Την απόφαση ότι η συνταγματική απαγόρευση μετατροπής των συμβάσεων ορισμένου σε αορίστου χρόνου (άρθρο 103 Συντάγματος) δεν εμποδίζει τα δικαστήρια να κάνουν τον ορθό χαρακτηρισμό των συμβάσεων εργασίας πήρε το Πρωτοδικείο Αθηνών δικαιώνοντας συμβασιούχο εργαζόμενη στην Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων.
Η συμβασιούχος υπέγραφε από το 2008 έως το 2011 διαδοχικές συμβάσεις μίσθωσης έργου, παρά το γεγονός -όπως υποστηρίζει- ότι κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες της Γραμματείας. Με την απόλυσή της (μη ανανέωση σύμβασης) προσέφυγε στη Δικαιοσύνη. Σύμφωνα με την απόφαση του Πρωτοδικείου το Προεδρικό διάταγμα «Παυλόπουλου» (Π.Δ. 164/2004) που επέτρεψε, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις και όρους, την μετατροπή συμβάσεων εργασίας ορισμένου σε αορίστου χρόνου δεν επιφέρει αποτελεσματική προστασία στους εργαζομένους, καθώς περιλαμβάνει αντιφατικές και αόριστες ρυθμίσεις.
Το δικαστήριο έκρινε ακόμη ότι από τη συνταγματική απαγόρευση (άρθρο 103) μετατροπής των συμβάσεων ορισμένου σε αορίστου χρόνου «δεν συνάγεται και απαγόρευση για την αναγνώριση του πραγματικού χαρακτήρα ορισμένης σχέσης, που δεν είναι “μετατροπή”, αλλά ορθός χαρακτηρισμός της έννομης σχέσης κατά τη δικαστική διαδικασία ή τη διοικητική διαδικασία υπό τον έλεγχο του ΑΣΕΠ». Έτσι για το χαρακτηρισμό της σύμβασης ως αορίστου ή ορισμένου χρόνου θα εφαρμόζεται η εργατική νομοθεσία (Ν. 2112/1920), προσθέτει το Πρωτοδικείο.
Συνεπώς σύμφωνα με το δικαστήριο οι διαδοχικές συμβάσεις που υπεγράφησαν «φέρουν μεν τον τίτλο των συμβάσεων έργου, πλην όμως κατ’ επίφαση, μόνον, δόθηκε ο εν λόγω χαρακτηρισμός, καθόσον στην πραγματικότητα υποκρύπτεται σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου». Και αυτό γιατί η συμβασιούχος -όπως αποδέχθηκε- κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες της Γραμματείας. Συνεπώς, κατέληξε το δικαστήριο, η συμβασιούχος συνδέεται με τη Γραμματεία με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου