Χρήστος Λάσκος – Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος (επιμέλεια), Ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση 2015-2019. Η Αριστερά;, Τόπος, Αθήνα, σσ. 422
Υπάρχει μια ξένη τηλεοπτική σειρά στην ελληνική τηλεόραση που προβάλλεται εδώ και χρόνια. Λέγεται «Mayday» και ασχολείται σε κάθε επεισόδιο με ένα αεροπλάνο που πέφτει. Οι ερευνητές και οι εμπειρογνώμονες του δυστυχήματος ψάχνουν με αγωνία τα μαύρα κουτιά, δηλαδή τους καταγραφείς των δεδομένων της πτήσης και των συνομιλιών των πιλότων μέσα στο πιλοτήριο. Με τα μαύρα κουτιά κυρίως –και συνεκτιμώντας και άλλα στοιχεία–, οι ερευνητές αποκαλύπτουν τα αίτια της τραγωδίας.
Όταν πρωτοπήρα στα χέρια μου το βιβλίο, είχα την αίσθηση ότι ανοίγουμε ένα μαύρο κουτί. Θα μου πείτε: Αυτά τα 4,5 χρόνια «αριστερής» διακυβέρνησης ήταν το ανάλογο μιας αεροπορικής τραγωδίας; Μια πολιτική τραγωδία, ας πούμε; Και ναι και όχι.
Από τη σκοπιά του επιπέδου διαβίωσης της κατώτερης και μεσαίας τάξης, ίσως όχι. Είχαμε καθήλωση και δίχτυ προστασίας μόνο για την ακραία φτώχεια, παρ’ ότι στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ εκπονήθηκαν νόμοι που έδεσαν πιο γερά την νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη του κράτους.
Όμως, από την σκοπιά της υπόθεσης του σοσιαλισμού, για την Αριστερά όλων των εκφάνσεων και την Αναρχία, οι συνέπειες της ήττας και μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ είχαν τα χαρακτηριστικά τραγωδίας. Το 2015 ούτε ο πιο απαισιόδοξος από μας δεν θα μάντευε την έκταση του ξυπνήματος των συντηρητικών αντανακλαστικών της ελληνικής κοινωνίας: την παγίωση του «όλοι ίδιοι είναι», την κατασυκοφάντηση των ιδεών και των αξιών της Αριστεράς από την μαύρη συμμαχία της αντίδρασης, την επικράτηση του «TINA». Και το χειρότερο είναι –όπως επισημαίνει ο Αντώνης Νταβανέλος στο βιβλίο– ότι «οι καπιταλιστές στην Ελλάδα, αισθάνονται πιο σταθεροί σήμερα απ’ ό,τι στις συνθήκες πανικού του 2015».
Άρα, λοιπόν, έχει νόημα να ανοίξουμε το μαύρο κουτί της «αριστερής» διακυβέρνησης. Επ’ αυτού τουλάχιστον να συμφωνήσουμε.
Συχνά, και κατά την διάρκεια ενδοαριστερών συγκρούσεων, όλο το ιδεολογικό φορτίο των αντιμαχόμενων ομάδων συμπυκνώνεται σε μια- δυο λέξεις κλειδιά. Τότε, το 2015, αυτές οι λέξεις ήταν: «προδοσία» ή «ήττα». Δεν πρόκειται περί διαμάχης για το γένος των αγγέλων. Γιατί το πώς θα το χαρακτηρίσει κανείς –ειδικά αν υπήρξε, όπως πολλοί συγγραφείς του βιβλίου, στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ– έχει σχέση με τις ευθύνες που αποδίδει στον εαυτό του. Με την «προδοσία της ηγεσίας» ξεμπερδεύει κανείς εύκολα. Αν χρειάζεται να απολογηθεί για κάτι, είναι μόνο για την πολιτική του αφέλεια. Αντίθετα, η «ήττα» σε όλες τις εκδοχές της –δηλαδή ήττα στρατηγικής, ήττα ανεπάρκειας του πολιτικού φορέα, ήττα συγκεκριμένων κινήσεων: ό,τι κι αν είναι απ’ αυτά– εμπεριέχει συμμετοχή και συνενοχή. Δύσκολος ρόλος.
Ο Χρήστος και ο Δημοσθένης, που έχουν την επιμέλεια αυτού του τόμου, δεν τοποθετούνται ως «προδομένοι». Παρ’ ότι είναι πια γνωστές οι εν κρυπτώ κινήσεις της ηγεσίας, παρ’ ότι αποφάσεις συνεδρίων απαξιώθηκαν για να ανατραπούν στη συνέχεια από την ηγετική ομάδα, παρ’ ότι το «this is a coup» τελικά δεν αφορούσε μόνο τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, δεν πρόκειται μόνο περί αυτού. Ο Χρήστος, ο Δημοσθένης και άλλοι 33 άνθρωποι της αριστεράς, της θεωρίας και της δράσης, οι οποίοι καταθέτουν τη συμβολή τους σ’ αυτή την δύσκολη αναζήτηση αιτιών, δεν ξεμπερδεύουν με μια κριτική της ηγετικής ομάδας. Ψάχνουν βαθύτερα. Μήπως στον ριζοσπαστικό, ανερχόμενο, αντιμνημονιακό ΣΥΡΙΖΑ υπήρχαν τα σπέρματα της ήττας και της υποχώρησης; Μήπως «υπήρξαν ήδη στον λόγο και την στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, ίχνη ηγεμόνευσης από την αστική ιδεολογία», όπως και ο Παναγιώτης Σωτήρης αναφέρει; «Από το 2012» –γράφει ο Λάσκος– «κερδίζει σταθερά έδαφος η δημαγωγία ότι οι εχθροί του λαού είναι μόνο το μεγάλο κεφάλαιο και η διαπλοκή, δηλαδή μερικές εκατοντάδες οικογένειες. Οι άλλοι δεν έχουν να φοβηθούν τίποτε». Νομίζω είναι αποκαλυπτικό.
Μια ανατομία του φαινομένου ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί αυτό το συλλογικό πόνημα ευθύνης και διεισδυτικότητας. 35 άνθρωποι της Αριστεράς και των κινημάτων από όλους τους χώρους προσπαθούν, έξι χρόνια μετά, να φωτίσουν τις αιτίες. Κάποιοι ήταν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλοι έβαλαν τότε πλάτη διατηρώντας τις επιφυλάξεις τους. Κάποιοι κράτησαν μέχρι τέλους κριτική απόσταση. Σίγουρα, όμως, όλοι –όπως και κάθε άνθρωπος με μια αναφορά στον χώρο της Αριστεράς– επηρεάστηκαν από την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ. Υπήρξε ματαίωση, απογοήτευση, οργή. Yπήρξαν χαμένες φιλίες, αποδόθηκαν ευθύνες από τον κοινωνικό περίγυρο του καθένα. Γι’ αυτό είναι ένα ζητούμενο η νηφάλια προσέγγιση. Έχει περάσει ο απαιτούμενος χρόνος; Μπορούμε να γυρίσουμε πίσω χωρίς εμπάθεια; Mπορούμε να αποτιμήσουμε κατά πόσο ήταν ένα χαμένο παράθυρο ευκαιρίας το 2015, με την έννοια ότι υπήρξε μια εκμεταλλεύσιμη κρίση ηγεμονίας, όπως υποστηρίζει ο Παναγιώτης Σωτήρης;
Αυτοί εδώ οι 35 εντιμότατοι φίλοι μας δείχνουν να το καταφέρνουν. Με πολιτική γενναιότητα δεν ισοπεδώνουν, ούτε χαρίζονται στον αποξενωμένο πια από την Αριστερά ΣΥΡΙΖΑ. Αναγνωρίζουν τις καλές προθέσεις, όπου υπάρχουν. Ο Νίκος Γιαννόπουλος, λόγου χάρη, αναγνωρίζει ότι η ωμή αστυνομική βία μειώθηκε, αλλά δεν υπήρξε καμία σύγκρουση με το βαθύ κράτος και τους μηχανισμούς καταστολής του. Καταγράφουν τις θετικές κινήσεις που, όμως, ακυρώνονται λόγω ατολμίας και αποφυγής συγκρούσεων (too little, too late). Ο Δημήτρης Χριστόπουλος, για παράδειγμα, θα γράψει ότι «δεν επιχειρήθηκε τελικά αντιπαράθεση αλλά εξευμενισμός της εκκλησίας».
Όταν, όμως, βλέπουν αξιακή προσχώρηση στο αντίπαλο στρατόπεδο, το λένε χωρίς περιστροφές: o Ντίνος Παντελίδης, δάσκαλος, θα γράψει ότι «το 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ παρέδωσε την κυβέρνηση, μαζί και όλο το νομικό πλαίσιο εφαρμογής μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής στην εκπαίδευση». Ο Βαγγέλης Κουμαριανός αναρωτιέται αν «η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ήταν προϊόν εξαναγκασμού ή ιδεολογικής μετατόπισης», ενώ και ο Πέτρος Σταύρου με τη Νάγια Νικολάου γράφουν ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ υπηρετεί μονοσήμαντα και αποκλειστικά τη συνέχεια του αστικού κράτους και της δημόσιας διοίκησης και όχι, έστω στρεβλά, τις λαϊκές εκπροσωπήσεις που τον έφεραν στην εξουσία».
Η αξία του βιβλίου δεν έγκειται μόνο στην συλλογική ανάλυση. Αυτό θα μπορούσε να διεκπεραιωθεί με μια σειρά παράλληλες ατομικές αναλύσεις του βίου και της πολιτείας του ΣΥΡΙΖΑ. Έγκειται και στον επιτυχή επιμερισμό των θεματικών ενοτήτων: oικονομία, παιδεία, δημοκρατικοί θεσμοί, φεμινισμός, οικολογία, συνδικαλισμός, δικαιώματα, διαχείριση εθνικών ζητημάτων, όλα μπαίνουν κάτω απ’ το μικροσκόπιο ενός ή περισσότερων συντρόφων. Τα άρθρα έχουν παρόμοια δομή, στοιχείο πολύ βοηθητικό για τον αναγνώστη, και αφορούν σημαντικά ζητήματα: Ποια κατάσταση παρέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τα δύο μνημόνια; Τι είχε στο πρόγραμμά του να κάνει; Τι έκανε και τι θα μπορούσε να έχει κάνει έστω και μετά την συνθηκολόγησή του; Τι θα μπορούσε να έχει κάνει στην δυνητική περίπτωση της σύγκρουσης;
Συνολικά, βέβαια, τα συμπεράσματα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι καταλυτικά.
Αν το βιβλίο είχε γραφτεί σε μεταγενέστερο χρόνο, θα γινόταν αναφορά και στον τρόπο άσκησης της αντιπολίτευσης και στις οβιδιακές μεταμορφώσεις αυτού του κόμματος που, εν μια νυκτί, περνάει από τον ΣΥΡΙΖΑ της υψωμένης γροθιάς του 2008 στον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ των καλών προθέσεων και της ατολμίας, φτάνοντας στη σημερινή χλιαρή αντιπολίτευση της προοδευτικής συμμαχίας, της από δεξιά σκοπιά κριτικής των κυβερνητικών χειρισμών στα «εθνικά θέματα», της «υγιούς επιχειρηματικότητας», του σημερινού «κόμματος καρτέλ», όπως το ονομάζει ο Γιάννης Μαυρής και άλλοι.
Όμως τα περισσότερα άρθρα δεν μένουν εκεί. Ανιχνεύουν τις ευθύνες της ανταγωνιστικής Αριστεράς, αναζητούν δρόμους και τρόπους αντίστασης. Ενδεικτικό παράδειγμα το άρθρο για το περιβάλλον. Εκεί οι τρεις σύντροφοι και συντρόφισσες που το υπογράφουν θα καταλήξουν τονίζοντας ότι «απαιτείται μια αντίσταση στην καπιταλιστική ανάπτυξη που θα περιλαμβάνει ταυτόχρονα εναλλακτικές προτάσεις που σκιαγραφούν ένα αντιδιαμετρικό παράδειγμα».
***
Προχωράμε μέσα από ήττες. Αρκεί να μπορούμε να τις διαχειριστούμε. Αρκεί να μη χάνουμε τη συντροφικότητα, την αγωνιστικότητα και την αλληλεγγύη μας. Αρκεί να γινόμαστε λίγο σοφότεροι, να μαθαίνουμε μια για πάντα τι δεν πρέπει να ξαναγίνει και να μην εμμένουμε σε αναλύσεις του παρελθόντος.
Αυτή τη στιγμή η Δεξιά μετασχηματίζει δραματικά την ελληνική κοινωνία. Είναι αδίστακτη. Με μια πολιτική πυγμής, με καταιγιστικό ρυθμό, γκρεμίζει κατακτήσεις δεκαετιών. Οι άνθρωποι της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και οι ανένταχτοι αριστεροί βρεθήκαμε στους δρόμους και είχαμε μικρές νίκες, μαζί. Αυτό σίγουρα πρέπει να το συνεχίσουμε. Αλλά πρέπει ταυτόχρονα να κατανοήσουμε σε βάθος και το ακραίο της συγκυρίας. Να συζητήσουμε εφ’ όλης της ύλης. Να συζητήσουμε εντέλει για την στρατηγική, για τον κομμουνισμό. Ναι, για τον κομμουνισμό. Να τον πούμε με το όνομά του. Με αυτοπεποίθηση να φωνάξουμε ότι ο καπιταλισμός παράγει μαζική δυστυχία και γι’ αυτό δεν πρέπει να αναλωνόμαστε μόνο σε αποσπασματικούς αμυντικούς αγώνες.
Ο Μαγιακόφσκι έγραψε:
Όταν θα παρουσιαστώ
στου φωτεινού σας
μέλλοντος
την κεντρική επιτροπή
θα’ ρθω…….
………………………
σείων
σα μπολσεβίκικη ταυτότητα
κομματική,
τους εκατό τόμους μαζί
όλων μου των
κομματικών βιβλίων.
Δεν ξέρω αν ποτέ κανένας Μαγιακόφσκι του μέλλοντος θα σείσει αυτό το βιβλίο ως διαπιστευτήριο αφοσίωσης στην υπόθεση του σοσιαλισμού. Ξέρω, όμως, πως με την εντιμότητά του, με την αυτοκριτική του στάση, με την συντροφικότητα που συμβολικά και ουσιαστικά εκπέμπει, είναι μια ψηφίδα στον δρόμο προς το φωτεινό μας μέλλον.
Ευχαριστώ τον Χρήστο και τον Δημοσθένη που μου εμπιστεύτηκαν ένα μέρος της παρουσίασης.
*Η Ντία Κεραμειδά, δημοτική σύμβουλος Νεάπολης-Συκεών, άνοιξε την εκδήλωση με τίτλο «Έξι χρόνια μετά το δημοψήφισμα: τι έγινε, τι μπορεί να γίνει», που διοργάνωσαν οι εκδόσεις Τόπος την Τρίτη 6 Ιουλίου, στο κηπάκι της Τσαμαδού, για την παρουσίαση του βιβλίου. Το κείμενο είναι η παρέμβασή της στην εκδήλωση.