες, δεν ήταν αυθεντικές, αλλά ετεροκίνητες και αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κατακτητή και στην παραβίαση του διεθνούς δικαίου με έμμεσο και συγκαλυμμένο τρόπο».
Ο Τρ. Μηταφίδης υπενθύμισε ότι εκκρεμεί η απόφαση από την αγωγή που εκδικάστηκε τον Οκτώβριο εναντίον μελών του ΣΦΕΑ, του Σπ. Σακκέτα και του Αλ. Γρίμπα για το ίδιο θέμα. «Αυτό που δικάζεται είναι η προσπάθεια ιστορικής κάθαρσης κάτι προσβλητικό για την πόλη που είναι η δεύτερη πόλη του Ολοκαυτώματος στην Ευρώπη μετά την Βαρσοβία, στην οποία εξακολουθούν να υπάρχουν δρόμοι με τα κατοχικά φαντάσματα, και να είναι αγκαλιά οι θύτες με τα θύματα. Δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτό αυτό όσες αγωγές και διώξεις κάνουν εναντίον μας. Εδώ είμαστε όλος ο ΣΦΕΑ που ξεκίνησε και όλη την προσπάθεια αποχουντοποίησης και αποκατάστασης της ιστορικής μνήμης μετά από την πτώση της χούντας».
«Η αγωγή τους δικαίως μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια ακόμα απόπειρα προσβολής της ιστορικής μνήμης, μέσα στο γενικότερο διεθνές κλίμα αναθεώρησης της Ιστορίας και της αντιφασιστικής νίκης: άρνηση του Ολοκαυτώματος, εξίσωση ναζισμού – κομμουνισμού, μετατροπή των θυτών σε θύματα, όπως στην περίπτωση των δοσιλογικών Ταγμάτων Ασφαλείας – την στιγμή μάλιστα που η χώρα μας διεκδικεί από την ΟΔΓ, ως ‘καθολικού διαδόχου του Γ΄ Ράιχ’, την απόδοση των γερμανικών οφειλών και την αποζημίωση των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας.
Σύμφωνα με τους αλχημιστές του ιστορικού αναθεωρητισμού, δεν υπάρχουν δωσίλογοι, η ακροδεξιά είναι απλώς μια «διαφορετική πολιτική άποψη»(!) Δικαιολογώντας τον αντικομμουνιστικό = αντι-αντιστασιακό φανατισμό του Αθ. Χρυσοχόου, τον αποδίδουν «στο πλαίσιο στο οποίο κινήθηκε», αφού «το προπολεμικό ελληνικό κράτος είχε ως θεμέλιο την καταπολέμηση του κομμουνισμού». Επιπλέον ότι «ο αξιωματικός Αθανάσιος Χρυσοχόου έπραξε το, κατά την αντίληψή του, καθήκον του στην περίοδο της Κατοχής, με παρότρυνση και αποδοχή του αστικού κόσμου (Εκκλησίας, πολιτικών, φορέων)». Σε αντίθεση, βέβαια, με την «ανάπτυξη του ανταρτικού κινήματος, το οποίο είχε ως συνέπεια εκατόμβες θυμάτων από τα γερμανικά αντίποινα»!» σημειώνει ο ΣΦΕΑ σε ανακοίνωσή του.
Το Δ.Σ. του ΣΦΕΑ 1967-1974 με ψήφισμά του είχε χαιρετήσει τη μετονομασία της οδού Αθ. Χρυσοχόου σε Αλβέρτου Ναρ και είχε ζητήσει και πάλι από το Δήμο Θεσσαλονίκης «να προχωρήσει στην επανεξέταση των ονοματοθεσιών που αποφάσισε το διορισμένο από τη Χούντα Δ.Σ.Θ.». Τη στιγμή μάλιστα που από το 2016 η πόλη γιορτάζει επίσημα την απολύτρωσή της από τους Ναζί και έχει δρομολογηθεί η ανέγερση Μουσείου και Εκπαιδευτικού Κέντρου του Ολοκαυτώματος.
Σε αντίθεση με όλα αυτά, όπως σημειώνει ο ΣΦΕΑ «η Διοίκηση του Δήμου Θεσσαλονίκης, έσπευσε εντελώς αυθαίρετα, χωρίς απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, να καθαιρέσει το όνομα του αείμνηστου Αλβέρτου Ναρ και να επανατοποθετήσει τις πινακίδες με το όνομα του Αθ. Χρυσοχόου, ’συμμορφούμενη’ προς μία αμφισβητούμενη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης (149/29-3-2022). Σύμφωνα με αυτήν, δεν υπήρχε ‘το στοιχείο του εξαιρετικού και της αναγκαιότητας για την µετονοµασία’, αν και αναγνώριζε ότι ‘η απόδοση του ονόµατος του στρατηγού Αθανασίου Χρυσοχόου έγινε από το δηµοτικό συµβούλιο που είχε ορίσει η δικτατορία των συνταγµαταρχών, δηλαδή από όργανο που είχε οριστεί παράνοµα και κατά κατάλυση του Συντάγµατος.»(!) Κατά της παραπάνω απόφασης οι εναγόμενοι συναγωνιστές μας έχουν ασκήσει έφεση στο ΣτΕ, που η εκδίκασή της ορίστηκε για τις 13 Ιουνίου».
«Δηλώνουμε ότι θα υπερασπίσουμε τον εναγόμενο συναγωνιστή μας απέναντι στην απαράδεκτη αυτή ενέργεια των απογόνων του Αθ. Χρυσοχόου. Πιστεύουμε ότι το ίδιο οφείλουν να πράξουν και οι αντιφασιστικές- αντιστασιακές οργανώσεις, το Δίκτυο Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών 1940-1945, το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, οι Ισραηλιτικές κοινότητες, οι ενώσεις θυμάτων της Κατοχής, οι κοινωνικοί – πολιτικοί φορείς και οι πρωτοβουλίες που αγωνίζονται κατά του ρατσισμού και του φασισμού» καταλήγει.