DanCarlin, Το τέλος είναι πάντα κοντά, Εκδόσεις Διόπτρα, σελ. 348 (μετάφραση: Παναγιώτης Δρεπανιώτης)
Είμαστε κτήνη; Μήπως το παρακάναμε;
Ουίνστον Τσόρτσιλ
Επέλεξα να παρουσιάσω σήμερα το βιβλίο του Νταν Κάρλιν,όταν διάβασα στην εισαγωγή του: «Αποτελεί φαντασία να σκεφτόμαστε ότι ο κόσμος του εικοστού πρώτου αιώνα θα χτυπηθεί από ένα μεγάλο λοιμό σαν τις μεγάλες πανδημίες των ασθενειών της Ιστορίας, όμως δεν παύει να είναι ένα πιθανό ενδεχόμενο που έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν» (σελ. 12). Για ένα βιβλίο, που δημοσιεύθηκε στο τέλος του 2019, πρόκειται, νομίζω, για εντυπωσιακή διατύπωση.
Όπως και ο τίτλος, άλλωστε. Ποιο τέλος, όμως, είναι πάντα κοντά; Για τον Κάρλιν, το τέλος του κόσμου είναι πάντα κοντά. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα καταστροφολογικό, αποκαλυψιακό βιβλίο; Με μια έννοια, ναι. Ο κύριος στόχος του συγγραφέα, όμως, είναι, αναλύοντας καταστροφές κοινωνιών του παρελθόντος, αναλύοντας την «παρακμή» ή την κατάρρευση, να δει πώς θα αποφύγουμε εμείς την επόμενη, φανερά επωαζόμενη με γοργούς ρυθμούς, καταστροφή.
Πρέπει να επισημανθεί εξαρχής πως ο Κάρλιν είναι επαρκώς υποψιασμένος, ώστε να θέτει σε επερώτηση ακόμη και τα αυτονόητα, όπως, για παράδειγμα, τι αποτελεί πρόοδο και τί παρακμή, επιδιώκοντας να δείξει πόσο έωλες είναι κάποιες από τις κατά πολύ πλειοψηφούσες σημασίες στην εποχή μας.
Να πώς το θέτει, λίγο προκλητικά:
«Είναι άραγε πρόοδος η μετάβαση από μια κοινωνία κυνηγών και τροφοσυλλεκτών σε μια κοινωνία ανθρώπων που ζουν στις πόλεις ή το πιστεύουμε αυτό, απλώς και μόνο, επειδή σήμερα ζούμε κυρίως σε πόλεις; Αν μια μορφωμένη κοινωνία αντικατασταθεί από μια αμόρφωτη, πρόκειται για οπισθοχώρηση στην πρόοδο του πολιτισμού; Αν η οικονομική άνθηση και ο πλούτος μιας κοινωνίας μειωθούν σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από τα ανώτατα που είχαν φτάσει, πρόκειται αναγκαστικά για παρακμή;» (σελ. 48).
Στην εκκίνηση ο Κάρλιν θέτει την ερώτηση, αν οι δύσκολοι καιροί κάνουν τους ανθρώπους πιο ανθεκτικούς και κάνει μια αναλυτική παρουσίαση ενός θέματος για το οποίο σήμερα δεν υπάρχει άνθρωπος που δημόσια θα αποφύγει να το καταδικάσει: την παιδική κακοποίηση. Θυμίζει, λοιπόν, πόσο πρόσφατη είναι η επικράτηση αυτής της στάσης και φτιάχνει μια μικρή και περιεκτική Ιστορία της παιδικής ηλικίας, δείχνοντας την ποικιλία των κοινωνικών αντιλήψεων ακόμη και απέναντι σε ζητήματα τόσο προφανή για μας, σήμερα.
Δεν είναι, ωστόσο, αυτό το θέμα του. Το διεξέρχεται, ακριβώς για να δείξει πόσο «σχετικές» είναι και οι πιο «αυτονόητες» συμπεριφορές, όταν της αναζητήσουμε στην κίνηση της ιστορίας.
Το θέμα του είναι πώς καταστρέφονται οι κοινωνίες, αν υπάρχουν ομοιότητες και επαναλαμβανόμενα πρόδρομα στοιχεία και μοτίβα. Και ξεκινάει την ανάπτυξή του από μια ιστορική εποχή, που προκαλεί όλο και περισσότερο ενδιαφέρον με το πέρασμα των χρόνων: την Εποχή του Χαλκού. Δίνω ένα εκτεταμένο κομμάτι της περιγραφής, αυτού που άλλη συγγραφείς έχουν ονομάσει η «πρώτη παγκοσμιοποίηση»:
«Ένα στιγμιότυπο γύρω στο 1500 π.Χ. θα έδειχνε ένα πολυπολικό γεωπολιτικό τοπίο που εκτεινόταν σε ολόκληρη την περιοχή: την αρχαία Αίγυπτο στα φαραωνικά ύψη όπου έφτασε το Νέο Βασίλειό της, την ισχυρή και σημαντική Χεττιτική αυτοκρατορία, που έλεγχε μεγάλο κομμάτι της σημερινής Τουρκίας και έφτανε νοτιότερα ως τη σημερινή Συρία, την Ασσυρία και τη Βαβυλώνα, ισχυρές κοινωνίες στο σημερινό Ιράκ, τους λαούς του Ελάμ που καταλάμβαναν το νοτιοδυτικό Ιράν, τους Μινωίτες, ένα σπουδαίο κράτος στο θαλάσσιο εμπόριο, με έδρα την Κρήτη, και τους Μυκηναίους που κατείχαν την Ελλάδα.
Ήταν μια εποχή με σπουδαίες πόλεις, πολλές από τις οποίες κοσμούνταν με περίτεχνα παλάτια και αστική ζωή που είχε φτάσει στα ψηλότερα επίπεδα ποιότητας […] Αυτή η εποχή […] ήταν μια κορυφαία περίοδος για την ανάπτυξη της [ευρύτατης αυτής] περιοχής […] Το τελευταίο στάδιο της εποχής του Χαλκού ήταν το πιο χρυσό από όλα» (σελ. 53).
Και ύστερα από αιώνες «ευημερίας» ήρθε μια πραγματικά ραγδαία και τεράστια στις διαστάσεις της κατάρρευση.
«Κάποιος άνθρωπος που θα είχε γεράσει στις περισσότερες πληγείσες περιοχές κατά τη διάρκεια της πιο απότομης πτώσης (περίπου από το 1200 έως το 1150 π.Χ.) θα είχε ζήσει έναν κόσμο πολύ διαφορετικό από αυτόν στον οποίο είχε γεννηθεί» (σελ. 54).
Κάτι τρομερό συνέβη τότε. Εκατοντάδες πόλεις καταστράφηκαν ή εγκαταλείφθηκαν. Όπως σημειώνει ο σπουδαίος ιστορικός Ρόμπερτ Ντριουζ (RobertDrews) αυτό υπήρξε ένα από τα πιο τρομακτικά σημεία καμπής στην ιστορία και μια μεγάλη συμφορά για όσους την έζησαν. Σύμφωνα με τον Ντριουζ, όλες οι σημαντικές πόλεις στην ανατολική Μεσόγειο καταστράφηκαν ολοκληρωτικά. Επρόκειτο για την χειρότερη καταστροφή στην αρχαία ιστορία.
Τι συνέβη, άραγε; Εισβολές εξωτερικών εχθρών, όπως οι διαβόητοι Λαοί της Θάλασσας; Λιμοί, κλιματική αλλαγή, ξηρασία; Σεισμοί, ηφαίστεια, τσουνάμι; Πανδημίες; Εξεγέρσεις των κατώτερων τάξεων; Δυναστικοί πόλεμοι; Ή συνδυασμός πολλών από τα προηγούμενα;
Ο Κάρλιν παρουσιάζει και διερευνά όλες τις σχετικές εκδοχές.
Πράγμα που κάνει και στη συνέχεια εντοπίζοντας το ενδιαφέρον στη ισχυρότερη αυτοκρατορία που αναδύθηκε δύο αιώνες μετά τη μεγάλη κατάρρευση, αυτή της Ασσυρίας. Η Ασσυριακή αυτοκρατορία πανίσχυρη και ανίκητη στο πεδίο της μάχης για τριακόσια τουλάχιστον χρόνια, με ένα προφίλ πρωτοφανούς αγριότητας στην μέχρι τότε ιστορία, που δεν άφηνε στο πέρασμά της τίποτε και κανέναν όρθιο, παραλληλίζεται με το Χιτλερικό κράτος σε ό,τι αφορά τη γενοκτονική πρόθεση των εγχειρημάτων του.
Και αυτή, όμως, καταστράφηκε ολοσχερώς. Δεν ξέρουμε από ποιους και πότε ακριβώς, αλλά είναι βέβαιο ό,τι λίγο μετά το 650 π.Χ. κάποιοι έσφαξαν όλον τον πληθυσμό της Νινευί, της Ασσυριακής πρωτεύουσας, που ανέρχονταν στις 150000 και καταλάμβανε οκτώ χιλιάδες στρέμματα. Η περίπτωσή της, σύμφωνα με τον Κάρλιν, μπορεί να μας δώσει πολλά και σημαντικά μαθήματα 3000 χρόνια μετά. Γι’ αυτό την αναπτύσσει διεξοδικά.
Όπως θα κάνει, στη συνέχεια, και με την Πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και τη σχέση της με την πανσπερμία «βαρβάρων» -Γότθων, Ούννων, Τευτόνων και όλων των ειδών των «Γερμανών»- απέναντι στους οποίους βρέθηκε για αιώνες. Με την Καρολίγγεια περίοδο και τους πολέμους που «έσταζαν θρησκεία», με την εποχή της βουβωνικής πανώλης, της «νόσου του Ιουστινιανού», που αφού εξόντωσε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπων τον 6ο αιώνα θα επανέκαμπτε τον 14ο θανατώνοντας με φρικτό τρόπο ίσως και το 60% του ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Η πραγμάτευσή του θα ολοκληρωθεί με τις σύγχρονες τεράστιες απειλές που αντιπροσωπεύουν τα πυρηνικά όπλα, η κλιματική κρίση και οι επερχόμενες, όλο και πυκνότερα πιθανά, πανδημίες.
Το παράδοξο του Φέρμι συνίσταται στο ερώτημα γιατί οι εξωγήινοι, οι οποίοι σύμφωνα με τους περισσότερους φυσικούς θα έπρεπε να κατακλύζουν τον κόσμο και να πέφτουμε συνεχώς πάνω τους, δεν είναι πουθενά. Μια από τις πιο απαισιόδοξες -πολύ εύλογες, όμως- απαντήσεις- είναι πως οι πολιτισμοί καταστρέφονται πριν φτάσουν στο σημείο να μπορούν να επικοινωνήσουν, έστω σε αστρικές αποστάσεις. Ακόμη κι έτσι, δεν συνιστά νομοτέλεια.