in ,

Την Πέμπτη η απόφαση του δικαστηρίου των Δ.Σ. και Ρ.Ζ.-Πολιτικό και νομικό ενδιαφέρον μετά τα όσα ανέδειξαν οι προηγούμενες συνεδριάσεις

Του Δημήτρη Ρόκκου

Την Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου, στις 09.30, αναμένεται η απόφαση του δικαστηρίου που αφορά τους αναρχικούς Δ.Σ. και Ρ.Ζ. [Δείτε για την υπόθεση τα ρεπορτάζ 1,2,3] οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα βαρύ κατηγορητήριο.

Η τελευταία συνεδρίαση του δικαστηρίου στις 28 Ιανουαρίου συνεχίστηκε, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε η Συνέλευση Αλληλεγγύης στους φυλακισμένους, Φυγόδικους και διωκόμενους/ες αγωνιστές/στριες, με τη διαδικασία των αναγνωστέων εγγράφων.

Κατά την διάρκεια της προβλήθηκαν βίντεο που «αποδεικνύουν από μόνα τους την σκευωρία της ΕΛ.ΑΣ» καθώς ο πρώτος κατηγορούμενος (που κατηγορείται για τη φυσική αυτουργία της απόπειρας έκρηξης) έχει τοποθετηθεί σε διαφορετικό δρόμο από τις καταθέσεις των αστυνομικών της Κρατικής Ασφάλειας, από αυτόν που διακρίνεται στο βίντεο και με τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά σε σχέση με το πώς τον είχαν περιγράψει.

Για τον δεύτερο κατηγορούμενο (που του καταλογίζεται η κατόπτευση του χώρου) έγινε σαφές ότι δεν αναγνωρίζεται από κανένα βίντεο στην περιοχή και ότι το μόνο κοινό του στοιχείο με τον υποτιθέμενο συνεργό, είναι ότι είχε εκείνη την περίοδο στην κατοχή του ένα ποδήλατο και ότι είναι άντρας (όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε σε προηγούμενη δικάσιμο).

Η Συνέλευση Αλληλεγγύης στην ενημέρωση που δημοσίευσε στο athens.indymedia.org, η οποία συνοδεύεται από κάλεσμα συμπαράστασης στα Δικαστήρια την ερχόμενη Παρασκευή, εκτός των όσων ανέφεραν οι μάρτυρες υπεράσπισης, συμπυκνώνει και τις απολογίες των κατηγορούμενων.

Ο Δ.Σ. «ξεκαθάρισε για μια ακόμη φορά την πολιτική του ταυτότητα και τοποθέτησε τα γεγονότα εκείνων των ημερών στα πλαίσια της εν εξελίξει πανδημίας και της ακραίας αστυνομοκρατίας που επικρατούσε. Περιέγραψε την συνάντηση του με την συντρόφισσά του στην Καλαμαριά και τον λόγο για τον οποίο βρέθηκε στην περιοχή το επίμαχο βράδυ. Εξήγησε πως ενώ περπατούσε στο δρόμο μόνος του, ξεκίνησαν κάποια άτομα με πολιτικά ρούχα και κουκούλες να τον καταδιώκουν και να τον βρίζουν, ενώ έπειτα τον ξυλοκόπησαν και του πέρασαν χειροπέδες, χωρίς να του διευκρινίζουν τον λόγο της όποιας επιχείρησης. Στη συνέχεια αφηγήθηκε τη μεταφορά του στη ΓΑΔΘ και το κλίμα τρομοκρατίας εκεί, μη δίνοντας του τη δυνατότητα να ειδοποιήσει κάποιον κοντινό του ή/και δικηγόρο, καθώς και τη μεταφορά του μετά από ώρες στην κοινότητα των καταλήψεων των Καστρόπληκτων της Άνω πόλης, με μια κουκούλα ώστε να μην μπορεί να έχει επαφή με τους τριγύρω. Εκεί ενώ οι μπάτσοι εισέβαλαν σε τρία σπίτια που ουδέποτε έμεινε ο ίδιος, κατάσχεσαν δεκάδες ηλεκτρονικές συσκευές και προσωπικά αντικείμενα συντρόφων και συντροφισσών του, με τους/τις οποίους/ες συμμετείχαν στην ίδια ανοιχτή συνέλευση υπεράσπισης των κατειλημμένων σπιτιών, όπως επίσης και τους προσήγαγαν. Έπειτα ο σύντροφος απαντώντας σε ερωτήσεις της έδρας, υπογράμμισε πως και παλαιότερα είχε βρεθεί στο στόχαστρο των αρχών με παρακολουθήσεις που είχε δεχτεί, καθώς και ότι γνώριζε ότι είναι πολύ πιθανόν κάποια στιγμή να βρισκόταν κατηγορούμενος, όπως έχει συμβεί με δεκάδες άλλους συντρόφους του από τον αναρχικό χώρο. Ο σύντροφος έκανε μια ανασκόπηση στην πολιτική του διαδρομή μέσα στον αναρχικό χώρο επισημαίνοντας τους αγώνες στους οποίους έχει πάρει μέρος καθώς τους λόγους για τους οποίους επέλεξε να είναι κομμάτι του ευρύτερου ανταγωνιστικού κινήματος, ενάντια σε ένα σύστημα που γεννά την καταπίεση και απαξιώνει την ανθρώπινη ύπαρξη, ενώ μίλησε και για την γνωριμία του με τον Ρ.Ζ. σε αυτά τα πλαίσια. Όπως ο ίδιος τόνισε, η συγκεκριμένη δίκη έχει δύο σκέλη, το πολιτικό και το ποινικό, με τα δύο να είναι αλληλοεξαρτώμενα και να συνδέονται μεταξύ τους από την πρώτη στιγμή. Ανέλυσε το mondus operandi της Κρατικής Ασφάλειας απέναντι σε αναρχικούς αγωνιστές, σύμφωνα με το οποίο δημιουργούνται δεξαμενές υπόπτων, μέσα από μαζικές παρακολουθήσεις πορειών και εκδηλώσεων του α/α χώρου καθώς και προσαγωγές ατόμων, ώστε να χαρτογραφηθούν και καταστούν ύποπτοι και κατηγορούμενοι με την πρώτη ευκαιρία. Εξήγησε πως δεν είναι μια προσωπική υπόθεση με τον κάθε διωκόμενο την εκάστοτε φορά, αλλά μια συνολική προσπάθεια του κράτους και των διωκτικών αρχών να τρομοκρατήσουν όσους/ες αγωνίζονται, όπως επίσης και τον κοινωνικό τους περίγυρο, ώστε να παύσουν την όποια πολιτική τους δραστηριότητα. Επίσης, υπερασπίστηκε τους λόγους που τον οδήγησαν στο να μην δεχθεί την δαχτυλοσκόπηση και τη φωτογράφιση του στην Ασφάλεια καθώς και αναφέρθηκε σε άλλες περιπτώσεις συντρόφων που διώχθηκαν με μοναδικό στοιχείο τα δαχτυλικά τους αποτυπώματα ή/και μίγματα DNA και στον τρόπο που η ΕΛ.ΑΣ διαχειρίζεται αυτές τις τράπεζες αποτυπωμάτων και DNA. Τέλος, υπογράμμισε ότι ανεξάρτητα με την έκβαση της συγκεκριμένης δίκης, θα συνεχίσει να αγωνίζεται και να συμμετέχει στο ανταγωνιστικό κίνημα, για έναν κόσμο ελεύθερο.

Στην δική του απολογία Ρ.Ζ. τόνισε ότι «επί χρόνια βρισκόταν στο στόχαστρο των αρχών με παρακολουθήσεις και δολιοφθορές σε οχήματά του, όπως επίσης και με προσαγωγές μετά από πορείες ή συγκεντρώσεις που συχνά συνοδευόταν από απειλές. Αποκορύφωμα αυτής της μακροχρόνιας στοχοποίησής του, όπως ο ίδιος εξήγησε, είναι η συγκεκριμένη δίωξη με το κατασκευασμένο κατηγορητήριο. Στη συνέχεια, περιέγραψε το βράδυ πριν τη σύλληψη του, το οποίο το πέρασε με την συντρόφισσά του στο σπίτι της καθώς και την σύλληψη του το επόμενο πρωί, ενώ βρισκόταν κάτω από το σπίτι του προκειμένω να μεταβεί στη δουλειά του. Επίσης, αναφέρθηκε στη μεταφορά του στη ΓΑΔΘ και την απομόνωση του χωρίς δυνατότητα επικοινωνίας με τους οικείους του, όπως και την έρευνα που ακολούθησε στο σπίτι του, με αποτέλεσμα την κατάσχεση δεκάδων συσκευών, πολιτικών κειμένων και αντικειμένων. Ο σύντροφος υπογράμμισε πως η υποτιθέμενη συνάντησή του το προηγούμενου βράδυ με τον Δ.Σ. δεν έγινε ποτέ, καθώς και ως πειστήριο έχει την κλήση ακριβώς εκείνη την ώρα προς την συντρόφισσά του, από το κατασχεμένο του κινητό. Τέλος, ξεκαθάρισε πως οι καταθέσεις του μπάτσου της Κρατικής Ασφάλειας βρίθουν ψεμμάτων και ανακριβειών και ότι ο μοναδικός λόγος της σύλληψής του, είναι η πολιτική του δράση μέσα στον αναρχικό χώρο, η προσωπική και πολιτική σχέση του με τον Δ.Σ. και κάποια από τα ανευρεθέντα “πειστήρια” στο σπίτι του, όπως κροτίδες και ένα δακρυγόνο».

Μετά το τέλος των απολογιών των συντρόφων, η εισαγγελέας ζήτησε την εκ νέου διακοπή της δίκης, για την περαιτέρω εξέταση των στοιχείων και η έδρα την όρισε στις 20/2 στις 9:30.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Απαγόρευση συναθροίσεων από την ΕΛΑΣ με αφορμή την παρουσία του Κ. Μητσοτάκη

Τα χταπόδια και ο εφαρμοσμένος υλισμός. Του Χρήστου Λάσκου