Το να είσαι Νάπολι είναι από μόνο του μία επαναστατική πράξη για όσα συμβολίζει αυτός ο σύλλογος της Νότιας Ιταλίας. Το να ταξιδέψεις στον κόσμο του Πάολο Σορεντίνο (Oι συνέπειες του Έρωτα, Il Divo, Τέλεια Ομορφιά, Νιότη, Loro, The New Pope) και να επιβιώσεις είναι ένα μεγάλο στοίχημα. Για εμένα το δίδυμο του με τον Τόνι Σερβίλο συνιστά επιτυχία. Εδώ έρχεται ο σπουδαίος σκηνοθέτης να συναντήσει τη γενέτειρά του, πόλη του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα και να δημιουργήσει έναν φόρο τιμής στον θρύλο του παγκόσμιου ποδοσφαίρου και ταυτόχρονα ένα γράμμα της δικής του ενηλικίωσης. Δε θα μπορούσα επομένως να μην παρακολουθήσω το “Hand of God” στις αίθουσες.
Στο πρώτο κομμάτι της ταινίας πρωταρχικό ρόλο διαδραματίζει η οικογένεια. Με χιούμορ σκιαγραφείται ένα μωσαϊκό χαρακτήρων που αρκετές ομοιότητες έχει και με την ελληνική. Ένα τραπέζι είναι ικανό να μας “συστήσει” τους χαρακτήρες που θα πρωταγωνιστήσουν στη συνέχεια. Από την αρχή ξεχωρίζουν ο πατέρας, Σαβέριο κι ο γιος του, Φαμπιέτο. Κατανοείς πως (ειδικά ο δεύτερος) θα είναι ο κινητήριος μοχλός της αφήγησης και το κλειδί για το ξετύλιγμα της πλοκής. Είναι καλοκαίρι και τι καλύτερο από μία βουτιά στη θάλασσα; Εκεί βρίσκουν διέξοδο όλοι οι άνθρωποι που κατοικούν στην Μεσόγειο.
Ένα αιφνίδιο γεγονός θα ταράξει τις ισορροπίες ένα ήσυχο βράδυ. Τα αστεία κι οι πλάκες θα δώσουν τη θέση τους στην περισυλλογή και το πένθος. Ο καθένας το βιώνει με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο και αντιλαμβάνεται πως πρέπει να πάρει τις ευθύνες του. Η ζωή όμως πάντα, μα πάντα (πλεονασμός) συνεχίζεται … Είναι ο άγραφος νόμος της που κανένας δεν έχει καταφέρει να καταρρίψει. Την ίδια στιγμή μία μεγάλη επιστροφή έχει δώσει νόημα σε ολόκληρη την πόλη που ζει το όνειρό της και ελπίζει … Πόσες προεκτάσεις μπορεί να έχει κυριολεκτικά και μεταφορικά αυτό το “Χερί του Θεού;
Η σάτιρα είναι κομμάτι του σινεμά του Σορεντίνο. Από τον τίτλο αντιλαμβάνεσαι, αν τον γνωρίζεις μέσα από το έργο του πως σίγουρα δε θα δούμε κάτι που θα αφορά τον Θεό και την εκκλησία. Εδώ έχουμε ένα ερωτικό σημείωμα στον Μαραντόνα (έναν χρόνο μετά τον θάνατό του) κυρίως στο πρώτο μισό κι ένα ακόμα θα έλεγα στον Φεντερικό Φελίνι στο δεύτερο κομμάτι. Με το “Grande Bellezza” άγγιξε, ακούμπησε το “Dolce Vita”, τώρα δημιουργεί κάτι που μοιάζει με το “Amarcord”. Αυτή είναι η υποψηφιότητα της Ιταλίας για το OSCAR ξενόγλωσσης (διεθνούς) ταινίας στην τελετή που γίνει τους πρώτους μήνες του 2022.
Ο Τόνι Σερβίλο όσες φορές και να τον δεις (τον συναντήσαμε πριν λίγες ημέρες και στο Ερμιτάζ) με το αρχοντικό του στυλ είναι σαν το παλιό καλό κρασί. Εδώ με το ροζ του πουκάμισο, με τη χαλαρή του βερμούδα, αλλά και με το κοστούμι και τη γραβάτα. Είναι λόγος να κάνεις την υπέρβαση και να πας στο σινεμά. Διδάσκει τις αξίες στο τραπέζι του δείπνου και τις περνάει στην οικογένεια, δίχως να είναι αναμάρτητος. Αποκάλυψη στο πλευρό του ο Φιλίπο Σκότι στον πρώτο του μεγάλο ρόλο. Ειδικά το τελευταίο μέρος είναι γραμμένο πάνω του. Δε ξεχνά κανέναν απ΄όσους του έχουν σταθεί. Κλείνει όλες τους τις εκκρεμότητες και είναι έτοιμος να ανοίξει τα φτερά του να πάρει ό,τι του αναλογεί. Γίνεται ο Φάμπιο.
Είναι δεδομένα μία αυτοβιογραφική ταινία. Μπορούμε να πούμε ότι είναι το έργο ζωής του Σορεντίνο; Στα 52 του χρόνια πραγματικά μου είναι πολύ δύσκολο να το γράψω. Δεν μπορώ να το αποκλείσω όμως κιόλας. Θα αφήσω τον χρόνο να το κρίνει. Το σίγουρο είναι πως ο Ιταλός κάνει σινεμά, μονάχα όταν έχει κάτι να πει κι εδώ έχει να μας πει πολλά. Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής φέτος στη Βενετία για μία ιστορία που καταλήγει να είναι ένα γράμμα αποχαιρετισμού στην παιδική ηλικία, τα πάθη και τους μύθους. Το τρένο ξεκινάει για τη Ρώμη και η συνέχεια γνωστή μέσα από το έργο του. Πώς φτάσαμε όμως ως εκεί;