Την έντονη διαμαρτυρία και την ανησυχία τους εκφράζουν σύλλογοι γονέων με παιδιά με χρόνια νοσήματα αλλά και συνδικαλιστικοί φορείς των σχολικών νοσηλευτών για την αλλαγή της διάταξης που αφορά τον σχολικό νοσηλευτή ή την σχολική νοσηλεύτρια.
Μέσα από το δαιδαλώδες νομοσχέδιο σκούπα του Υπουργείου Παιδείας που κατατέθηκε στη Βουλή -και ήδη έχει προκαλέσει αντιδράσεις από εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης- αλλάζει κάτι που αφορά άμεσα την υγεία και την ασφάλεια των παιδιών. Και αυτό γιατί μέσα από το Άρθρο 146, που τροποποιεί την παρ 5. του άρθρου 34 του ν.36999/2008, προβλέπεται ότι ένας σχολικός νοσηλευτής θα αναλαμβάνει περισσότερες από μία σχολικές μονάδες εντός ακτίνας 500 μέτρων.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Άρθρο 146, «σχολικός νοσηλευτής που τοποθετείται σε σχολική μονάδα γενικής εκπαίδευσης υποστηρίζει το σύνολο των μαθητών για τους οποίους έχει εκδοθεί απόφαση έγκρισης υποστήριξης, καθώς και μαθητές με έγκριση υποστήριξης που φοιτούν σε συστεγαζόμενα ή/και όμορα σχολεία εντός ακτίνας πεντακοσίων (500) μέτρων από τη σχολική μονάδα τοποθέτησης».
«Μέχρι τώρα ο νόμος προέβλεπε ότι παιδιά που έχουν πολύ σοβαρά νοσήματα, π.χ. παιδιά που παθαίνουν επιληπτικές κρίσεις, αλλεργικά σοκ, που έχουν μοσχεύματα στην καρδιά υποστηρίζονται από σχολικό νοσηλευτή που τοποθετούνταν στη σχολική μονάδα. Ο ρόλος του/της ήταν αφενός η υποστήριξη του εκάστοτε παιδιού σε περίπτωση που συμβεί κάτι αφετέρου μπορούσε να το συνοδέψει στο νοσοκομείο» εξηγεί η Φαίη Εμβολιάδου, εκπαιδευτικός παράλληλης στήριξης και μητέρα δύο κοριτσιών με αλλεργίες μιλώντας στο Alterthess. Επιπλέον, όπως εξηγεί η ίδια, ο/η σχολικός-ή νοσηλευτής-τρια υποστήριζε συνολικά το σχολείο.
Το ένα εκ των δύο παιδιών της Φαίης Εμβολιάδου πρόκειται αυτόν τον χρόνο να εισαχθεί στη νηπιακή εκπαίδευση σε δημόσιο σχολείο, κάτι που έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία και στην ίδια: «Τώρα ο νέος νόμος επιτρέπει σε έναν μόνο σχολικό νοσηλευτή να καλύπτει πολλαπλές όμορες σχολικές μονάδες σε ακτίνα 500 μέτρων. Αυτό στην πραγματικότητα δε μπορεί να λειτουργήσει γιατί το αλλεργικό νόσημα δεν σε προειδοποιεί, η επιληπτική κρίση δεν σε προειδοποιεί, μια δυσλειτουργία ή ένα υπογλυκαιμικό σοκ δεν σε προειδοποιεί. Το αλλεργικό σοκ ή η υπογλυκαιμία είναι μια κατάσταση που μπορεί να σου κοστίσει τη ζωή. Σημαίνει ότι εκείνη την ώρα θα πρέπει ο σχολικός νοσηλευτής να σου κάνει την ένεση της επινεφρίνης ή της αδρεναλίνης και να φύγεις απευθείας στο νοσοκομείο γιατί μπορεί να αποφραχθεί ο λαιμός του παιδιού και σε πέντε λεπτά να χάσεις άνθρωπο. Τίθεται δηλαδή η ζωή των παιδιών σε κίνδυνο».
Η ίδια μάλιστα τονίζει ότι «για τα παιδιά με αλλεργίες ούτως η άλλως υπάρχει πρόβλημα, δεδομένου ότι η αδρεναλίνη δεν υπάρχει εδώ και δύο χρόνια στην αγορά, ενώ το παιδί της έχει νοσηλευτεί αρκετές φορές».
Η ίδια ως εκπαιδευτικός παράλληλης στήριξης διαθέτει εκείνη την εμπειρία για να διαπιστώσει ότι πέρα από τα πολλαπλά προβλήματα που υπάρχουν στα σχολεία, γονείς με παιδιά που δικαιούνται και παράλληλη εκπαιδευτική στήριξη και σχολικό νοσηλευτή αναγκάζονται να μπουν στο δίλημμα να επιλέξουν ένα από τα δύο καθώς το απαγορεύει ο νόμος. Για παράδειγμα, όπως προσθέτει, «ένα παιδί στο φάσμα του αυτισμού που χρειάζεται και εκπαιδευτική στήριξη και σχολικό νοσηλευτή δε μπορεί να έχει και τα δύο. Το βρίσκω ακόμη τραγικότερο όλο αυτό, δεδομένου ότι οι εργαζόμενοι αυτοί (σ.σ. σχολικοί νοσηλευτές), όπως και εμείς, πληρωνόμαστε από προγράμματα ΕΣΠΑ ενώ όλη αυτή η “οικονομία” γίνεται σε βάρος της υγείας των παιδιών μας».
Τα παιδιά δεν είναι αριθμοί
Αυτό ακριβώς επισημαίνει και ο «Σύλλογος Γονέων και Φίλων Παιδιών με Αλλεργίες» σε ανακοίνωσή του, μαζί με πλήθος άλλων συνδικαλιστικών φορέων στον χώρο της υγείας και της εκπαίδευσης που αντιδρούν στην αλλαγή του καθεστώτος του σχολικού νοσηλευτή.
Ο Σύλλογος συνοπτικά αναφέρει τις επιπτώσεις της νέας διάταξης:
-Αφήνει χωρίς άμεση ιατρική υποστήριξη μαθητές με σοβαρά χρόνια νοσήματα, όπως τροφικές αλλεργίες με κίνδυνο αναφυλαξίας, σακχαρώδη διαβήτη, επιληψία, καρδιοπάθειες, σπάνια νοσήματα
-Βασίζεται σε μια γενική και ασαφή εκτίμηση βαρύτητας χωρίς εγγύηση ότι γίνεται από θεράποντα εξειδικευμένο γιατρό
-Δε προβλέπει καμία εξαίρεση για επείγουσες παθήσεις στις οποίες το κάθε λεπτό καθυστέρησης μπορεί να είναι μοιραίο.
«Σε μια εποχή που οι χρόνιες παθήσεις και οι αλλεργίες αυξάνονται ραγδαία -παγκοσμίως και στη χώρα μας- είναι αδιανόητο η Πολιτεία να υποβαθμίζει αντί να ενισχύει τις υποστηρικτικές δομές στο δημόσιο σχολείο. Γίνεται λοιπόν σαφές ότι η τροποποίηση αυτή δεν υπηρετεί την παιδαγωγική ισότητα, την πρόληψη ούτε την υγεία. Υπηρετεί τη στατιστική διαχείριση, την οικονομία εις βάρος της ζωής» σημειώνει ο Σύλλογος διερωτώμενος φυσικά “ποιος θα φέρει την ευθύνη αν χαθεί ένα παιδί” αλλά και «τι αξία έχει η έγκριση υποστήριξης από το Υπουργείο όταν δεν εξασφαλίζεται η φυσική παρουσία νοσηλευτή δίπλα στο παιδί μας»
Έτσι και αλλιώς το αυτονόητο, δηλαδή κανένα παιδί με αναγνωρισμένη ανάγκη νοσηλευτικής υποστήριξης μην φοιτά σε σχολεία χωρίς νοσηλευτή παρόντα σε πραγματικό χρόνο, δεν τηρείται, καθώς αφενός δεν καλύπτονται όλα τα κενά και αφετέρου ένας νοσηλευτής καλύπτει τόσο συστεγαζόμενα όσο και μη σχολεία αφήνοντας κάθε φορά που απουσιάζει τα υπόλοιπα παιδιά. Οι γονείς ζητούν άμεση απόσυρση ή ουσιαστική αναθεώρηση της διάταξης με ρήτρα αποκλειστικής παρουσίας του σχολικού νοσηλευτή για εγκεκριμένα περιστατικά. Αιτούνται, ακόμη, την πρόβλεψη θεράποντα ειδικού ιατρού και όχι απλής υπηρεσιακής κρίσης για την εκτίμηση της ανάγκης υποστήριξης, καθώς και την ενίσχυση του θεσμού του σχολικού νοσηλευτή.
Οι σύλλογοι γονέων φτάνουν στο σημείο να υπενθυμίζουν ότι τα παιδιά δεν είναι αριθμοί αλλά άνθρωποι, ενώ από την πλευρά τους οι σχολικοί νοσηλευτές τονίζουν, εκτός του προφανούς κινδύνου που διατρέχουν τα παιδιά από την λειτουργικά αδύνατη αλλά και ηθικά επικίνδυνη αλλαγή αυτή, τι σημαίνει αυτό και για τους ίδιους-ες.
Έμμεση μετατόπιση της ευθύνης για την υγεία των παιδιών
Συγκεκριμένα, η Άννα Πρωτόπαπα, πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Σχολικών Νοσηλευτών, σε άρθρο της στο esos.gr ξεκαθαρίζει ότι οι διεθνείς ιατρικοί φορείς (CDC, NASN, WHO) είναι σαφείς: «Ο σχολικός νοσηλευτής πρέπει να είναι παρών, όλη την ημέρα, στο πλευρό των παιδιών με αυξημένες ανάγκες. Όχι «διαθέσιμος», αλλά παρών».
«Ο στόχος της ρύθμισης δεν είναι η ευελιξία. Είναι η μείωση των εγκρίσεων Σχολικών Νοσηλευτών. Αν μπορεί ένας να καλύψει τρία σχολεία, γιατί να προσληφθούν άλλοι δύο;» τονίζει.
Παράλληλα, όπως επισημαίνει, επίσης, στο esos.gr, είναι και μια έμμεση – και απολύτως συνειδητή – μετατόπιση ευθύνης. «Γιατί όταν ο Σχολικός Νοσηλευτής δεν βρίσκεται σταθερά στη μονάδα του, ποιος θα καλύψει το κενό; Μήπως, στην πράξη, επιχειρείται σιωπηλά και μεθοδικά να μετατραπούν οι Εκπαιδευτικοί σε “Σχολικούς Νοσηλευτές ανάγκης”; Μήπως τελικά ζητείται να αναλάβουν ρόλους που δεν τους ανήκουν, δεν τους αναλογούν και δεν μπορούν να φέρουν εις πέρας με ασφάλεια; Όταν ο Σχολικός Νοσηλευτής καλείται να καλύπτει πολλαπλές σχολικές μονάδες και συνεπώς δεν είναι παρών σε σταθερή βάση, είναι απολύτως εύλογο να αναρωτηθούμε: Σε περίπτωση έκτακτου συμβάντος, ποιος θα αναλάβει την ευθύνη;» διερωτάται.
Εκτός του ότι οι εκπαιδευτικοί είναι επιφορτισμένοι με τεράστιο παιδαγωγικό και διοικητικό φορτίο, δεν έχουν ούτε την ιατρική εκπαίδευση, ούτε την θεσμική αρμοδιότητα να διαχειριστούν κρίσιμα περιστατικά υγείας.
Όλο αυτό, σύμφωνα με την πρόεδρο του του Πανελλήνιου Συλλόγου Σχολικών Νοσηλευτών, έχει ένα τίμημα που θα το πληρώσουν οι μαθητές που θα μείνουν χωρίς άμεση υποστήριξη τη στιγμή της κρίσης ενώ οι γονείς θα αναζητούν ευθύνες εκ των υστέρων, όταν θα είναι πια αργά… Από την άλλη «οι εκπαιδευτικοί, θα βρεθούν με την ευθύνη ενός επεισοδίου στα χέρια τους, χωρίς να την έχουν επιλέξει. Οι Σχολικοί Νοσηλευτές θα γίνουν υπεύθυνοι για τα πάντα, χωρίς να είναι παρόντες, χωρίς προστασία, χωρίς στήριξη. Τα ίδια τα σχολεία, θα κληθούν να λειτουργήσουν με “καλυμμένα” κενά – δηλαδή χωρίς ουσιαστική κάλυψη».
Να σημειωθεί ότι η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδος (ΕΝΕ) και ο Πανελλήνιος Σύλλογος Επισκεπτών Υγείας (ΠΣΕΥ/ΝΠΔΔ), μεταξύ άλλων συνδικαλιστικών φορέων, δηλώνουν ότι είναι κάθετα αντίθετοι σε αυτή την αλλαγή τονίζοντας ότι υπονομεύει ευθέως τη φροντίδα υγείας των μαθητών. Παράλληλα, τονίζουν ότι σύμφωνα με τον Ν. 3699/2008, η ειδική αγωγή αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της δημόσιας παιδείας και η Πολιτεία οφείλει να διασφαλίζει ίσες ευκαιρίες και πλήρη συμμετοχή των μαθητών με αναπηρία ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Σταυρούλα Πουλημένη