in ,

Το Παρελθόν

Το Παρελθόν

Ο Ασγκάρ Φαραντί αποφάσισε το 2013 να πιάσει το νήμα ακριβώς από εκεί που το άφησε το 2011, δηλαδή από έναν χωρισμό. Κάνει την μετάβαση από την Τεχεράνη στο Παρίσι, ωστόσο δεν μαγεύεται από τις σειρήνες και την ομορφιά της πόλης του Φωτός. Επικεντρώνεται και πάλι σε ένα ψυχολογικό θρίλερ κλειστού χώρου. Αποθέωση στις Κάννες, Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής και Καλύτερης Γυναικείας ερμηνείας για την εξαιρετική Μπερενίς Μπεζό. Το αεροπλάνο προσγειώνεται, ο χρόνος μηδενίζει, έχουν περάσει ήδη τέσσερα έτη και μένει φαινομενικά να υπογραφεί το τυπικό σκέλος ενός διαζυγίου.

Γράφει ο Μίλτος Τόσκας

Από την πρώτη κιόλας σκηνή ο σπουδαίος δημιουργός προοικονομεί με λεπτή υφή το τι θα ακολουθήσει. Μία πλαστική τζαμαρία … κενό, σαφής η απόσταση. Απέλπιδα προσπάθεια συνεννόησης με τα μάτια και νοήματα. “Φοβήθηκα ότι θα με στήσεις πάλι, δεν ήμουν σίγουρη πως θα έρθεις”. Κάτι έχει σπάσει οριστικά, όχι απλά ραγίσει. Ο Αχμάντ περιμένει με αγωνία να δει τα παιδιά του. Τελικά έρχεται αντιμέτωπος με μία πραγματικότητα που δεν περίμενε. Δεν του μένει χρόνος να αντιδράσει. Η έλευσή του γίνεται αφορμή να διαταραχθεί η ισορροπία της σιωπής. Η αλήθεια θα λάμψει, θα αφήσει όμως πίσω της ανεξίτηλα σημάδια.

Μεγάλη έμφαση δίνεται στον αντίκτυπο που έχουν οι προστριβές των ενηλίκων στα παιδιά. Αθώα πλάσματα που μεγαλώνουν μέσα σε συνεχή προβλήματα και διαδοχικές συγκρούσεις. Ένα καθ’ όλα “ανθυγιεινό” περιβάλλον. Τα τραύματα στη ψυχή μένουν για πάντα. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όλων το αγοράκι, που δε ξεσπάει. Όσο μικρότερος, τόσο πιο ευάλωτος. Φωνές, παρατηρήσεις, έλλειψη επιβράβευσης. Μεταφορά των κακώς κειμένων του Ιράν και της Τεχεράνης στη Γαλλία και το Παρίσι. Και κάπου στην μέση ο Αχμάντ (Αλί Μοσαφά) δέκτης διασταυρούμενων πυρών.

Το παρελθόν μοιάζει να στοιχειώνει ολόκληρη την τοπική κοινωνία. Οι άνθρωποι θέλουν να κάνουν ένα βήμα μπροστά, να βάψουν συμβολικά το σπίτι σαν σύμβολο επανεκκίνησης και μια ανώτερη δύναμη μοιάζει να τους κρατάει πίσω. Ένα διαρκές παιχνίδι αναζήτησης και ταυτόχρονα μετατόπισης των ευθυνών. H ένταση αυξάνεται κλιμακωτά και κορυφώνεται λίγο πριν το φινάλε. Ένοχα μυστικά αποκαλύπτονται. Η τεχνολογία έχει κάνει και πάλι το “θαύμα” της. Προσπάθεια απενοχοποίησης και ταυτόχρονα εξιλέωσης. Μένει όμως χρόνος;

Στιχομυθίες δομημένες με ξεχωριστή λεπτομέρεια. Δεν υπάρχει ξεκάθαρα ένοχος. Άπαντες είναι θύματα για μία σειρά από λόγους. Ο Φαραντί μπορεί να μη το λέει ξεκάθαρα, αλλά αφήνει ξεκάθαρα σε όλα τα έργα του ένα πέπλο, ένα σύννεφο που αγγίζει το σύστημα στο εκάστοτε κράτος Είναι αυτό που οδηγεί τα άτομα σε διαδοχικά αδιέξοδα. Και θα αναρωτηθεί κανείς ποια είναι η απάντηση σε όλο αυτό το καλοστημένο σχέδιο που διαρρηγνύει τις ανθρώπινες σχέσεις; Πάντως όχι η μεμψιμοιρία κι η σιωπηλή αποδοχή.

Ο Πολιτισμός χτίζει γέφυρες, το ίδιο κι η αληθινή αγάπη. Αυτό μας αφήνει ως επιμύθιο, ως ηθικό δίδαγμα αυτή η σπουδαία ταινία. “Πρέπει να ξεχάσουμε! -Μπορούμε; -Πρέπει. -Ξέχνα”! Οι αναμνήσεις, τα απωθημένα, το ανεκπλήρωτο μας κυνηγούν. Πρέπει όμως να κοιτάξουμε μπροστά με αποφασιστικότητα. Να βρούμε τη δύναμη και τους ανθρώπους με τους οποίους θα το καταφέρουμε. Μέσα από τα μικρά – μικρά της ζωής άλλωστε έρχεται η πραγματική ευτυχία. Τολμήστε …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Η ζωή ως κοινό. Του Σταύρου Σταυρίδη

Ο αγώνας διαρκείας των εργαζομένων συμβασιούχων της Υπηρεσίας Ασύλου